27 Σεπτεμβρίου 2019

H Εισαγωγή τού "Η Καταγωγή των Ειδών" τού Charles Darwin σε μετ. Ανδρέα Πάγκαλου.

Στο παρόν παρουσιάζουμε, με κάποιες γραμματικές επικαιροποιήσεις, την Εισαγωγή τού βιβλίου "Η  Καταγωγή των Ειδών" τού Charles Darwin (της πρώτης έκδοσης του), του σημαντικότερου, ίσως, έργου στην ιστορία τής επιστήμης, ως προς τους δρόμους που άνοιξε, σε μετ. Ανδρέα Πάγκαλου. Η μετάφραση τού συγκεκριμένου έργου είχε κυκλοφορήσει από τον εκδοτικό οίκο Γκοβόστη παλαιότερα, επανακυκλοφόρησε και κυκλοφορεί και σήμερα (τελευταία επανέκδοση είναι του 2007).


ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Όταν ταξίδευα σαν φυσιοδίφης με το σκάφος «Μπιγκλ», μου έκαναν εξαιρετικά ζωηρή εντύπωση ορισμένα περιστατικά σχετικά με την κατανομή των ενόργανων όντων της Ν. Αμερικής, και με τις γεωλογικές αντιστοιχίες του παρόντος με τους προγενέστερους οργανισμούς που υπήρχαν στην Ήπειρο αυτή.
Τα περιστατικά αυτά, όπως θα δει ο αναγνώστης στα κατοπινά κεφάλαια του βιβλίου τούτου, μου φάνηκαν πως έριχναν κάποιο φως στο ζήτημα της καταγωγής των Ειδών, σ’ αυτό τα μυστήριο των μυστηρίων, όπως τ’ ονόμασε ένας απ’ τους μεγαλύτερους φιλοσόφους μας. Στα 1837, όταν πια είχα γυρίσει στην πατρίδα, σκέφτηκα πως κάτι θα μπορούσε να γίνει πάνω σ’ αυτό το ζήτημα, αν συγκέντρωνα υπομονετικά και μελετούσα κάθε λογής στοιχεία, που θα μπορούσαν ίσως νάχουν κάποια σχέση με το θέμα μου.
Αφού εργάστηκα έτσι πέντε ολόκληρα χρόνια, έκρινα πως μπορούσα πια να εμβαθύνω στο ζήτημα και κράτησα μερικές σύντομες σημειώσεις. Στα 1844, ανέπτυξα περισσότερο τις σημειώσεις αυτές κ’ έφτιαξα ένα σχεδίασμα των συμπερασμάτων που τότε μου φαίνονταν πιθανά. Απ’ την εποχή εκείνη ως τα σήμερα, εργάστηκα σταθερά προσηλωμένος στον ίδιο σκοπό. Ελπίζω πως θα με συγχωρέσετε που αναφέρω τέτοιες προσωπικές λεπτομέρειες, γιατί μ’ αυτές θέλω να δείξω πως δε βιάστηκα να καταλήξω σε συμπεράσματα.
Τα έργο μου έχει τώρα (1859) σχεδόν συμπληρωθεί. Επειδή όμως θα μου χρειαστούν πολλά χρόνια για να το ολοκληρώσω κ’ επειδή η υγεία μου είναι κάθε άλλο παρά καλή, με παρακινήσανε να δημοσιεύσω σε βιβλίο αυτή την Περίληψη του έργου μου. Εκείνο που περισσότερο μ’ έκανε να πάρω αυτή την απόφαση, είναι πως κι ο κ. Γουάλας, που βρίσκεται τώρα στο Μαλαϊκό αρχιπέλαγος και μελετάει τη φυσική ιστορία του τόπου, έχει καταλήξει στα ίδια ακριβώς γενικά συμπεράσματα σχετικά με το θέμα της καταγωγής των Ειδών. Στα 1858 μού έστειλε ένα υπόμνημα πάνω σ’ αυτό το θέμα, με την παράκληση να το διαβιβάσω στον σερ Τσάρλς Λάυελ. Εκείνος πάλι το έστειλε στη Λινναία Εταιρία και δημοσιεύτηκε στον τρίτο τόμο του δελτίου της. Ο σερ Τσαρλς Λάυελ κι ο δρ. Χούκερ, που κ’ οι δυο ήταν κάπως πληροφορημένοι για το έργο μου — ο δεύτερος μάλιστα είχε διαβάσει το σχεδίασμα του 1844 — μου έκαναν την τιμή να θεωρήσουν πως θάταν σκόπιμο να δημοσιευτούν μαζί με το εξαίρετο υπόμνημα του κ. Γουάλας και μερικά σύντομα αποσπάσματα Απ’ τα χειρόγραφά μου.
Η περίληψη, που αποτελεί την ύλη του βιβλίου τούτου όπως δημοσιεύεται τώρα, θάχει αναγκαστικά ατέλειες. Μου είναι αδύνατο να παραπέμψω σ’ όλες τις πηγές και τις αυθεντίες που πάνω σ’ αυτές στήριξα μερικούς ισχυρισμούς μου. Είμαι λοιπόν υποχρεωμένος να προχωρήσω ελπίζοντας πως ο Αναγνώστης θάχει κάποια εμπιστοσύνη στην ακρίβεια των όσων λέω. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως θάχουν παρεισφρήσει και λάθη, αν κ’ ελπίζω πως φρόντισα πάντα και πρόσεξα νάναι έγκυρες οι πηγές μου. Εδώ μπορώ να δώσω μονάχα τα γενικά συμπεράσματα και ν’ αναφέρω σαν παραδείγματα μερικά γεγονότα που ελπίζω πως θάναι αρκετά στις περισσότερες περιπτώσεις. Κανείς δεν μπορεί να νιώσει περισσότερο από μένα την ανάγκη να δημοσιευτούν αργότερα, ντοκουμενταρισμένα και λεπτομερειακά, όλα τα γεγονότα με τις παραπομπές τους, που πάνω σ’ αυτά στήριξα τα συμπεράσματα μου. Ελπίζω ν’ ανταποκριθώ στην ανάγκη αυτή μ’ ένα μελλοντικό έργο μου. Γιατί ξέρω πολύ καλά πώς σχεδόν δεν υπάρχει ούτε ένα σημείο του βιβλίου μου όπου δε θα μπορούσαν ν’ αναφερθούν γεγονότα που συχνά φαίνεται να οδηγούν σε συμπεράσματα φαινομενικά αντίθετα από κείνα όπου κατέληξα εγώ. Ικανοποιητική κρίση μπορεί να βγάλει κανείς μονάχα αφού έχει μελετήσει εξονυχιστικά και ζυγίσει τα γεγονότα και τα επιχειρήματα και των δυο πλευρών για κάθε ζήτημα. Μα τούτο είναι αδύνατο να γίνει εδώ.
Λυπάμαι πολύ γιατί η έλλειψη χώρου μου στερεί την ικανοποίηση ν’ αναφέρω τη γενναιόφρονη συμπαράσταση που βρήκα σε πάρα πολλούς φυσιοδίφες. Μερικοί μάλιστα μου ήταν ολότελα άγνωστοι. Ωστόσο δεν μπορώ ν’ αφήσω ανεκμετάλλευτη την ευκαιρία και να μην εκφράσω τη βαθιά μου ευγνωμοσύνη στον δρ. Χούκερ που με βοήθησε με κάθε δυνατό τρόπο τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια, τόσο με τους θησαυρούς των γνώσεών του όσο και με την έξοχη κρίση του.
Ένας φυσιοδίφης που μελετάει την Καταγωγή των Ειδών παίρνοντας υπόψη του τις αμοιβαίες συγγένειες των ενόργανων όντων, τις εμβρυολογικές αναλογίες τους, τη γεωγραφική τους κατανομή, τη γεωλογική διαδοχή τους κι άλλα τέτοια γεγονότα, είναι πολύ φυσικό να καταλήξει στο συμπέρασμα πως τα Είδη δε δημιουργήθηκαν ανεξάρτητα τόνα απ’ τ’ άλλο, αλλά όπως οι ποικιλίες, έτσι κι αυτά κατάγονται από άλλα Είδη. Ωστόσο ένα τέτοιο συμπέρασμα, κι αν ακόμα στηρίζεται σε γερές βάσεις, δε θάναι ικανοποιητικό, παρά μονάχα απ’ τη στιγμή που θα μπορούσε να δειχτεί και το πως τ’ αναρίθμητα Είδη, που κατοικούν σ’ αυτό τον κόσμο, διαφοροποιήθηκαν με τέτοιον τρόπο, ώστε ν’ αποχτήσουν αυτή την τελειότητα κατασκευής κι αλληλοπροσαρμογής, που δίκαια προκαλεί το θαυμασμό μας. Οι φυσιοδίφες συνεχώς αναφέρουν, σαν μοναδικά δυνατά αίτια παραλλαγής, τις εξωτερικές συνθήκες, όπως είναι το κλίμα, η τροφή κ.λ.π. Από μια περιορισμένη άποψη, όπως θα δούμε αργότερα, αυτό μπορεί νάναι αληθινό. Αλλά είναι παράτολμο να ζητάμε μονάχα στις εξωτερικές συνθήκες την εξήγηση της κατασκευής λ. χ. του δρυοκολάπτη που τα πόδια κ’ η ουρά και το ράμφος κ’ η γλώσσα του είναι τόσο τέλεια προσαρμοσμένα για το κυνήγι των εντόμων κάτω απ’ τη φλούδα των δέντρων. Ή, ας πάρουμε την περίπτωση τής ιξίας (γκυ) που τρέφεται παρασιτικά από ορισμένα δέντρα. Το φυτό αυτό πολλαπλασιάζεται με σπόρους που πρέπει να μεταφερθούν από ορισμένα πουλιά· και βγάζει μόνοικα άνθη που έχουν απόλυτη ανάγκη απ’ τη μεσολάβηση ορισμένων εντόμων για τη μεταφορά της γύρης απ’ το αρσενικό άνθος στο θηλυκό. Στην περίπτωση αυτή, όπως και στην περίπτωση του δρυοκολάπτη, είναι το ίδιο παράτολμο να θέλουμε να εξηγήσουμε τη μορφολογία του φυτού αυτού και τις σχέσεις του με τόσα διαφορετικά ενόργανα όντα, σαν αποτέλεσμα των εξωτερικών συνθηκών ή της έξης ή ακόμα και της βούλησης του ίδιου του φυτού.
Έχει λοιπόν σπουδαιότατη σημασία ν’ αποχτήσουμε μια καθαρή και βαθύτερη γνώση για τα μέσα που επιφέρουν τις μεταβολές και τις αλληλοπροσαρμογές. Όταν ακόμα βρισκόμουν στην αρχή των παρατηρήσεών μου, θεώρησα πιθανό ότι η προσεχτική μελέτη των κατοικίδιων ζώων και των καλλιεργούμενων φυτών, θα μπορούσε να μας δώσει την καλύτερη ευκαιρία να ξεδιαλύνουμε αυτό το σκοτεινό πρόβλημα. Κ’ οι ελπίδες μου δε διαψεύστηκαν. Τόσο σ’ αυτή όσο και σέ κάθε άλλη δύσκολη περίσταση, είδα πάντοτε πως όσο ατελείς κι αν είναι οι γνώσεις μας για τη μεταβλητότητα των όντων σέ εξημερωμένη κατάσταση, αποτελούν πάντα το καλύτερο κι ασφαλέστερο κλειδί για τη λύση. Τολμώ ακόμα να εκφράσω την πεποίθηση ότι παρόμοιες μελέτες έχουν πολύ μεγάλη αξία, μ’ όλο που συνήθως οι φυσιοδίφες τις παραμελούν.
Αυτές οι σκέψεις μ’ έκαναν ν’ αφιερώσω το πρώτο κεφάλαιο αυτού του βιβλίου στο θέμα: Η μεταβλητότητα σε εξημερωμένη κατάσταση. Έτσι θα δούμε πως είναι τουλάχιστο δυνατόν ένα μεγάλο ποσοστό μεταβολών να μεταβιβαστεί κληρονομικά. Θα δούμε ακόμα κάτι εξίσου σπουδαίο, αν όχι σημαντικότερο, δηλαδή το πόσο μεγάλη είναι η δύναμη του ανθρώπου να επισωρεύει με την Επιλογή τις αλλεπάλληλες ελαφρές μεταβολές. Ύστερα θα περάσω στο θέμα: Η μεταβλητότητα των Ειδών σε φυσική κατάσταση. Δυστυχώς εδώ είμαι αναγκασμένος να πραγματευτώ το θέμα μου με υπερβολική συντομία. Ο σωστός χειρισμός του θ’ απαιτούσε την παράθεση μακρών καταλόγων με γεγονότα και περιστατικά. Ωστόσο θα μας δοθεί και δω η δυνατότητα να συζητήσουμε για το ποιες περιστάσεις ευνοούν περισσότερο τη μεταβλητότητα. Στο επόμενο κεφάλαιο θα εξετάσουμε τον αγώνα για την ύπαρξη που, σ’ όλο τον κόσμο, διεξάγουν μεταξύ τους τα ενόργανα όντα. Αυτός ο αγώνας για την ύπαρξη είναι αναπόφευχτη συνέπεια του μεγάλου λόγου της γεωμετρικής προόδου του πολλαπλασιασμού των Ειδών. Πρόκειται για τη θεωρία του Μάλθου, εφαρμοσμένη σ’ ολόκληρο το ζωικό και φυτικό βασίλειο. Επειδή από κάθε Είδος γεννιούνται πολύ περισσότερα άτομα απ’ όσα έχουν τη δυνατότητα να επιζήσουν, κ’ επειδή αυτό έχει σαν συνέπεια να καταφεύγουν συχνά στον αγώνα για την ύπαρξη, επόμενο είναι πως αν ένα ον παρουσιάζει μιαν έστω κ’ ελάχιστη παραλλαγή, τέτοια που να το ευνοεί μέσα στις πολύπλοκες και συχνά μεταβαλλόμενες συνθήκες της ζωής, το ον αυτό θάχει περισσότερες πιθανότητες να επιζήσει κ’ έτσι θα επιλεγεί φυσικά. Χάρη στην πανίσχυρη αοχή της κληρονομικότητας, κάθε επιλεγμένη ποικιλία θα τείνει να διαδώσει την καινούργια παραλλαγμένη της μορφή.
Το βασικό αυτό θέμα τής Φυσικής Επιλογής θα το πραγματευτώ» κάπως διεξοδικά στο τέταρτο κεφάλαιο. Εκεί θα δούμε πώς η Φυσική Επιλογή προκαλεί σχεδόν αναπόφευκτα την εξόντωση ενός μεγάλου μέρους των λιγότερο βελτιωμένων μορφών ζωής, κ’ έτσι οδηγεί σ’ αυτό που ονόμασα Απόκλιση των Χαραχτηριστικών.
Στο επόμενο κεφάλαιο θα συζητήσω τους πολύπλοκους κι όχι αρκετά, γνωστούς νόμους που διέπουν τη μεταβλητότητα. Στα πέντε ακόλουθα κεφάλαια θα εκθέσω τις πιο φανερές και σοβαρότερες δυσκολίες για την παραδοχή της θεωρίας μου, δηλαδή: α) Τις δυσκολίες των μεταβατικών σταδίων ή το πώς ένας απλός οργανισμός ή ένα απλό όργανο μπορεί ν’ αλλάξει και να τελειοποιηθεί τόσο, που να γίνει ένας εξαιρετικά εξελιγμένος οργανισμός ή ένα πολύπλοκα συγκροτημένο όργανο, β) το θέμα : Ένστιχτο· μ’ άλλα λόγια τις διανοητικές ικανότητες των ζώων, γ) τη Νοθογένεια, δηλαδή το γιατί η διασταύρωση ανάμεσα σε διαφορετικές ποικιλίες είναι γόνιμη ενώ ανάμεσα σέ διαφορετικά Είδη είναι άγονη, δ) την ανεπάρκεια των Γεωλογικών Χρονικών.
Στο κατοπινό κεφάλαιο θα εξετάσω τη γεωλογική διαδοχή των ενόργανων όντων μέσα στο χρόνο. Στο δωδέκατο και δέκατο τρίτο τη γεωγραφική κατανομή τους μέσα στο χώρο.
Στο δέκατο τέταρτο κεφάλαιο θ’ ασχοληθώ με την ταξινόμηση των Ειδών, δηλαδή με τις αμοιβαίες τους συγγένειες τόσο στην ολότελα αναπτυγμένη μορφή τους όσο και στην εμβρυακή κατάσταση. Στο τελευταίο κεφάλαιο θα κάνω μια σύντομη ανακεφαλαίωση του όλου έργου και θα εκθέσω μερικές συμπερασματικές παρατηρήσεις.
Αν λάβουμε υπόψη όσο πρέπει τη βαθιά μας άγνοια σχετικά με τις αμοιβαίες σχέσεις των απειράριθμων όντων που ζουν ολόγυρά μας, δεν πρέπει να παραξενευόμαστε επειδή πολλά ζητήματα σχετικά με την καταγωγή των Ειδών και των ποικιλιών, μένουν ακόμα ανεξήγητα.
Ποιος μπορεί να εξηγήσει γιατί ένα Είδος είναι πολυάριθμο κ’ έχει απλωθεί σε πολλές περιοχές και γιατί ένα άλλο συγγενικό του είναι σπάνιο και περιορισμένο τοπικά; Κι όμως αυτές οι σχέσεις έχουν πολύ μεγάλη σημασία, γιατί αυτές καθορίζουν τη σημερινή ευημερία και θα καθορίσουν — όπως πιστεύω — τις μελλοντικές επιτυχίες και τη διαφοροποίηση κάθε οργανισμού που κατοικεί σ’ αυτό τον κόσμο. Ακόμα μικρότερες είναι οι γνώσεις μας γύρω απ’ τις αμοιβαίες σχέσεις των αναρίθμητων κατοίκων του κόσμου στο διάστημα τόσων και τόσων γεωλογικών εποχών. Ωστόσο, αν και πολλά μένουν ακόμα — και θα μένουν για πολύν καιρό — σκοτεινά, εγώ, ύστερ’ από προσεχτικότατη μελέτη και κρίνοντας τα πράγματα όσο πιο αντικειμενικά μπορώ, δηλώνω πως δεν έχω καμιάν αμφιβολία ότι είναι λαθεμένη η άποψη — που ως πριν από λίγον καιρό παραδέχονταν οι περισσότεροι φυσιοδίφες και που την παραδεχόμουν και γω — ότι δηλαδή κάθε Είδος δημιουργήθηκε ανεξάρτητα απ’ τ’ άλλα. Έχω ολότελα πεισθεί ότι τα Είδη δεν είναι αμετάβλητα, κι ότι όσα ανήκουν σ’ αυτό που λέμε ίδιο γένος είναι κατευθείαν απόγονοι κάποιου άλλου Είδους που συνήθως έχει εκλείψει όπως ακριβώς οι αναγνωρισμένες ποικιλίες οποιουδήποτε Είδους προέρχονται απ’ το Είδος αυτό. Κοντά σ’ αυτά, έχω την πεποίθηση πως η Φυσική Επιλογή υπήρξε το πιο σπουδαίο άλλα όχι και το αποκλειστικό μέσο μεταβολής.

Δεν υπάρχουν σχόλια: