30 Ιουλίου 2011

Ένα τραγούδι κι ένα ποίημα από τη "Μικρή ανθολογία της Νέγρικης ποίησης" σε απόδοση στα ελληνικά Ρένας Χατζηδάκη


Τραγούδι της φωτιάς (λαϊκό τραγούδι της φυλής Μπαντού)


Φωτιά που οι άνθρωποι κοιτούνε μες στη νύχτα, μες στη νύχτα τη βαθειά,
Φωτιά που καις μα δε ζεσταίνεις, που λάμπεις και δεν καις,
Φωτιά που πετάς, χωρίς κορμί, χωρίς καρδιά, που δεν κατέχεις από καλύβα ή σπιτικό,
Φωτιά διάφανη των φοινικόφυλλων, άφοβος ένας άνθρωπος σ’ επικαλείται.
Φωτιά των μάγων, ο πατέρας σου είναι που;
H
μητέρα σου είναι που; Ποιος σ’ έχει θρέψει;
Εσύ ‘σαι κι ο πατέρας σου, εσύ κι η μητέρα σου, περνάς και δεν αφήνεις χνάρια,
Το δάσος το ξερό δε σε γεννά, τις στάχτες δεν τις έχεις θυγατέρες, πεθαίνεις μα και δεν πεθαίνεις.
Η ψυχή η περιπλανώμενη μεταλλάζει σε σένα, και κανένας δεν το ξέρει.
Φωτιά των μάγων, Πνεύμα των πιο βαθιών νερών, Πνεύμα των αψηλών ανέμων,
Πουλί χωρίς φτερά, πράγμα χωρίς κορμί,
Πνεύμα της Δύναμης της Φωτιάς
Άκουσε τη φωνή μου ∙ άφοβος ένα άνθρωπος σ’ επικαλείται.



Πρόκληση στη δύναμη [Νταβίντ Ντιόπ – Σενεγάλη]


Εσύ που διπλώνεσαι στα δυο εσύ που κλαις
Εσύ που πεθαίνεις μια μέρα έτσι χωρίς να ξέρεις το γιατί
Εσύ που αγωνίζεσαι που ξαγρυπνάς για την ξεκούραση του Άλλου
Εσύ που δεν κοιτάζεις πια με γελαστά τα μάτια σου
Εσύ αδελφέ μου με το πρόσωπο του φόβου και της αγωνίας
Ανασηκώσου και φώναξε: ΟΧΙ.