ΤΑ ΣΤΕΡΝΑ ΤΟΥ ΛΙΟΝΤΑ
...Και βέβαια, το χωράφι που πουλούσανε τ' απογόνια του ήτανε ποτιζάμενο.
Απ' τον ίδρω του όμως, όχι απ' το θεό.
Ο θεός τους είχε ξεχασμένους, παραδομένους σε τούτο τον ξερότοπο.
Κι όμως, έμειναν από μια ακαθόριστη αγάπη και πίστη για το χώμα τους, τούς έζωνε θα 'λεγες ένα ανίκητο πείσμα, μια αθεράπευτη τρέλα να ριζώσουν.
Έτσι πάλεψε, σα Λιόντας ο γέροντας στα χρόνια του, έκαμε παιδιά, πρόφτασε κι αγγόνια, κι όταν ήρθε η ώρα, τούς μάζωξε όλους ένα γύρω στη μικρή του κάμαρη.
"Ακούτε ωρέ, εμένα οι μέρες μου σώθηκαν. Αυτή η γης είναι ότι έχω και δεν έχω.
Την πότισα σπιθαμή προς σπιθαμή με το αίμα μου, την πόθησα σα γυναίκα για να μ' αφήσει να την καρπίσω.
Τώρα είναι δικιά σας. Αγαπήστε τη σα τα παιδιά σας. Δώστε της το αίμα σας για να σας ζήσει. Άλλο θεό δεν ξέρω, ούτε και θέλω να μάθω.
Μα αν τύχει κι απιστήσετε η γης θα το νιώσει, και κάλιο να φεύγετε προτού δείτε τα νύχια της.
Παγαίνετε τώρα, κι ό,τι ειπώθηκε χώμα κι αίμα."
Πηγή: drasivrilissia.gr.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου