17 Νοεμβρίου 2016

Εδώ Πολυτεχνείο; [Απόστολος Θηβαίος]



Ξεκίνησε τη μέρα του κάπως κακόκεφος. Ο καφές ήταν πικρός, σκέτη στάχτη. Και αυτό το πρωινό, με τον ήλιο που όλο διστάζει μες στην καρδιά του φθινοπώρου. Έχει μπροστά του ολόκληρο ταξίδι. Με υπόγειους, λεωφορεία από κατάμεστες αφετηρίες, επιπλήξεις, τρυφερά φλερτ στο τηλέφωνο, ένα ραντεβού που ξανά θα τ΄ αμελήσει. Είναι τόσα πολλά ίδια πράγματα αυτή η μέρα που ξεκίνησε, ώστε η διάθεσή του γίνεται ολοένα και χειρότερη. Φταίει εκείνο τ΄ όνειρο που τον κράτησε όλη τη νύχτα ξύπνιο. Στάθηκε μπροστά από την είσοδο του Πολυτεχνείου. Επιθεώρησε διακριτικά τα κιγκλιδώματα, χαμογέλασε στους νεαρούς που μελετούσαν απερίσπαστοι στα σκαλιά της παλιάς σχολής. Όλα ήταν στη θέση τους. Ούτε τανκς, ούτε ένστολοι και σημάδια αίμα στο πεζοδρόμιο. Ένα παλιό ραδιόφωνο πεταμένο λίγο πιο πέρα τον τάραξε. Λες, όλα αυτά τα σήματα στ΄ όνειρό του να υπήρξαν στ΄ αλήθεια; Ο πλανόδιος που φόρτωσε τα παλιά σίδερα ήρθε σαν ανακούφιση στην αγωνία του. Το ραδιόφωνο πήρε το δρόμο του. Θα προστεθεί στα σκουπίδια του αιώνα και τέλος. Μια ομάδα απεργών του τεχνικού κλάδου πέρασαν την Πατησίων και χάθηκαν. Τα συνθήματά τους δονούσαν τον αέρα για μια στιγμή και τον έκαναν να νιώσει άβολα. Όμως όλα μες στην πόλη πνίγονται στους θορύβους και τη μικροπρέπεια. Κάπως του ΄φτιαξε το κέφι αυτή η σκέψη του. Η επιθεώρηση είναι επιθεώρηση, αποφάσισε και ανηφόρισε τον ευρύχωρο πεζόδρομο στα ύφαλα της σχολής. Στην πάνω γωνία ταράχτηκε ξανά. Ένα κλιμάκιο της τροχαίας Αθηνών ασκούσε διαρκώς ελέγχους στα δίτροχα. Άδεια, δίπλωμα, ασφάλεια. Τώρα πια δεν ζητούν φρονήματα. Τέτοια πράγματα τα διαβάζουν στα ρούχα, το φέρσιμο, το μήκος της γενειάδας. Η χριστιανική Ελλάς χάνει στην αποτελεσματικότητα μα κερδίζει διαρκώς σε μεγαλείο και μήκος. Ένας απ΄ εκείνους τους αγαθοδαίμονες που περιδιαβαίνουν την πόλη είχε πέσει στα χέρια των ανδρών της ασφαλείας. Μ΄ αυτή ήταν αυτούσια μια σκηνή βγαλμένη απ΄ τ΄ όνειρό του, σκέφτηκε και το ‘βαλε στα πόδια. Οι ένστολοι τον υποπτεύθηκαν, οχήματα και πεζοί άνδρες τον κύκλωσαν και εκεί στην οδό Πατησίων, ενώπιον των νεαρών σπουδαστών συνελήφθη. Του χρεώθηκε αντίσταση κατά της αρχής. Η ποινή του επρόκειτο να μεγαλώσει. Όμως δικό του μέλημα, ακόμη και σ΄ αυτήν την κατάσταση υπήρξε εκείνο τ΄ όνειρο, αυτή η μικρή δυστυχία που στοίχειωσε τη νύχτα του. Τον κρατούν στην άκρη του δρόμου. Κάθε τόσο τον ρωτούν για την καταγωγή του, του προσφέρουν τσιγάρο, εκείνος αρνείται. Μοιάζουν με πίνακα του Τριανταφυλλίδη από μια Αθήνα κάπως παλιά και νεοκλασική, έτσι όπως κρατιούνται κοντά .Τα ογκώδη τρόλεϊ που όσο ζω θα τ΄ αγαπώ εξαιτίας μιας Κατερίνας, περνούν αργά, περήφανα. Φέρουν μικρές πλαστικές σημαίες στους καθρέφτες και τον προορισμό τους. Το όχημα υπ΄ αριθμό 14 σταθμεύει κάπως περισσότερο απ΄ τ΄ άλλα οχήματα. Εκεί λένε γράφτηκε ένα κομμάτι της νεοελληνικής προσφυγικής ιστορίας. Ένας κύριος, κοντά στα τριάντα, βαλμένος ανυπόφορα ανάμεσα στο αγελαίο πλήθος ρώτησε γεμάτος αγωνία. Εδώ Πολυτεχνείο, εδώ Πολυτεχνείο; Οι άλλοι, θες από ντροπή για τον πανικό του που κάθε άλλο παρά ταίριαζε στο φύλο του, θες από αδυναμία να χρησιμοποιούν τους υπερσυντέλικους χρόνους παρέμειναν σιωπηλοί. Ο συλληφθείς που ως τότε περίμενε στωικά τη μοίρα του θέλησε να του φωνάξει, να του πει πως ναι, εδώ βρίσκεται το Πολυτεχνείο. Ορίστε, όσα με βασάνισαν ήταν όλα ψέματα. Θα πληρώσω τούτη την ευτυχία με την ελευθερία μου, όμως είναι μια παρηγοριά να γνωρίζεις πως από σένα κανείς δεν περιμένει τίποτε.

Αποχαιρέτησε την πόλη, μαζί μ΄ άλλους μεταφέρονται στο μεταγωγών. Όσο μερημεριάζει φοβάται πως τ΄ όνειρο ίσως και να ‘ταν αληθινό. Ίσως μες σ΄ αυτόν τον μικρό, τον μέγα κόσμο που πάλι απ΄ το τίποτε αναδύθηκε αυτές τις μέρες, να μπορεί να γεννήσει η ιστορία τους μύθους της, ν΄ απαιτήσει από εμάς εκείνον τον ειδικό φόρο…

Η απόσταση της σημερινής Ελλάδος απ΄ τα γεγονότα του 1974 μοιάζει ιλιγγιώδης. Ίσως η επικαιρότητα που θέλει μια συμφωνία για την επίλυση του κυπριακού ζητήματος και η πολωμένη, πολιτική ζωή να επιβάλλουν τις επετείους. Η αμηχανία μας περιβάλλει όλες τις πτυχές και τα γεγονότα εκείνου του ταραγμένου Νοέμβρη. Όσοι αγωνίστηκαν τη νύχτα της 17ης Νοεμβρίου φαντάζουν εκπρόσωποι ενός παρωχημένου καιρού. Η μεταπολίτευση σφράγισε με την πληθωρικότητά της ολόκληρη τη χώρα. Η πόλη γέμισε μνημεία, αφού άλλον τρόπο δεν βρήκαμε για να φρεσκάρουμε το θυμικό μας. Η εποχή μας είναι εξαντλητική και στο χρηματιστήριο της μνήμης η αναμνηστική αξία ανήκει στις λεγόμενες δευτερεύουσες αγορές. Δεν είναι λίγοι όσοι ανακυκλώνουν σήμερα ακόμη και το ανεδαφικό εκείνο σενάριο μιας σκηνοθετημένης εξέγερσης, δίχως νεκρούς και θύματα. Ίδια προσβολή με εκείνο τον ντροπιαστικό όρο του αγνοούμενου, μόνο και μόνο για να μην πιστωθούν οι θάνατοι. Οι μητέρες των θυμάτων εκείνης της νύχτας γνωρίζουν την απάντηση και ζουν με την οδύνη της κάθε μέρα, ακόμη και όταν αυτός ο Νοέμβρης έχει γίνει πια παρελθόν. Η απάντηση σ΄ αυτή τη μερίδα της κοινής γνώμης απαιτεί και προϋποθέτει πρωτίστως την ανεκτικότητα. Περιλαμβάνει ίσως και ένα σύντομο σενάριο του ενδεχομένου μια τέτοια εξέγερση να συνέβη τελικά στ΄ αλήθεια. Τι να ‘ναι εκείνο άραγε που συγκλονίζει σε μια τέτοια περίπτωση; Ποιες θεωρίες θα καταρρίπτονταν, ποιες ιδεολογίες θα κλονίζονταν, ποια ήθη και ποια μνήμη, ποια συνείδηση θα μπορούσε να υποβιβάσει τη σημασία μιας τέτοιας ύστατης πράξης; Το μέτρο θα ήταν ανυπέρβλητο και παρόμοια ζητήματα μας δυσκολεύουν ως λαό. Αν το τεθωρακισμένο άρμα είχε τελικά εισβάλει στην σχολή, αν το πλήθος που κατακτούσε ξανά την ελευθερία για λογαριασμό μιας ολόκληρης χώρας είχε συντρίψει τα όνειρα ενός παιδιού, τότε θα έπρεπε κάποιοι από εμάς να θέσουμε απέναντί μας ένα πρότυπο σχεδόν άπιαστο για τις δικές μας περιπτώσεις. Φαίνεται πως ίσως δεν μοιάζουμε με τα παιδιά της παλιάς Αλεξάνδρειας που δεν έχασαν ποτέ τη συναίσθηση της μετριότητάς τους.

Σκέφτομαι πως σε εποχές διάλυσης όλα φθείρονται κάπως ταχύτερα. Ανάλογο τέλος θα ‘χει και η ιστορία του Πολυτεχνείου. Η υποκειμενικότητα θα υποκαταστήσει την ιστορία, θα την αλλοιώσει, επιλεκτικά θα καταστρατηγήσει τις διδασκαλίες της. Η αυριανή επέτειος μοιάζει πια να έχει χάσει τον παλμό της. Η ιστορία της μεταπολίτευσης έτσι όπως γράφτηκε στην Ελλάδα δεν δικαιώνει τίποτε και κανέναν. Οι φωτεινές εξαιρέσεις απλώς επιβεβαιώνουν τον κανόνα. Η καθημερινότητά μας χαρακτηρίζεται έντονα απ΄ την ασυνέχεια της εσωτερικής μας ζωής, τη διακοπή κάθε επαφής με την έννοια της παράδοσης, τις ποικίλες εκλογές και προτιμήσεις της μνήμης μας, κάθε φορά μ΄ αφορμή κάποια άλλη συγκίνηση. Η εξέγερση του Πολυτεχνείου το 1974 ως επέτειος της νεοελληνικής κοινωνίας, σήμερα, τέσσερις και πλέον δεκαετίες κληροδοτεί ένα μερίδιο μνήμης στις επερχόμενες γενιές. Κάθε συσχετισμός και εκτίμηση για την έκβαση εκείνης της επανάστασης μοιάζει άκαιρος. Η Ελλάδα του σήμερα δεν χρειάζεται ενόχους. Απαιτεί μυθολογίες, σύμβολα, ιδέες κάπως ψηλότερες από εμάς και τις αξίες μας. Η εξέγερση του ΄74 ανασύρει μια άλλη Ελλάδα, μετεμφυλιακή, μα σθεναρή με μια υγιή νέα γενιά που όχι μόνο δεν έφυγε από τη χώρα μα παρέμεινε στο προσκήνιο, επιφέροντας με την ωρίμανσή της τις ιστορικές αλλαγές. Ο πολιτικός φανατισμός που διέπει την κοινωνική μας ζωή θα ευτελίσει ακόμη και τέτοιες μνήμες. Εμείς ωστόσο σιωπηρά, τιμούμε τη μνήμη όπως αρμόζει στους ήρωες και αναρωτιόμαστε πόσο μικροί άραγε θα φαινόμαστε αν συνειδητά αποδεχόμασταν πως η δική μας κοινωνία κάποτε επιστράτευσε το ίδιο το σώμα της ως λειτουργία και λειτούργημα, ψηλώνοντας μαζί με όλες τις τάξεις της.

Απόστολος Θηβαίος
16.11.2016

Δεν υπάρχουν σχόλια: