20 Δεκεμβρίου 2012

Και πάλι μόνοι: Η ηθική μετά τη βεβαιότητα [Zygmunt Bauman] - Εισαγωγή στην ελληνική έκδοση [Κώστας Χατζηκυριάκου]
















(κατωτέρω παρατίθεται η εισαγωγή του Κώστα Χατζηκυριάκου της ελληνικής έκδοσης του βιβλίου "Και πάλι μόνοι: Η ηθική μετά τη βεβαιότητα" του Zygmunt Bauman (εκδόσεις Ερασμος, 1998) το οποίο, όπως και όλα της σειράς "Οι ιδέες", ανατυπώθηκε πρόσφατα)

Στα πρώτα παιδικά μου χρόνια αγοράζαμε γάλα από έναν μακρινό συγγενή της μητέρας μου που έτρεφε λίγες αγελάδες σε ένα κοντινό χωριό της Θεσσαλονίκης. Το γάλα μας το έφερνε σπίτι κάθε πρωί και καθώς το άδειαζε στο κατσαρολάκι της μητέρας μου της διηγούνταν τα νέα διαφόρων συγγενικών και φιλικών οικογενειών και μάθαινε τα δικά μας. Όταν απαγορεύτηκε η πώληση του χύμα γάλατος, ο γαλατάς μας άρχισε να πουλά το γάλα που παρήγαγαν οι αγελάδες του στη συνεταιριστική εταιρεία ΑΓΝΟ και ο ίδιος άρχισε να διανέμει το γάλα της εταιρείας. Οι πρωινές συνομιλίες δεν διακόπηκαν άλλα ελαττώθηκαν, αφού τώρα μπορούσε απλώς να αφήνει το γυάλινο – επιστρεφόμενο - στην αρχή και αργότερα πλαστικό - μιας χρήσεως - μπουκάλι έξω από την πόρτα του διαμερίσματος μας. Κάποτε, και η διανομή αυτή σταμάτησε. Σήμερα πια αγοράζουμε το γάλα από το σούπερ μάρκετ και ανταλλάσσουμε - αν ανταλλάσσουμε - λίγες τυπικές κουβέντες με τις χειρίστριες των ταμειακών μηχανών που αλλάζουν συχνά. Ελάχιστα θα μας εκπλήξει η αντικατάσταση τους από ρομπότ ικανά να χειρίζονται το περιορισμένο λεξιλόγιο που απαιτείται για την απλή οικονομική συναλλαγή που γίνεται στην έξοδο του σούπερ μάρκετ.
Πώς φτάσαμε ως εδώ, στα πρόθυρα της ολικής έκλειψης του προσώπου; Ο Σίγκμουντ Μπάουμαν, ο εβραϊκής καταγωγής καθηγητής της κοινωνιολογίας στο πανεπιστήμιο του Leeds, υποστηρίζει [βλέπε: Ζ. Baumota, «Effacing the Face: On the Social Management of Social Proximity», Theory, Culture and Society, 7 (1990) οσ. 5-38] ότι τούτη η σταδιακή κατάργηση του προσώπου αποτελεί ένα βασικό χαρακτηριστικό των νεώτερων χρόνων, η έλευση των οποίων συνοδεύεται από τη γραφειοκρατική, ορθολογική οργάνωση της κοινωνίας, την αυτονόμηση της οικονομικής δραστηριότητας από την υπόλοιπη ζωή των ανθρώπων και τη μεγάλη ανάπτυξη της τεχνολογίας. Η γραφειοκρατική οργάνωση βασίζεται στην πιστή εκτέλεση κάποιας καθορισμένης διαδικασίας την οποία μπορεί να εμποδίζει η μη ελέγξιμη συναισθηματική ζωή των ανδρών και των γυναικών. Επακόλουθα, η σύγχρονη οργάνωση της κοινωνίας είναι τόσο ορθολογική όσο είναι α-πρόσωπη. Η αυτονομημένη οικονομική δραστηριότητα, πάλι, αποσκοπεί πρωτίστως στην επίτευξη του μεγαλύτερου δυνατού κέρδους, παραμερίζει τις διαπροσωπικές σχέσεις και απαιτεί από τους ανθρώπους πίστη μόνον στους σκοπούς της επιχείρησης. Και η γραφειοκρατική οργάνωση και ο κόσμος των επιχειρήσεων εννοούνται από - και ευνοούν - έναν κοινωνικό χώρο όπου οι άνθρωποι συναντιούνται ως άγνωστοι, δίχως πρόσωπα. Με τη σειρά της, η τεχνολογική ανάπτυξη επιτρέπει την ολοένα και μεγαλύτερη ικανότητα δράσης εξ αποστάσεως και περιορίζει δυναμικά τις περιπτώσεις όπου η άμεση θέαση του προσώπου του άλλου είναι απαραίτητη. Εμπνεόμενος από την ηθική φιλοσοφία του Έμμανουέλ Λεβινάς [βλέπε κυρίως Emmanuel Levinas, Ολότητα και Άπειρο, μετάφραση: Κωστή Παπαγιώργη, Αθήνα, Εξάντας, 1989, σ. 235-280], σύμφωνα με την οποία η ηθική στάση συνίσταται στην άνευ ορίων και όρων ευθύνη για τον άλλον, πηγή και φυσικός αποδέκτης της οποίας είναι το πρόσωπο του άλλου, ο Μπάουμαν βλέπει τον κοινωνικό χώρο που δημιουργείται έτσι ως ριζικά «ανήθικο» [Ακραίο παράδειγμα τέτοιου «ανήθικου χώρου» αποτελεί εκείνος μέσα στον όποιον συντελέστηκε το Ολοκαύτωμα, βλ. σχετικά Ζ. Bau-man, Modernity and the Holocaust, Καίμπριτζ, Polity Press, 1989].
Σταδιακά, ο χώρος αυτός καλύπτει όλους τους τόπους της ανθρώπινης συνεύρεσης. Σε αυτόν οι άνδρες και οι γυναίκες μετατρέπονται σε εύπλαστες «μονάδες» που επιδίδονται ελεύθερα στο κυνήγι των ευκαιριών που παρέχει η σύγχρονη ζωή• στο κυνήγι αυτό, η ταύτιση με ένα επάγγελμα, το ρίζωμα σ' έναν τόπο, ο μακρόχρονος αγαπητικός δεσμός αποτελούν εμπόδια. Οι νομάδες των ύστερων νεώτερων χρόνων απολαμβάνουν την ελευθερία που προσφέρει η ηθική αδιαφορία, αλλά καταργούνται ως ηθικά υποκείμενα: δεν αισθάνονται υπεύθυνοι για τον άλλον και δεν αναμένουν να αισθάνεται και εκείνος υπεύθυνος γι' αυτούς. Οι άνθρωποι ζουν δίπλα-δίπλα, αλλά χωριστά: ιδιώτες, παίκτες σ’ ένα παιχνίδι που δεν γίνεται εμφύλιος πόλεμος μόνον και μόνον επειδή το κράτος φροντίζει να γίνονται σεβαστοί κάποιοι ελάχιστοι κανόνες.
Η ιδιώτευση γίνεται ο κυρίαρχος τρόπος ζωής. Η διαφορετικότητα της μοίρας του καθενός μας δυσκολεύει τη συστράτευση γύρω από κοινούς σκοπούς (Είναι χαρακτηριστικό ότι οι περισσότερες από τις κινήσεις πολιτών που δημιουργούνται στρέφονται απλώς ενάντια σε κάτι και συνήθως εξαφανίζονται μαζί με τα φώτα της τηλεόρασης που καταγράφει τη γένεσή τους ή την επίτευξη του σκοπού τους, που συχνά δεν είναι παρά η εγκατάσταση του σκουπιδότοπου στη διπλανή γειτονιά ή το να «σφυρίξουν τα δρεπάνια στ' άλλο χωράφι» (Σεφέρης).
Σε μια τέτοια κατάσταση γενικευμένης ιδιώτευσης ολοένα πιο αυτονόητη και πειστική γίνεται η αντίληψη ότι οι άνθρωποι μπορούν να είναι ηθικοί μόνον εφόσον βρίσκονται υπό την κυριαρχία του κράτους, μόνον εφόσον υπακούν στους νόμους του που εγγυώνται την «πολιτισμένη» κοινωνική ζωή και κρατούν μακριά το «άλλο» της, τη ζούγκλα ˙ και ότι, αλλιώς, όντας έρμαια των παρορμήσεων τους, των απρόβλεπτων συναισθημάτων τους και των προσωπικών τους συμφερόντων στρέφονται ο ένας ενάντια στον άλλον. Όσο για τη «φωνή της συνείδησης», αυτή δεν είναι παρά ή εσωτερίκευση των επιταγών του νόμου, και βέβαια δεν απορρέει από την εγγενή ευθύνη του ανθρώπου απέναντι στο πρόσωπο του συνανθρώπου του.
Ωστόσο, στο «τέλος» της εποχής που ονομάζουμε μοντέρνα, έκπληκτη η κοινωνία βλέπει ότι οι νόμοι της και το εκπαιδευτικό της σύστημα, οι μηχανισμοί που έχει θεσμοθετήσει για να εξορίσει τον ακοινωνικό άνθρωπο, δεν εμποδίζουν την εμφάνιση της «ζούγκλας» στους δρόμους των πόλεων της. Η συνηθέστερη «συντηρητική» πρόταση για την αντιμετώπιση της κατάστασης αυτής είναι η επιστροφή στην οικογένεια, τη θρησκεία και τα αυστηρότερα μέτρα καταστολής. Αλλά το κλείσιμο στην οικογένεια επιτείνει την ιδιώτευση και η επιστροφή στη θρησκεία, τις περισσότερες φορές, οδηγεί σε παλαιές και νέες αυταρχικές ορθοδοξίες. Κανένας κύκλος δεν μπορεί να περικλείει πια στα όριά του τον μοντέρνο άνθρωπο, «τον υπνοβάτη του απείρου» (Χ. Μπρόχ). Η δε ολοένα και μεγαλύτερη ταύτιση της ηθικής με τη νόμιμη συμπεριφορά επιτρέπει στους κατασταλτικούς κρατικούς μηχανισμούς να παρουσιάζονται ως ή μοναδική ασπίδα απέναντι στην «τηλεγενή» εγκληματικότητα που οι ασφαλισμένες κατά της κλοπής τηλεοράσεις μας προβάλλουν στο εσωτερικό των σπιτιών μας τα όποια προστατεύονται από τα ολοένα και πιο «ευφυή» ασφαλιστικά συστήματα που επινοεί η «ιδιωτική πρωτοβουλία».
Μία πρόταση που βρίσκει απήχηση και στη δεξιά και στην αριστερά είναι η ανασύσταση του πνεύματος της κοινότητας. Ωστόσο, η κοινότητα απαιτεί από τα μέλη της την απόλυτη νομιμοφροσύνη, και η λογική της δεν μπορεί να ξεφύγει από τη λογική του «εμείς και οι άλλοι». Ακόμη και στην υποτιθέμενη «χρυσή εποχή» τους, η οποία γοητεύει τους υποστηριχτές τον κοινοτισμού, οι κοινότητες αναγνώριζαν ως πρόσωπα μόνον τα μέλη τους. Όπως χαρακτηριστικά γράφει ο Μπάουμαν, οι κοινότητες ακόμη και αν δεν διέθεταν αστυνομία, διέθεταν στρατό.
Τι προτείνει ο Μπάουμαν, στους άντρες και στις γυναίκες που εναντιώνονται στις επιλογές του νεοφιλελευθερισμού και αρνούνται να γίνουν συνένοχοι στην πολιτική του που καταδικάζει την πλειονότητα των ανθρώπων στην αθλιότητα; Σε όσους και όσες αμφισβητούν το «ξαναγράψιμο» της κοινωνίας ως μέθοδο δημιουργίας του νέου «ηθικού» ανθρώπου - μέθοδος που πολλές φορές σε αυτόν τον αιώνα οδήγησε ατό «σβήσιμο» εκατομμυρίων σε στρατόπεδα συγκέντρωσης; Σε όσους και όσες στέκονται κριτικά απέναντι στον μοντερνισμό, αλλά δεν διολισθαίνουν στη φαντασίωση της «χαμένης ολότητας»;
Με πλήρη επίγνωση της αβεβαιότητας που ενέχει η πρόταση του, ο Μπάουμαν μας προτείνει να επωμιστούμε ξανά την ευθύνη απέναντι στο πρόσωπο του συνανθρώπου μας. Η ευθύνη αυτή δεν μπορεί παρά να συνεπάγεται την εναντίωση σε κάθε πολιτική, τεχνολογία, θεσμό ή δραστηριότητα που ευνοεί την κατάργηση του προσώπου του άλλου. Και η πολιτική στάση που έτσι προκύπτει δεν μπορεί παρά να αποσκοπεί στην εξάπλωση της άμεσης δημοκρατίας, την αμφισβήτηση των βεβαιοτήτων του εργαλειακού-τεχνοκρατικού λόγου, τον περιορισμό της οικονομικής σφαίρας, τον σεβασμό του πολιτισμού - δηλαδή του τόπου, του χρόνου και του τρόπου - των άλλων. Μια πολιτική στάση που δεν θα δίσταζα να τη χαρακτηρίσω αριστερή.

Δεν υπάρχουν σχόλια: