21 Σεπτεμβρίου 2021

Ο Ήλιος βυθίζεται [Friedrich Nietzsche, μετ. Γιάννη Καμπύση]

 
Ο ΗΛΙΟΣ ΒΥΘΙΖΕΤΑΙ

1

Πολύ ακόμα δε θα διψάς,
φλογισμένη καρδιά!
Υπόσχεση είναι στον αγέρα,
απ’ άγνωστα στόματα μού σαλπίζεται,
— η μεγάλη αύρα έρχεται...

Απάνω μου φλογιστικός το μεσημέρι 
στέκονταν ο Ήλιος μου· 
γεια σας, που ερχόσαστε, σεις ξαφνικά αγεράκια, 
εσείς του απογιόματος πνεύματα δροσερά!

Απόξενος και καθαρός φυσάει ο αγέρας.
Δε με στραβοκοιτάζει ή νύχτα
με τη λοξή
την ξελογιάστρα της ματιά;...
Κρατήσου δυνατή, ω γενναία μου καρδιά!
Μη ρωτάς: γιατί ; — 


2

Ω της ζωής μου ήμερα!
ο Ήλιος πέφτει.
Περίχρυση πια στέκει
η γυαλιστή πλημμύρα.
Θερμά ανασαίνει ο βράχος·
καλά κοιμόταν η ευτυχία σ’ αυτόν το μεσημέρι 
το μεσημεριανό της ύπνο;
Η άβυσσο η μαυριδερή ακόμα παίζει απάνω 
ευτυχία σε πράσινα φώτα.
Ω ημέρα της ζωής μου! 
έρχεται η νύχτα!
Ανάβει πια το μάτι σου 
μισοκλεισμένο,
πια της δροσιάς σου αναβρύζει
δακρυοστάλαγμα,
πια απάνω από άσπρες θάλασσες ήσυχα τρέχει 
πορφύρα της αγάπης σου, 
η μακαριότητα σου η στερνή η δισταχτική...


3

Ω ευθυμία, χρυσή, έλα!
Συ του θανάτου μυστικότατη
γλυκύτατη προαπόλαυση!
— Πάρα πολύ γλήγορα εγώ το δρόμο μου έτρεχα 
Να τώρα που το πόδι απόστασε,
η ματιά σου με προφτάνει,
η ευτυχία σου με προβοδεί.

Γύρω μονάχα κύμα και παιχνίδι.
Ό,τι βαρύ ήταν, έπεσε στην μπλάβα λησμονιά,— 
αργή στέκεται τώρα η βάρκα μου.
Φουρτούνα και ταξίδι — πως το ξέμαθε!
Πόθος κ’ ελπίδες πνίγηκαν,
ψυχή και θάλασσα γυαλί είναι.

Έ β δ ο μ η  μοναξιά!
Πότες μου δεν αισθανόμουν τόσο κοντά μου
γλυκιάν ασφάλεια,
τόσο θερμή του Ήλιου τη ματιά.
— Ο πάγος της κορφής μου ακόμα δεν ανάβει; 
Ασημένιο, ελαφρό, ένα ψάρι 
το σκάφος μου τώρα έξω πλέκει...


Από τη συλλογή ποιημάτων: Διονύσου Διθύραμβοι (με ελάχιστες γλωσσικές τροποποιήσεις).

Δεν υπάρχουν σχόλια: