28 Σεπτεμβρίου 2019

A un olmo seco [Antonio Machado, μετ. ΦΚ]

A un olmo seco

Al olmo viejo, hendido por el rayo
y en su mitad podrido,
con las lluvias de abril y el sol de mayo
algunas hojas verdes le han salido.
¡El olmo centenario en la colina
que lame el Duero! Un musgo amarillento
le mancha la corteza blanquecina
al tronco carcomido y polvoriento.
No será, cual los álamos cantores
que guardan el camino y la ribera,
habitado de pardos ruiseñores.
Ejército de hormigas en hilera
va trepando por él, y en sus entrañas
urden sus telas grises las arañas.
Antes que te derribe, olmo del Duero,
con su hacha el leñador, y el carpintero
te convierta en melena de campana,
lanza de carro o yugo de carreta;
antes que rojo en el hogar, mañana,
ardas de alguna mísera caseta,
al borde de un camino;
antes que te descuaje un torbellino
y tronche el soplo de las sierras blancas;
antes que el río hasta la mar te empuje
por valles y barrancas,
olmo, quiero anotar en mi cartera
la gracia de tu rama verdecida.
Mi corazón espera
también, hacia la luz y hacia la vida,
otro milagro de la primavera.



Antonio Machado: Ισπανός ποιητής, γεννημένος στη Σεβίλλη (1875 –1939). Το πρώιμο έργο του εντάσσεται στο κίνημα του μοντερνισμού και αποτελεί μια από τις δεσπόζουσες μορφές του ισπανικού λογοτεχνικού κινήματος γνωστού ως η «Γενιά του '98» (1898).
Πηγή πρωτότυπου: zendalibros.com/poemas-de-campos-de-castilla.


ΦΤΕΛΙΑ Η ΞΕΡΑΜΕΝΗ

Στην ξεραμένη τη φτελιά, σχισμένη απ’ την αχτίδα,
Στη μέση σαπισμένη,
Με τις βροχές του Απριλιού, τον ήλιο του Μαΐου
Να που φυτρώσαν στα κλαριά πράσινα φυλλαράκια.
Φτελιά εκατό σχεδόν χρονών στο λόφο, που 
Όλο γέρνει πάνω απ’ το Δούρο ποταμό,
Τις όχθες του όλο γλείφει!
Τα βρύα τα κιτρινωπά λεκιάζουνε τη φλούδα
Την ασπρισμένη στον κορμό
Τον καταφαγωμένο και κατασκονισμένο.
Σε κείνες τις τραγουδιστές λεύκες
Δεν θα στοιχειώσουν, εκεί στις όχθες
Που κρατούν, αγρίμια αηδόνια,
Του δρόμου χρόνια.
Στρατός από μερμήγκια σε κλωστές
Παραταγμένα,
Πώς σκαρφαλώνει πάνω της και 
Τα εντόσθιά της
Πώς σαν να υφαίνει στους φαιούς
Ιστούς της γριάς αράχνης.
Πριν σε γκρεμίσει, αχ! φτελιά του ποταμού του Δούρου,
Με το μπαλτά του ο ξυλοκόπος,
Κι ο μαραγκός σε κάνει 
Γλωσσίδι της καμπάνας,
Καρότσι ή βαγόνι.
Προτού καείς στο τζάκι, αύριο,
Κόκκινη απ’ τη φλόγα, που
Θα ζεστάνει κάποιο φτωχικό,
Στην άκρη εκεί του δρόμου.
Προτού σε στροβιλίσει ένας τυφώνας
Σε φέρει κάτω σαν πνοή
Απ’ τις λευκές οροσειρές.
Προτού ο ποταμός σε παρασύρει
Ως τη θάλασσα μέσα από λαγκαδιές,
φαράγγια,
Αχ! για σε φτελιά, θάθελα 
Στο ποίημά μου να εξυμνήσω,
Τη χάρη των πρασινωπών κλαριών σου.
Η ψυχή μου ελπίζει αντάμα
Ώσμε το φως και τη ζωή
Της άνοιξης ένα άλλο θαύμα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: