01 Ιουνίου 2022

Τόνιο Κράιγκερ - Ο δυϊσμός του φασισμού και ο «φασισμός» της τέχνης – Η Eισαγωγή [Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος]

TONIO ΚΡΑΙΓΚΕΡ
Ό δυϊσμός του φασισμού και ο «φασισμός» της τέχνης

Εισαγωγή

Η κυρίαρχη αντίληψη περί φασισμού είν’ εκείνη που, παραμερίζοντας τον έντονα λαϊκιστικό χαρακτήρα του φασιστικού φαινομένου, ανάγει την καταγωγή του σε μιαν ατομοκεντρική και αριστοκρατική στάση, χωρίς συγχρόνως να ελέγχει τις ρίζες της μέχρι εκείνο το βάθος όπου κάτω από τη σχετικά πρόσφατη παράδοση του ατομικισμού κοχλάζει ανεξιχνίαστο και άμορφο το συλλογικό πάθος. Παρά το γεγονός πως ο φασισμός απ’ αυτήν ακριβώς την κοχλάζουσα μάζα άντλησε κι έθρεψε την ορμή του, ωστόσο στον χώρο των ιδεών και της τέχνης καλύφθηκε από νεοφανή προσχήματα: ατομικισμός, αριστοκρατικότητα, μοναξιά κ.ά. Σκοπός μας εδώ δεν είναι να εξιχνιάσουμε ποιος από τους δυο φασισμούς είναι ο «αληθινός» - αυτός που αποτέλεσε το κίνητρο μιας λογοτεχνίας πριν από τον έμπρακτο φασισμό ή αυτός που υπήρξε μέσα στην ιστορία: αυτό είναι ένα ψευδοπρόβλημα γιατί και οι δυο είναι «αληθινοί», κατά τον τρόπο τους.

Πριν προχωρήσουμε θα θέλαμε να δικαιολογήσουμε την επέκταση του όρου «φασισμός» σε χώρους που μια αυστηρότερη συστηματικότητα ίσως δεν θα επέτρεπε. Ελπίζουμε να φανεί παρακάτω σε τι μας χρησιμεύει αυτή η επέκταση. Ας πούμε όμως μιας εξαρχής πως, κατά την άποψη που προσπαθούμε να υποστηρίξουμε, η σύνδεση της ναζιστικής πραγματικότητας αποκλειστικά και μόνο με το εθνικό εγώ και την ιστορία του γερμανικού λαού παραβλέπει, εν ονόματι ενός ταξινομικού σχολαστικισμού, τη χαρακτηρίζουσα γραμμή που διέπει όλα τα ομόλογα φαινόμενα των νεότερων εθνικισμών. Χωρίς να θέλουμε να συνταυτίσουμε και να συμπιέσουμε κάτω από το όνομα του φασισμού ή του ναζισμού όλα τα συμπτώματα της παρούσας φάσης του πολιτισμού, υποστηρίζουμε πως, από τη σκοπιά μας, όλες οι διαφορές τους είναι δευτερεύουσες. Αντίθετα, αυτό που (κόντρα στις ταξινομικές διαθέσεις των εμπειρογνωμόνων) ενώνει όλα αυτά τα συμπτώματα είναι για μας το δεσπόζον και το πρωτεύον.

Αυτό ακριβώς το διαρκώς μετακινούμενο και μεταμορφούμενο σε επιμέρους ιστορικές εκφάνσεις, όμως πάντα κοινό, στοιχείο, επιχειρούμε να συλλάβουμε εδώ. Γι’ αυτόν το λόγο χρησιμοποιούμε αδιάκριτα τον όρο «φασισμός» είτε αναφερόμαστε στο μουσολινικό είτε στο χιτλερικό φαινόμενο. Έτσι κι αλλιώς ο συγκεκριμένος φασισμός, αυτός που πέρασε από μία ορισμένη στιγμή της Ιστορίας, δεν πρόκειται να ξαναφανεί ποτέ πια με το ίδιο ακριβώς πρόσωπο. Το δράμα συνεχίζεται αλλά οι μάσκες που χρησιμοποιήθηκαν πετάχτηκαν στην αποθήκη του θεάτρου ή κατέληξαν στραπατσαρισμένες στα χέρια των παιδιών που θέλουν να παίξουν τον δικό τους ρόλο με ξένα προσωπεία. Ο φασισμός που θα έλθει δεν θα λέγεται πια φασισμός.

Ας δούμε λοιπόν όχι αυτό που αλλάζει αλλά αυτό που μένει αμετάβλητο κάτω από τις ιστορικές, μεταπλασσόμενες φόρμες του φασισμού, του ναζισμού, του σταλινισμού, του νεοεθνικισμού: Θεμελιώδες χαρακτηριστικό όλων αυτών των φαινομένων είναι ένα αμάλγαμα εθνικολαϊκού βερμπαλισμού, σοσιαλίζουσας ιδεολογίας και άκρατου κολεκτιβισμού˙ συντριβή της ατομικότητας μέσα στην ομάδα και συγχρόνως ρητορική έξαρση ενός ανύπαρκτου εγώ. Όλοι οι φασισμοί σφυρηλατούν την εσωτερική τους ενότητα στρέφοντας τη στραπατσαρισμένη τους επιθετικότητα, που βαφτίζεται «εθνική αξιοπρέπεια», σε κάποιον αποδιοπομπαίο τράγο - που μπορεί κατά καιρούς να είναι οι «εβραίοι», οι «νέγροι», οι «κίτρινοι», οι «κόκκινοι», οι «φασίστες», οι «αναρχικοί», τα «κουμμούνια», οι «κουλτουριάρηδες» κ.ο.κ.

Παραδόξως όμως, όπως αναφέραμε και στην αρχή, ο φασισμός στην ιστορία των ιδεών συνδέθηκε με μία αριστοκρατική και ατομιστική παράδοση από τη μία, και με μία παράδοση «εξέγερσης» από την άλλη. Αναζητήθηκαν οι φυσικές του ρίζες στις απολήξεις του ρομαντισμού, του γερμανικού ιδεαλισμού και του ιρρασιοναλισμού. Δεν πρόκειται για «λανθασμένη» ερμηνεία του Νίτσε — δεν πρόκειται πια καν για τον Νίτσε. Η «μαρξιστική» σύνδεση του ιδεαλισμού, του ρομαντισμού και του ατομικισμού με τη φασιστική ιδεολογία προέρχεται από το γεγονός πως αυτός ο «μαρξισμός» έχει ήδη κρατικοποιηθεί και έχει τσακίσει, όπως και ο ναζισμός, την «αναρχία», την «παρακμή» και τον «διανοουμενισμό». Η καταγωγή του φασισμού από τον ιδεαλισμό και τον ατομικισμό είναι ένας πολιτικός μύθος που έπλασε ο θεσμοποιημένος «μαρξισμός» για να απωθήσει το ιστορικό γεγονός της δικής του ταύτισης με τον φασισμό μέσα στον ωμό πραγματισμό -πραγματισμό που ο ίδιος ο Μαρξ διείδε και πολέμησε απεγνωσμένα.
[Η τελευταία πράξη του Μαρξ ως στοχαστή είναι η γνωστή πολεμική του εναντίον της «ρεαλιστικής» και «προσγειωμένης» πολιτικής των λασσαλιστών που ήταν οι πρόδρομοι του κρατικού «σοσιαλισμού» (Κριτική του προγράμματος της Γκότα, 1875).]

Όμως αυτός ο μύθος ευνοείται και από μία άλλη πλευρά: από την αμφιθυμία της ίδιας της τέχνης όσο άφορά τις σχέσεις της με την ομάδα. Αυτή είναι η αιτία που φτάνουμε συχνά να βλέπουμε να συνδέονται με τη φασιστική ιδεολογία έργα καθαρά αριστοκρατικού χαρακτήρα, και ταυτόχρονα την ίδια τη φασιστική ιδεολογία και πράξη επικαλούμενη τον ιδεαλισμό να καταφέρνει βαρύτατα πλήγματα εναντίον κάθε ιδεαλισμού, κάθε ρομαντισμού και κάθε ατομικισμού, όπως εκφράστηκαν από τους συγγραφείς ακριβώς εκείνους που επρόκειτο να συνδεθούν και πρακτικά με τον φασισμό (Χάμσουν, Πάουντ).

Τώρα μπορούμε πια να διατυπώσουμε καθαρότερα αυτό που από την αρχή προσπαθούμε να πούμε: δεν υπάρχει τέχνη του φασισμού, υπάρχει «φασισμός» της τέχνης - δηλαδή ένα κρίσιμο σημείο όπου διασταυρώνονται η εγγενής διχοτομία της τέχνης και ο πρωταρχικός δυϊσμός του ίδιου του φασισμού ως ιδεολογικού κινήματος. Ο φασισμός αποτελεί μια σύγχυση, μια αλληλοδιείσδυση επανάστασης και αντεπανάστασης: «της γης οι κολασμένοι» στρέφονται και μπήγουν το μαχαίρι στο σώμα του συντρόφου τους ή στο ίδιο τους το σώμα, πνίγουνε την απόγνωσή τους σ’ ένα όργιο θριάμβου που μεταμορφώνει την ιδεολογική κουρελαρία σε μυθώδη λαμπρότητα - «της γης οι κολασμένοι» σπάνε τον καθρέφτη που δείχνει την κόλασή τους, θρυμματίζοντας έτσι τη συνείδηση της κακομοιριάς τους, αλλά όχι και την ίδια την κακομοιριά τους.

Ο «φασισμός» της τέχνης (δηλαδή η αμφιθυμική εξέγερση της τέχνης κατά τον βαθμό που προσεγγίζει την αντινομιακή εξέγερση του φασισμού) πραγματοποιείται σε άλλο επίπεδο αν και πηγάζει από το ίδιο αποτυχημένο όραμα, την ημιτελή επανάσταση, το γελοιοποιημένο όνειρο πάνω στο όποιο έρχεται να οικοδομήσει την εξουσία του ο πολιτικός φασισμός. Η απόγνωση του Πάουντ δεν έγινε και δεν θα γίνει ποτέ εξουσία, ενώ ο λαϊκισμός του Μουσολίνι θα βασιλεύει μέσ’ από τις μεταμορφώσεις των πάντα λαμπερών χρωμάτων του. Ο υπαρκτός φασισμός είναι η κυριαρχία του χυδαίου, του «υγιούς» και του θετικού, είναι ο θρίαμβος της «κοινής λογικής», ο καθημερινός, κατεστημένος παραλογισμός - είναι η ουσία της αστικής δημοκρατίας στις ακραίες συνέπειες της.

Ο δυϊσμός του φασισμού έγκειται στο ότι είναι και ταυτόχρονα δεν είναι μία επανάσταση. Είναι η εκτρωματική επανάσταση που αναδύεται από την ενιαία αθλιότητα θύματος και θύτη, από την υπόγειά τους συνενοχή και συνεννόηση - είναι η επιθετικότητα που έχει διαστραφεί σε «πολιτική». Γιατί ο φασισμός δεν είναι η τρέλα αλλά η αποδοτικότερη χρησιμοποίηση της τρέλας από την πολιτική οικονομία˙ δεν είναι η εξέγερση αλλά ο μύθος και η επίκληση της εξέγερσης· δεν είναι ο ατομικιστικός εγωισμός αλλά ο εθνικιστικός εγωισμός, επειδή ακριβώς η ατομικότητα δεν υπάρχει παρά σαν ιδεολογική έκφραση μιας οικονομικής πραγματικότητας που συντρίβει το ατομικό, ενώ συγχρόνως παράγει το τυποποιημένο πρότυπό του σε όλες τις δυνατές και καταναλώσιμες εκδοχές, από τον ηρώα της «ιδιωτικής πρωτοβουλίας» στον οικονομικό τομέα, μέχρι τους ήρωες της λαϊκής λογοτεχνίας, του ποδοσφαίρου και της τηλεόρασης. Απ’ αυτήν την άποψη ο φασισμός δεν είναι καθόλου η άρνηση του «πολιτισμού» μας αλλά ίσα ίσα η ουσία του. Δεν είναι το παρελθόν αλλά το μέλλον. Είναι η ποιότητα της ζωής που διαρκώς χαμηλώνει, η αθλιότητα που μετακομίζει στις πολυκατοικίες, ο επουράνιος θρίαμβος της τσιμινιέρας, η χυδαιότητα που τρέχει μ’ εκατό χιλιόμετρα, οι ανθρώπινες σχέσεις που σαπίζουν, οι κοινότητες που διαλύονται, η βλακώδης απάθεια που κρύβεται πίσω από τις πολιτικές και ποδοσφαιρικές εξάψεις, και ο πνευματικός λήθαργος που περνάει για «πράξη». Ο φασισμός δεν είναι αυτό που πεθαίνει μέσα στα κείμενα που αγαπήσαμε - είναι αυτό που γεννιέται κάθε μέρα μπροστά μας.

Δεν υπάρχουν σχόλια: