Ώρα γλυκιά προβάλλει,
τη φύση στεφανώνει πέρα ως πέρα,
η μουσκιά χύνει μόσκους στον αγέρα
σαν την καρδιά που απ’ τον πόνο πάλλει…
Μαγνάδια χύνουν του ήλιου οι αχτίδες
από τα ύψη τ’ ουρανού κι από τα βάθη ˙
λιοπύρια, φλόγες και δροσιάς ρανίδες
λες και σκορπιούνται απ’ της Υέκκας το καλάθι.
Ίσκιοι κρυφοί μες στ’ απόσκια δάση
απλώνονται στ’ αυλάκι το δροσάτο…
Ροβόλα, βοσκοπούλα, παρακάτω
η φλόγα της αγάπης να σε πιάσει –
σαν το αρνί, τ’ αθώο, το μικρό
που στη στιγμής π’ αξέγνοιαστο περνάει
από κοντά στ’ αγκάθι το πικρό
ραφές-ραφές τ’ αγκάθι το μαδάει…
Αξέγνοιαστο κι αταίριαστο πουλί
φωλιά γυρεύει για να πιάσει ταίρι,
ρουμάνια, δάση παίρνει, άγρια μέρη,
όπου αγάπη να ‘βρει ντροπαλή.
Σαν βρίσκει τη και παίρνει τη στο πλάι,
ύστερις από τα γλυκολαλήματα,
νέα ζωή παλιά ζωή χαλάει
η αγάπη με χαρές και με φιλήματα…
Σώπα, καρδιά, και σβήσε τη μαυρίλα!
σιώπα κι άνοιξ’ ορθάνοιχτα τα φύλλα
από τον πόνο, πόνο θα βρεις, στο ‘πα ˙
Σώπα, καρδιά μου! σώπα!... σώπα!
Σημ. Υέκκα πρέπει να είναι η Πανδώρα των Γιαπωνέζων.
-------------------------------------------------
η οποία ανάρτηση στο Νουμά ήταν φάρσα (βλέπε σχόλια και εδώ: Από το blog του Νίκου Σαραντάκου )
3 σχόλια:
Αγαπητέ Γιώργο, το ποίημα αυτό είναι φάρσα, το ξέρεις φαντάζομαι.
κε Σαραντάκο, αν και ψάχνοντας στο google δε βρήκα τίποτα για τον Syer-Yoko ομολογώ ότι το μαθαίνω από σας. Σας ευχαριστώ πολύ!
Δες όλη την ιστορία εδώ:
http://sarantakos.wordpress.com/2011/02/15/syer-yoko/
Δημοσίευση σχολίου