Πέρα στο θολό ποτάμι.
Σαν θα παντρεφτείς με το καλό, τότε θα ιδείς πόσο γρήγορα
έρχονται τα παιδιά. Σαν τα λόγια των γυναικών στο ποτάμι που σταματημό δεν
έχουν και τρέχουν πάνω στις πέτρες και φουσκώνουν και ξεφουσκώνουν με τα νερά
του σαν τις κοιλίες μας.
Θα τα ιδείς, όλα στην ώρα τους με την ευκή του θεού.
Έτσι της μίλαγε η θειά της η Χαδούλα που την μοσχανάθρεψε
σαν να 'ταν δικό της παιδί, καθώς η μάνα της έκλεισε τα μάτια της την ώρα που
εκείνη άνοιγε τα δικά της.
Τέσσερα χρόνια είχανε περάσει από τότε που την πήρε ο
Μιχαλιός, τέσσερα ολόκληρα χρόνια κι ώρα της δεν ερχόταν.
Τι κι αν κατέβαινε στο ποτάμι κι έβλεπε τα νερά του να
φουσκώνουν, τι κι αν μπλεκόταν με τις γυναίκες σε λόγια παράφορα, τι κι αν κάθε
που συναντούσε τη θειά της την ρωτούσε επίμονα με το βλέμμα κι απόκριση δεν
έπαιρνε, η ώρα δεν ερχόταν.
Με τον καιρό δόθηκε στα βοτάνια, στα ξόρκια, στα τάματα,
μα ο καιρός κυλούσε σαν το ποτάμι και το μόνο που φούσκωνε μέσα της ήταν η
απελπισία.
Βάλθηκε να ρωτά για το σόι της και για του αντρός της.
Μην ήταν κάποιος στέρφος, μην υπήρχε τέτοιο κακό και το 'χε πάρει όλο επάνω
της.
Μα άκρη δεν έβρισκε μέχρις εκεί που τα θυμούνταν οι
παλιοί.
Ο ύπνος την είχε εγκαταλείψει προ πολλού και ξέσερνε τα
λογικά της στις όχθες του ποταμού.
Άρχισε να κατηγορεί τον άντρα της, να δίνεται στους
περαστικούς, τα κουτσομπολιά φούντωναν καλύπτοντας το μουρμουρητό του νερού που
τα σεργιάνιζε και σ' άλλα χωριά.
Ένα βράδυ ανάμεσα σε βροντές, περίλαμπρη ανακοίνωσε στον
άντρα της.
Μιχαλιό μου, τα καταφέραμε, περιμένω παιδί...!
Άλλο δεν πρόλαβε να ιδεί, παρά τα μάτια του που άστραψαν
μαζί με την λάμα.
Πηγή: www.drasivrilissia.gr.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου