“Hope” is the thing with feathers –
That perches in the soul –
And sings the tune without the words –
And never stops – at all –
And sweetest – in the Gale – is heard –
And sore must be the storm –
That could abash the little Bird
That kept so many warm –
I’ve heard it in the chillest land –
And on the strangest Sea –
Yet – never – in Extremity,
It asked a crumb – of Me.
Το φτερωτό η «Ελπίδα» είναι πλάσμα –
Που στην ψυχή κουρνιάζει –
Και χωρίς λέξεις τραγουδά –
Χωρίς να σταματά – καθόλου –
Και πολύ – μες στη Θύελλα – ακούγεται γλυκά –
Κι ‘ναι η επώδυνη καταιγίδα όταν σφοδρή –
Να μαραζώσει το μικρό Πουλί μπορεί
Που τόσους και τόσους ζεστούς κρατά
Στους πιο παγωμένους το ‘χω ακούσει τόπους –
Και στα πιο άγρια Νερά –
Όμως – ποτέ! – και στις Εσχατιές ακόμα,
Ένα ζήτησε ψίχουλο – από Με.
Πηγή Πρωτότυπου: Emily Dickinson - The Complete Poems - No 254.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου