16 Νοεμβρίου 2020

Δύο ποιήματα του John Keats σε μετ. ΦΚ.

Bright Star, Would I Were Steadfast as Thou Art (1819)

Bright star, would I were steadfast as thou art-- 
    Not in lone splendour hung aloft the night
And watching, with eternal lids apart,
    Like nature's patient, sleepless Eremite,
The moving waters at their priestlike task
    Of pure ablution round earth's human shores,
Or gazing on the new soft-fallen mask
    Of snow upon the mountains and the moors--
No--yet still steadfast, still unchangeable,
    Pillow'd upon my fair love's ripening breast,
To feel for ever its soft fall and swell,
    Awake for ever in a sweet unrest,
Still, still to hear her tender-taken breath,
And so live ever--or else swoon to death. 

Άστρο λαμπρό, να ‘μουν ακλόνητος όπως εσύ

Άστρο λαμπρό, να ‘μουν ακλόνητος όπως εσύ –
Όχι με τη μοναχική τη λάμψη ψηλά πάνω απ’ τη νύχτα κρεμασμένος,
Ν’ αντίκριζα, με τα αιώνια βλέφαρά μου χωριστά,
Σαν τον ακοίμητο κι ασθενικό στη φύση του Ερημίτη,
Μετακινούμενα νερά στο ιεροπρεπές τους έργο
Της νήψης της αμόλευτης γύρω απ’ του κόσμου τις ανθρώπινες αχτές,
Ή να ατενίζω την καινούργια προσωπίδα του χιονιού
Να πέφτει απαλά στα όρη και τα χέρσα μέρη –
Όχι – ακόμη ακλόνητος κι ασάλευτος, ακόμη απαράλλαχτος,
Να έχω ακουμπήσει απαλά στης διαλεχτής αγάπης μου
Το ωριμασμένο στήθος,
Να νοιώθω για παντοτινά το μαλακό της πρήξιμο ή το βάρος,
Ξύπνιος για παντοτινά σε μια γλυκιάν ανησυχία,
Ασάλευτος, να ακούω την τρυφερή ανάσα της,
Κι έτσι να ζω για πάντα – η αλλιώς λιπόθυμος μέχρι θανάτου.


La Belle Dame sans Merci : A Ballad (1819)

O what can ail thee, knight-at-arms,
       Alone and palely loitering?
The sedge has withered from the lake,
       And no birds sing.

O what can ail thee, knight-at-arms,
       So haggard and so woe-begone?
The squirrel’s granary is full,
       And the harvest’s done.

I see a lily on thy brow,
       With anguish moist and fever-dew,
And on thy cheeks a fading rose
       Fast withereth too.

I met a lady in the meads,
       Full beautiful—a faery’s child,
Her hair was long, her foot was light,
       And her eyes were wild.

I made a garland for her head,
       And bracelets too, and fragrant zone;
She looked at me as she did love,
       And made sweet moan

I set her on my pacing steed,
       And nothing else saw all day long,
For sidelong would she bend, and sing
       A faery’s song.

She found me roots of relish sweet,
       And honey wild, and manna-dew-
And sure in language strange she said—
       ‘I love thee true’.

She took me to her Elfin grot,
       And there she wept and sighed full sore,
And there I shut her wild wild eyes
       With kisses four.

And there she lulled me asleep,
       And there I dreamed—Ah! woe betide! —
The latest dream I ever dreamt
       On the cold hill side.

I saw pale kings and princes too,
       Pale warriors, death-pale were they all;
They cried— « La Belle Dame sans Merci
       Thee hath in thrall!’

I saw their starved lips in the gloam,
       With horrid warning gaped wide,
And I awoke and found me here,
       On the cold hill’s side.

And this is why I sojourn here,
       Alone and palely loitering,
Though the sedge is withered from the lake,
       And no birds sing.

Η Ανελέητη Καλλονή : Μια μπαλάντα

Ω τι μπορεί να κάνει έναν αρματωμένο ιππότη,
Χλωμός και μοναχός να τριγυρνά;
Το σπαθοχόρταρο απ’ τη λίμνη εμαράθη, 
Και μήτε ένα πουλί εδώ δεν τραγουδά.

Ω τι μπορεί να κάνει εσένα, αρματωμένε ιππότη,
Τόσο αδύναμο και τόσο λυπηρό;
Tου σκίουρου η σιταποθήκη είναι γεμάτη, 
Και η συγκομιδή τέλειωσε από καιρό.

Βλέπω ένα κρίνο στο φρύδι σου, ιππότη,
Με αγωνία υγρή και πυρετό-δροσιά,
Στα μάγουλά σου, ω ναι,  το μαραμένο 
Ρόδο γρήγορα επίσης να ξεφτά.

Γνώρισα μία λαίδη στο λιβάδι,
Πανέμορφη — σαν κόρη ξωτικιά,
Μακριά τής ήταν τα μαλλιά, το πόδι χάδι,
Και είχε άγρια, παράφορη ματιά.

Έφτιαξα μια γιρλάντα για το μέτωπό της,
Και βραχιόλια, και αρωματισμένο ζωστικό.
Με κοίταζε σαν μ’ έκανε δικό της,
Κι άφησε ένα παράπονο γλυκό.

Την έβαλα πάνω στο γοργοπόδαρο άλογό μου,
Και τίποτα άλλο δεν είδα όλη μέρα πια,
Αφού όλη την ώρα όσο πηγαίναμε έγερνε και τραγουδούσε 
Ένα τραγούδι ως νάταν ξωτικιά.

Γλυκόριζες μου βρήκε σπάνια νοστιμιά,
Και μέλι άγριο, και μάννα όλο  δροσιά,
Και βέβαιη σε παράξενη γλώσσα μού είπε – 
«Σε αγαπώ αληθινά».

Με πήρε εκεί στη νεραϊδοσπηλιά της,
Κι έκλαψε τότε κι αναστέναξε γεμάτη πόνο και καημό,
Κι εκεί έκλεισα την τόσο άγρια ματιά της
Με τέσσερα φιλιά, μόνο μ’ αυτό.

Κι εκεί που με νανούριζε, ως κοιμόμουν
Κι εκεί  - Αχ! αλί και τρισαλί! –
Το τελευταίο όνειρο που ονειρεύτηκα ποτέ μου
Απ’ τη μεριά του κρύου λόφου, είδα εκεί.

Χλωμούς ρηγάδες είδα και ρηγόπουλα πολλά,
Χλωμοί πολεμιστές, όλοι τους ήτανε 
Χλωμοί θανατερά. Αυτοί φωνάζαν – 
«Η Ανελέητη Καλλονή σ’ έχει στη σκλαβιά! »

Είδα τα χείλη τους μες στη λάμψη να μου λεν «πεινώ»,
Με μια φρικτή προειδοποιητική φαρδιά αυλακιά,
Και ξύπνησα και με βρήκα εδώ,
Από του κρύου λόφου τη μεριά.

Και παραμένω, να το γιατί, τώρα εδώ, 
Χλωμός και μοναχός να τριγυρνώ,
Όμως το σπαθοχόρταρο στη λίμνη  έχει μαραθεί,
Και μήτε ένα πουλί εδώ δεν τραγουδεί.

---------------------

Ο John Keats (31 Οκτωβρίου 1795 - 23 Φεβρουαρίου 1821) ήταν Άγγλος ρομαντικός λυρικός ποιητής που γεννήθηκε στο Λονδίνο το 1795 και πέθανε στη Ρώμη το 1821. Αφιέρωσε τη σύντομη ζωή του στην τελειοποίηση μιας ποίησης που χαρακτηρίζεται από δυνατές εικόνες και σχήματα λόγου, τη μεγάλη αισθητική έλξη που ασκεί και την προσπάθεια να εκφράσει μια φιλοσοφική στάση μέσα από τους μύθους της κλασικής αρχαιότητας. Πέθανε στα 25 του χρόνια από φυματίωση στη Ρώμη όπου είχε πάει αναζητώντας θεραπεία.
Η ποίηση του Κητς, στις καλύτερες της στιγμές, μεταδίδει μια άμεση, ζωγραφική σχεδόν εντύπωση τού πράγματος ή της κατάστασης που περιγράφει. Αυτό είναι συνέπεια της θεωρίας του για τη χαμαιλεοντική φύση τού ποιητή, ο οποίος ιδιοποιείται τον χαρακτήρα κάθε βιώματος, χωρίς να επιτρέπει στο βαθύτερο του εγώ να επεμβαίνει στη μετάδοση αυτού που αισθάνεται. Η αλληλογραφία του αποκαλύπτει μια εκπληκτικά ώριμη στάση απέναντι στην ζωή και την τέχνη και φανερώνει με ελάχιστες εξαιρέσεις, ένα πρόσωπο αξιαγάπητο, ακριβώς επειδή η ισορροπία που είχε κατορθώσει ήταν το αποτέλεσμα μιας νίκης πάνω στην εσωτερική βιαιότητα τής ιδιοσυγκρασίας του. Η επίδραση πάνω σε άλλους ποιητές ήταν σημαντική τον 19ο αιώνα και συνεχίζεται μέχρι σήμερα.
(το βιογραφικό με βάση το κείμενο της Βικιπαιδεία

Δεν υπάρχουν σχόλια: