Το παλιό ολλανδικό νοσοκομείο του Κολόμπο.
Στην περιοχή του ονομαζόμενου φρουρίου στο Κολόμπο, υπάρχει ένα κτίσμα που θεωρείται το παλαιότερο κτίριο στην περιοχή αυτή και που χρονολογείται από την ολλανδική αποικιακή εποχή στη Σρι Λάνκα. Σήμερα είναι πλέον κτίριο πολιτιστικής κληρονομιάς, με καταστήματα και εστιατόρια περιμετρικά. Χτισμένο ως νοσοκομείο από τους Ολλανδούς, έχει χρησιμοποιηθεί για διάφορους σκοπούς, όλα αυτά τα χρόνια. Σε γενικές γραμμές πάντως, πιστεύεται ότι υπήρχε από το 1681, όπως τουλάχιστον καταγράφεται από το γερμανό Christoper Schweitzer. Οι Ολλανδοί ίδρυσαν το νοσοκομείο αυτό στο Κολόμπο για να φροντίζουν την υγεία των υπαλλήλων και του λοιπού προσωπικού που υπηρετούσε υπό την Ολλανδική Εταιρεία των Ανατολικών Ινδιών. Η εγγύτητα του νοσοκομείου με το λιμάνι της επέτρεπε με τον τρόπο αυτό την άμεση εξυπηρέτηση των Ολλανδών ναυτικών.
Πίνακες ζωγραφικής της εποχής δείχνουν ότι κάποτε εδώ υπήρχε ένα κανάλι που έτρεχε κατά μήκος του κτίσματος, γνωστής ούσης της μεγάλης πείρας των ολλανδών με το συγκεκριμένο θέμα των καναλιών, φυσικά από την πατρίδα τους. Το κτίριο από τις αρχές του 1980 έως το 1990 στέγαζε το αστυνομικό τμήμα της περιοχής του φρουρίου, ενώ λίγο πιο πριν τη φαρμακαποθήκη του Κολόμπο.
Υπέστη μεγάλες ζημιές κατά την επίθεση της αυτονομιστικής μαχητικής οργάνωσης των Ταμίλ, μετά από τη βομβιστική επίθεση στην Κεντρική Τράπεζα το 1996. Το 2011 μετατράπηκε σε εμπορικό κέντρο και εστιατόρια, αλλά ευτυχώς η ιστορική αρχική αρχιτεκτονική διατηρήθηκε σχεδόν ανέπαφη. Το κτίριο αντανακλά την ολλανδική αποικιακή αρχιτεκτονική του δέκατου έβδομου αιώνα. Αποτελείται από πέντε πτέρυγες που σχηματίζουν δύο αυλές. Είναι σχεδιασμένο με τέτοιο τρόπο ώστε να κρατάει έξω τη θερμότητα και την υγρασία και να παρέχει στους ευρισκόμενους στο εσωτερικό του ένα άνετο περιβάλλον. Όπως και τα πιο πολλά κτίρια της ολλανδικής εποχής στο Κολόμπο, έχουν τοίχους πολύ ισχυρούς και πάχους πενήντα εκατοστών. Η όλη δομή διαθέτει τεράστια δοκάρια από ξύλο τικ (teak). Στον επάνω όροφο με το ξύλινο δάπεδο, που βρίσκεται στην μπροστινή πτέρυγα, μπορεί να φτάσει κάποιος μέσω μιας εσωτερικής, επίσης ξύλινης, σκάλας. Μια μακριά ανοιχτή βεράντα βρίσκεται κατά μήκος της κάθε πτέρυγας του κτιρίου.
Η Σρι Λάνκα, μας υπενθυμίζει η ιστορία του νοσοκομείου, κατελήφθη διαδοχικά από τους Πορτογάλους (1505-1656), τους Ολλανδούς (1656-1796) και τους Βρεττανούς (1796-1948). Αυτό το νοσοκομείο χτίστηκε κατά τη διάρκεια της περιόδου των Ολλανδών, αλλά η οριστική ημερομηνία δεν είναι διαθέσιμη σήμερα.
Τα περισσότερα από τα φάρμακα που χρησιμοποιούνταν στο νοσοκομείο, εισάγονταν απ την Ευρώπη και κάποιες άλλες χώρες, ενώ τα υπόλοιπα, όπως τα καρυκεύματα, από την τοπική παραγωγή. Τα φάρμακα ήταν όλες τις ώρες κλειδωμένα σε ειδικά κουτιά, τα κλειδιά των οποίων φυλάσσονταν από τον υπεύθυνο γιατρό και κανένας άλλος δεν είχε πρόσβαση σε αυτά. Τα τοπικά φάρμακα που χρησιμοποιούνταν ήταν κυρίως μπαχαρικά, όπως κανέλα, τζίντζερ και κάρδαμο. Άλλωστε είναι περιττό να αναφέρουμε, ότι ένα από τα κίνητρα των ολλανδών να κατακτήσουν τη Σρι Λάνκα, ήταν και η πληθώρα των μπαχαρικών εκεί, αφού η κανέλα, για παράδειγμα, καλλιεργείται αποκλειστικά στη Σρι Λάνκα. Ο κορίανδρος, γνωστό εφιδρωτικό στην ιατρική της Αγιουρβέδα, ήταν ένα άλλο στοιχείο, που περιλαμβανόταν στην ολλανδική φαρμακοποιία. Είναι επίσης γνωστό ότι προς το τέλος της παραμονής και κυριαρχίας τους εκεί, οι Ολλανδοί άρχισαν να εκτιμούν τα αποτελέσματα και να κάνουν χρήση των φυτικών φαρμάκων που διέθεταν οι τοπικοί γιατροί της Αγιουρβέδα.
Η Εταιρεία, όπως ήδη είπαμε, ίδρυσε αυτό το πολύ μεγάλο, για τις μέρες εκείνες, νοσοκομείο στο Κολόμπο, για να παρέχει βασικά ιατρικές υπηρεσίες στους Ολλανδούς υπηκόους, κυρίως σε αυτούς που ταξίδευαν στη θάλασσα, δεδομένου ότι ήταν ευαίσθητοι και επιρρεπείς σε τροπικές ασθένειες, πέρα από αυτές που είχαν σχέση με τη μεγάλη διάρκεια των ταξιδιών στη θάλασσα. Το ιατρικό προσωπικό του νοσοκομείου αυτού, στο τέλος της ολλανδικής κατοχής της χώρας, αποτελούνταν από ένα διευθυντή χειρουργό, έναν χειρουργό, τρεις νεότερους χειρουργούς, τρεις άλλους ακόμα μικρότερους, και πέντε ειδικευόμενους. Οι χειρουργοί των υψηλότερων βαθμίδων, συνήθως ήταν απόφοιτοι από το Άμστερνταμ, την Ουτρέχτη ή τη Λέιντεν. Ήταν ασυνήθιστο τότε για τους χειρουργούς των πλοίων να διορίζονται στο νοσοκομείο και ακόμα δεν υπήρχε κανένας αυστηρός κανόνας ότι μόνο οι πτυχιούχοι μπορούσαν να διοριστούν ως χειρουργοί. Σε ειδικές περιπτώσεις, ένας χειρουργός από το Κολόμπο μπορούσε να σταλεί σε μεγάλες αποστάσεις και σε πολιτικά σημαντικές επαγγελματικές αποστολές, όπως για παράδειγμα, η αποστολή του Δρ Danielsz το 1739 στην Κάντυ, κατόπιν αιτήματος του βασιλιά Narendrasinha (1707-1739), ο οποίος έπασχε από έλκος στο πόδι, αν και ειδικά στην περίπτωση αυτή ο γιατρός έφυγε γρήγορα από την Κάντυ για να ξεφύγει και σωθεί από την οργή του βασιλιά, ο οποίος αποδοκίμαζε τη θεραπεία του. Οι μικροί χειρουργοί ήταν σε εφημερία όλες τις ώρες της νύχτας, εκτός από εκείνους που ήταν παντρεμένοι και ζούσαν έξω από την πόλη. Οι άγαμοι κατώτερης βαθμίδας χειρουργοί είχαν υποχρέωση να ζουν κοντά στο νοσοκομείο, έτσι ώστε να είναι εύκολα διαθέσιμοι σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης.
Το νοσοκομείο είχε στο προσωπικό του ένα φαρμακοποιό, ο οποίος εργαζόταν κάτω από τον διευθυντή χειρουργό και ήταν υπεύθυνος για τη διανομή των φαρμάκων. Το 1786, ο Alleman πρότεινε να δημιουργηθούν ξεχωριστές εγκαταστάσεις για το φαρμακείο και τα φάρμακα και σε απάντηση αυτής της πρότασης, το Συμβούλιο αποφάσισε να κατασκευάσει ή να μετατρέψει ένα κατάλληλο κτίριο για το σκοπό αυτό. Ο χειρουργός με τη μεγαλύτερη υπηρεσία στο νοσοκομείο του Κολόμπο, ήταν ο Alleman, ο οποίος προσπάθησε τα μέγιστα να ανταποκριθεί στις μεγάλες και απαιτητικές ανάγκες όλα εκείνα τα χρόνια. Υπηρέτησε στο νοσοκομείο σχεδόν για το ένα τρίτο της περιόδου της ολλανδικής κατοχής (1756-1790). Ο πιο διάσημος, όμως, απ’ όλους τους χειρουργούς που εργάστηκαν στο νοσοκομείο ήταν αναμφίβολα ο Paul Hermann, ο οποίος υπηρέτησε το διάστημα 1672-1679. Ακόμα έμεινε στην ιστορία και περιγράφεται ως ο πατέρας της βοτανικής στη Σρι Λάνκα. Ενώ βρισκόταν όμως στη Σρι Λάνκα, ο Hermann δέχτηκε μια πρόταση, να αναλάβει δηλαδή την έδρα της βοτανικής στη Λέιντεν, την οποία και ανέλαβε τελικώς το 1680. Αν και αναγνωρίστηκε ως ένας πραγματικά διακεκριμένος βοτανολόγος, δεν ήταν καθόλου δημοφιλής με τους ασθενείς και τους υφισταμένους του. Έγραψε σχετικά ο Schweitzer: ‘‘ Ο πρώτος στην ιεραρχία επιθεωρητής που είχε τη φροντίδα αυτού του νοσοκομείου στην εποχή μου, ήταν ο Δρ Hermannus, τώρα καθηγητής της Ιατρικής στη Λέιντεν. Όταν έφυγε, δεν κέρδισε κανέναν καλό έπαινο από τους στρατιώτες και τους ναυτικούς που βρέθηκαν στα χέρια του. Ήταν ένας αληθινός τύραννος με τους δούλους του, με χτυπήματα και μαστιγώματα, κι ακόμα είχε κατηγορηθεί για τη δολοφονία μιας δούλας την οποία έθαψε στον κήπο πίσω από το σπίτι του, και ήταν για μερικές ημέρες υπό κράτηση στο σπίτι του, αλλά μετά αφέθηκε ελεύθερος’’.
Το νοσοκομείο του Κολόμπο, όμως είχε στις τάξεις του κι άλλους και εργαζόταν επίσης εκεί μη ιατρικό προσωπικό, που περιελάμβανε ένα διαχειριστή, μάγειρα, αχθοφόρο, σιδερωτή και διάφορους σκλάβους. Οι τελευταίοι βοηθούσαν όσο μπορούσαν στις καθημερινές υποχρεώσεις του νοσοκομείου. Δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι στο νοσοκομείο εργάζονταν νοσηλευτές, άντρες ή γυναίκες. Το νοσοκομείο μπορούσε να φιλοξενήσει και νοσηλεύσει μέχρι περίπου εκατόν ογδόντα ασθενείς. Οι ασθενείς για τη νοσηλεία και όλες τις θεραπευτικές διαδικασίες, έπρεπε να καταβάλουν κάποια οικονομική εισφορά, την οποία παρακρατούσε το νοσοκομείο από το μηνιαίο μισθό τους. Στους περισσότερους ασθενείς χορηγούσαν ένα χαλάκι ή μια ψάθα, ενώ στους πιο άρρωστους έδιναν ένα στρώμα. Τα ενδύματα των ασθενών εισάγονταν από την Ινδία. Αυτό το νοσοκομείο εξυπηρετούσε μεγάλο στρατιωτικό και ναυτικό πληθυσμό στο 17ο και 18ο αιώνα, για ασθένειες όπως υδρωπικία, επιληψία, κρυολογήματα, διάρροια, πυρετό, αφροδίσια νοσήματα και ψώρα. Ειδικά οι βδέλλες που αφθονούσαν στην περιοχή, ήταν οι ύπουλοι και σοβαροί εχθροί των ξένων στρατιωτών στην χώρα, γιατί τα τσιμπήματά τους μερικές φορές εξελίσσονταν πολύ άσχημα σε μολυσμένα έλκη, αρκετά από τα οποία οδηγούσαν αναπόφευκτα σε απώλεια του άκρου ή και αυτής καθεαυτής της ζωής. Η ελονοσία, επίσης, ήταν ένα σοβαρό πρόβλημα έξω από την πόλη του Κολόμπο. Ένας άλλος φημισμένος βοτανολόγος που εργάστηκε ως χειρουργός στο Κολόμπο, ήταν ο Nicholas Grimm, ένας Σουηδός γιατρός, ο οποίος ήρθε στη Σρι Λάνκα το 1674, εργάστηκε κάτω από τον Hermann και επιπλέον έγραψε κι ένα βιβλίο για τα φυτά της Σρι Λάνκα.Ο επικεφαλής χειρουργός του νοσοκομείου βρισκόταν αρκετά υψηλά στην ιεραρχία και κατείχε εξέχουσα και δεσπόζουσα θέση σε όλες επίσημες λειτουργίες και εκδηλώσεις. Το καθήκον των χειρουργών ήταν κυρίως να επισκέπτονται το νοσοκομείο δύο φορές την ημέρα, αλλά ήταν επίσης υποχρεωμένοι να εξετάζουν τους ασθενείς στα σπίτια τους, κατόπιν δικού τους αιτήματος, με την προϋπόθεση βεβαίως ότι οι επισκέψεις αυτές δεν παρενέβαιναν και δεν επηρέαζαν τη καθημερινή ρουτίνα τους στο νοσοκομείο. Μια τέτοια επίσκεψη καταγράφηκε από τον Άγγλο Robert Knox, ο οποίος κρατήθηκε αιχμάλωτος από το βασιλιά της Κάντυ για είκοσι χρόνια. Το 1679, ο ίδιος μαζί με κάποιους συγκρατούμενους, κατάφερε να φτάσει στην ολλανδική επικράτεια. Κατά την άφιξή τους στο Κολόμπο, ο σύντροφός του παρουσίασε πυρετό, πιθανώς από ελονοσία, κι ο Knox έγραψε πως ‘‘όταν ο σύντροφός του παρουσίασε πυρετό που συνεχώς ανέβαινε, ο επικεφαλής χειρουργός έδωσε διαταγή να έρχονται καθημερινά να τον βλέπουν και του έδωσε τέτοια καθαρτικά φάρμακα που, με την ευλογία του Θεού, σύντομα ανέκαμψε’’.
Η αύξηση της λέπρας επέστησε την προσοχή των Κάτω Χωρών να κατασκευάσουν ένα ξεχωριστό νοσοκομείο το 1708 σε μια τοποθεσία στη Hendala, λίγα χιλιόμετρα μακριά από το Κολόμπο, κοντά στον ποταμό Kelani, που βρίσκεται και στις μέρες μας. Πρέπει να σημειώσουμε ότι το νοσοκομείο επαινέθηκε από πολλούς ευρωπαίους επισκέπτες στο Κολόμπο κατά τη διάρκεια της ολλανδικής κατοχής, οι οποίοι εκφράστηκαν με τα καλύτερα λόγια γι αυτό, τη λειτουργία και την όλη διαχείρισή του. Μεταξύ αυτών, και ο γερμανός Johan Wolfgang Heydt, ο οποίος με την Ολλανδική Εταιρεία Ανατολικών Ινδιών βρέθηκε στη Σρι Λάνκα το χρονικό διάστημα 1734-1737, και κατέγραψε την καλή φήμη του ολλανδικού νοσοκομείου. Ένας άλλος γερμανός, ο Christopher Schweitzer, αναφέρει ότι εδώ υπάρχει ‘‘ένα καλοχτισμένο νοσοκομείο στο οποίο νοσηλεύονται και εξυπηρετούνται αποτελεσματικά οι άρρωστοι Ολλανδοί από τους χειρουργούς και τους σκλάβους...’’, ενώ τέλος ο άγγλος Robert Percival, ο οποίος έμεινε στο Κολόμπο στις πρώτες μέρες της βρεττανικής κατοχής επαίνεσε επίσης το ολλανδικό νοσοκομείο στο έργο του ‘An Account of the Island of Ceylon’, που δημοσιεύθηκε το 1803.
Βιβλιογραφία
* Paranavitana K. D.: Dutch Hospital by the side of the harbor. The Sunday Times online. Sunday, September 24, 2006.
* Percival Robert l: An Account of the Island of Ceylon. Containing Its History, Geography, Natural History, with the Manners and Customs of Its Various Inhabitants. 1803. London.
* Uragoda C.G., Paranavitanat K. D.: The seventeenth-century Dutch hospital in Colombo. Medical History. 1985, 29: 182-192.
Εδώ κατεβάστε το σε μορφή ebook (pdf) διανθισμένο με φωτογραφίες του Γεώργιου Νικ. Σχορετσανίτη από πρόσφατο ταξίδι του στο Κολόμπο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου