14 Μαρτίου 2018

«Το καταφύγιο τής λύπης» [Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος]

Από το 69ο τεύχος τού λογοτεχνικού περιοδικού "σημειώσεις", Ιούλιος 2009.

Το καταφύγιο τής λύπης

Οι λέξεις μας είναι οργισμένες
Αλλά η οργή είναι το καταφύγιο τής λύπης
ΣΤ. ΡΟΖΑΝΗΣ

Σε μια ιδεατή δημοκρατία η «έννομος τάξις» εγγυάται την «ασφάλεια» (δηλαδή τη ζωή  κ α ι  την ελευθερία) του κοινωνικού σώματος εν συνόλω· στην  υ π α ρ κ τ η  δημοκρατία η «έννομος τάξις» ορίζεται εκτός των τυποκρατικών νομικιστικών πλαισίων, στην πράξη: προκύπτει ως αποτέλεσμα πραγματικών συγκρούσεων ως συνισταμένη ασκούμενων πιέσεων και δυνάμεων στο κοινωνικό πεδίο, προσδίδοντας συγκεκριμένο και ιδιαίτερο κάθε φορά περιεχόμενο στην έννοια της «τάξης» και -κυρίως- της «διασάλευσής» της.

Στις αρχές τού τρέχοντος έτους, λίγο μετά την έκρηξη των «δεκεμβριανών», συνεργεία τού Δήμου Αθηναίων πήγαν και έκοψαν τα δέντρα σε μια γειτονιά τής πόλης προκειμένου να κατασκευαστεί εκεί ένα -ακόμη- πάρκινγκ. Οι περίοικοι, «παρανόμως», αντιστάθηκαν και η «τάξις διεσαλεύθη». Οπότε κλήθηκαν τα αρμόδια όργανα και ο νόμος επεβλήθη κατακέφαλα στους αντισταθέντες -όχι μόνο από τους ένστολους υπηρέτες του, οι οποίοι συν τοις άλλοις φλόμωσαν την περιοχή με δακρυγόνα, αλλά και από τους ίδιους τους «παρεμποδιζόμενους» στο (καταστροφικό) έργο τους, οι οποίοι επέδραμαν εναντίον των διαμαρτυρομένων -που είχαν το θράσος να διεκδικήσουν λίγο από το οξυγόνο που κλέβει καθημερινά από το παρόν και το μέλλον των παιδιών τους η αδίστακτη μπίσνα της «ανάπτυξης» και της «προόδου». Τραμπουκισμός, λοιπόν, αλλά νόμιμος, άρα ηθικός, αφού «ό,τι είναι νόμιμο είναι και ηθικό».

Μόνο μέσ’ από το πρίσμα τέτοιων καθημερινών συμβάντων εννόμου βίας έχει πλέον κάποιο νόημα να μιλάμε ακόμη σήμερα, έξι μήνες μετά, για τη βία των «δεκεμβριανών έκτροπων», τα όποια υπήρξαν απλώς η θεαματική -φωτογενής είτε αποτρόπαια- ε π ι φ ά ν ε ι α  μιας ζοφερής πραγματικότητας. Μιας πραγματικότητας που στο βάθος της γόγγυζε η αργόσυρτα συσσωρευμένη, η χρονίως ανέκφραστη, η κακοφορμισμένη οργή της χαμοζωής του νεαρού και πρόωρα σαπισμένου αιώνα μας- διότι δεν υπάρχει ορατή διέξοδος- κι αυτό κατέστη μαύρη αλήθεια και μαύρο βίωμα: πεθαίνουμε όπως ζούμε, όχι «μ’ ένα βρόντο, μα  μ’ ένα λυγμό».

Τον Δεκέμβρη του 2008, παρά τα σπασμένα τζάμια τής ασύστολης βιτρίνας της, η ίδια η πολιτική πραγματικότητα, από ό,τι δείχνει μετά τα γεγονότα, ούτε καν ρυτιδώθηκε από κάποια σκέψη ή περίσκεψη για το πού πάει αυτός ο τόπος. Εδώ και μήνες ζούμε σ’ ένα κλίμα εκκωφαντικής αποσιώπησης τής ουσίας των συμβάντων τού Δεκέμβρη - που δεν είναι βέβαια ούτε η αγγελική «εξέγερση των νέων» ούτε ο «χαβαλές των κουκουλοφόρων», αλλά το τραύλισμα μιας σακατεμένης συλλογικότητας, η ανίσχυρη λύσσα των αδυνάτων μπροστά στο όργιο τής κατεστημένης αδικίας: ένα στιγμιαίο ξέσπασμα το όποιο αμέσως μετά καταπνίγηκε μέσα στο συμψηφιστικό μελόδραμα «Αλέξης και Διαμαντής» που στήθηκε άρον άρον και παίχτηκε στο θέατρο των ΜΜΕ. Οι γνωστοί πρωταγωνιστές και κομπάρσοι αυτού του μελό (από τους επίσημους παλιάτσους τής «πολίτικης ορθότητας» έως τους κατά παραγγελίαν «τρομοκράτες» και κατ’ εργολαβίαν τρομολάγνους) ανταποκρίθηκαν στον ρόλο τους ούτως ώστε το συγκινησιακό δίπολο «Αλέξης - Διαμαντής» να εξαερώσει όλη τη μνήμη και την οργή για τα όσα  ε ί χ α ν   π ρ ο η γ η θ ε ί  των γεγονότων. Διότι βέβαια ούτε ο φόνος του νεαρού Αλέξη ούτε ο τραυματισμός του Διαμαντή προέκυψαν όλως τυχαίως, αφού ακόμη και η ηλιθιότητα, ιδίως όταν τραβάει πιστόλι, δεν είναι ούτε τυχαία ούτε αθώα. Εν ολίγοις, η ανομία δεν έκανε την πρεμιέρα της τον περασμένη Δεκέμβρη. «Στην Ελλάδα ζοϋμε», όπου η πολιτικοοικονομική διαφθορά, η ρεμούλα, η κλεπτοκρατία, ο τραμπουκισμός του κέρδους που ξεκοιλιάζει βουνά, η λαμογιά του «επιχειρείν» που εξαφανίζει παραλίες εν μια νυκτί, μπορούν ανέτως να παίρνουν τη μορφή «δημοσίου συμφέροντος», «εθνικών οραμάτων», «ολυμπιακών ιδεωδών» ή λαμπερών μπουρδολογημάτων όπως αυτά που στολίζουν το λατρευτικό ξόανο του πρωθυπουργικού «Αύριο» - διότι όταν οι άνθρωποι θέλουν το κακό, του δίνουν όψη ν’ αρέσει.

Μέσα σ’ αυτό το μπάχαλο, όπου η απομύζηση των πολλών από τούς λίγους δεν αποτελεί πλέον σκάνδαλο αλλά μέθοδο -ή διαρθρωτικό στοιχείο- του λεγόμενου «συστήματος», όπου μπράβοι, νταβατζήδες και παρκαδόροι συνειδήσεων επεμβαίνουν κάθε φορά για να βάλουν σε τάξη, να «φρονηματίσουν» ή να «πατάξουν» κάποιους ταλαίπωρους που επιμένουν να διαμαρτύρονται για το κομμένο οξυγόνο της γειτονιάς τους βγαίνοντας από τα «επιτρεπτά» όρια τής καθώς πρέπει, δηλαδή της «απολιτικής», ήτοι εξημερωμένης, οικολογικής συμπεριφοράς, μέσα σ’ αυτό το μπάχαλο, όπου ο όντως ανυπάκουος και άστεγος συνδικαλισμός κάποιων «ασυμμόρφωτων» εργαζομένων αντιμετωπίζεται δεόντως με τον γνωστό τρόπο από μονίμως «άγνωστους» τραμπούκους (βλ. υπόθεση Κούνεβα) - μέσα σ’ αυτό το μπάχαλο, κάθισε τώρα εσύ, hypocrite lecteur, mon frère, κάθισε τώρα και μέτρησε τα «σπασμένα τζάμια» του Δεκέμβρη. Εκεί μας καταντήσανε - στο εδώλιο του εθελοντή ηλιθίου απολογούμενου: «Είστε υπέρ ή κατά; Πάρτε θέση. Καταδικάζετε τη βία («όποθενδήποτε προερχόμενη»), ναη ή όχι;». Έτσι, γενικώς, αορίστως και απολύτως. «Χωρίς μισόλογα», «χωρίς περιστροφές»: Απεταξάτω;

Θα αποτελούσε παγίδα και μόνο να επιχειρήσει κανείς να απαντήσει σ’ αυτά τα «διλήμματα» υπ’ αυτούς τους όρους. Υπάρχει μια ολόκληρη φιλοσοφικοπολιτική προβληματική πάνω στο ζήτημα τής βίας, από τον Νίτσε και τον Σορέλ έως τον Μαρξ, τον Μπένγιαμιν και την Άρεντ, αλλά δεν χρειάζεται να πάμε τόσο μακριά αφού ούτως ή άλλως δεν πρόκειται, βέβαια, να «πάρουμε θέση» στο εκ του πονηρού «δίλημμα» καταθέτοντας μιαν άνευ όρων «αποκήρυξη τής βίας», δηλώνοντας τα αυτονόητα, δίκην δηλούσεως μετανοίας στο πνευματικό μας ιερατείο - είτε αυτό εμπνέται από την ιδεολογική «καθαρότητα» και ευταξία ενός νοικοκυρεμένου σταλινισμού που διαδηλώνει ευπειθέστατα την τελετουργική «ανυπακοή» του είτε από τον καθωσπρεπικό φονταμενταλισμό του αγοραίου φιλελευθερισμού.

Αντ’ αυτού -επιλογικά- θα υπενθυμίσουμε απλώς ότι κατά τις ίδιες εκείνες ημέρες που στην Αθήνα κάποιοι διανοούμενοι φρικιούσαν από ιερή αγανάκτηση επειδή η Ακρόπολη «βεβηλώθηκε» από ένα σύνθημα που αναρτήθηκε στον βράχο της, οι βομβαρδισμοί αμάχων στη Γάζα έβαζαν έναν ακόμα κρίκο στην αλυσίδα του κακού που διαιωνίζει την Ύβριν τού Ολοκαυτώματος. Αυτά είναι τα ελεεινά δεδομένα: ανίσχυροι γραφειάδες, ταγμένοι στην ηλεκτρονική λογιοσύνη, κινδυνεύουμε όλοι μας να γλιστρήσουμε στη «γραφικότητα» όποτε τολμάμε να μιλήσουμε μεγαλόφωνα, να σηκώσουμε το βλέμμα λίγο πιο ψηλά από τον συντεχνιακό μας ορίζοντα και να προσβλέψουμε σε οτιδήποτε υπερβαίνει την κακομοίρικη ή χαριτωμένη κοσμικότητα των «δημοσίων» μας σχέσεων εν απουσία κάθε δημόσιου χώρου.

Κι αφού αυτά είναι τα ελεεινά δεδομένα που, εκόντες άκοντες, κληροδοτούμε «στα παιδιά μας», ας τους ευχηθούμε (αν έχουμε καν αυτό το δικαίωμα πλέον), ας τους ευχηθούμε στους δικούς τους αγώνες τουλάχιστον δύναμη, γνώση και αγάπη - αλλά προπάντων δύναμη. Γιατί όπως χωρίς την αγάπη και τη γνώση μπορεί να γίνει κανείς θύτης, χωρίς τη δύναμη θα γίνει οπωσδήποτε θύμα - και δεν τους αξίζει ούτε το ένα ούτε το άλλο.

«Ούτε το ένα ούτε το άλλο»: δεν πρόκειται για μια ευχή «ουδετερότητας» ούτε «εξαίρεσης» από την Ιστορία· πρόκειται για το πεισματικά και αεί διεκδικούμενο εκείνο «Παρά ταύτα» του ποιητή Μάριου Μαρκίδη -για τη ζωτική αντίσταση στο ζοφερό «Δια ταύτα» κάθε φασιστικού «διλήμματος» το όποιο εκβιάζει τα πράγματα προς τη δική του «λύση»: προς την αναίρεση τής ανθρώπινης ουσίας είτε διά της επικυριαρχίας επί του «άλλου» είτε διά της αυτοδιαλυτικής υποταγής- είτε, δηλαδή, δια χειρός Ισραήλ είτε μέσ’ από τα μάταια δάκρυα τής κάθε «Παλαιστίνης».

Δεν υπάρχουν σχόλια: