13 Ιανουαρίου 2021

Το Ριζόκαστρο [Δημήτρης Γρ. Καμπούρογλου, σε απόδοση στα νέα ελληνικά] - Γ'

Στο εσωτερικό του Ριζόκαστρου — Ο ναός του Αυτοκράτορα Μιχαήλ Ραγκαβά — Η Αθηναία Ειρήνη Σαραντάπηχου Αυτοκρατόρισσα του Βυζαντίου — Ο Αυτοκράτορας Σταυράκιος και η Αθηναία σύζυγός του Θεοφανώ — Οι πέντε γιοι του Αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Ε' εξόριστοι στην Αθήνα — Τα διαμαντικά ενός από τους Παλαιολόγους της Αθήνας — Η ακμή της Αθηναϊκής τέχνης — Η υποτιθέμενη εκκλησία της Θεοφανούς.

Από το δρόμο αυτό του Επιχάρμου, ανεβαίνοντας τα σκαλάκια του Ραγκαβά, μπαίνουμε τώρα στο εσωτερικό του Ριζόκαστρου.
Μόλις ανεβήκαμε τα σκαλάκια αυτά, ένα καλοκάγαθο σπιτάκι μας δείχνει ότι έχει από πίσω του μια στενωπό, λείψανο του παλιού δρομίσκου του Ραγκαβά. Αφήνουμε ότι και στα ύψη μέσω της οδού Πρυτανείου, που φτάνει κάνεις μέσω της οδού Ερεχθέως, παρόδου της Τριπόδων, συναντάμε ένα παραδοξότατο για την πορεία του στενό, το όποιο με διάφορους ελιγμούς και σκαλάκια καταλήγει στον Ραγκαβά, όπου ενώνεται με το στενό, το οποίο τον περισφίγγει.
Ο Άγιος Νικόλαος του Ραγκαβά, ο οποίος εμφανίστηκε τώρα μπρος μας, έχει δυστυχώς ανακαινιστεί, επαυξήθηκε και πασαλείφθηκε. Κάπου κάπου διακρίνει κανείς ίχνη της βυζαντινότητάς του. Κάτι θυρίδες και κάτι πόρτες εντοιχισμένες και κάτι πωρόλιθους, από τους οποίους έφυγε ο σοβάς. Μέχρι  και ο τρούλος, που θα διατηρούσε, όπως συνήθως συμβαίνει με τις παλιές εκκλησίες, πλήρη την παλαιότητά του καλύφθηκε ολόκληρος με τσίγκο. Θα ήταν διάτρητος, φαίνεται, από τίποτε κανονιές, θα έσταζε και ποιος τεχνίτης σημερινός θα τολμούσε ποτέ να συμπληρώσει τρούλο Βυζαντινής τελειότητας; Αιώνες περνούν και τα Βυζαντινά κεραμίδια δεν υποχωρούν στη βία του βοριά ούτε στους κατακλυσμούς του Αθηναϊκού ουρανού. Τα νεώτερα κεραμίδια θέλουν κάθε χρόνο γύρισμα.
Εσωτερικά όλες οι εικόνες του Ραγκαβά είναι άλλες μεν εντελώς νέες και άλλες χρωματισμένες από πάνω. «Ξανακαινούργωμα» λέγεται η περίφημη αυτή τέχνη. Στο Ιερό μέσα κάτι διατηρείται ακόμα από τις παλιές τοιχογραφίες και ιδίως σ’ ένα εσωτερικό παρεκκλήσι.

Ένας κυκλικός λιθόστρωτος δρομίσκος, παραδόξως καθαρός, με πορτάκια ζωηρά χρωματισμένα, περισφίγγει την εκκλησία αυτή.
Πάνω στα τοιχώματά της εμφανίζεται απροσδόκητα μια πινακίδα που αναφέρει: «Οδός Στράβωνος».
Δεν αρνούμαστε ότι για να επισκεφτεί κάποιος το Ριζόκαστρο χρειάζεται και κάποιο γεωγράφο, αλλά πάλι έτσι, με τόσην αυθάδεια, μες στα μάτια μας, να περιφρονεί τις παραδόσεις των αιώνων μια πινακίδα από ντενεκέ; Μη νομίζετε όμως ότι οι γείτονες δεν λάβανε τα μέτρα τους. Τοίχος μπρος, τοίχος δίπλα και στο πάνω του γύρισμα ο δρόμος αλλάζει όνομα: οδός Πρυτανείου λένε οι γείτονες, «Επάνω Πρυτανείου» τον βαφτίζουμε εμείς για να τον διακρίνουμε.
Κανείς δεν τον θέλει τον Στράβωνα!...
Οι αθόρυβα εργαζόμενοι ιστοριοδίφες – δεν βρήκαν ακόμα τον συνδετικό κρίκο της Αυτοκρατορικής οικογένειας των Βυζαντινών Ραγκαβέδων, των Αθηναίων Ραγκαβάδων και των Ραγκαβήδων του Νεοελληνικού Παρνασσού.
Και για να αρχίσουμε από το όνομα, κατά τη γνώμη μας, ο αρχικός και γνήσιος τύπος είναι Ραγκαβάς. Με σκοπό την εξασφάλιση της μέχρι των ημερών μας συνέχειας της αυτής οικογένειας, αναφέρονται μετά τους γιους του Αυτοκράτορα Μιχαήλ Ραγκαβά και άλλοι απόγονοί τους, πολλοί από τους οποίους Καλόγεροι και μερικοί μάλιστα Άγιοι, οι οποίοι όμως πρόφτασαν πριν αγιάσουν και έκαναν παιδιά.
Αλλά τις περιπέτειες της οικογένειας αυτής δεν τις ερεύνησα ακόμα, και ό,τι δεν ερευνώ μόνος μου, το πιστεύω μεν, αλλά δεν τολμώ να το μεταφέρω σε άλλους.

Γνωρίζετε από την ιστορία ότι την Αυτοκρατόρισσα Ειρήνη την Αθηναία, αφού έχασε το σύζυγό της Λέοντα τον Δ’ και απαλλάχτηκε και από τον γιο της Κωνσταντίνο ΣΤ’ τη διαδέχτηκε το έτος 802 ο ξένος ως προς την οικογένεια των Ισαύρων Νικηφόρος• αυτόν δε για κάποιο χρόνο ο γιος του Σταυράκιος σύζυγος της άτυχης Θεοφανούς της Αθηναίας, ανιψιάς της Ειρήνης, η οποία όμως δεν μπόρεσε να παίξει το ρόλο της θείας της από την καλή του όψη, γιατί από την κακή δεν φαίνεται να της ήταν δυνατόν, αν και δυο τετραπέρατοι ευνούχοι θα μπορούσαν να την κάνουν και αυτή θηρίο.
Ο Σταυράκιος είχε αδελφή την Προκοπία, σύζυγος μάλιστα αυτής ήταν ο ωραίος Κουροπαλάτης Μιχαήλ ο Ραγκαβάς. Σ’ αυτόν λοιπόν περιέρχεται ο θρόνος το 811.
Μη λογαριάζετε, αν ο πατέρας του Μιχαήλ ήταν από τους εχθρούς της βασίλισσας Ειρήνης, και αν η Θεοφανώ ήταν ανιψιά της — και οι δυο ίσως από τους Αθηναίους Σαραντάπηχους — Μη λογαριάζετε, αν η Προκοπία ήταν ανδραδέλφη της Θεοφανούς, την οποία το νέο βασιλικό ζεύγος έστειλε σε Μοναστήρι. Οι συγγενικοί δεσμοί δημιουργήθηκαν για να διευκολύνουν μάλλον παρά για να εμποδίζουν τις παρεκτροπές της φιλοδοξίας.
Ίσως είναι δυνατό να υποστηριχθεί ότι το Σαραντάπηχος, όπως και το Ραγκαβάς, παρωνύμια της ίδιας φύσης, ανήκουν σ την αυτή οικογένεια.
Το ότι τα επώνυμα αυτά είναι της ίδιας φύσης, που δημιουργήθηκαν λόγω του ασυνήθιστου ύψους του αναστήματος αυτών που τα έφερναν, αποδεικνύεται από τις αλληγορίες του Ινδού Ζαγανάθα που λέει: «Όταν κολυμπούσε ο Ραγκαβάς, που κατάπινε τα μεγάλα κύματα, οι ελέφαντες που βαστούσαν τη Γη τα έχαναν από τον ήχο των κυμάτων που σηκωνόντουσαν». Και σημειώνει ο παλιός μεταφραστής, ο Αθηναίος Ινδολόγος Δημήτριος Γαλανός: «Ραγκαβάς, μυθωμένον κήτος υπερμέγεθες, το όποιον καταπίνει τα μικρότερα κήτη. Αλληγορικώς αναφέρεται εις μέγαν [υπερμεγέθη] και ηρωϊκόν άνδρα».

Είναι γνωστό πόσο η Αθήνα αντιστάθηκε στην κατάλυση των εικόνων. Εκστράτευσαν μάλιστα κατά του Βυζαντίου και την έπαθαν. Δεν ήταν δε αυτό υποκίνηση κυρίως από το Πάπα, υπό τον όποιο τότε η Αθήνα διατελούσε πνευματικά (αμέσως μετά αποσπάστηκε και τέθηκε υπό τον Πατριάρχη της Κωνσταντινούπολης), ήταν αυθόρμητο αίσθημα της πραγματικής και όχι αναμνηστικής λατρείας των εικόνων. Λατρείας ριζωμένης από τους αιώνες εκείνους, ποτ δεν είχε ακόμα διαδεχτεί την Παρθένα η Αειπάρθενη, την Αθήνα η Αθηνιώτισσα, τη αρχαία Κυρά η Νέα Κυρά, όπως ονομάζεται μια εικόνα της Παναγίας στην Αθήνα.
Έχω μάλιστα τη γνώμη, ότι παρά τα μέτρα του Λέοντα Γ’ του Εικονομάχου και τις άγριας αυστηρότητας μέτρα του γιου του και πεθερού της Ειρήνης Κωνσταντίνου του Ε’ οι εικόνες ποτέ δεν παύσανε να λατρεύονται στην Αθήνα και όταν ακόμα η Ειρήνη, νύφη του Κωνσταντίνου Ε’ και σύζυγος του Λέοντα Δ’, έκρυβε κάτω από το προσκέφαλό της μικρές εικονίτσες• μέχρις ότου επίσημα και με μανία η Αθηναία βασίλισσα τις αναστήλωσε.
Η Ειρήνη δέχονται, όπως είπαμε, ότι ανήκε στην οικογένεια των Σαραντάπηχων — Τεσσαρακονταπήχεις τους θέλει ο Μιχαήλ Χωνιάτης —  τους οποίους βρίσκουμε να ακμάζουν και μετά από τέσσερεις ακόμα αιώνες στην Κωνσταντινούπολη και ενδιαφερόμενους για την Αθήνα. Ίχνος Σαραντάπηχων στην Αθήνα βρήκα μέχρι σήμερα τουλάχιστον. Σώζονται όμως Σαραντάπηχοι, οι οποίοι έδωσαν το όνομά τους στο χωρίο της διαμονής τους ή μάλλον ιδιοκτησίας τους στην Κορινθία, όπου μετανάστευσαν ίσως από την Αθήνα και αυτοί, καθώς και άλλοι Αθηναίοι σε διάφορους τόπους, κατά τη διάρκεια της επίθεσης του Μοροζίνη.
Οπωσδήποτε και η μετά τόσους αιώνες εξακολουθούσα σχέση τους με την πόλη μας δεν μπορεί ίσως μόνον ως σύμπτωση να χαρακτηριστεί και το επώνυμό τους δε αυτό, προκειμένου βεβαίως γι’ ανθρώπους πολύ ψηλούς, έχει στοιχεία Αθηναϊκού παρατσουκλιού.
Ίσως ο μνημονευόμενος από την ιστορία Σαραντάπηχος να ήταν γαμπρός και όχι αδελφός της Βασίλισσας Ειρήνης, η δε Θεοφανώ να ήταν μάλλον κόρη αδελφού της. Τι τα θέλετε; Κάτι μου λέει ότι και οι Ραγκαβάδες είναι κυρίως Αθηναίοι και ότι τα σχετικά με προέλευσή τους από τη Μικρά Ασία πιθανόν να αναφέρονται σε διακλάδωση τους ή σε πολύ μακρινά χρόνια.
Πιθανόν μάλιστα διακλαδώσεις των Αθηναίων Ραγκαβάδων να είναι οι οικογένειες των δυο βασιλισσών.

Εδώ, στο Ριζόκαστρο και γύρω από την εκκλησία του Αγίου Νικολάου του Ραγκαβά, άκμαζε ο Βυζαντινισμός του όγδοου και ένατου αιώνα. Εδώ οι γονείς της πολύ ωραίας Ειρήνης και της όμορφης Θεοφανούς. Εδώ οι πρόγονοι του ωραίου Μιχαήλ Ραγκαβά.
Εδώ ακόμα θα είχαν τα σπιτάκια τους και οι ψυχοκόρες της Θεοφανούς με τα ωραία μάγουλα, οι οποίες δημιούργησαν τα γνωστά σκάνδαλα με τον πενθερό της, τον Αυτοκράτορα Νικηφόρο.
Εδώ θα διέμειναν και οι πέντε ατυχείς γιοι του Αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Ε’, ο Χριστόφορος, ο φιλόδοξος Νικηφόρος, ο Νικήτας, ο Άνθιμος και ο Ευδόκιμος, γιατί κατ’ αρχή και πριν εκδηλωθούν οι στασιαστικές διαθέσεις τους, δεν ήταν φυσικό να διέμεναν έγκλειστοι στην Ακρόπολη, αφού μάλιστα και αγαπήθηκαν στην Αθήνα και είχαν και κόμμα.
Πού να φανταστούν τώρα οι σημερινές γειτόνισσες του Ραγκαβά, οι οποίες ξετρυπώνουν από τα σπιτάκια τους στο άκουσμα βήματος διαβάτη, πού να φανταστούν, τι ευμορφία και τι δόξα και τι φοβερή ιστορία πέρασε από την αυλίτσα τους.

Κατά τη διάρκεια των αιώνων της Τουρκοκρατίας η κατεξοχήν αρχοντική οικογένεια του Ριζόκαστρου ήταν η γνωστή με το τούρκικο παρωνύμιο Μπόλπατζα διακλάδωση των Αθηναίων Παλαιολόγων. Η οικογένεια αυτή έχει και την εξής χαρακτηριστική περιπέτεια:
Στάλθηκε κάποτε στην Κωνσταντινούπολη ο Μπόλπατζας με χρήματα της Κοινότητος της Αθήνας, με σκοπό την ανανέωση κάποιων προνομίων της πόλης που είχαν καταπατηθεί. Είχε τρία κορίτσια. Πήρε μάλιστα μαζί του όλα τα μεγάλης αξίας οικογενειακά διαμαντικά, τα όποια αποτελούσαν το σπουδαιότερο μέρος της προίκας των κοριτσιών του, για να τα μετασκευάσει επί το νεωτεριστικότερο. Δεν έφτασαν όμως τα χρήματα της Κοινότητος• αναγκάστηκε τότε και πώλησε τους πολύτιμους λίθους για χάρη της πόλης και τους αντικατέστησε με ψεύτικους. Το προνόμιο ανανεώθηκε. Τα κορίτσια ήταν χαρούμενα για τα καινουργωμένα διαμαντικά τους. Όλοι οι κάτοικοι, ο ένας με τον άλλο, έμαθαν το μυστικό, κανένας όμως δεν το φανέρωσε στα κορίτσια. Αλλά και κανένας δεν τα ζήτησε σε γάμο. Και πέθαναν και οι τρεις γεροντοκόρες.

Η αρχιτεκτονική του σημερινού Ραγκαβά ανάγεται βέβαια σε μεταγενέστερους αιώνες, τον 11ο μάλλον.
Αλλά αυτό δεν ανατρέπει τις σκέψεις μας ότι υπήρξε αυτός κέντρο λατρείας επιφανών οικογενειών προηγουμένων αιώνων. Κατά τον δέκατο προς τον εντέκατο αιώνα παρατηρείται μια αξιοθαύμαστη ακμή Βυζαντινής τέχνης στην Αθήνα και κάποια όμως περιφρόνηση προς παλιότερα οικοδομήματα, πάνω στα οποία χτίζονταν νέα, όσες φορές δεν χρησιμοποιούνταν οπωσδήποτε τα παλιά, με το όνομα μόνο να τηρείται ευλαβικά, με το οποίο τιμόντουσαν, και του παρεπώνυμου, με το οποίο προσδιορίζονταν οι παλιότερες εκκλησίες.
Η τέτοια τεχνοτροπία του ΙΑ’ αιώνα είναι εντελώς Αθηναϊκή. Ο αρχιτέκτονας είναι Αθηναίος, γιατί
αν δεν ήταν, θα παρατηρούνταν και αλλού εκκλησίες με την κομψότητα και την ελαφρότητα όπως αυτών από τα Αθηναϊκά εκείνα χρόνια. Αλλά ο άγνωστος μέχρι σήμερα πρώτος και μέγας ανακαινιστής καλλιτέχνης θα ήταν και πνεύμα έξοχα φιλελεύθερο και ιδιόρρυθμο, αλλιώς δεν θα δημιουργούσε π. χ. την Παναγία Γοργοεπήκοο, το Γοργοπήκο τού Αθηναϊκού λαού, τον σημερινό δηλαδή Άγιο Ελευθέριο και μικρή Μητρόπολη, όπως λέγεται, δεν θα τον δημιουργούσε με ανάγλυφα αρχαίου ως επί το πλείστον οικοδομήματος, διατηρώντας τα ανάγλυφα και τις παραστάσεις τοποθετημένες με την εφικτή αναλογία και καλαισθησία και θέτοντας Σταυρούς μεταξύ ειδωλολατρικών εμφανίσεων για το ασκανδάλιστο. Αν ήταν κοινός καλλιτέχνης, όλα αυτά θα τα είχε γυρίσει από μέσα, και αν ήταν φανατικός Χριστιανός, θα τα είχε πελεκίσει.
Βέβαια θα είναι τόλμημα ν’ αποκαλέσει κανείς Σχολή το, κατά παράδοση ευλαβικά διατηρηθέν επί αιώνες στη συντεχνία των Αθηναίων τεχνιτών, οικοδομικό αυτό σύστημα, ως προς τον τρούλο κυρίως και τους φεγγίτες. Πρόχειρη απόδειξη αυτής της τεχνικής ευλάβειας, αλλά και επιδεξιότητας οπωσδήποτε, αφορά η δυτική προσθήκη και ο τρούλος του σχετικά κακότεχνου παρεκκλησίου της Αγ. Βαρβάρας,  που κατόπιν συνδέθηκαν με την εκκλησία της Καπνικαρέας.

Αλλά ας αφήσουμε τώρα τον Ραγκαβά και τις σκέψεις, τις οποίες δημιούργησε, και ας προχωρήσουμε.
Αν και από εκεί απέχει λίγο ο ναΐσκος του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου, εν τούτοις είναι αθέατος από εκεί και κρυμμένος.
Στον Θεολόγο πηγαίνει κάποιος με διάφορες οδούς: από την οδό Τριπόδων ακολουθώντας το στενό Καλλιφρονά• επίσης ανεβαίνοντας, μετά από τα πρώτα σκαλάκια της αριστερά, την πάροδο Ερεχθέως• τέλος από την οδό Μνησικλέους επάνω, πατώντας στον τάφο του Μαγγούτη, για τον οποίο θα μιλήσουμε, και πηδώντας τα σκαλάκια του Αγιοταφίτικου.

Για τον Θεολόγο δεν βρέθηκε ευτυχώς κανένας εύπορος γείτονας. Οι πιστοί του είναι λίγοι αριθμητικά, ώστε παρέμεινε οπωσδήποτε με την ωραία του παλαιότητα, αν και χωμένος κατά τις δυο του πλευρές και μαντρωμένος μες σε σπίτια. Τουλάχιστον έχει τα Βυζαντινά κεραμίδια του και τους φεγγίτες του μονούς και διπλούς, εντοιχισμένους μεν, αλλά όχι παραλλαγμένους. Από μέσα όμως είναι ολόκληρος φιλότιμα χρωματισμένος, ευτυχώς, όπως και απέξω, υδατογραφημένος.
Τώρα είναι παρεκκλήσι του Ραγκαβά.
Σε ποια οικογένεια ανήκε αρχικά ο Θεολόγος δεν γνωρίζουμε ακόμα. Έχω όμως μια προαίσθηση ότι θ’ ανήκε στην οικογένεια της βασίλισσας Θεοφανούς. Προσπάθησα να βρω στις εικόνες, στους τοίχους, σε κάποιο θρύλο αποθησαυρισμένο στη μνήμη κάποιου παλιού ενορίτη κάποιο ίχνος διαφωτιστικό . . . τίποτα!
Τόσο επέμεινα, ώστε μια γριούλα που μ’ έβλεπε σούρτα φέρτα να πηγαίνω, να γυρίζω, να κοιτάζω, κάτι να σημειώνω και να φεύγω και πάλι να ξαναγυρίζω, φώναξε μια μέρα σε μια φιλενάδα της, όταν με είδε να πλησιάζω: «Καλώς τα δεχτήκαμε πάλι!»

Δεν υπάρχουν σχόλια: