Πηγή: 24grammata.com.
Ο άνεμος φυσά
που μας ακούει
Μιλώ
Τον Φεβρουάριο του 1941 ο Γιώργος Σαραντάρης περνά στη σφαίρα του μύθου. Έτσι όπως έλαμψε μες στα ελληνικά γράμματα, ακριβώς όπως στιγμάτισε μοναδικά μια σπουδαία δεκαετία προσφοράς έτσι αναχωρεί απ΄ τα χιονισμένα ελληνοαλβανικά σύνορα. Η φιλολογική Αθήνα θα υποδεχτεί με θλίψη τον χαμό του ποιητή. Σ΄ αντίθεση με τους γόνους των πλέον ευυπόληπτων, αθηναϊκών οικογενειών, ο Σαραντάρης προσφέρει στην πατρίδα ακέραιο τον παλμό του. Αφήνει λίγα ποιήματα και το θάμπος των ποιημάτων του και αναχωρεί γι΄ άλλους πλανήτες.
Ετούτο τον κόσμο τον θρέφει η πλάνη και τ΄ όραμα. Γι΄ αυτόν τον κόσμο, για τα οράματα αυτά τραγουδά ο Σαραντάρης. Τέτοια σήμανση κρατά ως τις μέρες μας η ποίησή του, μετέωρη και αδάμαστη, στιχουργική του κόσμου και του ρυθμού του. Η απουσία του δεν θα σβήσει τα σημάδια της δημιουργίας του. Στο ίδιο εκείνο φως που ο ποιητής αφιέρωσε τη ζωή του, στις ίδιες εκείνες κλίμακες που τραγουδιέται το πάθος αυτού του κόσμου ορκίστηκαν πίστη οι νεότεροι ποιητές.
Ο Σαραντάρης συνιστά μια ατέλειωτη δεξαμενή ύφους και ορίζοντα και με αυτή του την ιδιότητα αναγεννιέται ως φοίνικας μες στις ανθολογίες και τα συγγράμματα. Η καθ΄ ημέραν θρησκεία του ποιητή δεν είναι άλλο απ΄ αυτόν τον κόσμο. Άνθρωπος των συνόρων, παράφρων από τον έρωτά του για τη ζωή ο σπουδαίος ποιητής μεταθέτει την τέχνη του σ΄ άλλα πεδία. Αρθρώνει εκείνο το είδος του λόγου που μπορεί κάποτε να γίνει η αυθεντικότερη ζωγραφιά μας, μια αποτύπωση όλων εκείνων των πραγμάτων που οι αισθήσεις μας δεν μπορούν και δεν θα συλλάβουν ποτέ. Ο Γιώργος Σαραντάρης συνιστά μια φωνή πνευματική ανάμεσα στα σπίτια και τις τετράγωνες ζωές μας. Εισάγει πρώτος πριν από χρόνια μια συνήθεια καινούρια και αδοκίμαστη. Στόχευσή του τα σύννεφα, τ΄ άπιαστο, όλα τα φαινόμενο που μπορούν και γίνονται κάποτε οικουμενικά. Η ουσία της ποίησής του ψυχική, εκείνος και οι στίχοι του και ο κόσμος ένα αδιαίρετο σύνολο, ολότελα απερίσπαστο. Ο Γιώργος Σαραντάρης υπήρξε φιλόσοφος, ποιητής, άνθρωπος των γραμμάτων και της προσφοράς. Ήταν ακόμη ζωγράφος, κάποιος που στοχάστηκε αισθαντικά και αισθάνθηκε στοχαστικά. Η ποίησή του είναι μια υπόθεση του μέλλοντος. Ο ίδιος μια χορδή που πάλλεται από ζωή, η ομορφιά του σ΄ αντίθεση με τον θάνατο, λάβαρο της επίγειας χάρης που μας δόθηκε. Ο Λιγνάδης γράφει για το έργο του θεατρικού συγγραφέα Μανιώτη πως το τελευταίο μπορεί και αποπνέει την υγεία ενός μύθου που γεωμετρεί την ύπαρξη και την ελληνικότητα.
Παραφράζοντας τούτα τα λόγια θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε απόψε, πως ο Γ. Σαραντάρης γεωμετρεί με τα ποιήματα και την καρδιά του τη μυστική αγάπη αυτού του κόσμου. Τα ποιήματά του αφορούν τόπους ως μόνιμες δυνατότητες της περιπλάνησης. Μια ολόκληρη, τρυφερή στιγμή, σαν τους μουσικούς χρόνους. Έκφραση βαθιά και ανθρώπινη. Υπαινιγμός της καθαρότητας του πνεύματος όταν καίγεται μες στο μεγαλείο ενός κόσμου απαλλαγμένου απ΄ το χρόνο, παρανάλωμα του πάθους και του ονείρου.
Κάπως έτσι, η Αρσινόη σηκώνεται απ΄ τα ποιήματα, αγνή όσο τίποτε, διαγράφει μια τροχιά ανθρώπινη. Όλα χωρούν στην καρδιά της Αρσινόης. Φίδια, διαβάτες, η μέρα και η νύχτα με τις θαμμένες της λάμπες, τα τραγούδια και ο ξαφνικός άνεμος. Τέτοιος θάνατος, λέει η Αρσινόη κάνει ομορφότερη τη ζωή μας, της προσδίδει τον αδιαφιλονίκητο παλμό ενός πάθους που μαίνεται. Ως να χαθεί ετούτο το φως, η Αρσινόη, κουβαλώντας γενιές, ναούς και περιστύλια ανάβει τον ήλιο μες στο μικρό της τρομαγμένο δωμάτιο. Η μέρα Αρσινόη θα πέσει για ύπνο, μαζί με τα σπασμένα σου αρχιτεκτονήματα που τίποτε δεν αξίζουν εμπρός στο τελευταίο τραγούδι πριν φύγεις.
Θυμήσου, η δική μου Αρσινόη έζησε μόνο για μια στιγμή πίσω απ΄ την πόρτα που είχαμε παιδιά, που άνοιξε και μας κοίμισε για πάντα.
Τ΄ όνειρό της που τέλειωσε εδώ και χιλιάδες φεγγάρια, τ΄ όνειρό της που ο Σαραντάρης διαλέγει για να ζήσει το τέλος του. Να το ζήσει με την ταπείνωση ενός ιδιάζοντος χριστιανού προτού όλα ξαναγεννηθούν πρωτόβγαλτα, με τη χάρη και την δόξα του δημιουργικού έργου. Στ΄ όνειρο της μεταμόρφωσής του ο ποιητής ανακτά τις αναρίθμητες μορφές της φαντασίας του, βιώνει ολόψυχα όλες τις εκδοχές του εαυτού του, όλα τα φύλλα του συντρίβονται. Ολόκληροι με την εμπειρία της ύπαρξής τους ο Σαραντάρης, η Μάρθα, η Αρσινόη, όλοι τους δοκιμάζουν το θάνατο, γυρνώντας τους καθρέφτες μέσα τους.
Το ζώο της ζωής μας φέγγει εκεί που αρδεύει ο Σαραντάρης το λυρισμό του. Είναι θεσμός πια παρόμοια σημειώματα να φέρουν μια ξεκάθαρη αναφορά στον πλούτο που η φιλολογία κόμισε στον τρόπο που εννοούμε τα ποιήματα. Ωστόσο, υπάρχει ένας άλλος πυλώνας, μια άλλη τάξη αισθημάτων που προικίζουν τις επιλογές μας με πνοή, με συνέπεια και ένταση. Ένας πυλώνας που υπέμεινε στωικά τα λάβαρα τόσων και τόσων σχολών, τ΄ απόνερα τόσων ρευμάτων. Μια τέτοια αναλογία συνιστά τον μόνο οδηγό για την ποίηση του Σαραντάρη, όταν διαβάζεται μα και όταν γίνεται τραγούδι. Έτσι ζωγραφική, βαθυστόχαστη συγκρατημένη στον άλλο μα και στη ζωή, η ποίηση του Γιώργου Σαραντάρη διατρέχει μισό αιώνα εφηβείας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου