08 Οκτωβρίου 2024

[στη Δίοδο Πορτίτσας, 06.10.2024]

Σε πρόσφατη ανάρτηση είχε γίνει αναφορά για το «τείχος», το οποίο δημιουργεί η συνεχόμενη διάταξη των κακοτράχαλων ορεινών όγκων από το Μαύρο όρος, νότια τού Δερβενίου Κορινθίας, μέχρι τον Κτενιά, δυτικά των Μύλων Λέρνης Αργολίδας, το οποίο, προκειμένου να πραγματοποιούνται οι μετακινήσεις των ανθρώπων: εμπορικές, ταξιδιωτικές, στρατιωτικές κ.λπ., εκτός από τα βατά παραθαλάσσια περάσματα στο Δερβένι Κορινθίας (Δερβένι < τούρκικο ντερβέν: στενή διάβαση) και του Αχλαδόκαμπου απαιτεί την κατασκευή δρόμων μέσ’ από κακοτράχαλα και δύσβατα μέρη, 
Στα σύγχρονα χρόνια αυτό λύθηκε μόλις τις τελευταίες δεκαετίες με την κατασκευή τής Σήραγγας τού Αρτεμισίου ενώ στα παλαιότερα μέσω της κατασκευής αμαξηλατών δρόμων, πάνω στα βραχώδη βουνά και τα διάσελά τους, κάτι που μόνο εύκολο δεν ήταν.
Στα αρχαία χρόνια, από τις περιοχές Κορινθίας και Αργολίδας προς την Αρκαδία και τη νότια Πελοπόννησο υπήρχανε τρεις τέτοιοι δρόμοι (βλέπε κατωτέρω, αναλυτικό κείμενο από την ιστοσελίδα του χωριού Σάγκας). Στην παρούσα ανάρτηση παρουσιάζονται εικόνες από το πέρασμα «Δίοδος Πορτίτσας», του ενός εξ αυτών, το οποίο πέρασμα βρίσκεται ψηλά, πάνω στο διάσελο, μεταξύ των ορεινών όγκων: Λύρκειο (βόρειά του) και Αρτεμίσιο (νότιά του), πάνω από τα χωριά Σάγκας Αρκαδίας και Νεοχώρι Αργολίδας (σ.σ. τα τρέχοντα διοικητικά σύνορα Αργολίδας και Αρκαδίας, στην περιοχή, ακολουθούνε την κορυφογραμμή – γενικά τα σημερινά διοικητικά σύνορα Κορινθίας, Αργολίδας και Αρκαδίας περνάνε από κορυφές ή και κορυφογραμμές των ανωτέρω ορεινών όγκων του «τείχους») και μόλις 450 με 500 μ. σε ευθεία, δυτικά / βορειοδυτικά από τη Σήραγγα Αρτεμισίου.
Δεδομένου τού σημείου και της εποχής που ανοίχτηκε, πρόκειται για μια εντυπωσιακή κατασκευή. Ένα όρυγμα, μήκους 22 μ., βάθους μέχρι και 6 μ. και πλάτους που φτάνει τα 5 μ., σκαμμένο στα 1.100 μ. υψόμετρο, εγκάρσια στην απόκρημνη βραχώδη κορυφογραμμή, η οποία στο σημείο θυμίζει ασβεστολιθικό λέπι.

Για να ανέβη κανείς θα πρέπει να ακολουθήσει
-ή τη διαδρομή τού σύγχρονου «Σπάρταθλου Δρόμου», από το χωριό Σάγκας, η οποία ανεβαίνει τις «Κλίμακες Παυσανία» (πρόκειται για τον αρχαίο δρόμο ο οποίος ανέβαινε από τη Μαντινεία, στο υπόψη διάσελο, περνούσε από τη «Δίοδο Πορτίτσας» και προτού κατέβη στην Αργολίδα έφευγε βόρεια, ψηλά στις πλαγιές τού Λύρκειου όρους, μέχρι τη θέση αρχαίου πύργου με φρυκτωρία, περί τα 3 χλμ. βόρεια, κοντά στο σημερινό εκκλησάκι Αγ. Δημητρίου, νοτιοδυτικά στο χωριό Κεφαλόβρυσο),
-ή τη διαδρομή τού σύγχρονου «Σπάρταθλου Δρόμου», αλλά από την άλλη πλευρά: αρχικά το χωματόδρομο και μετά εξαιρετικό μονοπάτι, ο οποίος ξεκινά από το πέταλο τού δρόμου – υπάρχουνε σημάδια πάνω στο δρόμο – που έρχεται από Νεοχώρι ή Καπαρέλι και πάει στο Κεφαλόβρυσο,                                             
-ή το μονοπάτι (δεν γνωρίζω σε τι κατάσταση βρίσκεται), στα χνάρια τού αρχαίου δρόμου, που έρχεται από το εκκλησάκι Αγ. Δημητρίου και τη θέση τού αρχαίου πύργου που αναφέρθηκε νωρίτερα.  

Το σε παραμυθένιο τοπίο πρωινό τής Κυριακής 6 Οκτώβρη 2024, ακολουθήσαμε τη δεύτερη από τις ανωτέρω διαδρομές (έχει σημειωθεί στο χάρτη από τη wikimapia, όπου έχει ενσωματωθεί και χάρτης από το google earth όπου με αστεράκι έχει σημειωθεί η θέση τής «Διόδου Πορτίτσας»): 



























Ακολουθούν εικόνες από τη διαδρομή (όχι με τη χρονολογική σειρά που ληφθήκανε):

Πανοραμική λήψη από το σημείο που ξεκινήσαμε. Χοντρικά, αριστερά των δύο πυλώνων μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας ξεκινά το Αρτεμίσιο όρος και δεξιά το Λύρκειο. Το πέρασμα / όρυγμα «Δίοδος Πορτίτσας» βρίσκεται περί τα 260 μ. σε ευθεία από τους πυλώνες, προς τα νότια (αριστερά):













Από το υπέροχο πολύ ανηφορικό μονοπάτι προς το διάσελο, που είναι μέρος τής διαδρομής τού «Σπάρταθλου Δρόμου» (σ.σ. οι αθλητές τού Σπάρταθλου Δρόμου, που ξεκινά από την Ακρόπολη και καταλήγει στη Σπάρτη, και καλούνται σε λιγότερο από 36 ώρες να καλύψουνε 246,8 χλμ., ανεβαίνοντας από μέρη όπως αυτό, αξίζουν απεριόριστο σεβασμό.):























Στην επόμενη, στο κέντρο τής εικόνας διακρίνεται ένας λόφος, που φτάνει τα 702 μ. υψόμετρο και στην πεπλατυσμένη κορυφή του υπάρχουν ερείπια κάστρου των πρώτων βυζαντινών χρόνων. Στο υπόψη κάστρο (το Παλαιόκαστο) είχανε καταφύγει, όπου δημιουργήσανε σημαντικό οικισμό, οι αρχαίοι Έλληνες / κάτοικοι τής περιοχής για να γλυτώσουν από την κάθοδο των σλάβων που κατακλύσανε την Πελοπόννησο μετά τον 7ο μ.Χ. αι.:


















Από το διάσελο. Στη δεύτερη εικόνα, πίσω από το εκκλησάκι Πρ. Ηλία διακρίνεται το Λύρκειο όρος και σε πρώτο πλάνο οι «Κλίμακες Παυσανία». Πρόκειται για τις σε πιο ψηλό υψόμετρο. Δεν συνεχίσαμε παρακάτω μιας και μες στην πυκνή ομίχλη διακρίναμε προς τα κάτω κοπάδι βοοειδών να βόσκει ελεύθερα. Δεν θελήσαμε να τα τρομάξουμε. Έτσι κι αλλιώς ο στόχος μας ήτανε νοτιότερα στην κορυφογραμμή και επίσης οι κατάντη λιθογραμμές οριοθέτησης και στήριξης τού αρχαίου δρόμου είναι επανάληψη τού ίδιου μοτίβου.:











































































Από τη «Δίοδο Πορτίτσας», στην οποία οδηγεί ένα ασαφές και μη σηματοδοτημένο μονοπάτι περί τα 260 μ. από τους πυλώνες (σ.σ. στην τελευταία με τους Μπάμπη Χαραλαμπόπουλο, αριστερά, και Χρήστο Καραμήτσο, στο μέσο):






































---

Το κατωτέρω κείμενο από: www.saga.gr

Κλίμαξ Παυσανία και δίοδος Πορτίτσας.

Σύμφωνα με τα πορίσματα μακροχρόνιας έρευνας του Αρχαιολόγου Δρ. Γ.Α. Πίκουλα στις περιοχές Λακωνίας Μαντινείας Αργολίδας Κορινθίας αλλά και την σχετική Βιβλιογραφία από άλλους Έλληνες και ξένους ερευνητές αυτών των περιοχών, το φαινόμενο «αμαξήλατος οδός» στην αρχαιότητα ξεφεύγει από τον απλό καθορισμό μιας διαδρομής και άπτεται γενικότερων θεμάτων και προβληματισμών.

Ο Δρ. Γ.Α. Πίκουλας στο βιβλίο του «Αρχαίο Οδικό δίκτυο στην Πελοπόννησο» μεταξύ άλλων αναφέρει:
«Είναι κοινής αποδοχής η άποψη ότι στον Αρχαίο κόσμο το οργανωμένο «διακρατικό» οδικό δίκτυο απαιτεί πάνω απ’ όλα μια ισχυρή συγκεντρωτική εξουσία. Είναι αυτή, που θα επωμισθεί την πραγματοποίηση και συντήρηση του δικτύου, αποβλέποντας στην άμεση εξυπηρέτηση των κάθε μορφής αναγκών επικοινωνίας. Το παράδειγμα της Περσίας στην Ασία και της Ρώμης στο Μεσογειακό κόσμο είναι η πειστικότερη απάντηση. Και οι δύο εξουσίες διέθεταν αξιοθαύμαστο, σε πυκνότητα και ποιότητα παρεχόμενων υπηρεσιών, οδικό δίκτυο, που κάλυπτε όχι μόνο την εκάστοτε επικράτεια τους, αλλά εξυπηρετούσε έναν πολύ ευρύτερο όμορο χώρο.

Στην περίπτωση του ελλαδικού χώρου μόνον η Πελοπόννησος μπορεί να παραβληθεί, από κάθε άποψη, επάξια προς την Περσία και τη Ρώμη. Ποια ήταν όμως η ισχυρή συγκεντρωτική εξουσία, που θα ξεπερνούσε τις τόσο συνήθεις έριδες των πόλεων κρατών, ώστε να πραγματοποιήσει κοινό οδικό δίκτυο στον ευρύτερο χώρο της Πελοποννήσου; Η διάνοιξη λόγου χάριν της οδού της Κλίμακος, έργο πρωτόγνωρο, απαιτούσε τη συναίνεση τουλάχιστον της Μαντινείας και του Αργούς. Ασφαλώς θα μπορούσε να υποτεθεί ότι η Σπάρτη είχε τη δύναμη και την πυγμή να επιβάλλει τη διάνοιξη της συγκεκριμένης διόδου στη συνέχεια όμως είχε την ανάγκη να συγκατανεύσουν οι όμοροι, ώστε να εξασφαλιστεί η διατήρηση και συντήρηση της οδού.

Ούτε πρέπει να υποθέσουμε ότι, επειδή επρόκειτο για μείζον κοινωφελές έργο, οι διενέξεις των αντιπάλων θα το άφηναν αλώβητο, όταν σε περιόδους εξάρσεως δεν υπήρχε σεβασμός για τίποτα, ούτε καν για χώρους ιερούς και άσυλα, παρότι, δεν υπήρχαν και μεγάλες δυνατότητες δολιοφθοράς μιας οδού. Η Σπάρτη πάντως, όπως τη γνωρίζουμε να έχει εδραιωθεί τον 6ο π.Χ. αιώνα και το επιγραμματικό χωρίο του Θουκυδίδη (Ι 10,2) είναι αποκαλυπτικό, είχε τη δύναμη να πραγματοποιήσει μιας τέτοιας κλίμακας οδικό δίκτυο, ή πιο σωστά ήταν η μόνη που μπορούσε.

Την αναγκαία πάντως συναίνεση, που επιζητούσε το όλον έργο από φίλιες και πολέμιες επικράτειες, θεωρείται ότι την βρήκε η Σπάρτη στα πλαίσια της Πελοποννησιακής Συμμαχίας της. Η Πελοποννησιακή Συμμαχία από τα μέσα περίπου του 6ου π.Χ. αιώνα απετέλεσε τον εκφραστή της εξωτερικής πολιτικής της Σπάρτης, ενώ παρέσχε, σχεδόν έως τον Πρώτο Πελοποννησιακό Πόλεμο, μια ειρηνική περίοδο σχετικής ηρεμίας και αναντίρρητης ακμής. Έτσι, λοιπόν, η Πελοποννησιακή Συμμαχία, με κινητήρια δύναμη τη Σπάρτη, ήταν η ισχυρή συγκεντρωτική εξουσία, που πραγματοποίησε τις τόσες αμαξήλατους διανοίξεις στον ευρύτερο χώρο της Πελοποννήσου. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι η ίδια η Σπάρτη διέθετε οδικό δίκτυο εκπληκτικής πυκνότητας, ή ότι υπεύθυνη για αυτό ήταν ανώτατη πολιτειακή αρχή, οι Βασιλείς. (Ηρόδοτος VI 57,4).

Όταν λοιπόν εξαίρεται η δυνατότητα της Σπάρτης να μεταφέρει τάχιστα το στρατό της, όπου χρειασθεί, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ότι η αξιοθαύμαστη ευχέρεια στρατιωτικών κινήσεων οφειλόταν κατά μεγάλο μέρος στο οδικό της δίκτυο, και όχι μόνον στην πειθαρχία και στην ευψυχία των ανδρών της. Επιπλέον η τεχνογνωσία υπήρχε, εάν κρίνουμε από ένα συναφές έργο, περίπου της ίδιας εποχής ή και παλαιότερο, τον Δίολκο της Κορίνθου.

Σύμφωνα με τα παραπάνω ο στρατιωτικός χαρακτήρας των «αμαξήλατων οδών» είναι πασιφανής. Θα μπορούσε δε επιγραμματικώς να διατυπωθεί ότι προηγήθηκαν οι στρατιώτες και ακολούθησαν οι έμποροι. Δεν υπήρχε άλλωστε η δυνατότητα να αναλάβει η ιδιωτική πρωτοβουλία τέτοιας κλίμακας έργα. Ήταν όμως πάντοτε έτοιμη να τα εκμεταλλευθεί, προσπορίζοντας ίδια κέρδη.

Προφανώς υπήρχαν ατραποί μονοπάτια και αμαξήλατοι διανοίξεις στην Αργολιδοκορινθία, όπως και στην υπόλοιπη Πελοπόννησο, πολύ πριν τον 6ο π.Χ. αιώνα. Ο πρώτος δρόμος ήταν προφανώς μια πολυπατημένη διαδρομή, ένα μονοπάτι δηλαδή, πρώτα για τον άνθρωπο και πολύ αργότερα για το εξημερωμένο οικόσιτο υποζύγιο του. Η πρώτη μορφή δρόμου, που είναι ταυτόχρονα και η απλούστερη εκδοχή του, είναι αυτή που έμεινε αναλλοίωτη διαχρονικώς έως σήμερα, γιατί ήταν και είναι ανεξάρτητη από την οποιαδήποτε επέμβαση στο έδαφος, ακολουθώντας τις επιταγές του εδαφικού ανάγλυφου.

Το ίδιο διάσελο δηλαδή του Λύρκειου, του Αρτεμισίου, χρησιμοποίησε ο κυνηγός των νεολιθικών χρόνων, ο υλοτόμος της αρχαϊκής εποχής, ο Κολοκοτρώνης κατά των Τούρκων, ο αντάρτης το 1943-44 κατά των Γερμανών, το ίδιο και ο σημερινός ορειβάτης. Στην Πελοποννησιακή Συμμαχία όμως αποδίδονται οι νέες διανοίξεις, βελτιώσεις των ήδη υπαρχουσών, αναγκαία τεχνικά έργα, όπως γέφυρες και αναλήμματα, και ό,τι άλλο αποσκοπούσε στην οργάνωση και εύρυθμη λειτουργία του δικτύου. Η διάνοιξη για παράδειγμα της διόδου της Κλίμακος και η μετατροπή της σε αμαξήλατο δεν είναι τυχαίο ότι έχει επισημανθεί πολύ κοντά παλαιότερη προσπάθεια διάνοιξης ατραπού είναι έργο που προσγράφεται στην Πελοποννησιακή Συμμαχία.

Αναμφίβολα τα μετέπειτα χρόνια, επί Ρωμαιοκρατίας, πρέπει να υποθέσουμε ότι εγίνοντο κάποια έργα μόνον συντήρησης που αποσκοπούσαν στην επάρκεια του οδικού δικτύου. Μαντινεία και Αργολιδοκορινθία δεν απετέλεσαν εξαίρεση στο γενικό κανόνα. Όπως και η υπόλοιπη νότια Ελλάδα, ως μέρος μιας απόμακρης επαρχίας, δεν γνώρισαν οι περιοχές αυτές νέες διανοίξεις αμαξήλατων οδών. Δεν πρέπει επιπλέον να μας διαφεύγει ότι οι Ρωμαϊκές διανοίξεις οδών εξυπηρετούσαν πρωτίστως την απρόσκοπτη μεταφορά των λεγεωνών και η νότια Ελλάδα βρισκόταν πολύ μακριά από τα ευπαθή σύνορα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.

Η μόνη μαρτυρημένη διάνοιξη είναι αυτή του Αδριανού στις Σκιρωνίδες, τη σημερινή Κακιά Σκάλα, καθ' οδόν για την Κόρινθο (Παυσανίας Ι 44,6). Παρέμεινε λοιπόν σε χρήση το παλαιότερο οδικό δίκτυο, συχνά παραμελημένο και ασυντήρητο, ακόμη και όταν επρόκειτο για κύριους άξονες, όπως αυτός της δια Κλίμακος. Ο Παυσανίας στα Αρκαδικά αναφέρει συγκεκριμένα για την κατάσταση της κλίμακος «...είχε αύτη βασμίδας ποτέ εμπεποιημένας...» ήταν δηλαδή τις ημέρες του υπό εγκατάλειψη, όπως ρητά δηλώνει ο επιρρηματικός προσδιορισμός του χρόνου ποτέ.

ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΤΗΣ ΚΛΙΜΑΚΟΣ

Ο Παυσανίας στα Αρκαδικά (III 6,4 II 24,57) (σελίς 189-192) αναφέρει τρεις άξονες για την σύνδεση του Αργούς με την Μαντινεία Αρκαδία. Από βορράν προς νότο οι άξονες είναι: α) δια της Κλίμακος β) του Πρίνου γ) του Τρόχου, αντίστοιχα δηλαδή δύο για την Μαντινεία και μία για την Τεγέα, τα δυο μεγάλα οικιστικά κέντρα της Ανατολικής Αρκαδίας.

Η οδός της Κλίμακος άφηνε το Αργός στις πύλες της Δειράδος, τις νεώτερες Πορτίτσες, και διασχίζοντας την κοιλάδα του Ινάχου, μ' ενδιάμεσο σταθμό τη Λυρκεία, την εγκατέλειπε στις Ορνεές για να ανέβει προς δυσμάς από την, αμέσως βορειότερα και παράλληλη με την του Ινάχου, κοιλάδα του ρέματος του Κεφαλόβρυσου, το σημερινό χωριό Δούκα Βρύση και Πάνω Μπελέσι / Κεφαλόβρυσο. Η άνοδος στην Κλίμακα / Πορτίτσα γινόταν από τον αυχένα του Αγίου Δημητρίου και την Ξυλόσκαλα. Η κάθοδος στην Αρκαδία γινόταν μέσω της διόδου της Πορτίτσας προς το Σάγκα με «ανοιχτές» στροφές και ανάλογα αναλήμματα, απ' όπου και το τοπωνύμιο «Κλίμαξ», συνέχιζε προς το Διάσελο, Πικέρνι με κατάληξη την Αρχαία Μαντινεία. (Στο Διάσελο είχαν εντοπισθεί παλαιότερα ίχνη αρματροχιών).

ΣΗΜΑΝΣΗ ΔΙΑΔΡΟΜΗΣ ΚΛΙΜΑΚΟΣ

1) Ανατολικά προς Αργολίδα: Από την Πορτίτσα δηλαδή και τα 1097,50 μέτρα κατευθυνόταν τελείως προς βορράν στα 930 μέτρα του αυχένα του Αγίου Δημητρίου, εκμεταλλευόμενη στο έπακρο τις υψομετρικές καμπύλες ανάμεσα στα 1050 και 950 μ. Ίσως να χρειαζόταν ένα άνδηρο στήριγμα αμέσως μετά την Πορτίτσα ώστε να ακολουθήσει μια ομαλή καθοδική και ευθεία διαδρομή, που δεν θα δυσκόλευε τις άμαξες. Επιβίωση της αποτελεί η ατραπός της Ξυλόσκαλας. Έτσι γίνεται κατανοητή και η ύπαρξη παρουσία του φυλακίου στον αυχένα του Αγίου Δημητρίου. Τα νεώτερα χρόνια οι διαφορετικές ανάγκες και συνθήκες μεταφορών επέβαλαν την διαδρομή από την κοιλάδα του Ινάχου και την διάβαση του καλντεριμιού από τις Πόρτες μέσω Νεοχωρίου.

2) Δυτικά προς Αρκαδία: Η κάθοδος προς την Αρκαδία, σε σχέση με αυτήν στην Αργολίδα, μετά τη νέα διαδρομή της Ξυλόσκαλας είναι πολύ πιο απότομη. Από τα 1097,50 μ. της Πορτίτσας στα 750 μ. του Σάγκα απόσταση 1,5 χιλιόμετρο, συνέχιζε, αφήνοντας δεξιά το Σάγκα και αριστερά το « Αργόν Πεδίον» (ο κάμπος μεταξύ Σάγκα Νεστάνης), στο Διάσελο (835 μ.), Πικέρνι, Αρχαία Μαντινεία. Η δυτική επομένως κάθοδος είχε διπλάσια υψομετρική διαφορά (σχεδόν 300 μ.) από την ανατολική (150 μ.) επιβάλλοντας μεγάλης κλίμακας τεχνικά έργα. (Τη διαδρομή σημειώνει ο ερευνητής Φουζέρ στο χάρτη Χ της σχετικής μελέτης του).

Τα αναλήμματα ήταν ευρύχωρα και το κυριότερο με «ανοιχτές» στροφές ώστε να μπορούν να στρίβουν οι άμαξες. Απόηχος και κληρονόμος του αρχαίου έργου υπήρξε το καλντερίμι Σκάλα της Τουρκοκρατίας που σώζεται έως σήμερα. Το τελευταίο είχε οπωσδήποτε διαφορετική διάνοιξη / πορεία, από την αρχαία οδό, περισσότερες δηλαδή και πιο κλειστές στροφές (ζικ-ζακ) το καλντερίμι έχει περισσότερες από 12 στροφές ενώ η αρχαία οδός είχε 4 με 6. Αυτό γίνεται κατανοητό, εάν συγκρίνουμε το καλντερίμι με το χωματόδρομο που άνοιξε η ΔΕΗ ως τις Πόρτες, χωματόδρομος που χρειάστηκε πέντε τουλάχιστον στροφές για την άνοδο / κάθοδο του, αποτελώντας ένα πολύ καλό παράδειγμα για τη χάραξη της αρχαίας οδού.

Στα γύρω χωριά, Νιοχώρι, Κάτω Μπέλεσι, Κεφαλόβρυσο, Δούκα Βρύση, Σάγκα ως και στην Καρυά, η παράδοση είναι ζωντανή για «τους αραμπάδες που ανέβαιναν στην Μαρμαρένια Σούδα» διανθισμένη με δοξασίες κάθε είδους «για πριγκίπισσες νεράιδες και θεριά»,(πρβλ. Αντωνακάτου 65 και ΡπίοΗβίί III 35:Ηί5 $ΐΆϊ\ά πιοίηβΓ...ίη Α \ν99οη...) γεγονός που κάθε άλλο παρά τυχαίο πρέπει να θεωρείται. Ήταν φυσιολογικό η οδός της Κλίμακος, με τα πρωτόγνωρα για την αρχαιότητα τεχνικά έργα, να άφησε μνήμες ανεξίτηλες στους νεώτερους.

Επιπλέον η διάνοιξη της σήραγγας Αρτεμισίου ακριβώς «κάτω» από την αρχαία δίοδο της Πορτίτσας αναδεικνύει την τεχνική επάρκεια των αρχαίων οδοποιών. Πώς να θεωρηθεί δηλαδή τυχαίο το γεγονός ότι η οδική διαγώνιος της Πελοποννήσου διήλθε από το ίδιο σημείο παρά τη χρονική διαφορά σχεδόν διόμισυ χιλιετηρίδων;

ΔΙΟΔΟΣ ΠΟΡΤΙΤΣΑΣ ή ΜΑΡΜΑΡΕΝΙΑ  ΣΟΥΔΑ

Σύμφωνα με Έλληνες και ξένους ερευνητές: Ότι πιο σημαντικό έχει να παρουσιάσει η Πελοπόννησος από το αρχαίο οδικό δίκτυο. Πρόκειται για ένα γιγάντιο τεχνητό άνοιγμα ανάμεσα από τους Βράχους που λάξευσαν οι αρχαίοι. Μοναδικό μνημείο στον ελλαδικό χώρο.

Βρίσκεται λίγο πιο νότια από τις Πόρτες ακριβώς στην κορυφογραμμή του βουνού σε υψόμετρο 1097,50 μ. Στη δίοδο της Πορτίτσας είναι εμφανή τα ίχνη της τεχνητής διάνοιξης, όπως ίχνη από «χονδρό βελόνι» και συναφή εργαλεία, καθώς και οι κάθετες αυλακώσεις του δαπέδου για να μη γλιστρά ο δρόμος. Πριν από την είσοδο της διόδου στη δυτική πλευρά της κορυφογραμμής (προς Σάγκα) σώζεται η κοίτη της αρχαίας οδού. Έχει πλάτος 2,20 μ. έως 2,50 μ. και ανεβαίνει με μικρή κλίση από τις Πόρτες. Επίσης είναι ορατά τα ίχνη του εκβραχισμού στο κράσπεδο της οδού.

Το άνοιγμα του βράχου σε πλάτος είναι από 3,20 μ. μέχρι 5 μέτρα. Το ύψος της τομής του βράχου είναι από 1,50 μέτρα μέχρι 6 μέτρα. Το μήκος της διάβασης είναι 22 μέτρα. Στην περιοχή κοντά στη Δίοδο της Πορτίτσας έχει εντοπισθεί από τον ερευνητή Ηοννard (20 πι.δΕ οί ίηε ευιίίηδ), Ιερό των γεωμετρικών χρόνων, ίσως του Ερμή, γεγονός που αποδεικνύει τη διαχρονικότητα της διάβασης αυτής. Στην περιοχή, κατά την διάρκεια των ερευνών από την ομάδα εργασίας του αρχαιολόγου Γ.Α. Πίκουλα, βρέθηκαν λίγα άβαφα και ένα μελαμβαφές όστρακο (εντοπίσθηκαν όμως και ίχνη λαθρανασκαφής).

Στα ίχνη της Διαδρομής της Κλίμακας πέρασε ο Φειδιππίδης, ο Αθηναίος ημεροδρόμος, στη μνημειώδη πορεία του προς τη Σπάρτη κατ' εντολή του Μιλτιάδη για να ζητήσει βοήθεια για λογαριασμό της Αθήνας που βρισκόταν προ της Περσικής απειλής. Η προσπάθεια αυτή του Αθηναίου αγγελιοφόρου Φειδιππίδη αναβιώνεται ως γνωστόν από το 1983 στα πλαίσια του υπερμαραθώνιου αγώνα με το όνομα «ΣΠΑΡΤΑΘΛΟΝ».

Η διαδρομή της Κλίμακος από το Σάγκα μέχρι την Δίοδο της Πορτίτσας είναι μοναδική εμπειρία για τον επισκέπτη. Η θέση του Βράχου της Πορτίτσας στην κορυφογραμμή προσφέρει πανοραμική θέα στην περιοχή και στην Εθνική οδό που βρίσκεται χαμηλότερα. Από εκεί ψηλά, το μάτι φεύγει, χάνεται και ταξιδεύει ελεύθερο σε περασμένα και μελλούμενα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: