28 Μαΐου 2012

Νίκη των Τετριμμένων (Σχόλιο) [Χαριτίνη Ξύδη]

Όταν, μοιραία, συναντήθηκα και αγάπησα τα ποιήματα της «Νίκης των τετριμμένων», ήταν πολύ καιρό, πριν εκδοθούν. Δεν γνώριζα ότι θα έφεραν έναν τόσο παράδοξο, ειρωνικό και αντιθετικό – σχετικά με το περιεχόμενο και το φορτίο τους- τίτλο.
Η αίσθηση, άμα τη αναγνώσει, ίσως έτσι να ορίζεται: μικρογραφία ωκεανού. Δεν είναι μόνο το ύφος, η μορφολογία των βράχων, η ακαριαία αλμύρα, οι κυματισμοί ζωής, η τρικυμία και η νηνεμία, αλλά ξαναβρίσκεις στα ποιήματα, το παιδί που υπήρξες. Σε επιστρέφουν σε αξίες που ίσως ξεχνούσες, στον πολιτικό άνθρωπο που προσδοκάς.
Η βαθιά ευαισθησία της εσωτερικής μαρτυρίας-καταγραφής, σε φέρνει αντιμέτωπο με τους φόβους, τις αγωνίες, τις ανασφάλειες, τις εμμονές. Είναι πράγματι, σαν ν’ ακούς πρώτη φορά, σε παραλλαγή, τη μουσική μιας αγαπημένης σου άριας.
Αν αξίζει, αυτή η γραφή, δεν είναι μόνο για τα παραπάνω. Αλλά επειδή σε πλησιάζει (σχεδόν σε σπρώχνει) στο ανθρώπινο, όσο ποτέ δεν ήλπισες. Εγκαινιάζει βαθύτερη την ύπαρξη. Κάποτε την αναβαπτίζει σε νερά κρυστάλλινα.
Ένας βραχνάς τα τετριμμένα, βάσανος το εφήμερο, μια ιεραποστολή η ήττα τους, μέσω της ποίησης. Η αυτοσχέδια κιβωτός, της παρούσας συλλογής, μεταφέρει και διαφυλάττει προσεκτικά το βάλσαμο, το αντίδοτο μπορεί, μακριά από ηθικοπλαστικές αδιαλλαξίες και νουθεσίες, για να διασώσει την προοπτική «διαθήκης».
Στην ποίηση του Κώστα Σφενδουράκη, διακρίνεις καθαρά, δύο αντιδιαμετρικούς κόσμους. Έναν τρυφερό κι έναν άγριο. Τόσο αυτόνομοι, όσο, συγχρόνως, τόσο μέσα ο ένας στον άλλον. Τόσο περιθωριακοί, όσο και στο απόλυτο κέντρο των γεγονότων. Κοινωνικών, πολιτικών, γεγονότων έρωτα, αγάπης, ανθρώπου. Η εκπόρευση δύναμης και ήθους, είναι ακαριαία. Η απόδοσή τους, διαχρονική και επίκαιρη.
Σε αποδεσμεύει από τα άγκιστρα της μετριότητας, του υποκριτικού, που στις απροσποιητικές μέρες μας, «θριαμβεύουν» ή τυγχάνουν «ακολούθων» που τα εγκωμιάζουν.
Δεν παραείναι τίποτα. Είναι. Κι εκεί που είναι, στα συναξάρια, στους μύθους, στις καταγγελίες, στις μαρτυρίες, η ανήσυχη καρδιά, το ανήσυχο μυαλό, υπάρχουν αυθεντικά σαν οπτασία κι όχι σαν σαβανωμένο φάντασμα. Τίποτα κατασκευασμένο, αγοραίο, εκζητημένο, προς εμπόρευση. Οι νευρικοί και παιγνιώδεις στίχοι δεν πασχίζουν για την τεκμηρίωσή τους, δεν χρησιμοποιούνται ευέλικτοι χειρισμοί. Γιατί το όραμα είναι διακριτό, ήδη κεκτημένο, η ενοποιητική του δύναμη επίσης, η ομολογία θεού το ίδιο.
Μας θυμίζει επίμονα το χρέος απέναντι στον άνθρωπο, στα αισθήματα, στην ιστορία, στη σωτηρία του. Έξω από τα αλύγιστα αναλώσιμα, όπου αυτός ο κόσμος ευδοκιμεί, τελεσφορεί, δονείται, η αξίωση της ανασύνθεσής του, μετά το τέλος της «Νίκης των τετριμμένων», μας ανήκει εξ ολοκλήρου.
Η ελπίδα να μαντέψω πώς «οργανώθηκαν», τόσο συγκερασμένα, ακραίες αντιθέσεις, μακραίνει, καθώς οι ρίζες της γραφής του Κώστα Σφενδουράκη, πάλλονται σ’ ένα βάθος, στο οποίο ωριμάζουν πολύ, μα πολύ ιδιωτικά, προθέσεις και στόχοι και ανατροπές.
Έργο σε διαρκή πρόοδο, σε διαρκή ζωή, μακριά από μιμητικούς μοντερνισμούς, παίρνοντας τελεσίδικες αποστάσεις από τα χαλασμένα και τα πεθαμένα, φροντίζει με συνέπεια, να εμφυσήσει πνοή, να δώσει οξυγόνο στα ποιήματα, στα μηνύματά τους, να διαρθρωθούν σε ύφος στέρεο, πολύτιμο, και, εν τέλει, να μας κληροδοτήσουν τον απόηχο μιας ιδιοστασίας ασυνθηκολόγητης, λιγότερο προνομιακής, αλλά ξεχωριστά ευαίσθητης, που αυτονομείται από κατάλοιπα στερεοτύπων, ελεύθερη και περήφανη.
Επαναφέροντας τις ξεχασμένες αλήθειες, φωτοσυνθέτοντας δίχως να συνθηματολογεί, βασανίζεται από υπερβολικό ρεαλισμό, μα έχει, αναμφίβολα, βρει το μέτρο ανάμεσα στα δύο και ισορροπεί. Ενώνει τις αγωνίες, τις ευαισθησίες, τις αισθητικές μιας γενιάς και την προκαλεί να βγει από το κουκούλι της, να αναστοχαστεί με τη σειρά της, επιχειρώντας ισόχρονα και συγκαιρικά να δοκιμαστεί, υπερασπιζόμενο ακέραια τη «Γη της επαγγελίας» του, καθαρμένο.


Υστερογραφώντας: Δεν είχα πρόθεση ούτε σκοπό να μιλήσω μεγαλόστομα για την ποίηση του Κώστα Σφενδουράκη, που, κατά τη γνώμη μου, έχει επίγνωση της θέσης και του ρόλου τού ποιητή, ακόμη κι αν δεν είναι στρατευμένος. Αν έτσι φάνηκε, λοιπόν, είναι γιατί σχεδόν με ανάγκασε η βαρύτητα, η συναισθηματική αγωγή και αξία της ποίησης του Κώστα (για μένα), κάτι για το οποίο ούτε να απολογηθώ θέλω, ούτε να αποποιηθώ μπορώ

Δεν υπάρχουν σχόλια: