28 Δεκεμβρίου 2019

Ρετσινόλακκοι [Παναγιώτης Βελτανισιάν]


ΡΕΤΣΙΝΟΛΑΚΚΟΙ

Μέχρι και τα τέλη της δεκαετίας του 1970 εκμεταλλεύσιμο προϊόν του δάσους από τους Σαλαμινίους ήταν το ρετσίνι (ρητίνη) και ο φλοιός του πεύκου {πετίκι) ο οποίος χρησίμευε για τη βαφή των διχτυών των αλιέων. Η περίοδος της ρητινοσυλλογής οριζόταν από τα μέσα περίπου Απριλίου και τελείωνε στα τέλη Οκτωβρίου, εποχή που ήταν καλή η έκκριση ρετσινιού από τα πεύκα.

Αρχικά κόβονταν τα χαμηλά κλαριά των δέντρων και καθαριζόταν ο περιβάλλων τόπος των πεύκων, τα οποία θα ρητινεύονταν. Ύστερα ακολουθούσε το πελέκημα των πεύκων• ο ρετσινάς πελεκούσε μ’ ένα σκεπάρνι το πεύκο κάθετα σε μήκος 120 εκατοστών του μέτρου και πλάτους 8 έως 10 εκατοστών͘ στη βάση της κοπής σφήνωνε ένα σιδερένιο κύπελλο, όπου εκεί έσταζε το  «δάκρυ» του ρετσινιού. Το «χτύπημα» επαναλαμβανόταν κάθε 15 με 20 ημέρες και κανείς άλλος δεν επιτρεπόταν να «χτυπήσει» το ίδιο πεύκο. Αυτός ο τρόπος πελεκήσεως ονομαζόταν στη Σαλαμίνα «Αγκιστριώτικος», γιατί κατά κύριο λόγο γινόταν από Αγκιστριώτες ρετσινάδες. Ο άλλος τρόπος ονομαζόταν «Μαντραναίικος» και γινόταν από Μαντραναίους ρητινοσυλλέκτες. Οι τελευταίοι ακολουθούσαν άλλο τρόπο πελεκήσεως, την οριζόντια και όχι κάθετη αποφλοίωση, δηλαδή ο φλοιός που αφαιρείτο είχε πάχος 25 εκατοστά και εκτεινόταν κι αυτός κάθετα σε μήκος 80 με 100 περίπου εκατοστά. Η  διαφορά, λοιπόν, των δύο τρόπων πελεκήσεως οφειλόταν στο πάχος της «κοψιάς».

Η συλλογή του ρετσινιού ακολουθούσε το ρυθμό του πελεκήματος. Ο ρετσινάς αφαιρούσε τη συγκεντρωμένη ποσότητα από το κουτάκι μ’ ένα κουτάλι και το έβαζε σ’ ένα δοχείο, το «καρόκι», που πρακτικά αποτελούσε μονάδα μέτρησης βάρους και αντιστοιχούσε σε 15-17 οκάδες. Στη συνέχεια το ρετσίνι συγκεντρωνόταν σε ειδικούς χώρους ρητινοσυλλογής, τα «σπιθάρια». Αυτά ήταν λάκκοι χτιστοί, όπου εκεί έριχναν το ρετσίνι μέχρι να έρθει ο έμπορος και να του το δώσουν. Οι διαστάσεις των σπιθαριών ήταν ποικίλες.

Από τα σπιθάρια το ρετσίνι συσκευαζόταν σε τουλούμια και μεταφερόταν με τη βοήθεια των ζώων στον πλησιέστερο μόλο, όπου εκεί ο έμπορος διέθετε πλοιάριο για τη μεταφορά των ρετσινιών στις κοντινές βιομηχανίες της περιοχής. Η πληρωμή των ρητινοσυλλεκτών γινόταν σε ένα περίπου δεκαήμερο. Εργοστάσια επεξεργασίας ρητίνης λειτουργούσαν στην Ελευσίνα και τα Μέγαρα. Στην Ελευσίνα το 1919 υπήρχαν 5 εργοστάσια͘ ένα απ’ αυτά, των Αδελφών Παύλου, λειτούργησε μέχρι και το 1970. Στα Μέγαρα το 1936 υπήρχαν δύο εργοστάσια και στα Βίλια τρεις μικρές μονάδες.

Η ενασχόληση των Σαλαμινίων με τη συλλογή του ρετσινιού δεν ήταν κάτι καινούργιο. Από τα μέσα τον 18ου αιώνα, μεγάλο μέρος του σαλαμινιακού πληθυσμού μετανάστευε στα παράλια της Μικράς Ασίας, από την Άνοιξη ως το Φθινόπωρο για τη συλλογή ρητίνης, από την οποία παραγόταν με τη μέθοδο της απόσταξης το κατράμι ή «πίσσα» (καμία σχέση με το πετρελαϊκό παράγωγο). Μάλιστα, πολλές σαλαμινιακές οικογένειες είχαν εγκατασταθεί μόνιμα στην περιοχή του Γέροντα και της Αττάλειας της Μικράς Ασίας. Μεγάλο μέρος της παραγωγής κατραμιού προοριζόταν για τη στεγανοποίηση των πλοίων του βενετικού και τουρκικού στόλου και παραδιδόταν αντί φόρου. Σχετικά με έναν βενετό στρατηγό αναφέρεται ως παροιμιώδες σε λακωνική επιστολή το παρακάτω τετράστιχο:
«Από εμάς τους Κουλουριώτες
εις εσένα Τζενεράλη
το ρετσίνι είναι χαζίρι (=έτοιμο)
στείλε τα άσπρα (= χρήματα) να το πάρεις». 

Παναγιώτης Βελτανισιάν

----------------------------------------------------------------------------------

Το ανωτέρω εξαιρετικά περιεκτικό και κατατοπιστικό κείμενο τού κ. Παναγιώτη Βελτανισιάν, το βρήκαμε αναρτημένο. Σε δέντρο! Δίπλα σε ένα ρετσινόλακκο, σε μονοπάτι από την παλιά εγκαταλελειμμένη και ερειπωμένη Μονή Αγ. Νικολάου, στο δυτικό μέρος τού όρους Ακάμας στη Σαλαμίνα, προς τη νεότερη σε λειτουργία Μονή τού Αγ. Νικολάου και το παρεκκλήσι τού Αγ. Ιωάννη τού Καλυβίτη, που βρίσκονται στην επαρχιακή οδό Αιαντείου - Κανακίων. Το μονοπάτι αυτό κινείται παράλληλα στο δασικό δρόμο, με τον οποίο το χωρίζει αβαθές ρέμα και η διαδρομή σε αυτό συνίσταται. Το δέντρο, δίπλα στο ρετσινόλαδο, στο οποίο ο κ. Βελτανισιάν είχε αναρτήσει το κείμενό του, βρίσκεται πολύ κοντά στο πηγάδι Καμαρίτσα.




























Ήτανε μια ευχάριστη έκπληξη, στη διαδρομή που ακολουθήσαμε, την 27.12.2019, από το τέλος του Αιάντειου, κατά μήκος δασικών δρόμων και μονοπατιών, πλην του ανεβάσματός μας στην κορυφή Φούρθι, όπου δεν υπήρχε μονοπάτι. 



















Σε αυτή τη διαδρομή, μήκους 10-11 χλμ. και υψομετρικής διαφοράς 280 περίπου μ. θα επανέλθουμε.  

Δεν υπάρχουν σχόλια: