Αν θεωρήσουμε, και δικαιολογημένα, πως η Ακρόπολη τής Αθήνας και ο αρχαιολογικός χώρος στο ακρωτήρι τού Σουνίου είναι οι δύο σημαντικότεροι αρχαιολογικοί χώροι τής Αττικής, τότε μια επίσκεψη σε αυτόν του Ραμνούντα, στη βορειοανατολική αττική, λαμβανομένου υπόψη και του τοπίου, θα μπορούσε να σε πείσει ότι κατέχει την τρίτη θέση.
Βρίσκεται βόρεια, βορειοανατολικά τού Μαραθώνα, περί τα 5 χλμ. από το Κάτω Σούλι, στη νότια πλευρά, προς τη θάλασσα, καταπράσινου λόφου, με μαγευτική θέα προς το νότιο ευβοϊκό κόλπο, που καταλήγει σε απόκρημνες ακτές.
Οι φωτογραφίες τού γράφοντα (στο παρόν μέρος τού φωτογραφικού αφιερώματος - εδώ όλο το φωτογραφικό αφιέρωμα σε μορφή pdf), τής 15.06.2019, ενώ το κείμενο με το ιστορικό και την περιγραφή τού χώρου, που ακολουθεί, από το odysseus.culture.gr, της αρχαιολόγου Μαρίας Οικονομάκου.
Ιστορικό
Στην κοιλάδα του Λιμικού στο βορειοανατολικό άκρο της Αττικής δίπλα από τον Ευβοϊκό κόλπο σώζονται τα ερείπια του αρχαίου δήμου του Ραμνούντος που ανήκε στην Αιαντίδα φυλή ενώ αποτελούνταν από πολλούς συνοικισμούς. Στην περιοχή αυτή βρίσκεται το περίφημο ιερό της Νεμέσεως που αποτελεί το σημαντικότερο ιερό της θεότητος στον ελλαδικό χώρο. Η θεά μοιάζει πολύ με την Άρτεμη και ίσως να αντιπροσώπευε μια τοπική της μορφή. Για να την κάνει δική του ο Δίας μεταμορφώθηκε σε κύκνο ενώ εκείνη είχε πάρει τη μορφή χήνας. Μετά την ένωση τους η Νέμεσις γέννησε ένα αυγό το οποίο δόθηκε στη Λήδα η οποία εκκολάπτει μέσα από αυτό την Ωραία Ελένη και τους Διόσκουρους. Το ιερό προς τιμή της Νεμέσεως πρέπει να ιδρύθηκε στις αρχές του 6ου αι. π.Χ. Η ακμή του τοποθετείται στον 4ο και 5ο αι. π.Χ.
Η περιοχή του Ραμνούντα κατοικείται συνεχώς από τη νεολιθική περίοδο. Ο Ραμνούς αναφέρεται από τον γεωγράφο Σκύλακα ως σημαντικό οχυρό. Το ιερό του είχε αποκτήσει μεγάλη φήμη. Ο αρχαϊκός ναός της Νεμέσεως καταστράφηκε από τους Πέρσες κατά την εισβολή του 480/479 π.Χ. όπως και τόσα άλλα κτίσματα της Αττικής. Το άγαλμα της θεότητας το είχε φιλοτεχνήσει ο Φειδίας. Το μάρμαρο είχαν φέρει οι Πέρσες και το προόριζαν για να φτιάξουν τρόπαιο ύστερα από την κατάληψη της Αθήνας. Βέβαια οι Πέρσες δεν κατέλαβαν ποτέ την Αθήνα. Το ιερό της Νέμεσης του Ραμνούντα είχε υποκινήσει τον αθηναϊκό στρατό να πολεμήσει στον Μαραθώνα. Το φρούριο του Ραμνούντα, όπως και αυτό του Σουνίου στη νότια άκτη της Αττικής, πιστεύεται πως κατασκευάστηκε κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου για τον έλεγχο των πλοίων που μετέφεραν σιτηρά προς την Αθήνα.
Το 322 π.Χ. ο ναύαρχος του Μακεδονικού στρατού Κλείτος αποβίβασε στρατό στο Ραμνούντα. Από εκεί τον εκδίωξε ο Φωκίων που κατέλαβε το φρούριο. Το 296 π.Χ. το φρούριο το κατέλαβε ο Δημήτριος ο Πολιορκητής. Στους ελληνιστικούς χρόνους αρχίζει η παρακμή. Ο Πλίνιος αναφέρει ότι επισκέφτηκε το Δήμο του Ραμνούντα στα μέσα του 1ου αι. μ.Χ. Για το ναό του Ραμνούντα ενδιαφέρθηκε και ο Ηρώδης ο Αττικός που ίσως χρηματοδότησε την επισκευή του. Ο τόπος εγκαταλείπεται σταδιακά, αλλά μέχρι τον 4ο αι. μ.Χ. οι ναοί της Νέμεσης εξακολουθούν να διατηρούνται. Στα τέλη του 4ου αι. μ.Χ. τοποθετείται η καταστροφή του αγάλματος της θεάς από τους χριστιανούς.
Οι πρώτες ανασκαφές στο Ραμνούντα έγιναν από τους Dilettanti το 1813 και από τον Δημ. Φίλιο το 1880. Στο διάστημα ανάμεσα στο 1890 και το 1892 διενεργήθηκαν ανασκαφές στο χώρο από τον Β. Στάη κατά τη διάρκεια των οποίων ήρθαν στο φως το ιερό, το φρούριο και πολλοί ταφικοί περίβολοι. Το 1958 πραγματοποιήθηκε μια σύντομη έρευνα από τον Ε. Μαστροκώστα. Από το 1975 ως σήμερα ο αρχαιολογικός χώρος του Ραμνούντα ανασκάπτεται και μελετάται συστηματικά με χρηματοδότηση της Αρχαιολογικής Εταιρείας υπό τη διεύθυνση του Β. Πετράκου.
Περιγραφή
Ο επισκέπτης βλέπει τα ερείπια του αρχαίου δήμου του Ραμνούντος. Σώζεται το φρούριο με το τείχος που περιβάλλει τον οικισμό, μικρά ιερά, το θέατρο και το γυμνάσιο της πόλης.
Ο χώρος του ιερού διαμορφώθηκε με την κατασκευή ισχυρών ισοδομικών αναλημματικών τοίχων στα βόρεια και τα ανατολικά για τη στήριξη των χωμάτων. Εκεί κτίστηκε στις αρχές του 6ου αι. π.Χ. ένας μικρός ναός που δε σώζεται σήμερα αλλά η ύπαρξη του διαπιστώθηκε από τις λακωνικές κεραμίδες της στέγης που έχουν διασωθεί. Ο μικρός ναός ξανακτίστηκε στις αρχές του 5ου αιώνα π.Χ. με πολυγωνική τοιχοδομία και έχει διαστάσεις 10 Χ 6μ. Αξιόλογα αγάλματα βρέθηκαν στο εσωτερικό του. Σήμερα είναι ορατά τα ερείπια του.
Στον ίδιο χώρο άρχισε να οικοδομείται και ο πώρινος δωρικός ναός που καταστράφηκε από τους Πέρσες το 480 π.Χ. Νέος μεγαλύτερος ναός κτίστηκε μετά τα μέσα του 5ου αιώνα π.Χ., βόρεια του προηγούμενου και πολύ κοντά σε αυτόν. Είναι δωρικός περίπτερος με 6 κίονες στις στενές και 12 κίονες στις μακρές πλευρές. Αποτελείται από πρόναο και οπισθόδομο με δύο κίονες ανάμεσα σε παραστάδες και έχει διαστάσεις 21,40 x 10,05μ. Στις μέρες μας δε σώζονται παρά μόνο ερείπια του ναού αυτού. Στο εσωτερικό του ναού φυλασσόταν το περίφημο άγαλμα της θεάς , έργο του μαθητή του Φειδία Αγοράκριτου. Το άγαλμα ήταν κατασκευασμένο από παριανό μάρμαρο ενώ η βάση του που έφερε ανάγλυφη διακόσμηση από μάρμαρο του Διονύσου. Η βάση αυτή έχει αποκατασταθεί από μία πληθώρα θραυσμάτων που βρέθηκαν διασκορπισμένα. Απεικονίζει την παρουσίαση της Ελένης στην μητέρα της Νέμεση από τη Λήδα και χρονολογείται περί το 420 π.Χ. Ανατολικά του ναού σώζονται τα θεμέλια του βωμού, διαστάσεων 3,25 x 7,80μ. Μία στοά κατά μήκος της βόρεια πλευράς του τεμένους και μία μικρή κρήνη μπροστά της συμπληρώνουν το χώρο.
Και τα δύο πρώιμα κτίσματα των ναών που περιγράφτηκαν, προϋπήρχαν του ανδήρου, αλλά είχαν ήδη καταστραφεί όταν αυτό κτίστηκε τον 5ο αιώνα π.Χ.
Το φρούριο που περιβάλλει τον οικισμό αποτελείται από έναν εξωτερικό περίβολο μήκους 800 μ. και ένα μικρότερο εσωτερικό, που περικλείει την κορυφή του λόφου. Η κύρια είσοδος του εξωτερικού περιβόλου βρίσκεται στα νότια και προστατεύεται από ορθογώνιους πύργους εκατέρωθεν της πύλης. Ορθογώνιοι πύργοι έχουν κατασκευαστεί και σε άλλα σημεία του τείχους. Στο εσωτερικό του περιβόλου έχουν βρεθεί ιδιωτικά και δημόσια κτήρια. Ανάμεσα τους ξεχωρίζουν το θέατρο και το γυμνάσιο. Στον ίδιο χώρο βρίσκεται και η αγορά του δήμου. Στην κορυφή του λόφου - εντός του εσωτερικού οχυρωματικού περιβόλου - υπήρχαν οι στρατιωτικές εγκαταστάσεις. Δύο μικρά λιμάνια στην παραλία κάτω από το φρούριο - το ανατολικό και το δυτικό - χρησίμευαν για τα πλοία που ήλεγχαν το πέρασμα του Ευβοϊκού.
Οι ανασκαφές έφεραν στο φως και τμήμα της αρχαίας οδού που οδηγούσε στο δήμο του Ραμνούντα, περνούσε μπροστά από το ιερό της Νεμέσεως και κατέληγε στο φρούριο. Κατά μήκος της οδού βρέθηκαν και πολλοί πολυτελείς ταφικοί περίβολοι των κλασικών χρόνων, που έφεραν αξιόλογα επιτύμβια ανάγλυφα, ναΐσκους και στήλες. Αρκετοί από τους περιβόλους αυτούς έχουν αναστηλωθεί.
--------------------------
Οι πρώτοι ταφικοί περίβολοι, αμέσως μετά την είσοδο στον αρχαιολογικό χώρο.
Οι ναοί της Νέμεσης και Θέμιδας. Αριστερά ο παλαιότερος, δεξιά ο νεότερος.
Ο παλαιότερος ναός τής Νέμεσης και Θέμιδας.
Ο νεότερος ναός τής Νέμεσης και Θέμιδας.
Αρχαία κρήνη. Βρίσκεται δίπλα στο χώρο των ναών Νέμεσης και Θέμιδας.
Ταφικοί περίβολοι, αμέσως μετά το χώρο των ναών Νέμεσης και Θέμιδας , στο δρόμο προς την αρχαία πόλη τού Ραμνούντα.
Οι πρώτες εικόνες τής αρχαίας πόλης τού Ραμνούντα από το δρόμο προς αυτήν.
Μετά από διαδρομή μήκους 1.000 περίπου μ. , από την είσοδό μας στον αρχαιολογικό χώρο, συναντάμε το νότιο αμυντικό τείχος και την κύρια είσοδο / πύλη στην αρχαία πόλη τού Ραμνούντα.
Περνώντας τη νότια είσοδο / πύλη, διακρίνεται μια κύρια λεωφόρος. Αριστερά υπάρχουν οχυρωματικές εγκαταστάσεις και ένα κυκλικό κτίσμα.
Κατόπιν του κυκλικού κτίσματος, βρίσκεται ο χώρος τού γυμνασίου και των εγκαταστάσεών του (στο ανατολικό του άκρο).
Στη συνέχεια ο χώρος τού Θεάτρου.
Οι επόμενες φωτογραφίες από το δεξί, το ανατολικό μέρος τού αρχαιολογικού χώρου, όπως εισέρχεται ο επισκέπτης από την κύρια, τη νότια είσοδο / πύλη, όπου βρισκόντουσαν οι κατοικίες, τα εργαστήρια και οι εμπορικοί χώροι τής αρχαίας πόλης.
Στο βορειότερο μέρος τής αρχαίας πόλης βρισκόταν η ακρόπολή της και μια μικρή πύλη που βλέπει στο χώρο που εκβάλει ρέμα, δίπλα στο οποίο σήμερα βρίσκεται μικρός ναός της Αγίας Μαρίνας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου