Πόλεμος
Ξέραμε πως αγαπούσε το κυνήγι.
Ήταν και λίγο... μπερμπάντης.
Δεν κρατούσαμε τα γράμματα.
Το τελευταίο πάντως είχε έρθει τον Αύγουστο.
Τώρα που νυχτώνει γρήγορα
η μάννα κοντά στο τζάκι,
σκυφτή κι αμίλητη
ψάχνει τη στάχτη με τις ώρες
στ’ ατέλειωτα βράδια.
Κι ο πατέρας; ο πατέρας
κοιτάζει συχνά την ώρα,
σα νάχει αργήσει...
Μισόστρατα
Εμείς που δε χωρούσαμε
και να γκρεμίσουμε δε σώναμε
εμείς π’ ούτε μιλήσαμε
κι ούτε σωπάσαμε...
βιγμένοι* μισόστρατα.
Λίγο ακόμα είπαμε
και θα συνηθίσουμε.
Μ’ ωστόσο ποτέ δεν τα καταφέραμε
στους αριθμούς, μονάχα που
ξεχάσαμε και τα τραγούδια.
Πηγή: Λογοτεχνικό Περιοδικό Ενδοχώρα (Τεύχος 27-28, 1964)
*Βιγμένος: Λέξη από τα τοπικά ιδιώματα στην Κρήτη και τις Κυκλάδες. Προέρχεται από το ρήμα βιγλίζω ή βιγώ: παρατηρώ, αγναντεύω, φυλάω σκοπιά. Σημαίνει αυτός που είχε δει ή παρατηρήσει κάτι προσεκτικά ή είναι ξάργυπνος ή καχύποτος ή σε επιφυλακή (από το ChatGPT).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου