20 Μαρτίου 2020

Η Εισαγωγή από την εργασία τής κας Ελισάβετ Αργυρίου με θέμα: Η γυναικεία ποιητική γραφή ως κάτοπτρο της ποιητικής τους θεματολογίας διεθνικά και διαχρονικά


ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Αποτελεί γεγονός πως εξ αρχής μιλώντας για ένα μέρος της λογοτεχνικής παραγωγής, και συγκεκριμένα της ποιητικής, η οποία χαρακτηρίζεται ως «γυναικεία», προκαλείται ένας δικαιολογημένος προβληματισμός –τον  οποίο έχουν επισημάνει γυναίκες και άνδρες δημιουργοί και μελετητές- αφ’ ενός για την ανάγκη και τους λόγους ύπαρξης αυτού του προσδιορισμού αφ’ ετέρου για τις επιφυλάξεις που γεννά ο όρος οι οποίες φτάνουν ενδεχομένως σε a priori προσδοκίες ή προκαταλήψεις για το περιεχόμενο αυτής της ποιητικής παραγωγής περιορίζοντας το θεματικό του εύρος και εκτιμώντας ότι πρόκειται για μια αυτοαναφορική στα γυναικεία ζητήματα κατηγορία ποιητικών κειμένων. Αποδίδεται, δηλαδή, για λόγους ιστορικοκοινωνικούς συνειδητά ή ασυνείδητα στον όρο «γυναικεία ποίηση» -και τελικά στη γυναίκα ποιήτρια- μια πρόθεση περισσότερο ή λιγότερο φανερή να μιλήσει «φύσει» και «θέσει» «οπωσδήποτε» για τα ζητήματα που αφορούν το φύλο της ή να εκφράσει το φεμινισμό της και τους κοινωνικούς της αγώνες και στην τέχνη. Αναφέρονται, επιπλέον, και οι όροι «γυναικεία γραφή» ή «γυναικείος λόγος» πάλι σε αντιδιαστολή με την αντρική ποιητική γραφή που δεν είχε βέβαια ποτέ ανάγκη τον επιθετικό προσδιορισμό «αντρική». Αξιοσημείωτο ακόμη είναι, όπως επίσης έχει κατατεθεί από μελετητές της ποίησης και θεωρητικούς της λογοτεχνίας, ότι μιλάμε –μάλλον για την ακρίβεια μιλούσαμε όλο και περισσότερο στο παρελθόν και βέβαια εξακολουθούμε - για «γυναικεία ποίηση» ενώ, παράλληλα, δε μιλάμε για «γυναικεία ζωγραφική», «γυναικεία γλυπτική» κ.ό.κ.

Πέρα από οποιαδήποτε ανάγνωση μιας «αντίδρασης» και «μαχητικής διάθεσης» των γυναικών πίσω από τον όρο που μπορεί να αδικήσει, να υποβιβάσει και να δημιουργήσει σκεπτικισμό και μονοδιάστατη θεώρηση απέναντι στην ποιητική τους κατάθεση ή να οδηγήσει σε παρανόηση για το ποιος έχει ανάγκη να θέτει τον προσδιορισμό αφού η ποίηση είναι μία, είναι ανθρώπινη και περιλαμβάνει και τα δύο φύλα ή συχνά ρόλους και προσωπεία να εναλλάσσονται ανάμεσα στο φύλο του γράφοντα και της ποιητικής περσόνας που αφηγείται, είναι βέβαιο ότι ο όρος προέκυψε από κάποια ανάγκη να ακουστεί, να προσεχτεί και να υπάρξει. Να διεκδικήσει, δηλαδή, όπως και σε όλους τους τομείς της ανθρώπινης δράσης την προσοχή και το χώρο που της αξίζει, γιατί προφανώς δεν ήταν αυτονόητο ότι τον κατείχε ειδικά όσο πηγαίνουμε όλο και πιο πίσω σε πρωιμότερους χρόνους της ποιητικής γραφής.

Η ποίηση συνιστούσε ένα ανδροκρατούμενο πεδίο και ο όρος «γυναικεία ποίηση» αποτελεί αναντίρρητα και ιστορικό προϊόν του φεμινιστικούς κινήματος με διττή οπτική στο πρόσημό του ανάλογα με τον ποιοι/ποιες τον χρησιμοποιούσαν είτε για να υπάρξουν και να καταξιωθούν είτε για να υπαινιχθούν στην καλύτερη μια διαφορετική κατάθεση ποιητικής γραφής στη χειρότερη μια θεματική κατηγορία που έβριθε συναισθηματισμού και πάντως συνιστούσε με κάποιον τρόπο μια μάλλον ετεροβαρή κατάθεση αποσιωπώντας εκούσια ή ακούσια τα αίτια αυτής της προκατειλημμένης αποτίμησης που ήταν προφανώς κοινωνικά και όχι αξιοκρατικά.

Είναι σε κάθε περίπτωση εύλογο ότι είναι παρακινδυνευμένος ο χαρακτηρισμός και παραπέμπει σε μια πολύ συγκεκριμένη για πολύ κόσμο γυναικεία θεματική και σε μια εύκολη κατηγοριοποίηση περιεχομένου που είθισται να συνδέεται με θέματα όπως η γυναικεία φύση, το συναίσθημα, ο έρωτας, η κοινωνική καταπίεση, η μητρότητα. Προφανώς και είναι και αυτά μέρος της ποίησης των γυναικών -γιατί είναι γαλουχημένη μέσα τους- όχι όμως μόνο αυτά ούτε αυτά αποκλειστικά. Άλλωστε πολλά αποτελούν θεματολογία και της ποίησης των ανδρών. Το βίωμα ως μοναδική καταγραφή του φύλου και για την περίπτωση της γυναίκας και για την περίπτωση του άνδρα είναι η ειδική οπτική και η αποκλειστική σφραγίδα και καταγραφή που η βιολογία του σημειώνει. Από εκεί και έπειτα λειτουργούν κοινωνικά μαθημένες συμπεριφορές συνδεόμενες και αρμοστές στο φύλο μέσα από στερεοτυπικές τους επαναλήψεις οι οποίες δημιουργούν συσχετισμούς αναμενόμενους και συνήθεις στην ποιητική θεματολογία των γυναικών δημιουργών χωρίς να μπορεί –ούτε να πρέπει- αυτό να ορίσει ή να περιορίσει τα θέματά τους. Δεν υπάρχουν γυναικεία και ανδρικά θέματα, υπάρχουν θέματα που αφορούν τους ανθρώπους και προσεγγίσεις που έχουν ενδιαφέρον και από την οπτική του ενός ή του άλλου φύλου, όπως έχουν ενδιαφέρον και από άλλες οπτικές όπως είναι η ηλικία, η τοπογεωγραφία, η εποχή, η πολιτική ιδεολογία, η ένταξη στα ιστορικά και λογοτεχνικά ρεύματα, οι περιρρέουσες πολιτικοοικονομικές και κοινωνικές συνθήκες, το παράλληλο επάγγελμα (αν υπάρχει παράλληλο επάγγελμα) ενός δημιουργού. Υπάρχουν δηλαδή συνιστώσες που μπορούν να επιδράσουν στη δημιουργία ποιητικού υλικού και να λειτουργήσουν ως εμπνεύσεις και ως διαμορφωτικοί παράγοντες στη σύσταση προσωπικής ποιητικής ιδιολέκτου που συγκροτούν το ποιητικό ύφος κάθε υποκειμένου που εμπλέκεται ανεξαρτήτως φύλου στη διαδικασία της ποιητικής σύνθεσης.

Αν επιχειρήσουμε όμως μια πιο ανοιχτή και απροκατάληπτη διείσδυση σε αυτόν τον προβληματισμό θα βρούμε σίγουρα πολλούς άλλους κόσμους, όλους τους κόσμους μας εκεί να τους ανατέμνει η μοναδική προσωπικότητα ενός ανθρώπου που ξεχνά κανείς-και ίσως αυτό να είναι πιο επιτυχημένο ή ενδιαφέρον ποιητικά- αν είναι άνδρας ή γυναίκα. Ή κάποτε ωθούν και πείθουν να το ξεχάσει κανείς χωρίς να παραβλέπονται ωστόσο θεματικές όπως αυτές του εγκλεισμού-σχέσης με τις οικιακές εργασίες-μητρότητας από τις οποίες πάλι μπορεί να διανοιγεί μια άλλη οπτική στον κόσμο. Σε αυτές τις περιπτώσεις μπορεί να μην μπορεί να παραβλεφθεί, όχι εύκολα τουλάχιστον, το φύλο- ωστόσο αν βιωνόταν αυτή η καθιερωμένη πραγματικότητα και από άντρες ίσως ανθρώπινα να κατέτεινε σε αντίστοιχες ποιητικές καταγραφές- έχει όμως ενδιαφέρον η μοναδικότητα στο βίωμα κάθε υποκειμενικής γυναικείας καταγραφής ή στο μοίρασμα με τα κοινά ή τις διαφορές που εμφανίζονται ανάμεσα σε διάφορες γυναικείες ποιητικές φωνές οι οποίες αγγίζουν τη συγκεκριμένη διαχρονική θεματική του εγκλεισμού ή άλλων και για τις οποίες συχνά αυτός μετατρέπεται στον ποιητικό τους κόσμο και τους τροφοδοτεί με το προσωπικό τους ποιητικό λεξικό. Έχει ενδιαφέρον να δει κανείς τι σημαίνει ο ιδιωτικός χώρος που ζει, διαμένει, εργάζεται και γεννά μέσα σε αυτόν την ποίησή της μια γυναίκα διαφορετικών εποχών, διαφορετικής εθνικότητας, ηλικίας, κουλτούρας, θρησκείας, ποιητικής ιδεολογίας. Αν αναφερθούμε στον 19ο αιώνα και στον 20ο μέχρι τα γυναικεία κινήματα του φεμινισμού άλλωστε δεν υπήρχε καν άλλη επιλογή και άλλη δυνατότητα για τις περισσότερες ειδικά μη εύπορες γυναίκες παρά να είναι εγκλεισμένες στο σπίτι και να βρίσκουν μόνη (δι-)έξοδο μέσω τους γάμου τους, του εκκλησιασμού του ή σπάνια της εκπαίδευσής τους για έναν πολύ μικρό αριθμό γυναικών.

Εδώ ο όρος «γυναικεία ποίηση» αναφέρεται προκειμένου να δηλώσει τις γυναίκες ποιήτριες ανεξάρτητα από τη θεματική των ποιημάτων τους. Θα ήταν άδικο και υποτιμητικό να “κατατάσσεται” η γυναίκα αυτομάτως σε μια κατηγορία ποιητικής με διαμορφωμένη την αντίληψη κριτικής και κοινού ότι θίγει θέματα που εμπίπτουν στη “γυναικεία θεματολογία” παραβλέποντας πώς γράφει για αυτά τα θέματα και τι νέο κομίζει στην τέχνη. Η ποίηση συνιστά και τη μορφή, τον τρόπο, τις τεχνικές, τις ιδιαίτερες γλωσσικές επιλογές που δομούν μοναδικές ποιητικές πραγματικότητες. Και εξ ίσου άδικο είναι αν καταπιαστεί με άλλες θεματικές να μιλά η κριτική για τολμηρή, σθεναρή, ρωμαλέα γραφή υπονοώντας ανοίκεια στη γυναικεία φύση και συνήθη στο ποιητικό έργο των αντρών ποιητών. Έχουν μιλήσει για “γυναικεία θέματα”, π.χ. για τη μητρότητα και άντρες ποιητές από την οπτική τους. Ο Ρίτσος στη Σονάτα του Σεληνόφωτος μιλά για την εξαίσια φυλακή της γυναίκας, τον παραδοσιακό χώρο εγκλεισμού της, την κουζίνα. Εννοείται πως για το θέμα της μητρότητας είναι η βιολογία που επιτρέπει το βίωμα στη γυναίκα και η γνώση και το συναίσθημα δεν μπορεί να βιωθεί από έναν άνδρα αλλά δε σημαίνει αυτό ούτε ότι το συγκαταλέγει στα αυστηρώς γυναικεία θέματα ούτε ότι οι άντρες ποιητές δεν μπορούν να μιλήσουν με ενδιαφέροντα τρόπο για αυτά χωρίς ωστόσο αυτομάτως να πρέπει η γραφή τους να συνοδευτεί από χαρακτηρισμούς όπως τρυφερή ή ευαίσθητη.

Το ζητούμενο γενικώς ανθρώπων σκεπτόμενων με καλλιτεχνικές εκφραστικές ανάγκες είναι να μιλήσουν ελεύθερα για ό,τι τους συγκινεί και τους ενδιαφέρει χωρίς τις έξωθεν κατηγοριοποιήσεις να αξιολογούν την επιλογή του θέματος και όχι τη γραφή και να προτείνουν ασφυκτικές εγκλωβιστικές για τους ποιητές κατηγοριοποιήσεις που σε μεγάλο βαθμό καλουπώνουν τη γραφή, αγνοούν το σύνολο του έργου και ό,τι δεν εμπίπτει σε αυτή την κατηγορία και προκαταλαμβάνουν τον αναγνώστη. Τα συναισθήματα-κάποτε και τα βιώματα- δεν είναι αποκλειστικό προνόμιο ενός φύλου. Η αφηγηματική λειτουργία και οι τεχνικές της αφήγησης –αλλά και η ίδια η ζωή- μπορούν να τα καταστήσουν διεμφυλικά και σε κάθε περίπτωση άξια αισθητικής απόλαυσης χωρίς να γνωρίζουμε αν πίσω από το ποίημα που υποβάλλει αυτά τα συναισθήματα υπάρχει γυναικεία ή ανδρική γραφή.

Ωστόσο δεν γίνεται να αγνοηθεί όλη η πορεία των αγώνων καταξίωσης και χειραφέτησης της γυναίκας και των ανδρών υποστηρικτών του φεμινισμού μιλώντας για ισότητα φύλων και ίσα δικαιώματα και η αντανάκλασή της στην ποίηση. Ούτε η έως εκείνη τη στιγμή πορεία της γυναίκας στα γράμματα που την έθετε στο περιθώριο παραγνωρίζοντας το δικαίωμα της ενασχόλησής της με το είδος και την ικανότητα διάκρισής της και καταξίωσής της μέσα από αυτό. Είναι βέβαιο ότι ελάσσονες ποιητικές γραφές γυναικών θεωρούνται ελάσσονες και μόνο γιατί δεν είχαν το ίδιο βήμα και την ίδια προβολή όπως οι αντίστοιχες αντρικές και λόγω ισχύος άνισων κριτηρίων αξιολόγησης του έργου. Γιατί ακόμη απλώς δε βγήκαν στην επιφάνεια ή δεν εκδόθηκαν και επομένως δε διαθόθηκαν.

Είναι βέβαιο ότι υπάρχουν πολλές περιπτώσεις γυναικών ποιητριών που και οι μειωμένες ευκαιρίες της εκπαίδευσής τους, τα οικονομικά προβλήματα, η ανάγκη για βιοπορισμό και ο εγκλεισμός τους στο σπίτι μέσω του γάμου και της μητρότητας στέρησε τη δυναμική και την εμβέλεια στην προβολή και καθιέρωση του έργου τους. Μέρος αυτού του έργου έχει κατηγοριοποιηθεί πάλι από την επίσημη κριτική ως παραγωγή συνδεόμενη με την ανάγκη της γυναίκας για καταφύγιο, απόδραση από την ανία, μέσο ψυχοθεραπείας, αντίδοτο στη μελαγχολία και μέσο της όποιας απόδρασης και διαφυγής από προσωπικούς και κοινωνικούς φραγμούς και από την επιβεβλημένη καταπίεση. Ποιος μπορεί, ωστόσο, να αρνηθεί ότι δεν υπάρχει δόση αλήθειας και σε αυτή τη θέση; Υπάρχει και σε κάποιες περιπτώσεις αναγνωρισμένα όπως συνιστούν τα ποιητικά παραδείγματα της Σύλβια Πλαθ που έπασχε από διπολική διαταραχή, της Ανν Σέξτον της οποίας ο ψυχοθεραπευτής της είχε συστήσει να ασχοληθεί με την ποίηση και αποτελούσε για αυτή μέσο που την κρατούσε στη ζωή, δικών μας περιπτώσεων πχ. Πολυδούρη, Κατερίνα Γώγου και άλλων που έπασχαν από κατάθλιψη. Εντούτοις, πάλι ελλοχεύει ο κίνδυνος το έργο τους να κατηγοριοποιηθεί με κριτήρια παθογένειας μόνο και να παραγνωριστεί η καθ΄ εαυτό ποιητική τους αξία. Σαφώς υπάρχουν και αντρικές περιπτώσεις που αποτελούν παραδείγματα αντίστοιχα με τα παραπάνω. Αποτελεί όμως ερώτημα αν η ποίηση των ανδρών κατηγοριοποιείται με τον ίδιο τρόπο ακολουθώντας ισότιμα κριτήρια αποτίμησης της ποιητικής τους αξίας με βάση ένα ιατρικό ιστορικό όπως έχει συμβεί με τις περιπτώσεις γυναικών που είναι εγκλωβισμένες και στιγματισμένες από αυτές τις ταμπέλες. Στην περίπτωση μάλιστα αυτοχειρίας ανδρών, όπως είναι η περίπτωση του Καρυωτάκη, όχι μόνο αυτό δε στάθηκε δεσμευτικό κριτήριο και μόνιμα συνυφασμένο με την τέχνη του και την αποτίμησή της αλλά ίσως να συντέλεσε περισσότερο στην απήχηση και προβολή της και στη σύνδεσή του με ένα προσωπικό ύφος.

Αποτελεί ερώτημα αν έχει στοιχίσει το ίδιο σε άντρες και γυναίκες δημιουργούς η συσχέτιση της ποιητικής τους αξίας με κάποια παράλληλη ψυχική διαταραχή.

Οι λεπτές αυτές διακρίσεις στιγματίζουν θετικά ή αρνητικά και πάντως προκαταλαμβάνουν και παραχαράσσουν την αυθεντική, ουσιαστική, πραγματική αξία της ποίησης μιας γυναίκας ή ενός άντρα εμποδίζοντάς την να υπάρξει αυτοτελώς αποκομμένη από το πλαίσιο αυτό. Ίσως η παραδοχή ότι κάθε προσωπική περίπτωση ποιητή με ό,τι φέρει ως βίωμα προσωπικό, οικογενειακό, ιατρικό, μορφωτικό, ερωτικό να ενυπάρχει και να είναι οργανικά δεμένο με τη σκέψη και τη γραφή του να άμβλυνε τις επιζήμιες κατηγοριοποιήσεις και να άφηνε περισσότερο ελεύθερους τους δημιουργούς και τους αναγνώστες τους.

Το θέμα είναι ανεξάντλητο και επανέρχεται διαχρονικά σε συζητήσεις λογοτεχνών μεταξύ τους (βλ. Άντεια Φραντζή, Μαρία Λαϊνά, Παυλίνα Παμπούδη, Τζένη Μαστοράκη). Η εκτίμηση ότι τα πατήματα νέων γενεών με όρους ευκαιριών, παιδείας, ελευθερίας έκφρασης είναι πιο στέρεα και κοινά και έχοντας αποκοπεί από το πνεύμα των φεμινιστικών εποχών λόγω χρονικής απόστασης είναι πιο ουδέτερα από άποψης φύλου είναι βάσιμη και κυρίαρχη και κανείς μπορεί να τη διακρίνει σε σύγχρονα ποιήματα πολύ νέων δημιουργών. Ίσως και αυτό να λέει κάτι για την εξελικτική πορεία των φύλων και της κοινωνίας και την αποτύπωσή της στην ποίηση. Γιατί προφανώς δεν είναι μόνο η βιολογία και η φύση είναι και το πολιτισμικό και κοινωνικό πλαίσιο που θέτει κριτήρια και προτείνει κατηγοριοποιήσεις και τρόπους ανάγνωσης καθιερώνοντας, δίνοντας βήμα λόγου και προβάλλοντας ίσως πιο ισότιμα και δικαιότερα εξ ίσου γυναίκες και άνδρες δημιουργούς.

Στην παρούσα εργασία χωρίς να είναι μέσα στις αρχικές της προθέσεις κρίθηκε αναγκαία η διερεύνηση του παραπάνω όρου καθώς η γυναικεία γραφή συνδέεται με την επιλογή κειμένων και την αντιπροσωπευτικότητά τους ως καταθέσεων με εντονότερη ή λιγότερο έντονη ή εντελώς ουδέτερη τη γυναικεία θεματική αποτύπωση. Έγινε προσπάθεια να δοθούν δείγματα όλων των περιπτώσεων που εμπίπτουν και σε πιο αυστηρή γυναικεία θεματολογία αλλά και χωρίς αυτή τη διάκριση να μοιάζει να έχει κανένα νόημα και να μπορεί να σταθεί σε κάποιες περιπτώσεις.

Ο όρος στην παρούσα εργασία χρησιμοποιείται για να δηλώσει βασικά τις γυναίκες ποιήτριες χωρίς να υπαινίσσεται ζητήματα που συζητήθηκαν παραπάνω. Απλώς για λόγους αποσαφήνισης του όρου διευκρινίζεται ότι η αναφορά δηλώνει την επιλογή να ασχοληθεί η εργασία με τις γυναίκες ποιήτριες και όχι με άνδρες ποιητές. Με την ίδια λογική που θα μπορούσε να διερευνά μια εργασία μόνο γυναίκες ζωγράφους, γλύπτριες, αρχιτεκτόνισσες μόνο ως μελέτη περιπτώσεως μιας πτυχής της τέχνης και όχι σε αντιπαράθεση ή αντιπαραβολή με το αντίστοιχο έργο των ανδρών.

Σε κάθε περίπτωση σκοπός της παρούσας εργασίας είναι να εκδιπλωθεί μια βεντάλια μέσα στο χρόνο και στο χώρο της γυναικείας ποιητικής γραφής με ετερόκλητες περιπτώσεις γυναικών (4 εγχώριες περιπτώσεις κινήθηκαν και κινούνται ως καταξιωμένες στο χώρο της στιχουργικής με εμφανή σύνδεσή τους ωστόσο με την ποίηση) για να φανεί η θεματολογία που απασχολεί τη γυναικεία σκέψη στην πορεία του χρόνου μπολιασμένη με την ιστορία, τα ρεύματα του φεμινισμού, τις εθνικές περιπέτειες και ιδιαιτερότητες, την κοινωνική και επαγγελματική θέση της γυναίκας, την προσπάθεια για καταξίωση και χειραφέτηση (που υπάρχουν σύγχρονοι λόγοι να την καθιστούν ακόμη αναγκαία και καθόλου δεδομένη), να φωτιστεί το έργο τους, η δύναμή τους και το ταλέντο τους και να αποτελέσουν αντικείμενο μελέτης, προβληματισμού και βαθύτερης διερεύνησης για σκοπούς τόσο της εκπαίδευσης όσο και της ευρύτερης φιλαναγνωσίας.

Τα κείμενα αυτά στην συντριπτική τους πλειοψηφία δεν συγκαταλέγονται στα σχολικά εγχειρίδια απομακρύνοντας το σύγχρονο μαθητή από την επαφή και γνωριμία του με ένα μεγάλο ποιητικό κομμάτι που παραμένει αθέατο και ανεξερεύνητο. Θα μπορούσαν όμως να αποτελέσουν κείμενα παράλληλης εξέτασης, να λειτουργήσουν στη λογική της διακειμενικής και διαθεματικής διδασκαλίας και να την προωθήσουν και σίγουρα να δώσουν ένα έναυσμα γνωριμίας και ανακάλυψης του μαγικού ανεξάντλητου και τόσο ηχηρού στη διακριτική του σιωπή και περιθωριοποίηση κόσμου της λογοτεχνίας προσελκύοντας περισσότερους ανθρώπους στην ενασχόλησή της με αυτή μέσω της δημιουργικής γραφής όσο και της αναγνωστικής εμπειρίας και επάρκειας.

Στην εργασία θα τεθούν σε δεδομένα κατάλληλα σημεία εκπαιδευτικοί στόχοι ειδικοί στη συνεξέταση κειμένων και θα δοθούν προτεινόμενες δραστηριότητες.

Δεν υπάρχουν σχόλια: