21 Ιανουαρίου 2023

Οχτώ ποιήματα τού Σωτήρη Καψάσκη.


Οχτώ ποιήματα

1

Άλλη μια µέρα νικηµένος απ᾿ τα συμπεράσματα της προηγουµένης
και οι αγάπες µου άρρωστες πίσω απὸ τα κλεισµένα τζάμια
σαλεύοντας τα χείλια δίχως ψίθυρο
με μια θερμοκρασία θανάτου μες στη µνήµη.

2

Ένα κοπάδι πουλιά γράφει με στίγματα τον ουρανό.
Μια επιμονή άρνησης γράφει με στέρηση ένα απόγευμα.
Μια νύχτα βροχής γράφει με παραίσθηση την παρουσία σου.

3

Ελεείστε τον ποιητή με λέξεις.
Το σώμα µου βουλιάζει ολοένα μες στον ύπνο του
η µνήµη µου βουλιάζει ολοένα μες στο καλοκαίρι της
και το άδειο στόµα µου αιωρείται ανάμεσα σε δυο φωνήεντα
σαν ισορροπιστής πάνω στο τεντωμένο σκοινί.

Ελεείστε τον ποιητή με λέξεις.

4

Αισθήματα των δέντρων των πραγμάτων χειρονομίες.

Πληγή της χαράς µου η ανάμνηση της νεότητας
τρύπα ολάνοιχτη που βυθίζεται
το σώμα µου διαμαρτυρόμενο.
Σπαταληµένο καλοκαίρι καλοκαίρι ανεπανάληπτο
τώρα των φιλιών το ευώδιασμα απουσιάζει
τώρα τ’ αγκαλιάσματα
κάτω από το κρεβάτι σύρθηκαν σα φίδια
και τα κορμιά σπαρτάρησαν πάνω στο στρώμα
σαν τα ξελεπιασµένα ψάρια.

Μεταμφίεση των πουλιών των πετρωμάτων χαμόγελα.
Ο έρωτας ψυχρός σαν κερὶ
κι η μοναξιά ζεστή σαν απόγευμα
μας παίρνουν απ’ το χέρι και μας οδηγούν
στην πόρτα που στοιβάζει ο άνεμος το χιόνι.

Σπαταληµένο καλοκαίρι καλοκαίρι ανεπανάληπτο
µύρισα τα κλωνάρια σου με λυσσασµένο πόνο.
Στο κατασπαραγµένο στήθος µου φυτρώσανε φτερά φωτός.

5

Άδειες κάµαρες με τον αγέρα, μια ολόκληρη
νύχτα κι ένα άλλο ολόκληρο καλοκαίρι.
Δεν επιστρέφουν εύκολα στα δάχτυλά µας
τα πρόσωπα του ονείρου µας της άλλης νύχτας.
Πίσω απ’ τη σκέψη µου όμως και βαθύτερα
εγώ τη λατρεύω και εκείνη υπάρχει.

Έχει ένα σπίτι πλάι στη θάλασσα πάνω στο βουνό ένα δάσος
ένα κήπο γεμάτο λουλούδια κι έναν ύπνο σπαρµένο υποψίες.
Ο κήπος άλλαζε διαστάσεις μες στο καλοκαίρι
το καλοκαίρι διαστέλλονταν µέσα στον κήπο της
όμως ποτέ µου δεν την είδα ολόκληρη.
Το σώμα µου την αισθανόταν ολόγυρα
πέρα απ’ τους θάμνους ένα σούρσιμο σφαγής
κάτω απ’ τα δέντρα μια έξαψη θανάτου
ένα κελάηδισμα πληγής που σωπαίνει και ξαναρχίζει.

Τόσοι άνεμοι μες τα μαλλιά της δεν αναγγέλλουν καμμιά σωτηρία
τόσα μηνύματα στα µάτια της δεν ηρεμήσανε τη θάλασσα.

Όταν γελάει δείχνει τις άδειες παλάμες της
µέσα στην πίκρα της εξηγούνται οι πεθαµένοι.

6

Το υποκατάστατο της έκστασης περιέχεται στο φεγγάρι
καθώς το κόβει το κορίτσι μες τον ύπνο της φέτες ονείρου
το κορίτσι που τεντώνει τα νεύρα της για τα πουλιά που νυχτώθηκαν
απλώνοντας το τραγούδι της που καταργεί την απελπισία µας.

Της βροχής το υποκατάστατο περιέχεται στην υπομονὴ
έτσι οι φτωχοί σκεπάστηκαν με τη βροχή και λησμονήθηκαν
µέλη του σώματος για μια στιγμή ζωντάνεψαν μ’ ετοιμοθάνατες ελπίδες
αθάνατες φωνές µπουκώσανε µέσα σε λάρυγγες νεκρών.

Το υποκατάστατο της ποίησης περιέχεται στην οδύνη
τώρα που ενσυνείδητα τ’ άφησα να πέσουν
τα ενδύματα των αισθημάτων που με ζέσταιναν
γυναίκα που μια σκάλα κατεβαίνω να σε συναντήσω.

7

Όλα ήρθαν ξαφνικά σαν τ᾽ άδικο
κι όμως πάνω στο φύλλωμα των δέντρων σχεδιασμένα.
Δέρμα πράσινο ντύθηκα και στων δακτύλων την άκρη
ο έρωτας ώριμος σαν ταν άκοπο καρπὸ
φαγωμένος ασυλλόγιστα απ’ του καιρού τις µέλισσες
σαν το φεγγάρι δαγκωµένος απὸ τα σκυλιά της νύχτας
κι όλα τα καλὰ πρόβατα που θρέφονται με το αίμα µας
κατασπαραγµένα απὸ τα ψάρια που γέννησαν τους κακοὺς δράκοντες.

8

Άλλα απογεύματα τώρα ζεσταίνονται
µες στο αίμα µου,
το ερωτικό µου δέρµα σ’ άλλες
νύχτες τώρα παγώνει.
Σκληρή νεότητα κι επίμονη
εύρωστο καλοκαίρι του σώματος
ποιος θάνατος να μου αναιρέσει
μπορεί
της αγάπης µου την απόφαση;

Όταν ο ήλιος με αποκάλυπτε εγὼ ψιθύριζα τη συγγνώμη µου
όταν το χέρι µου άπλωνα ο αγέρας του ‘κοβε τα δάχτυλα
όταν τ’ αστέρια με ξέχναγαν η κατάρα µου τα εξαφάνιζε
όταν η θάλασσα με αναγνώρισε φώναξα μ᾿ όλη µου τη δύναμη.

Της αγάπης µου το αγκομαχητό
ποιος θάνατος
μπορεί να μου αναιρέσει;


Δεν υπάρχουν σχόλια: