30 Ιανουαρίου 2015

Ουίλιαμ Κέντριτζ, ένας μεγάλος σύγχρονος δημιουργός [Γεώργιος Νικ. Σχορετσανίτης]



     Πολυσχιδής και ιδιοφυής προσωπικότητα, από τους σπουδαιότερους καλλιτέχνες της εποχής μας, διακεκριμένος για τις εικαστικές του δημιουργίες   κατά του απαρτχάιντ, με τα πρωτόγονα κινούμενα σχέδια και τις multimedia παραστάσεις του, είναι χωρίς αμφιβολία ένας ζηλευτός σύγχρονος δημιουργός. Ο Ουίλιαμ Κέντριτζ (William Kentridge) είναι νοτιοαφρικανός καλλιτέχνης γνωστός για τα σχέδια, καθώς και τις ταινίες κινουμένων σχεδίων του. Τα τελευταία είναι κατασκευασμένα βιντεοσκοπώντας ένα σχέδιο, κάνοντας κάποια  σβησίματα και  αλλαγές, και ξαναγυρίζοντας πίσω πάλι. Συνεχίζει τη διαδικασία αυτή σχολαστικά, δίνοντας σε κάθε αλλαγή χρόνο ενός τετάρτου  του δευτερολέπτου έως δύο το πολύ δευτερόλεπτα. Ένα τέτοιο σχέδιο θα αλλάξει και θα γυριστεί  με  τον ίδιο τρόπο μέχρι του τέλους της σκηνής. Αυτά τα σχέδια, σαν παλίμψηστο,  εμφανίζονται όλα μαζί στις ταινίες μικρού μήκους, πραγματικά έργα τέχνης.

     Ο Ουίλιαμ Κέντριτζ, γόνος λευκής εύπορης οικογένειας νομικών με λιθουανικές και εβραϊκές ρίζες, γεννήθηκε το 1955 στο Γιοχάνεσμπουργκ, την πόλη που στοιχειώνει σχεδόν το σύνολο του έργου του.  Πατέρας του είναι ο διεθνούς φήμης νοτιοαφρικανός δικηγόρος Σίντνεϋ Κέντριτζ (Sydney Kentridge),   συνεργάτης του Νέλσον Μαντέλα και υπερασπιστής των θυμάτων του απαρτχάιντ, όπως του δολοφονηθέντα Steve Biko, που απαθανατίστηκε στο ομώνυμο τραγούδι του Peter Gabriel, και μητέρα του η Felicia Geffen. Και οι δύο ήταν δικηγόροι που εκπροσωπούσαν τον περιθωριοποιημένο λαό  από το σύστημα του απαρτχάιντ. Σπούδασε στο Γιοχάνεσμπουργκ, πήρε πτυχίο στις Πολιτικές και Αφρικανικές Σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Witwatersrand και στη συνέχεια, δίπλωμα στις Καλές Τέχνες από το Ίδρυμα Τέχνης του Γιοχάνεσμπουργκ. Στις αρχές του 1980, σπούδασε παντομίμα και θέατρο στο L'École Internationale de Théâtre Jacques Lecoq στο Παρίσι, ελπίζοντας  αρχικά   να γίνει ηθοποιός. Όπως, όμως δήλωσε: ‘Ευτυχώς, συνειδητοποίησα εγκαίρως ότι ήμουν τόσο κακός ηθοποιός, που θα έκανα μόνο για έναν ερασιτεχνικό θίασο ή ένα πολύ ανεκτικό κοινό, κι έτσι  περιορίστηκα στο ρόλο του καλλιτέχνη’.  Πέρα από την υποκριτική και σκηνοθεσία, αργότερα στο Γιοχάνεσμπουργκ, εργάστηκε και σε τηλεταινίες και τηλεοπτικές σειρές ως καλλιτεχνικός διευθυντής. Η ιστορία βεβαίως της Νότιας Αφρικής και η όλη κοινωνικοπολιτική κατάσταση της ευρύτερης περιοχής, πρέπει να είναι γνωστή σε κάποιον που ενδιαφέρεται να διεισδύσει και να κατανοήσει πλήρως το έργο του.

   Η  τέχνη του Κέντριτζ ερωτοτροπεί με τον εξπρεσιονισμό. Η μορφή συχνά παραπέμπει στο περιεχόμενο και αντιστρόφως. Ο θεατής ευθύς αμέσως βλέπει μια ζοφερή εικόνα, εντύπωση που διαιωνίζεται καθώς ξεδιπλώνεται η ευάλωτη, εύθραυστη και δυσάρεστη συνάμα κατάσταση. Οι όψεις της κοινωνικής αδικίας που απεκαλύφθησαν, πέραν των άλλων γνωστών, τα τελευταία χρόνια στη Νότια Αφρική, έχουν γίνει συχνά πηγή και ερεθίσματα για πολλά έργα του  Κέντριτζ.  Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1970, έκανε χαρακτικά και σχέδια, αλλά κι αργότερα δημιούργησε κάποιες μονοτυπίες και χαρακτικά μικρού σχήματος, που έγιναν και έμειναν γνωστά με διάφορα ονόματα. Αυτές οι δύο εκπληκτικές ομάδες έργων του (Pit και Domestic Scenes) χρησίμευσαν για τη δημιουργία της καλλιτεχνικής ταυτότητας του Κέντριτζ, μια ταυτότητα που συνέχισε να αναπτύσσεται σε διάφορα μέσα ενημέρωσης και με διάφορους τρόπους. Παρά την συνεχή εξερεύνηση μη παραδοσιακών μέσων, το θεμέλιο της τέχνης του υπήρξε πάντα το σχέδιο και η χαρακτική. Το 1987, άρχισε να ασχολείται με μια ομάδα σχεδίων από κάρβουνο και παστέλ, βασιζόμενα στον πίνακα ‘L' Embarquement pour Cythère’, του γάλλου ζωγράφου Jean-Antoine Watteau. Αυτά τα εξαιρετικά σημαντικά έργα, κάποια των οποίων αντανακλούν ένα καταραμένο, δυστοπικό αστικό τοπίο, απεικονίζουν την αυξανόμενη συνείδηση του καλλιτέχνη σε θέματα  ευελιξίας του χώρου και της κίνησης. Μια σειρά, επίσης, από μεγάλα σχέδια, αναλύουν τη μορφή των διαφόρων δέντρων της Νοτίου Αφρικής.

   Μεταξύ 1989 και 2003, ο Κέντριτζ έκανε μια σειρά από εννέα ταινίες μικρού μήκους που τελικά συγκεντρώθηκαν υπό τον τίτλο ‘9 Drawings for Projection’. Το 1989, ξεκίνησε η πρώτη από τις ταινίες κινουμένων σχεδίων, ‘Johannesburg, 2nd Greatest City After Paris’. Η σειρά αυτή περιέχει τις ταινίες Monument (1990), Mine (1991), Sobriety, Obesity and Growing Old (1991), Felix in Exile (1994), History of the Main Complaint (1996), Weighing and Wanting (1998), Stereoscope (1999), Up to Tide Table (2003) και Other Faces, 2011.  Σε αυτή τη σειρά, χρησιμοποίησε μια τεχνική που θα μπορούσε να γίνει χαρακτηριστικό του έργου του, δηλαδή διαδοχικά σχέδια σε κάρβουνο, πάντα στο ίδιο φύλλο χαρτιού, σε αντίθεση με την παραδοσιακή τεχνική animation στην οποία κάθε κίνηση σχεδιάζεται σε ξεχωριστό φύλλο. Με τον τρόπο αυτό, τα βίντεο και οι ταινίες του Κέντριτζ διατήρησαν  τα ίχνη των προηγούμενων σχεδίων. Τα κινούμενα σχέδια ασχολούνται με την πολιτική και τα κοινωνικά θέματα καίριας σημασίας, και κατά καιρούς από την προσωπική αυτοβιογραφική άποψη, δεδομένου ότι ο συγγραφέας περιλαμβάνει την αυτοπροσωπογραφία του σε πολλά από τα έργα του. Το πολιτικό περιεχόμενο και οι μοναδικές τεχνικές των έργων του Κέντριτζ, τον ώθησαν και τοποθέτησαν στη σφαίρα των κορυφαίων καλλιτεχνών της Νότιας Αφρικής. Δουλεύοντας στην ουσία με πολύ περιορισμένα μέσα, χρησιμοποιώντας μόνο κάρβουνο και κάποιες πινελιές μπλε ή κόκκινου παστέλ, δημιούργησε κινούμενα σχέδια εκπληκτικού βάθους.

    Ένα θέμα που διατρέχει ολόκληρο το έργο του, είναι ο περίεργος τρόπος του εκπροσωπεί τη γενέτειρά του. Ενώ ο ίδιος δεν την παρουσιάζει ως εχθρικό ή καταπιεστικό χώρο, όπως ήταν για τους μαύρους κατοίκους, δεν τονίζει εν τούτοις τη γραφική κατάσταση που βίωναν οι λευκοί άνθρωποι και όσα απολάμβαναν κατά τη διάρκεια του απαρτχάιντ, αλλά αντί  αυτού, μια πόλη όπου ήταν εκτεθειμένη η δυαδικότητα του ανθρώπου. Σε μια σειρά εννέα ταινιών  μικρού μήκους, μας εισαγάγει δύο χαρακτήρες, τους Soho Eckstein και Felix Teitlebaum, οι οποίοι απεικονίζουν τη συναισθηματική και πολιτική πάλη πολλών Νοτιοαφρικανών στην προ δημοκρατίας  εποχή. Στο εισαγωγικό σημείωμα για τον ‘Φελίξ στην εξορία’ (Felix In Exile), ο Κέντριτζ γράφει, ‘Με τον ίδιο τρόπο που υφίσταται μια ανθρώπινη πράξη διαμελισμού του παρελθόντος, υπάρχει και μια φυσική διαδικασία κατά του εδάφους μέσω της διάβρωσης, της ανάπτυξης και της υποβάθμισης που επιδιώκει να κηλιδώσει τα γεγονότα. Στη Νότια Αφρική η διαδικασία αυτή έχει άλλες διαστάσεις. Ο  όρος ‘νέα Νότια Αφρική’, έχει μέσα του την ιδέα της ζωγραφικής πάνω από το παλιό, την φυσική διαδικασία του διαμελισμού και την  πολιτογράφηση νέων πραγμάτων’.

    Όχι μόνο στο ‘Felix In Exile’, αλλά και σε όλα τα κινούμενα έργα του, οι έννοιες του χρόνου και της αλλαγής αποτελούν  μείζον θέμα. Ο Κέντριτζ μεταφέρει αυτές τις έννοιες μέσω της τεχνικής της διαγραφής που ανέπτυξε,  η οποία έρχεται σε αντίθεση με τα συμβατικά σκιασμένα κινούμενα σχέδια, των οποίων η συνέχεια τονίζει το γεγονός ότι είναι στην πραγματικότητα μια σειρά από χειροποίητες εικόνες. Αυτό το υλοποιεί σχεδιάζοντας ένα βασικό πλαίσιο, διαγράφοντας ορισμένες πτυχές του, σχεδιάζοντάς το ξανά και δημιουργώντας το επόμενο καρέ. Έτσι με αυτόν τον τρόπο είναι σε θέση να δημιουργήσει όσα πλαίσια ο ίδιος επιθυμεί   με βάση το αρχικό, απλώς σβήνοντας μικρά τμήματα. Μερικά ίχνη από ότι έχει διαγραφεί, είναι ακόμα ορατά στο θεατή, κι όπως ξεδιπλώνονται οι ταινίες, δίνεται η αίσθηση ξεθωριάσματος της μνήμης ή της διέλευσης του χρόνου και της παράλληλης απεικόνισης των ιχνών που αφήνει πίσω. Η τεχνική του Κέντριτζ καταπιάνεται με αυτό που δεν λέγεται, αυτό που μένει κατασταλμένο ή ξεχασμένο, αλλά μπορεί εύκολα να γίνει αισθητό. Στις εννέα ταινίες που ακολουθούν τη ζωή του Soho Eckstein, παρατηρείται με ολοένα και αυξανόμενη σφοδρότητα η κατάσταση του ατόμου και της σύγχρονης κοινωνίας της Νοτίου Αφρικής. Συγκρούσεις μεταξύ των πεποιθήσεων των άναρχων ομάδων και των αστών, πάλι με αναφορές στην δυαδικότητα του ανθρώπου, δείχνουν την ιδέα της κοινωνικής επανάστασης με ποιητικές παραμορφώσεις των πέριξ κτιρίων και τοπίων. Ο Κέντριτζ αναφέρει ότι, παρόλο που το έργο του δεν επικεντρώνεται στο απαράδεκτο απαρτχάιντ με άμεσο και εμφανή τρόπο, αλλά μάλλον στη σύγχρονη κατάσταση της πόλης του Γιοχάνεσμπουργκ, τα σχέδια και οι ταινίες του γίνονται πράξη, από την κακοποιημένη  κοινωνία που άφησε πίσω το ίδιο το απαρτχάιντ κατά τη διάρκεια της  αφύπνισης και του ξεσηκωμού των καταπιεσμένων. Όσον αφορά τα πιο άμεσα πολιτικά ζητήματα, ο Κέντριτζ λέει ότι η τέχνη του παρουσιάζει ασάφεια, αντίφαση, ανολοκλήρωτες κινήσεις και αβέβαιες καταλήξεις, τα οποία μοιάζουν με τις ασήμαντες λεπτές αποχρώσεις, μέσα στο μεγαλύτερο μέρος της καταστροφής που παρουσιάζεται στο έργο του. Σε ένα τρίπτυχο με τίτλο ‘The Boating Party’ (1985), με βάση την ζωγραφική του Ρενουάρ με παρόμοιο όνομα, η πανωλεθρία και η ερήμωση προκαλούνται από μια φαινομενικά αδιάφορη αριστοκρατία, κι  είναι ίσως το  πιο σοβαρό σχόλιό του σχετικά με την κατάσταση της Νοτίου Αφρικής κατά τη διάρκεια του απαρτχάιντ. Κάποιοι εκεί μέσα κάθονται αμέριμνοι και χαλαροί, ενώ η γύρω περιοχή έχει ρημάξει, διαλυμένη και καμένη, μια αντίθεση που αντανακλάται στο στυλ και στην επιλογή των χρωμάτων του. Κάποτε έγραψε, ότι στο πλαίσιο της δουλειάς του, ήθελε να επαναλάβει την εμπιστοσύνη του στην αίρεση, στο μη αυθεντικό, την ιδιοτροπία, την πρακτική, σαν στρατηγικές στην προσπάθεια εξεύρεσης νοήματος. Εκτός των ανωτέρω, κατά καιρούς, προσκλήθηκε να εργασθεί  ως θεατρικός σκηνοθέτης στην όπερα. Οι πολιτικές του προοπτικές στον κόσμο αυτό, εκφράζονται με τη σκηνοθεσία, τις ταινίες κινουμένων σχεδίων, και τις επιρροές του από τον κόσμο της μαριονέτας. Η τόσο πολυποίκιλη, ευμετάβλητη και ακούραστη καλλιτεχνική έρευνα του Κέντριτζ,  συνεχίστηκε και στη σειρά των ταπισερί από  το 2001. Οι ταπετσαρίες προέρχονται από μια σειρά σχεδίων με σκιώδεις φιγούρες  και  κολάζ πάνω σε ιστό, που μοιάζουν με το φόντο των χαρτών του δεκάτου ενάτου αιώνα.

    Το απαρτχάιντ, συμπερασματικά,  η αποικιοκρατία, η διαπολιτισμικότητα και ο αντίκτυπος του συλλογικού τραύματος στην προσωπικότητα του ατόμου, αντιμετωπίζονται στο έργο του Κέντριτζ με λυρισμό, χιούμορ και διαυγή πολιτική σκέψη. Οι εκθέσεις σε όλον τον κόσμο σημειώνουν τεράστια επιτυχία, όπως επίσης περιζήτητα ανά τον κόσμο είναι τα σχέδιά του με κάρβουνο, η τιμή πώλησης των οποίων εκτοξεύεται σε υψηλά επίπεδα. Ο Κέντριτζ (1955 - ) συνεχίζει να κάνει ταινίες μικρού μήκους κινουμένων σχεδίων από μεγάλης κλίμακας σχέδια που δημιουργεί με κάρβουνο και παστέλ σε χαρτί. Κάθε σχέδιο, το οποίο περιέχει μοναδικό σκηνικό, μεταβάλλεται διαδοχικά μέσω της διαγραφής, της επαναχάραξης και της φωτογράφησης σε φιλμ 16 ή 35 χιλιοστών. Απομεινάρια των διαδοχικών σταδίων παραμένουν πάνω στο χαρτί, και παρέχουν μια αλληγορία για τη διαστρωμάτωση της μνήμης η οποία είναι ένα από τα κύρια θέματα του Κέντριτζ.

   Οι ταινίες της σειράς ‘Drawings for Projection’, αναφέρονται στο ερειπωμένο τοπίο νότια του Γιοχάνεσμπουργκ, όπου τα εγκαταλελειμμένα ορυχεία και  εργοστάσια, οι χωματερές και τα φράγματα λάσπης έχουν δημιουργήσει ένα έδαφος νοσταλγίας και απώλειας. Η επαναλαμβανόμενη διαγραφή και επαναχάραξη του Κέντριτζ, που αφήνουν σημάδια χωρίς πλήρη μετασχηματισμό της εικόνας, μαζί με τη σπασμωδική κίνηση του animation, λειτουργούν παράλληλα με την απεικόνιση των ανθρώπινων, σωματικών όσο και πολιτικών, διαδικασιών  μέσα στο τοπίο.




















   Το ‘Felix in Exile’ (ο Felix στην Εξορία), είναι η πέμπτη ταινία του Κέντριτζ. Δημιουργήθηκε από σαράντα σχέδια και συνοδεύεται από μουσική των Phillip Miller και Motsumi Makhene. Εδώ ο Κέντριτζ εισάγει ένα νέο χαρακτήρα στη  σειρά. Τη  Nandi, μια γυναίκα από την Αφρική, η οποία εμφανίζεται κατά την έναρξη των σχεδίων, πλημυρίζοντας το τοπίο. Παρατηρεί τη γη με τα μέσα και εργαλεία ενός τοπογράφου εξερευνητή, βλέποντας αφρικανικά κορμιά με πληγές που αιμορραγούν και  λιώνουν στο τοπίο. Ουσιαστικά, προχωρεί σε καταγραφή των αποδεικτικών στοιχείων της βίας και της σφαγής που αποτελεί μέρος της πρόσφατης ιστορίας της Νότιας Αφρικής. Ο Felix Teitelbaum, ο οποίος χαρακτηρίζει το πρώτο και τέταρτο φιλμ του Κέντριτζ ως το ανθρώπινο και αγαπημένο του το alter-ego του στην ανελέητη καπιταλιστική λευκή ψυχή της Νότιας Αφρικής, εμφανίζεται εδώ ημίγυμνος και μόνος σε ένα ξένο δωμάτιο ξενοδοχείου.




















    Ο Felix κοιτάζει τον εαυτό του στον καθρέφτη, κι ενώ ξυρίζεται,  εμφανίζεται η   Nandi. Ενώνονται μεταξύ τους, μέσα από τον καθρέφτη, με ένα τηλεσκόπιο δύο κατευθύνσεων και μια αγκαλιά, αλλά η Nandi αργότερα πυροβολείται και απορροφάται  στο έδαφος, όπως άλλωστε και τα  σώματα που παρατηρούσε  νωρίτερα. Μια πλημμύρα μπλε νερού στο δωμάτιο του ξενοδοχείου, κινητοποίησε κι έφερε στο προσκήνιο τη  διαδικασία μιας επώδυνης ανάμνησης, που συμβολίζει τα δάκρυα της θλίψης και της απώλειας και βεβαίως τη Βιβλική πλημμύρα που υπόσχεται νέα ζωή. Ο Κέντριτζ, σχολίασε τη συγκεκριμένη δημιουργία του, ως εξής:  ‘Το Felix in Exile  έγινε το χρονικό διάστημα ακριβώς πριν από τις πρώτες γενικές εκλογές στη Νότια Αφρική, και αμφισβητεί  τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι που πέθαναν στο ταξίδι προς  αυτή την πορεία,  θα μείνουν στη μνήμη μας’.  Σε αυτήν την ταινία μικρού μήκους, τα σκίτσα της Nandi θα μπορούσαν να ερμηνευθούν  ως προσπάθεια να δημιουργηθεί  νέα εθνική ταυτότητα μέσω της διατήρησης, παρά της διαγραφής της βάναυσης και ρατσιστικής αποικιακής μνήμης.

Δεν υπάρχουν σχόλια: