31 Δεκεμβρίου 2018

[στο Ποικίλο Όρος – αρχαίο Τείχος «Δέμα» - 30.12.2018]

Εδώ όλες οι αναρτήσεις για το Ποικίλο Όρος.

Στο παρόν κινούμαστε σε μια κυκλική διαδρομή (βλέπε χάρτη από wikimapia) με σημείο εκκίνησης και τερματισμού την οδού Κερασόβου, στα βόρεια τού λόφου / άλσους Αγίου Δημητρίου στην Πετρούπολη, δίπλα στο ρέμα, που κατεβαίνει από το Ποικίλο Όρος και διακρίνεται στην πρώτη φωτογραφία.
H διαδρομή, κατά μήκος δασικών δρόμων, καλύπτει απόσταση 10 περίπου χλμ. και μεταξύ  άλλων περνά από τα παλιά λατομεία «Μουσαμά» και το νοτιότερο σωζόμενο άκρο τού αρχαίου τείχους «Δέμα». Η ονομασία «Δέμα» είναι μεταγενέστερη της κατασκευής του και προήλθε από το ότι «έδενε» την Πάρνηθα (όπου βρισκόταν το βόρειο άκρο του – τα βορειότερα σωζόμενα τμήματά του βρίσκονται δίπλα στον οικισμό Γεννηματά, πάνω από τη σήραγγα «Μαύρη Ώρα» στην «Αττική Οδό») με το Ποικίλο Όρος (όπου βρισκόταν το νότιο άκρο του). Σήμερα τα περισσότερα από τα σωζόμενα τμήματα τού Τείχους «Δέμα», μήκους τουλάχιστον 3 χλμ., βρίσκονται στα όρια τού ΧΥΤΑ Άνω Λιοσίων. Κατασκευάστηκε, περί το 400 π.Χ., αμέσως μετά το διώξιμο των τριάκοντα τυράννων από τον Θρασύβουλο, έτσι ώστε να προφυλάσσει την αρχαία Αθήνα από τις εισβολές των πελοποννήσιων κ.λ.π. οι οποίες γινόντουσαν από το πέρασμα μεταξύ Πάρνηθας και Ποικίλου Όρους.

Σημειώνουμε τέλος ότι η παλιά παραδοσιακή ασβεστοκάμινος, φωτογραφία της οποίας είχαμε ανεβάσει και στο αφιέρωμα τής 25.11.2018, που διακρίνεται στις δύο εικόνες (τρίτη και τέταρτη από το τέλος), βρίσκεται στο σημείο (2) στο χάρτη τής wikimapia.
































Η πέτρινη κατασκευή, φωτογραφία από την οποία ακολουθεί, βρίσκεται στην κορυφογραμμή και δεν είναι ασβεστοκάμινος. Πιθανόν να είναι κάποιο πρόχειρο οχυρωματικό έργο εποχής Β' Π.Π. ή του εμφυλίου που ακολούθησε ή ταμπούρι των επαναστατημένων Ελλήνων που φτιάχτηκε και χρησιμοποιήθηκε το 1826-7.







  

29 Δεκεμβρίου 2018

(χωρίς)


Ατελείωτος.
Ο εντός μονόλογος.
Στάλες στη γραφή.
28.12.2018

28 Δεκεμβρίου 2018

(χωρίς)


Έξω της πόρτας.
Μέχρι το κυπαρίσσι.
Το κοινό κακό.
24.12.2018

27 Δεκεμβρίου 2018

Immortality [Matthew Arnold]

Ο Matthew Arnold (24 December 1822 – 15 April 1888), εκτιμώ ότι θα έπρεπε να έχει μεταφραστεί περισσότερο στα ελληνικά.  Εκτός από τις μελέτες του: "Για το μοντέρνο στοιχείο στη λογοτεχνία" και "Κουλτούρα και αναρχία" και την ανθολόγησή του στο "Μεγάλες στιγμές της αγγλόφωνης ποίησης", συλλογή με ποιήματά του, μεταφρασμένα στα ελληνικά, δεν έχει εκδοθεί. Σε κάποιες ιστοσελίδες και blog φιλοξενούνται μεταφράσεις τού περίφημου ποιήματός του: "Dover Beach" (εδώ το πρωτότυπο).
Η ελεύθερη απόδοση τού σονέτου Immortality, που ακολουθεί, είναι του ιστολόγου.        


Αθανασία

Ματαιωμένοι από τους συνανθρώπους μας, καταθλιπτικοί, ξεπερασμένοι,
Τον σκληρό αφήνουμε κόσμο, το δρόμο του ν’ ακολουθήσει,
Και, Υπομονή! σε μιαν άλλη λέμε, ζωή
Ο (υλικός) κόσμος κάτω θα σπρωχθεί και ψηλά θ’ αναγεννηθούμε.

Και τότες, οι στρατιές των αγγέλων, δεν θα καταφρονούνε
Τις φτωχές τού κόσμου διαδρομές; ή με πάθος,
Αυτούς που δεν τα καταφέρανε, κάτω από τη ζέστη τής ημέρας,
Στ’ ουρανού την αυγή τους θα στηρίξουν;

Όχι, όχι! Η ζωική ενέργεια ίσως
Μετά τον τάφο να συνέχισε, αλλά δεν ξεκίνησε ͘ 
Και κείνος που στις μάχες της ζωής δεν κουράστηκε,

Ανεβαίνοντας να προχωρά – αυτός μόνο,
- Η ψυχή του καλά δεμένη και οι κερδισμένες του μάχες όλες -
Στην αιώνια ζωή, και τούτο δύσκολα, θα εξυψωθεί.


Immortality

Foil'd by our fellow-men, depress'd, outworn,
We leave the brutal world to take its way,
And, Patience! in another life, we say
The world shall be thrust down, and we up-borne.

And will not, then, the immortal armies scorn
The world's poor, routed leavings? or will they,
Who fail'd under the heat of this life's day,
Support the fervours of the heavenly morn?

No, no! the energy of life may be
Kept on after the grave, but not begun;
And he who flagg'd not in the earthly strife,

From strength to strength advancing--only he,
His soul well-knit, and all his battles won,
Mounts, and that hardly, to eternal life. 

Πηγή πρωτότυπου: poemhunter.com.

26 Δεκεμβρίου 2018

Αριάνδη Πορφυρίου - Ελλάμψεις

























Διαβάστε ή κατεβάστε (σε μορφή pdf), ακολουθώντας το σύνδεσμο εδώ, το εκατοστό ενενηκοστό πέμπτο βιβλίο της σειράς "εν καινώ" των 24Γραμμάτων, τη συλλογή ποιημάτων: "Ελλάμψεις" της Αριάδνης Πορφυρίου.

-----------------------------

ΞΩΤΙΚΟ

Δε γίνεται να καταβροχθίσουμε την άσφαλτο
Μόνο το καύμα τυφλώνει.
Η ερημιά της σκέψης.
Σήκωσε αέρα απόψε
Η πυρκαγιά ήδη λυσσομανάει.
Αλλά τι να σού κάνει ο άνεμος;
Εγκλωβίστηκε κι αυτός
Σα να ’ταν ξωτικό αθόρυβο
Με σφαλιστά τα χείλη.
Μια μαύρη αυλαία κρύβει τις φλόγες όσο εσύ 
Εγκλωβισμένος στη δίνη των πρόσκαιρων
Γεμίζεις απόσταση.
Πόσο ρηχά, αλήθεια…
Ακούω σκιές να περπατούν στις μύτες 
Γελώντας ειρωνικά
Πριν καν στέρξεις να μ’ αγγίξεις
Πριν βρεις το μονοπάτι.
Σφυριά στο κεφάλι μου. 
Χωρίς χάρτη, μόνο με μοναξιά κι οργή
Τι θα γράψεις, ξωτικό;
Ποια ιστορία;


ΣΤΑΤΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ

Αυτή η αρυτίδιαστη αίσθηση 
Γαλήνης
Δε χωρίζεται στα δυο
Ούτε από μια λωρίδα 
Φωτιάς
Τόσο λεία και άχρονη
Που λες θα φθάσεις 
Το Βυθό
Χωρίς να ταράξεις 
Τη Θάλασσα.
Κοχύλια και θραύσματα
Σε ένα όλον.
Στατική  κίνηση
Χωρίς κύματα
Βουητό και σιγή
(Σε θέλω)

22 Δεκεμβρίου 2018

[σε τρεις παλιές παραδοσιακές ασβεστοκάμινες στην περιοχή Αφαίας Σκαραμαγκά 22.12.2018]

[Προηγούμενα αφιερώματα για το Ποικίλο Όρος:
19.02.2017, 11.02.2018, 25.11.2018, 02.12.2018, 09.12.2018, 16.12.2018.]


Στα βουνά Αιγάλεω και Ποικίλο διασώζονται σήμερα τμήματα από 15 περίπου παλιές παραδοσιακές ασβεστοκάμινες. Στο παρόν παρουσιάζουμε εικόνες από τρεις που βρίσκονται κοντά στον οικισμό Αφαία Σκαραμαγκά, οι δύο στο Ποικίλο όρος (στις θέσεις 1 και 2 του χάρτη από τη wikimapia) και η τρίτη στο Αιγάλεω (στη θέση 3). Προτού τις εικόνες αξίζει να διαβάσατε ένα απόσπασμα (ακολουθεί) από το κατατοπιστικό πόνημα τού χημικού κ. Πούλιου Πουλιόπουλου, για τις παλιές παραδοσιακές ασβεστοκάμινες (πηγή: users.sch.gr/ppoulio.)
Αξίζει μόνο να σημειώσουμε ότι σήμερα τα πεύκα, τα κυπαρίσσια και οι ελιές, που συνιστούν την πλειοψηφία των δέντρων στα υπόψη βουνά, είναι κυρίως προϊόντα δεντροφυτεύσεων των τελευταίων δεκαετιών. Η λειτουργία τόσων παλιών παραδοσιακών ασβεστοκάμινων θα είχε σίγουρα συνεισφέρει στην εικόνα, από παλιές γκραβούρες και φωτογραφίες των αρχών του 20ου αι., των βουνών αυτών ως κατά βάση άδεντρα.

--------------------------------------------------------------------------------

Ασβεστάδικα  - Πούλιος Πουλιόπουλος

[…]























Επιλογή τοποθεσίας 

Τα ασβεστοκάμινα είναι πάντα καλά κρυμμένα σε μέρη προφυλαγμένα από τον άνεμο, συνήθως στη βάση μιας πλαγιάς, όπου συντρέχουν οι εξής προϋποθέσεις: υπάρχουν κοιτάσματα ασβεστόπετρας - η πιο αποδοτική (καθαρή) θεωρούνταν αυτή με την μπλε απόχρωση- και πολλοί θάμνοι και μικρά δέντρα, που θα μεταφέρονται κυλώντας στην κατηφοριά προς το καμίνι. Για τους παραπάνω λόγους, συναντάμε τα καμίνια σε συγκεκριμένες περιοχές (φρυγανότοπους) και πιο συχνά κοντά σε μικρούς ποταμούς. 
Επίσης σε περιοχές όπου υπάρχουν κοιτάσματα λιγνίτη. 

Κατασκευή 

Καλό θα ήταν - όχι όμως και απαραίτητο - να υπήρχε πίσω ή όσο γινόταν γύρω από αυτό, κάθετο έδαφος από σκληρό χώμα, που θα χρησίμευε για μόνωση. Στην αρχή έσκαβαν ένα λάκκο βάθους 1 έως 1,5 μέτρου, δηλαδή όσο περίπου το 1/3 του συνολικού ύψους του καμινιού. Μέσα και κυκλικά σ’ αυτόν έχτιζαν τον εξωτερικό τοίχο του καμινιού πάχους 80 ως 120 εκατοστών με μεγάλες πέτρες και χώμα. Στη βάση του τοίχου, εσωτερικά, έκαναν μια μικρή βάση, τη «σέτα», φάρδους 20 και ύψους 50 πόντων περίπου απ’ όπου θα άρχιζαν αργότερα το χτίσιμο των «καμαρικών». Την ίδια διάσταση με τη διάμετρό του θα έπρεπε πάντα να είχε και το ύψος από τον πάτο του. Τέλος έκαναν επάλειψη με λάσπη σ’ όλη την εσωτερική πλευρά του τοίχου για καλύτερη θερμομόνωση. Αν και οι διαστάσεις των ασβεστοκάμινων διαφέρουν, εδώ θεωρούμε ένα τυπικού μεγέθους ασβεστοκάμινο, που έχει καθαρή εσωτερική διάμετρο (χωρίς δηλ. σ’ αυτή να περιλαμβάνεται ο τοίχος) γύρω στα 4 μέτρα. Το καμίνι αυτό είχε προδιαγραφές να βγάλει 500 έως 600 καντάρια ασβέστη (1 καντάρι = 44 οκάδες, δηλ. περίπου 30 τόνους). 

Προετοιμασία

Οι διαλεγμένες για να γίνουν ασβέστης πέτρες, έβγαιναν από τα γύρω κοιτάσματα με λοστούς και «βαριές» και έσπαγαν σε μικρά κομμάτια για να χτιστούν. Στην αρχή ξεχώριζαν μικρά κομμάτια για να ταιριάζουν με το φάρδος της «σέτας», πάνω στην οποία και ακολουθώντας την κυκλικά, θα άρχιζε το χτίσιμο. Μέχρι το ύψος του εδάφους τα «καμαρικά» χτίζονταν με τη μορφή του «ψαροκόκαλου». Όσο ο εσωτερικός αυτός τοίχος σηκώνονταν, έκλινε, όπως και οι πέτρες του, προς τα μέσα, έτσι όπως βλέπουμε στα πετρόχτιστα γεφύρια, με τα έξω καμαρικά να πλακώνονται στο πίσω μέρος τους με άλλα, μεγαλύτερα, για να μην πέφτουν. 
Η εσωτερική κλίση του τοίχου κατέληγε σε θόλο περίπου στα 2,5 μέτρα από τον πάτο του καμινιού ή αλλιώς, 1 μέτρο από το έδαφος. Τα καμαρικά δεν έπρεπε ποτέ να είναι κολλημένα, αλλά να σχηματίζουν κενά μεταξύ τους, για να περνά η φλόγα. Γενικά, η λογική του χτισίματος των καμαρικών, ήταν η διευκόλυνση της κυκλοφορίας εσωτερικών ρευμάτων αέρα. Το χτίσιμο των καμαρικών απαιτούσε μεγάλη μαστοριά και προσοχή, καθώς ένα λάθος μπορούσε να στοιχίσει όλο το καμίνι. Στην κορυφή του θόλου έμπαινε σφηνωτά μια μεγάλη πέτρα, το «κλειδί» ή «παπάς». Από εκεί και πάνω το καμίνι φορτώνονταν με άλλες πέτρες, μικρές και μεγάλες, πάντα με κενά ανάμεσά τους, ώστε ο «χαβαλές» του, η απόσταση δηλ. της κορυφής του σωρού από το πάνω μέρος του εξωτερικού τοίχου, να έφτανε ή και να ξεπερνούσε το 1 μέτρο. Στο τέλος, έχτιζαν και την «πόρτα» αφήνοντας σ’ αυτή μόνο ένα άνοιγμα, που ξεκινούσε από την επιφάνεια του εδάφους, διαστάσεων 60Χ60 εκατ. περίπου, αποτελούμενο από δυο όρθιες πέτρες, τις «πορτοσές» και δύο άλλες από πάνω τους σκεπαστές. Από αυτό το άνοιγμα θα γίνονταν η τροφοδοσία του καμινιού. 
Για το χτίσιμο των καμαρικών, αν δούλευαν δύο άνθρωποι, χρειάζονταν 10 με 15 ημέρες. Εντωμεταξύ, είχαν κοπεί και συγκεντρωθεί σε σωρούς από δεμάτια γύρω από το καμίνι άφθονα θαμνόκλαδα και ξύλα από τη γύρω περιοχή. Τα δεμάτια, όταν τα απόθεταν, τα πλάκωναν με πέτρες ώστε να αποκτήσουν συνοχή. Υπολογίζεται ότι η παραγωγή 600 κανταριών ασβέστη (30 τόνοι περίπου), απαιτούσε την καύση 1000 δεματιών ξύλων των 50 κιλών το καθένα (~ 50 τόνους ξύλα). 

Λειτουργία 

Το ψήσιμο του καμινιού γινόταν πάντα το καλοκαίρι. Ενώ για το χτίσιμό του εργάζoνταν οι συνέταιροι που συνήθως ήταν δύο, για το κουβάλημα των ξύλων και για το ψήσιμο του καμινιού xρειάζoνταν πολλοί εργάτες, 8 με 10.
Η τροφοδοσία του καμινιού οργανώνονταν σε βάρδιες των τριών ατόμων: ο ένας κουβαλούσε τα δεμάτια κοντά στο καμίνι, ο δεύτερος τα διέλυε και τα τακτοποιούσε σε «μπουκιές» μπροστά στο στόμιο, και ο τρίτος έριχνε ακατάπαυστα τις μπουκιές μέσα στο «καζάνι», ακολουθώντας κυκλική φορά, ώστε να υπάρχει ομοιόμορφο ψήσιμο.
Οι παραπάνω εργασίες γινόταν από τους εργάτες χρησιμοποιώντας το «τσατάλι», εργαλείο που κατέληγε σε μια διχάλα. Η βάρδια άλλαζε το πολύ κάθε 2 ώρες, καθώς κανείς δεν μπορούσε να αντέξει παραπάνω χρόνο τη μεγάλη θερμοκρασία τόσο κοντά στο καμίνι (ο ασβεστόλιθος ψήνεται στους 1000° Κελσίου). Για τον κάθε εργάτη 2 ώρες εργασίας ακολουθούνταν από 4 ώρες ξεκούρασης, έτσι ώστε στο τέλος του 24ωρου να είχε συμπληρώσει 8ωρο. Η φωτιά έπρεπε να καίει σταθερά 60-90 ώρες, ανάλογα με την ποσότητα και την ποιότητα της πέτρας. 
Ότι το καμίνι είχε ψηθεί γινόταν αντιληπτό από τη φλόγα που έπαιρνε μπλε χρώμα, αλλά κυρίως από το «κάθισμα» του καμινιού, δηλαδή το αισθητό και ομοιόμορφο χαμήλωμα του σωρού και του εσωτερικού τοίχου. Πολλές ήταν οι αποτυχίες, είτε γιατί το καμίνι δε ψήνονταν όπως έπρεπε σε υψηλή θερμοκρασία, είτε γιατί με τις διαστολές και τις εκρήξεις των ξένων σωμάτων που περιείχε η πέτρα, και σε συνδυασμό με κακό χτίσιμο των καμαρικών, ο θόλος κατέρρεε μέσα στις στάχτες. Αφού όλα πήγαιναν καλά, στο τέλος έκλειναν το άνοιγμα με πέτρες και λάσπη για να μη χάνεται η θερμοκρασία και έφευγαν. 

Μετά το ψήσιμο 

Οι ασβεστοποιοί επέστρεφαν στο καμίνι μετά από αρκετές ημέρες (καμιά 10ριά) όταν πια θα είχε κρυώσει. Αφού ξέχτιζαν την πόρτα, άρχιζε η συλλογή των κομματιών του ασβέστη πια, που έμπαιναν σε τρίχινα τσουβάλια και διακινούνταν με ζώα, ή με βάρκες αν το καμίνι βρίσκονταν κοντά στη θάλασσα. 
Το ζύγισμα γινόταν με το «καντάρι», όργανο μέτρησης βάρους με μονάδα την οκά.(1 οκά = 1280 g) Αυτός που αγόραζε τον ασβέστη, τον «έσβηνε» με νερό μέσα σ’ ένα βαρέλι ή σ’ άλλο δοχείο πολύ προσεκτικά, γιατί στη διάρκεια της ένωσης με το νερό αναπτύσσονταν μεγάλη θερμοκρασία, το καυτό υγρό κόχλαζε και τινάζονταν σωματίδια επικίνδυνα για το δέρμα και τα μάτια. Κατόπιν, έριχνε το σβησμένο ασβέστη σε λάκκο που είχε ανοίξει στο χώμα, τον «ασβεστόλακκο». Ο πολτοποιημένος πια ασβέστης σχημάτιζε μια αδιάβρoχη πέτσα στα τοιχώματα του λάκκου κι έτσι σκεπασμένος με χώμα και υγρός μπορούσε να διατηρηθεί εκεί για καιρό, όσο τουλάχιστον απαιτούνταν οι οικοδομικές εργασίες. 
Να σημειωθεί ότι το ασβεστοκάμινο που έμενε πίσω δεν ανήκε σ’ αυτόν που το έχτισε και οποιοσδήποτε θα μπορούσε στο μέλλον να το ξαναχρησιμοποιήσει. Το πρόβλημα ήταν ότι με την προηγούμενη χρήση του, ολόκληρη η περιοχή γύρω απ’ αυτό σχεδόν αποψιλώνονταν, οπότε αυτό εγκαταλείπονταν αναγκαστικά για κάποια χρόνια, μέχρι να ξαναβγούν και να μεγαλώσουν οι θάμνοι και τα δέντρα. Ήταν πιο εύκολο, όπως και συχνά γινόταν, να μεταφερθούν από μακριά οι πέτρες στο καμίνι, παρά τα καυσόξυλα. 
Η ιστορία των ασβεστοκάμινων και αυτής της διαδικασίας παραγωγής του ασβέστη, μας πάει πίσω στα αρχαία χρόνια. Μελανό σημείο, η καταστροφή μέσα σ’ αυτά, μαρμάρων και γλυπτών από αρχαίους ναούς, οι οποίοι θεωρήθηκαν επικίνδυνοι για τη διατήρηση της ειδωλολατρίας από φανατικούς χριστιανούς. 
Πολύ αργότερα, στις αρχές του 20ού αιώνα, κατασκευάστηκαν και λειτούργησαν στην Aττική τα πρώτα διαφορετικού τύπου καμίνια, που χρησιμοποιούσαν ως καύσιμη ύλη πετρέλαιο. Είναι μεγάλα στρογγυλά οικοδομήματα, με πανύψηλους καπνοδόχους, που τώρα θεωρούνται διατηρητέα. Σήμερα, ο ασβέστης παράγεται πάντα από το ψήσιμο του ασβεστόλιθου, αλλά σε οργανωμένες μονάδες, με διαδικασία που πραγματοποιείται εξολοκλήρου από μηχανοκίνητα μέσα.

[...]

--------------------------------------------------------------------------------



















θέση 1

























θέση 2





















θέση 3





21 Δεκεμβρίου 2018

Πράσινο ή ψηλά.











































[Άνω Δάφνη, 15.12.2018 11.26 / 18.12.2018]

Ξερές ανήλιαγες αναζητήσεις, ερμητικές, στους μύθους δήθεν τα ριζικά τους, γι’ αδιέξοδα σχεδιασμένες, ηττημένες μπρος στην απλότητα τού μικρού φυτού, που τις ηλιαχτίδες ζει, τις ροές τής βροχής ζει, τη ζέστη ζει, το τώρα και την παγωνιά.

20 Δεκεμβρίου 2018

Χρήστος Τουμανίδης – συνέντευξη στον Παναγιώτη Κόρπα – περιοδικό "άΠΕΙΡΟΣ χΏΡΑ"

Η ποίηση δεν μπορεί ν’ αλλάξει τον κόσμο
Συζήτηση του Χρήστου Τουμανίδη με τον Παναγιώτη Κόρπα


Χρήστο, ξεκινώντας την συζήτησή μας θα ήθελα να μου πεις πότε, πού γεννήθηκες και ποιες είναι οι πρώτες παιδικές εμπειρίες και βιώματα σου.

Γεννήθηκα στις 17 Μαΐου 1952, στο χωριό Λιθαριά Αλμωπίας του Νομού Πέλλας, στη σκιά του όρους Πάικο. Το βουνό αυτό σημάδεψε για πάντα την παιδική ηλικία μου, κι έγινε έκτοτε «αχώριστος σύντροφος» της ζωής μου. Θρύλοι, οράματα, ομίχλες, βροχές και αστραπόβροντα υπήρξαν τα πρώτα μεγάλα μαθήματα της ζωής και του κόσμου μου. Στη Λιθαριά εκείνα τα χρόνια έπεφταν πολλοί κεραυνοί, λόγω της ιδιαίτερης μεταλλικής σύστασης του εδάφους, όπως έλεγαν οι ειδικοί. Κάποτε οι κεραυνοί έπεφταν πάνω σε σπίτια, μαντριά, αχερώνες. Μια φορά όμως, -θυμάμαι καλά εκείνη τη μέρα- κεραυνός σκότωσε έναν νέο άνθρωπο 18 χρονών, στο χωράφι κατά την διάρκεια αγροτικής εργασίας. Αυτός ο θάνατος και οι θρήνοι που τον συνόδεψαν στο κοιμητήριο του χωριού δεν θα εξαλειφτούν ποτέ απ’ την ψυχή και τη μνήμη μου. Ο Πάλουκας (Παύλος), έτσι τον έλεγαν, μ’ έπαιρνε συχνά μαζί του στις βοσκές, και η χαρά μου ήταν να τον ακούω να παίζει φλογέρα! Τότε δεν πήγαινα ακόμη στο σχολείο. Τότε το σχολείο μου ήταν οι ρεματιές, τα λιβάδια και τα δάση γύρω από το χωριό μας.
Η Λιθαριά είναι ένα από τα πολυάριθμα προσφυγικά χωριά που «ξεφύτρωσαν» σε όλη σχεδόν την ελληνική επικράτεια, αμέσως μετά την Μικρασιατική Καταστροφής και τα αλλεπάλληλα κύματα των προσφύγων που την ακολούθησαν (Συνθήκη της Λωζάνης, Ανταλλαγή πληθυσμών, 1923). Στη Λιθαριά έζησα τα πρώτα δέκα χρόνια της ζωής μου (1952-1962), κι εκεί τέλειωσα τις τέσσερις πρώτες τάξεις του Δημοτικού, στο μονοθέσιο Σχολείο της. Το μικρό αυτό και ασήμαντο χωριό με τον μικρόκοσμό του υπήρξε για μια δεκαετία όλος ο κόσμος μου. Είναι η πρώτη δεκαετία, το ξεκίνημα της ζωής. Αυτά τα χρόνια, παρά την φτώχια και τις πολλές δυσκολίες, είναι τα πιο όμορφα και ανέμελα της ζωής μου. Για κάθε άνθρωπο, ασφαλώς, τα παιδικά βιώματα και οι αναμνήσεις αποτελούν τον πιο μεγάλο συναισθηματικό θησαυρό. Και χωρίς καμιά αμφιβολία, η παιδική ηλικία μας είναι η μόνη αληθινή μας πατρίδα.


19 Δεκεμβρίου 2018

[στο Ποικίλο Όρος - μια αρχαία Φρυκτωρία - 16.12.2018]

Προηγούμενες αναρτήσεις που αφορούν το Ποικίλο Όρος: 11.02.2018, 25.11.2018, 02.12.2018 09.12.2018.

Στο παρόν κινούμαστε στο μέσο τού Ποικίλου όρους, σε μια διαδρομή η οποία ξεκινά από το τέρμα της οδού Αγησιλάου, στην Πετρούπολη, πολύ κοντά στο τέρμα των γραμμών λεωφορείων Α13, 700 και 719 και μετά από πορεία, κάθετα στο μήκος τού Ποικίλου όρους, περίπου 3,8 χλμ. (βλέπε την κόκκινη γραμμή στο χάρτη από τη wikimapia), σε δασικό χωματόδρομο, πλην των τελευταίων 150 μ. σε μονοπάτι, καταλήγει σε έναν κατά βάση άγνωστο αρχαιολογικό χώρο, μια αρχαία Φρυκτωρία, η οποία δεσπόζει του Θριασίου πεδίου και του φαραγγιού Ζαστάνι.
Ακολουθούν φωτογραφίες από τη διαδρομή και το χώρο της Φρυκτωρίας.