Δεν ήταν συνθήματα.
(Για τη συλλογή του Γ. Πρίμπα: μία εικόνα. δεκαεφτά συλλαβές. και τρεις τελείες)
Απόστολος Θηβαίος
(Για τη συλλογή του Γ. Πρίμπα: μία εικόνα. δεκαεφτά συλλαβές. και τρεις τελείες)
Κάθε νύχτα ανθίζουν στους τοίχους μας συνθήματα. Σήματα απεγνωσμένα σε κοινή θέα για την καινούρια μέρα που μέλλεται. Ολόκληρη η Αθήνα στολισμένη με λέξεις αφοσιωμένες σ΄έναν έρωτα, σε μια επανάσταση, σε μια λύπη και ένα όνειρο. Συνθήματα γραμμένα μ΄ανεξίτηλα χρώματα, συνθήματα με τρεμάμενα χέρια πάνω από αφίσες και ήρωες λαϊκούς της καθημερινής μας ιστορίας. Λίγες λέξεις και μια υπογραφή αφήσαν τα παιδιά χθες το βράδυ στη γειτονιά μας. Σήμερα περνούμε και διαβάζουμε. Κουβαλούμε τη συνθηματολογία στις φωτογραφίες της ημέρας που ανασαίνουν μέσα μας.
Τα συνθήματα είναι ποιήματα. Μικρές, απεγνωσμένες κραυγές την ώρα που η ιστορία ησυχάζει. Χάνονται με τις βροχές, τα κρύβουν ασβέστες και διαφημίσεις των κομμάτων. Σ΄όλη την πόλη ασθμαίνουν τα σημειώματα μιας ζωής, τα χαμένα όνειρα, το λαμπρό απόσταγμα της ιστορίας μας. Τα συνθήματα κατοικούν τα γήπεδα, τις πλατείες, τους μικρούς και τους μεγάλους αποκλεισμένους για πάντα χώρους. Δοκιμάζουν τη λύπη των ερειπωμένων νεοκλασικών έτσι όπως στέκουν ακοίμητα με μια πρόσοψη και ένα φεγγάρι στη θέση του παραθύρου. Πάλλονται από υγεία και σφρίγος νεανικό τα συνθήματα, είναι μια ζωγραφική καθημερινή στο σώμα της πόλης. Δεν ήταν ποιήματα ποτέ, δεν ήταν τραγούδια μα κάτι περισσότερο. Όπως τ΄ανθρώπινο χνάρι που ακούμπησε σε τούτο τον τοίχο κάπου μες στη νύχτα, αφήνοντας το στίγμα του. Δεν ήταν ποιήματα ποτέ, σε κανένα μέτρο και σε καμιά υποχώρηση δεν ενέδωσαν τα συνθήματα, επισημαίνοντας την αναπηρία της τέχνης για μια αμεσότητα στην εκφορά και τα μέσα.
Ας είναι. Έρχονται κάτι φορές οι ποιητές, μικροί και μεγάλοι αγωνιστές της κάθε μιας ημέρας. Έρχονται για να πλουτίσουν την ιστορία με το χρησμό τους. Τα χέρια τους είναι συνέχεια μιας φωνής που δοκιμάζεται από τις καταιγίδες. Μια φωνή χαμένη στους ανέμους των πόλεων και των αθλημάτων, στέρεη και αδάμαστη για να μπορεί να χωρέσει στις σελίδες μιας ανθολογίας. Τη συνείδησή μας πλουτίζουν συνθήματα αποφθεγματικά. Η Αντιγόνη, ο Τειρεσίας, ο Χριστός μας καθηλώνουν εδώ και αιώνες με τα τρομερά τους επιγράμματα.
Και όμως είναι και κάτι συνθήματα που δεν σώζονται πάνω σε κεραμικά και αγγεία, ταγμένα στην αρχαιολογία του μέλλοντος, που δοκιμάζονται όσο ποτέ μες στο έπος των πόλεων. Τέτοια συνθήματα γράφει ο Γιώργος Πρίμπας, υπακούοντας στους μετρικούς κανόνες των χαϊκού. Τούτο το είδος που ανθεί στη φιλολογία μας εδώ και τόσες δεκαετίες φαντάζει ικανό να πραγματώσει τη θαυμάσια οικονομία που θήρευαν πάντα οι ποιητές. Μια σπουδαία αφαίρεση μες στους αιώνες των θορύβων και του παράλογου λυρισμού μας φαντάζουν τα μικρά τρίστιχα με τ΄αφοπλιστικά τέρματα που ζωντανεύουν σαν κεραυνό εκείνο που θα επιζήσει έξω απ΄τις πληγωμένες μας σελίδες.
Μονάχα να θυμάστε τα συνθήματα που κοσμούν τις σελίδες δεν αφορούν καμιά συλλογικότητα. Είναι τ΄αντίκρισμα του κόσμου στα μάτια ενός ποιητή, είναι τα ζωγραφικά τοπία της ζωής μας. Ένα δέντρο, η βροχή που γεννιέται στους ορίζοντες, μια γέφυρα που συνδέει δυο κόσμους, πλανόδιοι πωλητές, παραθεριστές, άστεγοι, περιθώρια των πόλεων. Μια γλώσσα που σέρνει την ανημποριά της ψυχής, κάτι εκκωφαντικές πληγές, κάτι αρσενικές στιγμές, μια φαντασία λεπτότατης ευαισθησίας. Τούτα τα γεγονότα, αυτή η ποίηση συντηρεί την ανωνυμία της, αφού καθηλώνεται απ΄τα πιο κοινά και τα πράγματα τα πιο απλά. Είναι αναμνήσεις απ΄τους καιρούς της συγκομιδής, ένα ειλικρινές, ολοζώντανο ταμπλό που αποστρέφεται τις δεξιοτεχνίες. Είναι αναμνήσεις ζωγραφικές, δίχως τ΄αδιέξοδα που γεννά η μνήμη, η ιστορία, η γεωγραφία. Ένα όργιο εντυπώσεων τώρα που πεθαίνουν κολόνες, ψεύτικα ρόδα, έρωτες με δυο φτερά. Τίποτε άλλο δεν μένει παρά η διαύγεια μιας εικόνας και ίσως του συναισθήματος που επωάζεται μες στα μικρά, ποιητικά συνθήματα.
Όλα αυτά τα μικρά στίγματα που συνθέτουν το τελευταίο, ποιητικό έργο του Γιώργου Πρίμπα δεν επιδέχονται κριτικής. Όπως δεν επιδέχεται ή κάθεμια από τις αναρίθμητες υποκειμενικότητές μας. Όμως, μπορεί κανείς να πει ότι στην προκειμένη περίπτωση έχουμε να κάνουμε με τις μαρτυρίες μιας ολόκληρης εποχής, συνθήματα που σηματοδοτούν έναν κόσμο προσωπικό, πάντα καινούριο. Το διακριτικό του νόημα φλέγεται ακέραιο πίσω απ΄τη φαινομενικά αφηρημένη μαρτυρία του.
Για όσους λοιπόν δεν κατάλαβαν τούτα τα ποιήματα, γι΄αυτούς λοιπόν τα πιάνα και οι φωνές που πιάνω στη νύχτα, χιονονιφάδες στο ρε, σπασμένες απλίκες και σκιές, σαν σφήκες στον τοίχο.
Απόστολος Θηβαίος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου