05 Νοεμβρίου 2014

“I remember you – Επιστολή του κυρίου Θ. για την αποκατάσταση της ασχολίας του.” [Ντόρα Βλάσση]

“I remember you – Επιστολή του κυρίου Θ. για την αποκατάσταση της ασχολίας του.”

youtube.com/watch

Είμαι πτωματοσυλλέκτης. Δεν είν’ άχαρη δουλειά. Λάθος πιστεύετε. Όταν γίνεται από αγάπη. Τι μπορεί να είναι άσχημα μακάβριο στην αγάπη, μόνο ωραία μακαβριότητα κρύβει αυτό που κάνω.
Εχθές μακάρια σήκωσα όλο το ζήτημα της πλαστικής, σαν να ήταν αποκλειστικά δικό μου ζήτημα ζωής και θανάτου. Πόσο καιρό έχω να δω κάτι τόσο σοβαρό όσο οι Φωτοχυσίες του Ρεμπό, αυτό το άψυχο φώς που ζέσταινε την έμψυχη κοιμωμένη του Γιαννούλη Χαλεπά στο πρώτο και ωραιότερο νεκροταφείο της Αθήνας. Τα μαύρα δέντρα κουνιούνται μ’ έναν τρόπο μακρινό. Με τρόπο μακρινό συλλέγω τα παλιά θησαυροφυλάκια, ολόκληρα κι ας τα αποκαλούν οι απαθείς «πτώματα». Σε ένα κύμα πάνω τρία πιτσιρίκια που χορεύουν, όλα της Καμίλ Κλοντέλ. Πεπαλαιωμένα μεν, ολόφρεσκα δε.
Με τα λάδια και τα χρώματα βρέθηκα σε μια άλλη κομψή κηδεία. Οι συνδαιτυμόνες μιλούσαν με τα λόγια του Πικάσο λέγοντας πως τους πήρε καιρό μέχρι να κάνουν τα έργα τους, όπως ένα παιδί. Κάτω απ’ το τραπέζι χάζευα τα πόδια τους τα παράξενα, τα πόδια τους του Λοτρέκ. Οι κυρίες είχαν τη λαϊκή ερίτιμο ομορφιά των φρυδιών της Κάλο, το μεξικάνικο δερβισιλίκι τους σχεδιασμένο με απόλυτη ακρίβεια. Παρδαλές αμαζόνες, στις οποίες τι μ’ έκανε και ξαναπήγα; Το δερβισιλίκι τους! Που θα ‘λεγε κι ο Βαμβακάρης.* Ύστερα βρίσκω ενδιαφέρον πράγμα τον ρεαλισμό όπως τον εννόησα στον τρόπο του Καραβάτζιο με τις φλεβίτσες ακόμα μνημονευμένες στο πρόσωπο ενός παγωμένου αρχαγγέλου. Τσολιάδες και τσολιαδάκια και Μεγαλέξανδροι στο κονάκι του Θεόφιλου. Ο Μονέ και αυτός: ο Βαν Γκογκ. Πολύ άνθρωποι. Τα χνώτα του Ελ Γκρέκο μυρίζουν πάντα ρακί.
Οι πτωματοσυλλέκτες είμαστε ευτυχείς κυρίως όταν περιμαζεύουμε μαζί με τα κουφάρια την πρώτη τους μεγάλη στιγμή. Είναι σαν να δηλώνεις το παρόν στην έναρξη μιας εξέγερσης που αλλάζει τον κόσμο. Δεν είμαστε φροντιστές μουσείων, δεν είμαστε αρχειονόμοι, δεν είμαστε ιστορικοί της τέχνης. Είμαστε οι συλλέκτες της ύστατης σκόνης. Ο καθένας από εμάς αποφασίζει αν θα σκαλίσει μέσα σ’ αυτά τ’ απομεινάρια για να βρει την καίρια στιγμή της ενάρξεως. Αυτά τα πράγματα δεν θέλουν περισσότερα λόγια απ’ όσα ήδη είπα. Ορισμένως τελούμε νηπενθώς κι άλλοτε με κάθε συντριβή και οδυρμό. Φυσικά πράγματα.
Κάποτε τα ‘φερε έτσι η τύχη, σε νεαρή ηλικία, μάζεψα μια ντουζίνα ανθρώπους απ’ το Χάρλεμ κι απ’ αλλού. Παντού μας πήγαινε η μουσική σαν πεθαμένος αστερίσκος. Κρίμα! Πόσο κρίμα! Δεν μπορεί να μας κάνει να χορέψουμε πια, όπως τότε, έτσι όπως έγινε: μια άλλη, μια μαντάμ της ορθότητας.
Δεν υπάρχει ρουτίνα σ’ αυτήν την ασχολία καθώς διακαώς στην πραγματικότητα ζητάμε τους νέους κυκλώνες απ’ το παράδειγμα των περασμένων. Δεν ελπίζουμε. Η ελπίδα είναι σκλάβο πράγμα. Πασχίζουμε. Κι όταν πασχίζεις δεν μπορεί να μην είναι για σένα ζήτημα ζωής και θανάτου. Όταν πασχίζεις δεν γίνεται να μην παίρνεις πολύ σοβαρά τα πράγματα.
Περί της αθανασίας της ποιήσεως δεν θα πω, διότι κι όσα είπα ήταν μέρη της ποιήσεως, μ’ άλλα υλικά πέραν αυτών των λέξεων. Αυτή ούσα ανεπιστρεπτί αναρχική, δεν διέπεται από κανέναν νόμο κι έτσι φτιάχνει απειράκις κόσμους εντελώς ανυπάκουη απ’ τη φύση της. Φόρμα δεν την δαμάζει. Στον αποχαιρετισμό της γίνεται πραγματικό χάος. Η παραλαβή χάους είναι μία αληθινή πρόκληση, ωστόσο πρέπει να επισημάνω ότι η εντιμότητα που επέδειξε ως πλάσμα και ως τέχνη, να πασαλειφτεί με πίσσα και πούπουλα και να τιναχτεί στον αέρα, την καθιστά άξια επαίνων!
Αστείο πράγμα να μιλάμε για αθανασία, είμαστε άνθρωποι, αυτά είναι έργα των ανθρώπων για τους ανθρώπους, η ιστορία έπεται απαθανατίζοντας συχνά όποιον και όπως θέλουν οι δυνατοί, εμείς είμαστε κάποτε πικραμένοι θαμώνες στο Savoy του Χάρλεμ και στο Birdland. Είμαστε αμπιγιέζ μιας μεγάλης πριμαντόνας της όπερας στην Ιταλία αυτού του καταπληκτικού καιρού, κάποτε είμαστε σε κάποιο γαλλικό χαμαιτυπείο. Υγρό είμαστε: μικρές πράσινες νεράιδες ζαχαρούχες, έτοιμες για κατάποση. Στην Αθήνα τώρα, πασχίζουμε για ό,τι μας αρέσει κι αυτό είναι ζήτημα ζωής και θανάτου, έτσι πρέπει να είναι κι αλλιώς δεν θέλουμε να είναι, αν δεν είναι ζήτημα ζωής και θανάτου δεν έχει λόγο ύπαρξης. Είναι πολύ απλά κι ανθρώπινα πράγματα αυτά: Να παθαίνεις.
Είναι δραστηριότητα επικίνδυνη για τους συνετούς το παίδεμα αυτό. Η αφλογιστία, η μεγάλη ασθένεια της εποχής, αδυνατίζει κάπως την επιθυμία για τέτοιες ασχολίες. Είναι παλαβομάρα αυτή η ανασκαφή. Αυτή η σε κάθε μήκος και πλάτος, παρελθόντος και παρόντος, εκμαίευση του νέου, που θα μας φάει. Ωστόσο οι φίλοι του κλάδου, επιμένουμε στο μότο μας, γιατί η αγάπη μας πάει στην πλήξη και στην άρνηση και στο ολοκαύτωμα του περασμένου, με μόνο σκοπό το υλικό για την φτιάξη του νέου. Για το νέο. Για τον ωραίο τορπιλιστή του περασμένου.
Να παθαίνεις. Αυτή είναι η νηπενθής μας θέση.

*«Τι με έκανε και ξαναπήγα; Το δερβισιλίκι μου!» Φράση που χρησιμοποιεί ο Βαμβακάρης στην αυτοβιογραφία του, θέλοντας να εξηγήσει τον λόγο που τον οδήγησε, όταν ήταν νεαρός, στη χρήση ουσιών.

Δεν υπάρχουν σχόλια: