Το κείμενο που ακολουθεί, είναι μεταγραφή στην καθομιλουμένη τού άρθρου «ΤΟ ΑΓΡΗΛΗΚΙ» τού Ιωάννη Σαρρή, από το περιοδικό «ΤΟ ΒΟΥΝΟ», του Ελληνικού Ορειβατικού Συνδέσμου, του 1946. Παρουσιάζει μια εξαιρετική περιγραφή τού ορεινού όγκου Αγριλίκι, το δάσος τού οποίου, στην εποχή μας, καταστράφηκε σε δύο δόσεις: το 2009 και το 2024 ενώ, σύμφωνα με το κείμενο, είχε και παλαιότερα υποστεί τις συνέπειες εμπρησμών.
Η ονομασία Αγριλίκι αποδίδεται στη βορειοανατολική προέκταση τού Πεντελικού όρους, η οποία σε τούτο έχει εξαιρετική σημασία, ότι καταπέφτει απότομα στην ένδοξη πεδιάδα τού Μαραθώνα και την περιβάλλει από νότια. Το ανατολικότατο όριο τού ορεινού αυτού προβουνού πλησιάζει στην αρχή τού μικρού κόλπου, που καλείται «όρμος Μαραθώνα» και αφήνει μεταξύ αυτού και της θάλασσας στενή πεδινή λωρίδα πλάτους μόλις ενός χιλιομέτρου, της όποιας το έδαφος είναι τελματώδες, ενώ μόλις πρόσφατα ανοίχτηκε διώρυγα, μέσω της οποίας τα νερά αποστραγγίζονται και διοχετεύονται στη θάλασσα. Η τελματώδης αύτη περιοχή λέγεται Βάλτος (κ. Βρεξίζα). Ο δρόμος που έρχεται από την Αθήνα στο Μαραθώνα περνά από το ρίζωμα τού όρους, μεταξύ του 34ου και 35ου χιλιομέτρου.
Όλος ο ορεινός όγκος τού Αγριλικίου έχει σχήμα περίπου στρογγυλό, με μήκος και πλάτος περί τα 4 χλμ. Το μήκος του (στη διεύθυνση Β-Ν) ξεκινά από την αγροικία Βρανά μέχρι τη θέση «Κοράκου», στην πεδιάδα τής Νέας Μάκρης (αρχ. Προβαλίνθου), το δέ πλάτος πρέπει να υπολογιστεί από την κοιλάδα Ντάρδιζα ή τη θέση Μολίθι μέχρι την πεδιάδα τού Μαραθώνα. Αυτά αν λάβουμε υπόψη ότι το Αγριλίκι διαχωρίζεται από το υπόλοιπο Πεντελικό όρος με δύο χαράδρες, αφενός προς ΒΔ με τη σχηματιζόμενη χαράδρα από την κοιλάδα τής Ραπεντόζας και ιδίως από το ρέμα Ντάρδιζας – Μολίθι αφετέρου προς Ν στις παρυφές τού βουνού στην χαράδρα στη θέση «Κοράκου». Ο αυχένας ο οποίος ενώνει το Αγριλίκι με το Πεντελικό όρος, στην ΝΔ πλευρά, κατεβαίνει σε υψόμετρο 320 μ. και όχι, όπως αναγράφεται στους επίσημους χάρτες 420, δηλ. με σφάλμα 100 μέτρα. Στον αυχένα αυτόν ανεβαίνει μονοπάτι από την κοιλάδα τής Ντάρδιζας που συνεχίζει κατηφορικά στην χαράδρα «Κοράκου» προς την πεδιάδα τής Νέας Μάκρης.
Στο Αγριλίκι διακρίνονται τρεις κυρίες κορυφές. Η νοτιοδυτική με υψ. 461 μ., η νοτιοανατολική με υψ. 468 μ. (δηλ. έχει ίδιο ύψος με την ψηλότερη κορυφή τού όρους Αιγάλεω) και η βορειότερη, η οποία είναι και η ψηλότερη, 557 μ. Η πρώτη, δηλ. η χαμηλότερη, υψώνεται σα θόλος, ενώ οι δύο άλλες σαν κώνοι. Μεταξύ των κορυφών διαμορφώνονται κοιλώματα και βραχείς χαράδρες, χαρακτηριστικές μάλιστα είναι οι απότομες καταπτώσεις τού όρους προς τις χαμηλότερες πλαγιές. Ένα μονοπάτι ακολουθεί το προς τη δύση αποκλίνων κοίλωμα, το οποίο ακολουθεί ο ορειβάτης από τη θέση Μολίθι για να ανέβει στην ψηλότερη κορυφή. Η κορυφή αυτή ονομάζεται κοινώς «Στρούγγιζα τουρλωτή», λόγω του σχήματός της.
Η θέα από την ψηλότερη κορυφή (557 μ.), από την όποια καταπέφτει απότομα στην ιστορική πεδιάδα, είναι μεγαλοπρεπέστατη. Η πεδιάδα εκτείνεται κάτω σαν τάπητας, στεφανωμένος ολόγυρα από λόφους και τη μαγευτική παραλία. Πρασινίζουν μάλιστα σε αυτήν οι ελαιώνες και οι αμπελώνες, ξεχωρίζει δε για τη λευκότητά του ο κώνος τού περίφημου «Σωρού» ή «Τύμβου», ενώ άλλοτε, μέχρι και πριν από δεκαπέντε χρόνια, προτού οι αρμόδιοι τον υψώσουνε με επίχωμα, ήταν υπέρυθρος. Στο βόρειο άκρο τής πεδιάδας φαίνεται το σημερινό χωριό τού Μαραθώνα.
Το έδαφος τού όρους είναι τραχύ συνιστάμενο από σκληρό ασβεστόλιθο και μάρμαρο. Για αυτό πουθενά δεν βλέπει κάποιος καλλιέργειες. Μόνο λιγοστά δασοτόπια το στολίζουν, αποτελούμενα από πεύκα, θαμνώδεις αγριελιές, λαδανιές και άλλους θάμνους. Στο δάσος, το όποιο μέχρι πριν από λίγα χρόνια, λόγω των αλλεπαλλήλων πυρκαγιών είχε κατακερματιστεί, σήμερα το βλέμμα τού ορειβάτη με ευχαρίστηση αντικρίζει τα πεύκα τα οποία αναβλαστάνουν και τείνουνε να καλύψουνε τα καμένα μέρη του, σκεπάζοντας έτσι ολόκληρο τον ορεινό όγκο τού Αγριλικίου*. Χαρακτηριστική είναι εδώ η αφθονία των αγριελιών, στις οποίες οφείλει το βουνό το όνομά του• οι θαμνώδεις αγριελιές άλλες βλαστάνουν κάτω από τα πεύκα, άλλες δε ανεξάρτητες αυτοτελείς με τόση πυκνότητα κατά τόπους ώστε με το πετρώδες έδαφος σχηματίζουν εκτάσεις δυσκολοδιάβατους. Αποτέλεσμα τού ασβεστολιθικού αυτού εδάφους είναι η ξηρότητα του βουνού. Πουθενά δεν υπάρχει πηγή ή δεξαμενή, παρά μόνον ελάχιστα πηγάδια στην πεδιάδα, ενώ προς την παραλία οι ανυψώσεις τού εδάφους σχηματίζουνε το προαναφερθέν έλος. Και αυτή η αγροικία τού Βρανά, η όποια βρίσκεται στις ΒΔ παρυφές τού όρους, δίπλα στο δυτικό χείμαρρο, στερείται υδάτων και μόνο το νερό τού χειμάρρου διοχετεύεται στη δεξαμενή τής αγροικίας. Η μόνη οικονομική εκμετάλλευση τού όρους είναι η ποιμνιοβοσκή και η συλλογή ρητίνης, η οποία γίνεται ακόμη με τις παλιές καταστρεπτικές μεθόδους. Σε αυτό το καρστικό έδαφος είναι γνωστά ένα σπήλαιο και ένα φυσικό πηγάδι (βάραθρο) λίγο νοτιότερα του, αμφότερα στην ΒΑ πλευρά, ψηλότερα από την πεδιάδα, σε υψ. 265 μ. Και το μεν σπήλαιο δεν παρουσιάζει κάτι το εξαιρετικό. Το δε πηγάδι εξερευνήθηκε πρόσφατα** από την σπηλαιολογική ομάδα τού Ε.Ο.Σ. με την ελπίδα ότι θα υποκρύπτεται στο βάθος του σπήλαιο. Τίποτα όμως τέτοιο δεν βρέθηκε, μετρήθηκε μάλιστα το βάθος τού πηγαδιού στα 35 μέτρα. Το στόμιο του, το οποίο ανοίγεται ανάμεσα σε αγριελιές έχει διάμετρο μόλις ενός μέτρου και δεν είναι εύκολο να το βρει κανείς. Πριν από λίγες ημέρες μάλιστα το βρήκα σκεπασμένο με μεγάλο κλαδί από αγριελιά, το οποίο θα τοποθετήθηκε από άγνωστο χωρικού ή βοσκό. Για ποιο λόγο άραγε να προχώρησε σε αυτή την πράξη; Για να μην πέσει κανένα ζώο μέσα ή για να αποκρύψει το θησαυρό, τον οποίο φαντάζεται ότι θα αναζητούσε η σπηλαιολογική ομάδα; Όπως είναι γνωστό, τέτοιες εξερευνήσεις εγείρουν υπόνοιες στους χωρικούς, γιατί νομίζουν ότι αυτές γίνονται με σκοπό την ανεύρεση θησαυρών, για αυτό εξάλλου και το παρακείμενο σπήλαιο έχει ανασκαφεί σε μεγάλο βαθμό από αρχαιοκαπήλους. Η συγκεκριμένη έρευνα έγινε μάλλον σε τέτοια έκταση, καθότι ο Παυσανίας αναφέρει σπήλαιο στο όρος Πανός «ολίγον απωτέρω του πεδίου θέας άξιον» (Παυσανίας, Αττικά, Κεφ. 32 παρ. 6) και ότι «παρελθούσι είσιν οίκοι και λουτρά και το καλούμενον Πανός αιπόλιον, πέτραι τε τα πολλά αιξίν εικασμένοι». Το αποτέλεσμα τής έρευνας ήταν ότι το αναφερόμενο σπήλαιο πρέπει να αναζητηθεί σε άλλο μέρος και ότι ως τέτοιο θα πρέπει να είναι το δίστομο σπήλαιο το όποιο υπάρχει κοντά στη θέση Νοινόη, δηλαδή την αρχαία Οινόη, στην αριστερή όχθη τού Χάραδρου ποταμού. Σε αυτό εισέρχεται κανείς συρόμενος μέχρις ότου φθάσει σε άνοιγμα, στο όποιο οριακά στέκεται όρθιος ανάμεσα σε πέτρες με παράδοξα σχήματα από τους σταλακτίτες και τους σταλαγμίτες• από εκεί μάλιστα μπορεί να εξέλθει, συρόμενος πάλι, από την άλλη είσοδο. Αλλά όμως ούτε λουτρά ούτε νερό υπάρχουν μέσα του.
Η διαψευσθείσα υπόθεση ότι το σπήλαιο τού Πανός θα ταυτιζότανε με αυτό στο Αγριλίκι προκλήθηκε από τη γειτνίασή του με αρχαία ερείπια, γιατί ΒΔ μεν, σε απόσταση 200 μ. και σε υψ. 365 μ. βρίσκονται ερείπια αρχαίου βωμού, ΝΑ δε και σε ίση απόσταση προς τα κάτω (υψ. 203 μ.) στέκονται ερείπια τειχών Μυκηναϊκής ακρόπολης. Όπως παρατηρείται, στα παλιά αυτά οχυρώματα, τα τείχη ιδρύονταν εκεί που υπήρχε και φυσική οχύρωση από το ανάγλυφο τού εδάφους, για αυτό προς την πεδιάδα, οπού η θέση καταπέφτει σε απότομο γκρεμό, δεν υπάρχει τείχος παρά μόνο στις υπόλοιπες πλευρές. Το μήκος τής Ακρόπολης είναι 100 μ. το δε πλάτος 20 με 30 μ. Η ύπαρξη αυτής τής ακρόπολης, παρατηρεί ο καθηγητής κ. Σωτηριάδης, καταδεικνύει ότι η αρχαία πόλη τού Μαραθώνα Βρισκότανε χαμηλά στους πρόποδες τού βουνού αυτού και όχι στο μέσο της πεδιάδας όπως παραδέχονται μερικοί άλλοι τοπογράφοι.
Από τα ανωτέρω προκύπτει πόσο ενδιαφέρουσα είναι η διαδρομή στο βουνό Αγριλίκι μέσω των σημαντικών αυτού θέσεων. Για αυτό κατάλληλες αφετηρίες είναι από το Διόνυσο ή τη Νέα Μάκρη.
Σημειώσεις:
Ο συγγραφέας πήγε στο Αγριλίκι το φθινόπωρο τού 1938.
*Το δάσος αυτό είχε ήδη καταστραφεί από φωτιά το 1946, όταν δημοσιεύτηκε το παρόν.
**Η εξερεύνηση έγινε στις 8 Μάη 1938.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου