03 Ιουλίου 2015

Το Ταξίδι της Παιδικής Ψυχής στην Ποίηση του Τάσου Λειβαδίτη [Μπάμπης Χαραλαμπόπουλος]

Το ταξίδι της Παιδικής Ψυχής στην ποίηση του ΤΑΣΟΥ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗ 
“...και μόνο όταν είσαι παιδί φθείρεσαι ακίνδυνα απ' τα όνειρα...” (1)

Αναδημοσίευση από το διδασκαλικό περιοδικό "ΑΠΟΠΕΙΡΑ για επικοινωνία", Άνοιξη 1996. 

Επιχειρώντας κανείς ένα ταξίδι στο ποιητικό σύμπαν του Τ. Λειβαδίτη νιώθει πολ­λές φορές την ανάγκη να ενσαρκωθεί σ' ένα στίχο του ή μια λέξη. Η δυναμική των συντε­ταγμένων εννοιών, το “υπονοούμενο” που ελλο­χεύει σε κάθε λέξη - σήμα, διεγείρει και συγκλο­νίζει το συναίσθημα του αναγνώστη. Έπειτα εί­ναι κι αυτή - από μέρους του ποιητή - η παράφο­ρα ελκυστική χρήση της παρομοίωσης και της μεταφοράς που δημιουργεί φαντασιακή εικονοποιία, ικανή τόσο όσο να μαγεύει κυριαρχικά τις αισθήσεις.
Περιδιαβαίνοντας, λοιπόν, χρόνια τώρα την ποιητική κληρονομιά του, διαπίστωσα πως “το παιδί” σαν δρων πρόσωπο έμμεσο ή ταυτιζόμενο με την εικόνα του ίδιου του ποιητή λειτουρ­γεί σαν σημαντικός δίαυλος απ' όπου διοχετεύ­ονται στον αισθητικό αναγνώστη οι αγωνίες του Τ. Λειβαδίτη, τα πολιτικά του οράματα και ανησυχίες, οι βαθύτερες προσωπικές του αναζη­τήσεις. Αυτό το πόνημα δε διεκδικεί ασφαλώς την παρουσίαση επιστημονικής έρευνας (2), στο­χεύει όμως στο ν' ανιχνεύσει τη σχέση και το ρόλο που κατέχει “το παιδί” στην ποιητική δη­μιουργία του Τ. Λειβαδίτη.

“Διαδρομή στο έργο του”

Για να μπορέσει ο αναγνώστης να παρακο­λουθήσει ευκολότερα τη διαδρομή, το ταξίδι αυ­τό της παιδικής ψυχής στην ποίηση του Τ. Λει­βαδίτη, παραθέτονται αρκετοί στίχοι από τις ποιητικές του συλλογές. Αξίζει εδώ να επιση­μανθεί πως οι μεταμορφώσεις του σήματος - παιδιού είναι διαφορετικές και εξαρτώνται κά­θε φορά από την ποιητική περίοδο όπου ανήκει κάθε στίχος.
Αρκετοί κριτικοί (3) της λογοτεχνίας μας έ­χουν διακρίνει τρεις βασικές περιόδους στο έρ­γο του Λειβαδίτη. Η πρώτη (1946 -1956) έχει χα­ρακτηριστεί ως “ποίηση στρατοπέδου” (4). Διά­χυτη σ' αυτή την πρώτη περίοδο είναι η εξιστό­ρηση - απροκάλυπτα ωμή - των συνθηκών διαβίωσης στα στρατόπεδα συγκέντρωσης αριστε­ρών πολιτικών κρατουμένων, μετά τη μεγάλη ε­θνική περιπέτεια του εμφυλίου διχασμού (1945 - ­1949).
“Το παιδί” ως έμμεσα δρων πρόσωπο είναι σύμφωνα με την ποιητική ματιά ένας από τους καταπιεζόμενους: πέντε δίκωχα γύρω/ο λοχα­γός δίχως όνομα/ένα παιδί γυμνό/κρεμασμένο από τα χέρια/αυλακωμένο το σώμα του/κουρε­λιασμένο απ' τις βουρδουλιές (5)...
Η δυαδική αντίθεση λοχαγός - παιδί > κατα­πιεστής - καταπιεσμένος εκφράζεται στους πα­ραπάνω στίχους σε επίπεδο που σηματοδοτεί­ται η φρικτή εικόνα των βασανισμών, ιδιαίτερα όταν αυτοί πραγματοποιούνται πάνω στο σώμα ενός παιδιού. Άλλες φορές πάλι ο ποιητής μετα-σχημα-τίζει τα δρώντα πρόσωπα (καταπιεστές), αποκαλώντας τα “παιδιά”, θέλοντας έτσι ν' α­ποχαρακτηρίσει τους φαντάρους - βασανιστές που υποχρεώνονται να εκτελούν διαταγές: “Όμως αυτά τα έξι παιδιά/πώς δέχτηκαν να πυροβολήσουν (6)..” ή επιχειρεί να προκαλέσει την ανθρώπινη ηθική τους για να συμπεριφερθούν λιγότερο αυστηρά στους συντρόφους τους: “κι αυτά τα δυο παιδιά/αυτοί οι δυο ξυλιασμένοι φαντάροι/να δούνε την ώρα /να δούνε ότι εί­ναι η ώρα/που κανένα ρολόι /δεν έδειξε ποτέ/ που κανένας δεκανέας της αλλαγής/δεν υπάρ­χει/να δούνε ότι είναι η ώρα/η ώρα η πιο βα­θιά της νύχτας /που ξαναγινόμαστε άνθρωποι (7)…”.
Η ωμή εξιστόρηση φρικτών σκηνών βασανι­σμού, όπως προαναφέραμε, είναι πανταχού πα­ρούσα σ' αυτή την πρώτη ποιητική περίοδο του Τ. Λειβαδίτη. Η εικονική παρουσίαση τέτοιων περιστατικών με πρωταγωνιστές παιδιά δημι­ουργεί ρίγη, αφού η πραγματικότητα για τον ποιητή είναι βιωματικά τραγική με πολλές τέ­τοιες στιγμές στη διάρκεια της πολιτικής του ε­ξορίας : ...το παιδί στη σκαλωσιά ανεβάζει πέ­τρες/τα ποδαράκια του λύγισαν ξαφνικά /δεν πρόφτασε να πιαστεί/το παιδικό κρανίο κάτω στις πλάκες άνοιξε/μια γυναίκα αλαλιασμένη/ φώναξε μονάχα :μη (8)...
Η ταυτοσημία παιδιού και πόνου στους πα­ραπάνω στίχους αναδεικνύει τη λεπτομερή σω­ματική φθορά: μικρό παιδί > κουβαλά μεγά­λες πέτρες > λυγίζουν τα πόδια του > το παι­δικό κρανίο άνοιξε.
Το δίχως άλλο η πο­λιτική οραματικότητα στα πλαίσια του σο­σιαλιστικού μετασχη­ματισμού της κοινω­νίας καθώς και η ειρή­νη είναι οι κυρίαρχες αξίες στην ποιητική μυθολογία του Τ. Λει­βαδίτη σ' αυτή την πρώτη περίοδο της ποιητικής του παρα­γωγής. “Το παιδί” συ­χνότατα συνοδοιπορεί με το όραμα της πα­γκόσμιας ειρήνης, γίνε­ται σύμβολο, στρατεύε­ται στον αγώνα για την επικράτηση της κοινωνικής δικαιοσύ­νης και της δημοκρα­τίας: Κι όπως ξεκινάς με πλατύ βήμα / τα παιδικά σου χρόνια/ οι χαμένοι έρωτες/ό­λα όσα ονειρεύτηκες χωρίς να τα ζήσεις/τα γιασεμιά που σου γυρίσανε/η καρδιά σου που την ποδοπάτησαν /μαζί σου (9).
Ανακεφαλαιώνοντας θα λέγαμε πως σ' αυτή την πρώτη περίοδο “το παιδί” εμφανίζεται ως έμμεσα δρων πρόσωπο, ταγμένο να υπηρετήσει την προοπτική ενός δικαιότερου κόσμου.

“Ποίηση της ήττας

Στη δεύτερη περίοδο (1957-1966) παρατηρεί­ται μια στροφή στην ποιητική δημιουργία του Λειβαδίτη καθώς οι αναζητήσεις του από το ε­πίπεδο της ωμής περιγραφής των συνθηκών που επικρατούσαν στα στρατόπεδα των πολιτι­κών κρατουμένων μεταφέρεται στις αιτίες (10) που οδήγησαν στη στρατιωτική ήττα της αρι­στεράς στον εμφύλιο πόλεμο. Στο τέλος βέβαια αυτής της περιόδου, ο ποιητής με τη μοναδική συλλογή διηγημάτων του (Εκκρεμές) εμφανίζει έντονα τις πρώτες καφκικές υπαρξιακές αναζη­τήσεις του, κατά κάποιο τρόπο την υπερρεαλι­στική γραφή (11).
“Το παιδί”, όπου εμ­φανίζεται στα έργα αυτής της περιόδου, δικαιολογεί τη συ­γκλονιστική συνειδητοποίηση για τις αι­τίες που οδήγησαν την αριστερά στην πολιτι­κή - στρατιωτική ήττα. Ασφαλώς όμως η πε­ποίθηση που αναδύε­ται από την ερμηνεία των ποιητικών γρα­πτών του Λειβαδίτη δεν είναι η ήττα του πολιτικού οραματι­σμού του, αλλά η επι­σήμανση των εσφαλμέ­νων χειρισμών της η­γεσίας των αριστερών δυνάμεων που κληρο­δότησε στους αγωνι­στές της εποχής την προσέγγιση του πολι­τικού οράματος στην ιδέα της διάψευσης του. “Το παιδί”, λοι­πόν, ως έμμεσα δρων πρόσωπο συμμετέχει στη θλίψη, στον πόνο, στην ήττα και παραλ­ληλίζεται με εικόνες θανάτου: Ένα λιγνό παιδί έπαιζε ένα επα­ναστατικό τραγούδι/ σ' αυτό το παλιό σακατεμένο όργανο/ώσπου μια σφαίρα το χτύπησε/κι έπεσε (12)...
Το συλλογικό δράμα των πασχόντων αγωνι­στών περιγράφεται σε ατομικό επίπεδο, αντα­νακλώντας έτσι στις δυσβάσταχτες συνέπειες της ήττας. Λέξεις φθοράς, καταστροφικό τοπίο συνθέτουν με την ποιητική όραση του Λειβαδί­τη την ψυχοσύνθεση, τις σχέσεις και τη συμπε­ριφορά των δρώντων προσώπων: Και το επάγ­γελμα σε γερνάει γρήγορα ιδιαίτερα αυτό/το πάχος-/η καθιστική ζωή, οι ανωμαλίες στις έ­σω εκκρίσεις,/όπως λένε, το αλκοόλ,/η αδια­φορία - όλα συντελούν. Και σε λίγο, ξεχειλισμέ­νη/από τα λίπη, μοιάζεις/σαν ένας πελώριος οικογενειακός τάφος, όπου σαπίζουν/δεκάδες αγέννητα παιδιά (13)...
Το παντοδύναμο όμως σθένος της ζωής και η ανάγκη για ανανέωση της ορμής, για επιβίωση μετατρέπει την άρνηση (απελπισμένη διάθεση, συνέπειες ήττας) σε θέληση για τη συνέχεια του αγώνα κάτω ασφαλώς από νέες προοπτικές. Από την απαισιόδοξη διάθεση, ο ποιητής μετα­φέρει τον ψυχισμό των ηρώων - προσώπων στη συναίσθηση του χρέους για ν’ αναγεννηθεί η ελπίδα:... τ’ όνειρο ενός παιδιού και χίλιες ε­ρειπωμένες δόξες/απέραντες στρατιές νικητών και μισό σαπισμένο μήλο/ζυγιάζοντας το ίδιο στη σιωπηλή παλάμη της αιωνιότητας/κυλάει κυλάει/μες απ' τη χιονοθύελλα του χρόνου και την ειρήνη των νεκρών/μες απ' τους καταρράχτες των αστερισμών, τα λίκνα,/τις θρησκείες, τα λαγόνια, τους λυγμούς (14)...”
Συμπερασματικά σ' αυτή τη δεύτερη περίοδο της ποιητικής δημιουργίας του Λειβαδίτη μπο­ρούμε να διακρίνουμε την έκφραση μιας βαθιάς πίκρας για τις οδυνηρές συνέπειες της ήττας που οδήγησαν τους αριστερούς αγωνιστές σε α­διέξοδο, μην παραλείποντας όμως και το νέο στοιχείο της ποιητικής ματιάς που σχετίζεται με την ισχυροποίηση της θέλησής τους σ' ένα νέο ξεκίνημα για την πραγμάτωση των πολιτι­κών τους οραμάτων. “Το παιδί” ως έμμεσα δρων πρόσωπο ακολουθεί σπα συντάγματα σημασιών την παραπάνω αρχή με την προσθήκη όμως πως ταυτίζεται με τη γονιμοποιό δύναμη μιας ελπίδας - για ένα καλύτερο κόσμο - που χα­ρακτηρίζει de facto τους οραματιστές.

“Έλλειψη οραμάτων”

Προσεγγίζοντας ο οποιοσδήποτε αναγνώστης ή κριτικός την ποιητική παραγωγή της τρίτης περιόδου (1972 - 1990), διαπιστώνει μεγάλες αλ­λαγές τόσο στο ύφος όσο και στη μορφή του ποιητικού λόγου. Η θεματική επιλογή των ποιη­μάτων του Λειβαδίτη, σ' αυτή την περίοδο, δι­ευρύνεται και καταλαμβάνει σημαντικό χώρο στη μεταφυσική ερμηνεία ανθρώπινων χαρα­κτήρων μέσα στην αέναη κίνηση του χρόνου. Γενικά για τη μορφή του ποιητικού λόγου έ­χουμε να παρατηρήσουμε πως ο Λειβαδίτης α­ποχρωματίζει τον ελεγειακό - ηρωικό χαρακτή­ρα των προσώπων - έτσι όπως τα γνωρίσαμε κύρια στην πρώτη περίοδο - αντικαθιστώντας παράλληλα τις εκτεταμένες στιχουργικές συν­θέσεις με αυτόνομες - πεζές - ποιητικές ενότητες.
Ο διάχυτος λυρισμός και οι συχνότατες βυθο­σκοπήσεις στον ψυχικό κόσμο των δρώντων προσώπων αποτελούν σημαντικά στοιχεία που δηλώνουν επιμέρους ή γενικότερες αλλαγές στην εκφορά του λόγου.
Μέσα σ' αυτό το πλαίσιο της μεταμορφωτι­κής ποιητικής οπτικής “το παιδί” συμπλέει μ' όλες τις εκφάνσεις του χρόνου (παρελθόν - πα­ρόν - μέλλον) πότε ως μνήμη οικογενειακή, πότε ως γεγονός που ερμηνεύει αντιθέσεις ανάμεσα σε κοινωνικές αξίες. Η δυαδική αντίθεση παιδί - ενήλικος με ταυτόχρονη παρουσία της σημα­σίας στις αξίες που ακολουθούν την αντίθεση αυτή:
παιδί   /  κοινωνία ενηλίκων
αγνότητα    υποκρισία, ψέμα κτλ.
στοχεύει στο να εξηγήσει την έλλειψη οραμά­των που κυριαρχεί στον κόσμο.

“Νυχτερινός επισκέπτης”

Ιδιαίτερη μνεία αξίζει να δοθεί στην πρώτη ποιητική συλλογή αυτής της περιόδου (Νυχτε­ρινός Επισκέπτης - 1972), η οποία εκτός από τα προηγούμενα στοιχεία διαθέτει έντονα σημάδια μεταφυσικής διάθεσης για να ερμηνευτεί το πα­ρελθόν των πολιτικών οραμάτων που έμειναν στη σφαίρα του απραγματοποίητου. Η στάση ζωής εκφράζεται με ρομαντικό πεσιμισμό που φτάνει στα σύνορα του τραγικού. Μια ζωή - μνήμης που ωρίμασε σε πολιτικές περιπέτειες που σημάδεψαν ολόκληρη σχεδόν τη ζωή του Τ. Λειβαδίτη.
Η ενηλικίωση των οραμάτων του ποιητή ακο­λουθεί την ενηλικίωση των οραμάτων του αν­θρώπου - ποιητή, έτσι η ματαιότητα, η διάψευση, η μη εκπλήρωση του ποθούμενου στο παρελθόν αναδεικνύει την απόγνωση στο παρόν. Οι εικό­νες - μνήμης που κουβαλούν στον ψυχικό καμβά τους “τα παιδιά της ήττας” συνθέτουν μια νο­σταλγική θλίψη: “...τα παιδιά, όμως είχαν έναν άλλο φίλο, έτσι νομίζαμε καμιά φορά πως μι­λούν μονάχα τους, και το βράδυ στον ύπνο παίρναν μαζί τους τις εικόνες, που δε θα ζού­σαν ποτέ, γι' αυτό το πρωί ήταν πάντα αφηρη­μένα και νύσταζαν, σαν να 'θελαν κάτι να συνεχίσουν (15)..”
Από την άλλη, συγκεκριμένα πρόσωπα από το οικογενειακό περιβάλλον του ποιητή εμφανίζο­νται στη μνήμη και διαγράφοντας κι αυτά τρο­χιά θλίψης συνθέτουν το ψυχικό τοπίο στον ποιητικό λόγο σ' αυτή τη συλλογή. Οι σχέσεις των μελών της οικογένειας που δεν είναι σχέ­σεις σύγκρουσης εστιάζονται σε δύο αξιολογι­κά επίπεδα:
1ο επίπεδο μάνα <-----------------------> παιδί
2ο επίπεδο πατέρας <-------------------->παιδί
Οι λεπτομέρειες των σχέσεων μεταξύ των προσώπων αποτυπώνουν μ' έναν απίστευτο λυρικό δυναμισμό την έννοια της αντίθεσης: παιδικότητα - ενηλικίωση. “Απ' τον πατέρα μου κληρονόμησα αυτό το δυστυχισμένο χέρι, κι απ' τη μητέρα μου ένα μεγάλο φτερό, από κείνα που έβγαζε απ' την ψυχή της και τα κάρφωνε στο α­στείο καπέλο της - είναι από τότε που τις νύ­χτες η παλιά ντουλάπα ανοίγει μόνη της, και βγαίνει η λαιμητόμος, εγώ παλεύω μαζί της, παίρνω τον μπαλντά και την κάνω κομμάτια, ύ­στερα καταπίνω τις σανίδες για να μην τις βρουν, πολλοί ναυαγοί σώθηκαν έτσι. Χρόνια έ­ζησα τρέμοντας τις πόρτες, ώσπου μάζεψα τα χαρτιά μου, τις τύψεις μου κι έφυγα. Μα στον πρώτο σταθμό, είδα πάλι εκείνο το παιδικό φτερό και κατέβηκα. Από τότε έμεινα για πάντα στην Κόλαση (16).
Για τη συγκεκριμένη ποιητική συλλογή (Νυ­χτερινός Επισκέπτης) έχουμε, τέλος, να παρατη­ρήσουμε πως το παιδί εμφανίζεται με τις δια­στάσεις που εκφράζουν, συμπλεχτικά, οι έννοιες του οράματος, της αγνότητας του αυθόρμητου.
Η παιδική ηλικία, μετά τον Νυχτερινό Επι­σκέπτη επικεντρώνει τη μεταφυσική ερμηνεία της “σε μια ερωτική ερημιά στην αποπνιχτική αίσθηση του τέλους (17)...” το παιδί ανάγεται σημασιακά στους “καταραμένους” της ποίησης του Τ. Λειβαδίτη, αυτούς που διαθέτουν τη δική τους “ηθική”, το δικό τους γεωγραφικό χώρο και απέχουν από τις καταστημένες παρακμά­ζουσες κοινωνικές αρχές: “Η νύχτα είναι μια φωτισμένη πολιτεία που τη λυμαίνονται οι α­λήτες και οι ποιητές (18)...”

"Το παιδί - ενήλικας, το παιδί - ποιητής"

Σ' αυτό το σημείο, χρήσιμη θα ήταν η χρησι­μοποίηση του σημειωτικού τετραγώνου του A.J.Greimas (19) για να ερευνηθεί το σημαινόμε­νο “του παιδιού” έτσι όπως λειτουργεί μέσα στην ποιητική δημιουργία του Τ. Λειβαδίτη αυ­τής της τρίτης περιόδου. 










Το παιδί εκφράζεται όχι μόνο με σχέση αντί­θεσης απέναντι στον ενήλικα, αλλά διατρανώνε­ται και η σύγκρουση του εσωτερικού του κό­σμου με τα στοιχεία που διαθέτει (αγνότητα, παιδική ειλικρίνεια, φαντασίωση πραγματικότη­τας) απέναντι στην ένοχη πρακτική της κοινω­νίας των ενηλίκων: “...αλλά όταν βγαίνει η σε­λήνη είμαστε όλοι ένοχοι κι ένα παιδί μαζεύει τα φύλλα στο προάστιο σαν τα πειστήρια ενός εγκλήματος (20)...”. Εξίσου όμως έντονα προβάλ­λεται από τον ποιητή και η αντίφαση των εν­νοιών παιδί - θάνατος. Η ενηλικίωση, μέσα από την κοινωνία της αδικίας και μιας υποκρισίας που συνθλίβει τις παιδικές μνήμες, λειτουργεί σαν θανατηφόρο χτύπημα, αυτό σηματοδοτεί την οικειότητα στον ποιητικό λόγο του Τ. Λει­βαδίτη, αισθήματος απόγνωσης και θλίψης: “Συνέβη χωρίς ποτέ να καταλάβω πώς - η μητέ­ρα είχε πονοκέφαλο, θυμάμαι, και μ' έστειλαν στο φαρμακείο στο γυρισμό, είναι η αλήθεια, χάζεψα λίγο, κορόιδεψα ένα γέρο, τρόμαξα με μια πέτρα δυο πουλιά κι ώσπου να στρίψω πά­λι το δρόμο, ούτε σπίτι ούτε νεότητα πια (21)”. Το παιδί, καταδικασμένο σ' έναν κόσμο που οι ενήλικες με την αξιολογική τους κρίση για τη ζωή ισοπεδώνουν τα όνειρα και την αθωότητα, τάσσεται από τον Τ. Λειβαδίτη στη φαντασίωση, γίνεται σύμβολο μύθου που φωτογραφίζει ολο­ένα και πιο νοσταλγικά την πρότερη αθωότητα: “Οι βασιλιάδες χωράνε σ' ένα κουτί από σπίρ­τα όταν κοιμάσαι. Και τα σκυλιά, το βράδυ κοι­τάζουν δακρυσμένα προς τα εκεί που είμαστε κάποτε παιδιά (22)”.
Ο χρόνος - παρελθόν για τον ποιητή εξομοιώ­νεται μέσα από την ποιητική διαδρομή με τον πόνο - μνήμη. Η συνειδητοποίηση της ενηλικίω­σης γίνεται σε επίπεδο ασυγκράτητης φθοράς: “Κι εκείνος ο πρώτος νεκρός που είδαμε παι­διά, τόσο αξιολύπητα ακίνητος - απ' την άλλη μέρα έμπαινε κι αυτός μες στα παπούτσια μας και τα παιδικά μας ρούχα. Ίσιος γι' αυτό φθεί­ρονταν γρήγορα (23)”.
Σ' αυτή την τρίτη ποιητική περίοδο του Λει­βαδίτη τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της παι­δικής ψυχής αποδίδονται πάντα με ευκρίνεια και με παρομοιώσεις που ενεργοποιούν μύηση σε ψυχολογικές ερμηνείες ανθρώπινων χαρα­κτήρων, συνδεδεμένων όμως με τ' αγαπημένα οικογενειακά πρόσωπα: “Η ζωή δεν έχει έλεος σαν τα παιδιά, ούτε φιλίες σαν την ποίηση. Κι ο κόσμος μοιάζει της μητέρας μου: αγαπημένος και χαμένος για πάντα (24)”. Ακόμα κι ο έρω­τας, ενήλικος, στέκει απέναντι στην ποιητική ματιά τόσο μακρινός από την πλατωνική αγνό­τητα, τόσο ξένος από την αθωότητα που δια­κρίνει τις νεανικές επιθυμίες, μεταμορφώνο­ντας έτσι το συναίσθημα σε παιδικό απόστημα που κατοικεί σε ψυχές “πουλημένες” στην α­πρόσωπη εμπορεία του πόθου: “Το δωμάτιο του ξενοδοχείου ήταν άθλιο, “τα χείλη σου γυα­λίζουν” της λέω, “ναι, μου λέει είναι από το κραγιόν”, “φυσικά, της λέω, ένα κραγιόν είναι πάντοτε απαραίτητο” - και σκέφτηκα τις μητέ­ρες που νομίζουν πως γέννησαν, ενώ δεν ακού­γεται παρά το κλάμα της αιώνιας θλίψης μες απ' τα σπάργανα (25)...”

“Ο Μικρός Λεονάρδος”

Αξιολογώντας, λοιπόν, την παρουσία του παι­διού στην ποιητική γλώσσα του Λειβαδίτη και στις τρεις περιόδους του έργου του, διαπιστώ­νουμε πως συνταγματικά αυτό εμφανίζεται ως έμμεσα δρων πρόσωπο, ως προπομπός που ο­δηγεί σε ερμηνεία του σημαινόμενου. Το παιδί, μ' άλλα λόγια, καλύπτεται από την ανωνυμία που απαιτεί η εκπλήρωση, η προσδοκία μιας γε­νικότερης κοσμολογικής αξίας (ειρήνη, δικαιο­σύνη, ανάγκη για μετασχηματισμό της κοινω­νίας, μεταφυσική ερμηνεία του χρόνου, εναντίωση στην ενηλικιωμένη ηθική) που θέτει το περιεχόμενο κάθε ποιητικής ενότητας ξεχωρι­στά. Η μοναδική φορά που ονοματίζεται το παιδί και η αμεσότητα του προσώπου του ταυτολογείται με το σημαινόμενο είναι στο ποίημα: “Ένας αληθινός Έλλην (26)”. “Όταν, τέλος, κα­τάλαβαν κι οι άλλοι τι συνέβαινε, έγιναν προ­σπάθειες να τον μεταπείσουν, ομηρικά οικογε­νειακά συμβούλια, συσκέψεις ιατρών, ακόμα κι οι αρχές της πόλης επενέβησαν, αλλά ο μικρός Λεονάρδος, πιστός στις παραδόσεις των προγό­νων μας, αρνήθηκε να μεγαλώσει, προσφέρο­ντας μ' αυτόν τον τρόπο ένα φαινόμενο που γρήγορα έκανε την πόλη μας κέντρο της γενι­κής προσοχής - κι έτσι τ' αγάλματα των ηρώων είχαν τιάρα περισσότερες επισκέψεις". Ο μικρός Λεονάρδος είναι το εξαίσιο - ακριβό κάτοπτρο του ποιητή που μέσα του αντανακλώνται οι αρνήσεις εκείνες που υπαγορεύουν τη μοναδι­κότητα της παιδικής ψυχής καθώς και την από­σταση που χωρίζει - σε ποιότητα συναισθημά­των κι όχι ηλικίας - τα παιδιά από το συμβατό και μονότονο κόσμο των ενηλίκων. Το καθ' υπερβολήν σχήμα που χρησιμοποιείται από τον ποιητή: “αρνήθηκε να μεγαλώσει” - “κι έτσι τ' αγάλματα των ηρώων είχανε τώρα περισσότε­ρες επισκέψεις” μεγιστοποιεί το παιδικό μεγα­λείο και την αντίστασή του στη λογική των ενη­λίκων.
Όπως ήδη έχει επισημανθεί, το παιδί παραλ­ληλίζεται συχνά, σ' αυτή την τρίτη ποιητική πε­ρίοδο, με ομάδες ανθρώπων που προσωπικές περιπέτειές τους ή ατυχίες στέρησαν το σεβα­σμό από τον κοινωνικό περίγυρο που “βαφτί­ζει” τρελούς, περιθωριακούς ή αλήτες όσους δεν μπορεί να ερμηνεύσει. Οι επαίτες, οι ανή­μποροι, οι πόρνες, οι ποιητές, οι τρελοί βρί­σκουν στη στιχουργική αγκαλιά του Λειβαδίτη καταφύγιο, κερδίζοντας μ' αυτόν τον τρόπο την προσοχή και την αξιοπρέπεια που μόνο μια ουμανιστική ηθική είναι σε θέση να διαθέσει. Κυρίως όμως κάθε στίχος του ποιητή ακούγε­ται σαν καταγγελία απέναντι σ' αυτή τη συγκε­κριμένη ηθική: “Κι ο τρελός της παλιάς συνοικίας - μια νύχτα, θυμάμαι, τον κυνηγούσαν και για να σωθεί κρύφτηκε στο γειτονικό σχολείο, κανείς δεν τον ξανάδε από τότε, τι απέγινε, ά­γνωστο. Μόνο που απ' την άλλη μέρα ο δάσκα­λος έκανε πάντα λάθος στο μέτρημα κι έβρισκε ένα παιδί περισσότερο (27)”.

“Το παραμύθι μας αναζητά

Η δυαδική αντίθεση: παιδί - ενήλικος, όπως σχηματικά περιγράφτηκε στο σημειωτικό τε­τράγωνο του A.J.Greimas και προσδιορίζει δο­μικά σε αρκετά σημεία της τη στιχουργική πα­ραγωγή της τρίτης περιόδου, αναδεικνύει πα­ράλληλα τα εκπεμπόμενα σήματα της αντίθεσης: παιδί - ενήλικος, παιδικότητα (σήμα) - ενηλικίω­ση (σήμα), που αποκτά διαστάσεις μοναδικές με το τελευταίο έργο αυτής της περιόδου “Τα χει­ρόγραφα του φθινοπώρου” που εκδόθηκαν δυο χρόνια (1990) μετά το θάνατο του Λειβαδίτη.
Το παιδί - ενήλικας συχνά αναζητά τη δικαίω­ση στη νοσταλγία των χρόνων της αγνότητας: “...τ' απογεύματα οι φωνές των παιδιών που παίζουν μοιάζουν μ’ ένα παραμύθι που δε μας το τελείωσαν και γυρίζει και μας αναζητά (28)...” O ποιητής άλλοτε πάλι αντιμετωπίζει την πορεία της ενηλικίωσης με ενοχή τέτοια που συνδέει το παρελθόν των οραματισμών του με την παροντική ηθική παρακμή της κοι­νωνίας που γερνά χωρίς όνειρα, χωρίς αντι­δράσεις απέναντι στην αρρωστημένη ηθική των ενηλίκων: “Είμαστε αιχμάλωτοι του ανεξήγη­του και του αιώνια χαμένου κι η τύψη είναι ο μόνος τρόπος να ξαναγυρίσουμε στην παιδική αγνότητα (29)...”. O ποιητής - ενήλικας με τη συ­ναίσθηση της παιδικότητας που τον χαρακτηρί­ζει σε κάθε κίνηση και αντίδραση μετασχηματί­ζει ακόμα και το φόβο του ανθρώπινου τέλους σε ανάγκη φυγής από μια πραγματικότητα ανί­κανη ν’ αποδεχθεί τη ζωή. Έτσι το τέλος δηλώ­νεται ως κατοχύρωση σ' ό,τι πιο όμορφο σώθηκε από την ισοπεδωτική αξιολογική μανία της κοινωνίας: την παιδικότητα “...κι η παιδικότη­τα: ένα ουράνιο σχόλιο στο αίνιγμα να υπάρχουμε. Κι όταν κάποτε φύγω δε θα πάρω μαζί μου παρά λίγο βιολετί απ' το δειλινό κι έν' ά­στρο από κάποιο παραμύθι (30)”.
Θα μπορούσε βέβαια ο οποιοσδήποτε κριτι­κός ή αισθητικός αναγνώστης της ποίησης του Τ. Λειβαδίτη να γράφει ατέλειωτα για τις μετα­μορφώσεις και τις εννοιολογικές σημασίες, για τη θέση δηλαδή που έχει “το παιδί” και η παιδι­κότητα σ' αυτή την τελευταία ποιητική του συλλογή. Το δίχως άλλο “το παιδί” αποτελεί α­ναπόσπαστο τμήμα της ποιητικής μυθολογίας του Λειβαδίτη. Το ταξίδι αυτό της παιδικής ψυ­χής είναι το ταξίδι του ίδιου του ποιητή που ποτέ δεν εξαγόρασε τα οράματα του ακόμα και την πανάκριβη εσωτερική ανησυχία του με θέ­σεις, αξιώματα ή καλλιτεχνική προβολή. Ο Τ. Λειβαδίτης προτίμησε να μείνει ναυαγός στο απέραντο γαλάζιο των ονείρων του, προτίμησε τον πόνο, εξασφαλίζοντας όμως σ' όλους μας - μέσα από την ποιητική του δημιουργία - την αυ­θεντική επικοινωνία μ' έναν ανθρωπισμό που έχει τόσο ανάγκη ο σημερινός γυάλινος κόσμος μας: “...ω, παιδικότητα: αιώνια αμετάφραστη/κι ο θεός που απ' τις δακρυσμένες προσευχές των παιδιών που φοβούνται τη νύχτα/φτιάχνει τις πρώτες γαλάζιες γραμμές της μέρας που στέλνουν/την ελπίδα στους ναυαγούς (31)”.

Μπάμπης Χαραλαμπόπουλος 

(1) Σκοτεινή Πράξη, σελ. 13, Εκδόσεις Κέδρος 1974.
(2) Απ' όσο γνωρίζω, μια μόνο εργασία με τη μορφή επιστημονικής έρευνας για την ποίηση του Τ. Λειβαδίτη έχει εμφανιστεί στα ελληνικά γράμματα. Πρόκειται για τη μελέτη - έρευνα του Απόστολου Μπενάτση, "Η ποιητική μυθολογία του Τ. Λειβαδίτη" με τη ματιά της σημαντικής δομικής επιστήμης που ερευνά τη σημασία των εννοιών στον έντεχνο γραπτό λόγο.
(3) Α. Ζήρας (περιοδικό Διαβάζω, 228, σελ. 52-55), Α. Μπενάτσης, Η ποιητική μυθολογία του Τ. Λειβαδίτη, σελ. 58, εκδόσεις Επικαιρότητα, 1989), Τ. Λιγνάδης, 1945. σελ. 241, κ.ά.
(4) Γ ια τον όρο και τη σημασία του δες: Σόνια Ιλίνσκαγια, Η Μοίρα μιας Γενιάς, σελ. 45-76. Εκδόσεις Κέδρος (Β' Έκδοση).
(5) Μάχη στην Άκρη της Νύχτας, σελ. 20. Κέδρος, 1979, Γ' Έκδοση.
(6) ό.π. σελ. 14
(7) ό.π. σελ. 17
(8) ό.π. σελ.21
(9) Ο Άνθρωπος με το Ταμπούρλο, σελ. 59, Κέδρος, 1979, Γ' Έκδοση.
(10) Για το χαρακτηρισμό "ποίηση της ήττας" και για τη συζήτηση των αιτιών που οδήγησαν ποιητές της εποχής του Λειβαδίτη (Τ. Πατρίκιος. Μ. Κατσαρός, κ.α) να εκφράζονται μέσα από τα έργα τους απαισιόδοξα για την πολιτική τους οραματικότητα, δες περιοδικό Επιθεώρηση Τέχνης, 1963, σελ. 520-524, Βύρων Λεοντάρης, 1966 στο ίδιο περιοδικό απάντηση του Λειβαδίτη και νωρίτερα (1964) άρθρο του Τ. Βουρνά στο τεύχος 109, σελ. 6-12 του ίδιου περιοδικού. Αρκετά όμως αργότερα (1986) η ελληνίστρια λογοτεχνοκριτικός, Σόνια Ιλίνσκαγια στο βιβλίο της, Η Μοίρα μιας Γενιάς - Β' Έκδοση, στο υστερόγραφο (σελ. 159 κ.έξ.) αποκαθιστά τον άστοχο αυτό χαρακτηρισμό για την ποίηση και τους ποιητές εκείνης της περιόδου (1952-1960) μ' έναν πραγματικά διαφωτιστικό επιχειρηματολογικό λόγο.
(11) Δες άρθρο του Αλ. Αργυρίου στο περιοδικό Δια¬βάζω, τεύχος 228, σελ. 44, 1989.
(12) Συμφωνία αρ. 1. σελ. 16, Κέδρος, 1979.
(13) Καντάτα, σελ. 14, Κέδρος, 1979.
(14) Συμφωνία αρ. 1.σελ.24. Κέδρος, 1979.
(15) Νυχτερινός Επισκέπτης, σελ. 88,  Εκδ. Αφων Τολίδη, 1972.
(16) ό.π. σελ. 2.
(17) Εκδρομή στην άλλη γλώσσα, σελ. 83, Γ. Μαρκόπουλος. Ρόπτρον, 1991.
(18) Τα χειρόγραφα του Φθινοπώρου, σελ. 94, Κέδρος, 1990.
(19) Ο A.J.Greimas είναι ένας από τους θεμελιωτές της σημαντικής επιστήμης των σημασιών στο γραπτό λόγο. Περισσότερα στοιχεία για την επιστήμη αυτή και το αντικείμενο της στο βιβλίο “Η Ποιητική Μυθολογία του Τ. Λειβαδίτη”, Απόστολος Μπενάτσης, σελ. 20-42, Επικαιρότητα 1989.
(20) Ανακάλυψη, σελ. 25, Κέδρος, 1978.
(21) ό.π. σελ. 74
(22) ό.π. σελ. 77
(23) ό.π. σελ. 80
(24) Ο Τυφλός με το Λύχνο, σελ. 37, Κέδρος, 1983.
(25) Ανακάλυψη, σελ. 93, Κέδρος, 1978.
(26) ό.π. σελ. 23
(27) ό.π. σελ. 96
(28) Τα Χειρόγραφα του Φθινοπώρου, σελ. 16, Κέδρος, 1990.
(29) ό.π. σελ. 21
(30) ό.π. οελ. 26
(31) ό.π. σελ. 85

Δεν υπάρχουν σχόλια: