08 Οκτωβρίου 2011

Το νυχτερινό τραγούδι [Friedrich Nietsche - "Τάδε έφη Ζαρατούστρα" σε μετάφραση Αρη Δικταίου]




Το νυχτερινό τραγούδι.

Είναι νύχτα: τώρα μιλούν πιο δυνατά οι αναβρύζουσες πηγές. Κ’ η ψυχή μου είναι μία αναβρύζουσα ψυχή.
Είναι νύχτα: Τώρα μόνο ξυπνούν όλα τα τραγούδια των ερωτευμένων. Κ’ η ψυχή μου είναι το τραγούδι ενός ερωτευμένου.
Κάτι ανειρήνευτο κι ασώπαστο είναι μέσα μου, θέλω να ξεσπάσει. Μία λαχτάρα γι’ αγάπη είναι μέσα μου, που η ίδια μιλά τη γλώσσα της αγάπης.
Είμαι φως: αχ, να ήμουν νύχτα! Μα η μοναξιά μου είναι τ' ότι είμαι περιζωμένος από φως.
Αχ, να ‘μουν σκοτεινός και νυχτερινός! Πόσο θα ‘θελα να πιώ από τους μαστούς του φωτός!
Ακόμα και τα ίδια εσάς θα ‘θελα να ευλογήσω, ω μικρά σπιθιριστά αστέρια και φωτεινά σκουλήκια εκεί πάνω! - και θα ‘μαι μακάριος από το φως που χαρίζατε.
Μα ζω μέσα στο δικό μου φως, καταπίνω πάλι της φλόγες που ξεπηδούν από μέσα μου.
Δε γνωρίζω την ευτυχία εκείνου που παίρνει και πολλές φορές ονειρεύτηκα πως η κλεψιά θα πρέπει να ‘ναι ευδαιμονικώτερη από το πάρσιμο.
Φτώχεια μου είναι το να μη ξεκουράζεται ποτέ το χέρι μου από το να δωρίζει, φθόνος μου είναι το να βλέπω μάτια γιομάτα αναμονή και τις φωτισμένες νύχτες του πόθου.
Ω δυστυχία όλων των δωρητών! Ω σκοτείνιασμα του ήλιου μου! Ω επιθυμία της επιθυμιάς! Ω ακόρεστη και μέσα στον κόρο πείνα!
Παίρνουν από μένα: μα αγγίζω και τις ψυχές τους; Μια άβυσσος είναι ανάμεσα στο Δίδω και στο Παίρνω, κι η πιο μικρή άβυσσος είναι αυτή που δυσκολώτερα γεφυρώνεται.
Μια πείνα γεννιέται από την Ομορφιά μου: θα ΄θελα να κάνω κακό σε κείνους που φώτισα, θα ‘θελα να ληστέψω εκείνους που τους έκανα δώρα: - έτσι πεινώ την κακία.
Να τραβώ πίσω το χέρι μου, όταν μου δίνετε το χέρι σας, να κοντοστέκομαι σαν τον καταρράχτη, που κοντοστέκεται και στο πέσιμό του: - έτσι πεινώ την κακία.
Τέτοιες εκδικήσεις στοχάζεται η αφθονία μου: τέτοιες δολιότητες αναβρύζουν από τη μοναξιά μου.
Η ευτυχία μου να δωρίζω πέθανε από το να δωρίζω, η αρετή μου κουράστηκε κ’ η ίδια από την αφθονία της!
Αυτός που δωρίζει πάντα, κινδυνεύει να γίνει ξεδιάντροπος, αυτός που μοιράζεται πάντα, κάνει κάλλους στα χέρια και στην καρδιά από το πολύ μοίρασμα.
Από τα μάτια μου δεν αναβρύζουν πια δάκρυα μπροστά στη ντροπή αυτών που γυρεύουνε. Το χέρι μου έγινε πολύ σκληρό για το τρεμούλιασμα των γιομάτων χεριών.
Τι έγιναν τα δάκρυα των ματιών μου και το χνούδι της καρδιάς μου; Ω μοναξιά όλων των δωρητών! Ω σιωπή του κάθε φωτοδότη!
Πολλοί ήλιοι κυκλοφέρνουν στο έρημο διάστημα: σε κάθε τι που είναι σκοτεινό μιλούν με το φως τους,- σε μένα δε μιλούν!
Ω τούτη δω είναι η εχθρότητα του φωτός προς κάθε τι που δίδει φως: ανήλεα ακολουθεί την τροχιά του.
Άδικος ως τα βάθη της καρδιάς του προς κάθε τι που δίδει φως, παγερός προς όλους ντους ήλιους - έτσι οδοιπορεί κάθε ήλιος.
Θύελλας όμοιοι πετούν οι ήλιοι μέσα στην τροχιά τους, αυτή είναι η πορεία τους. Την ανηλεή θέλησή τους ακολουθούν, αυτή ‘ναι η παγερότητά τους.
Ω μόνον εσείς, ω Σκοτεινοί, ω Νυχτερινοί, είστε εκείνοι που δημιουργούν θερμότητα από κάθε τι που δίδει φως! Ω μόνον εσείς πίνετε γάλα και δροσιά από τους μαστούς του φωτός!
Αχ, πάγος γύρω μου, το χέρι μου καίγεται αγγίζοντας στο παγερό! Αχ, μέσα μου είναι μια δίψα που λαχταρά τη δίψα σας!
Είναι νύχτα: να πρέπει να ‘μαι φως! Και δίψα για το νυχτερινό! Και μοναξιά!
Είναι νύχτα: σαν πηγή αναβρύζει τώρα η επιθυμία μου - και διψά να μιλήσει.
Είναι νύχτα: τώρα μιλούν πιο δυνατά όλες οι αναβρύζουσες πηγές. Κ’ η ψυχή μου είναι μια αναβρύζουσα πηγή κι αυτή.
Είναι νύχτα: τώρα μόνο ξυπνούν όλα τα τραγούδια των ερωτευμένων. Κ’ η ψυχή μου είναι το τραγούδι ενός ερωτευμένου.
Έτσι τραγούδησεν ο Ζαρατούστρα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: