DO NOT GO GENTLE INTO THAT GOOD NIGHT
Do not go gentle into that good night,
Old age should burn and rave at close of day;
Rage, rage against the dying of the light.
Though wise men at their end know dark is right,
Because their words had forked no lightning they
Do not go gentle into that good night.
Good men, the last wave by, crying how bright
Their frail deeds might have danced in a green bay,
Rage, rage against the dying of the light.
Wild men who caught and sang the sun in flight,
And learn, too late, they grieved it on its way.
Do not go gentle into that good night.
Grave men, near death, who see with blinding sight
Blind eyes could blaze like meteors and be gay.
Rage, rage against the dying of the light.
And you, my father, there on the sad height,
Curse, bless, me now with your fierce tears, I pray.
Do not go gentle into that good night.
Rage, rage against the dying of the light.
ΜΗΝ ΠΑΣ ΣΙΓΑ ΣΤΟ ΒΡΑΔΥ ΤΟ ΚΑΛΟ
[μετ. Γιώργος Μπλάνας]
Μην πας σιγά στο βράδυ το καλό,
πρέπει να ουρλιάζουν και να καίνε αποβραδίς τα γερατειά•
αντιστάσου, αντιστάσου στου φωτός τον τελειωμό.
Αν και το ξέρουν οι σοφοί πως το σκοτάδι είναι σωστό,
γιατί άνοιξαν οι λέξεις τους και λάμψη πουθενά,
δεν πάνε αυτοί σιγά στο βράδυ το καλό.
Αποχωρώντας οι καλοί, θρηνούν για το χορό
που θ' άστραφτε η συστολή σε μια ζεστή αγκαλιά.
Αντιστέκονται κι αυτοί στου φωτός τον τελειωμό.
Για ένα τραγούδια ατίθασοι χτυπούν τον ήλιο στο φτερό
κα το τραγούδι κάποτε θρήνος του ήλιου καταντά,
όμως δεν πάνε αυτοί σιγά στο βράδυ το καλό.
Οι σοβαροί, σχεδόν τυφλοί, στο τέλος βλέπουν φωτεινό
κι ολόχαρο μετέωρο να καίει τα μάτια τα τυφλά
κι αντιστέκονται κι αυτοί στου φωτός τον τελειωμό.
Κι εσύ, πατέρα μου, εκεί, στης θλίψης το βουνό,
σ' εκλιπαρώ, κατάρα, ευχή τα δάκρυα σου τα σκληρά,
μην πας σιγά στο βράδυ το καλό.
Αντιστάσου, αντιστάσου στου φωτός τον τελειωμό.
Πηγή: openbook.gr.
ΣΑΝ ΕΡΘΕΙ Η ΝΥΧΤΑ ΝΑ ΜΗΝ ΠΕΙΣ: ΝΥΧΤΑ ΚΑΛΩΣ ΝΑ ’ΡΘΕΙΣ
[μετ. Κώστας Κουτσουρέλης]
Σαν έρθει η νύχτα να μην πεις: νύχτα καλώς να ’ρθείς,
πρέπει να καιν τα γηρατειά όταν πεθαίνει η μέρα·
μ’ οργή, με λύσσα ξέσπασε στον δήμιο της αυγής.
Τον ζόφο αν δίκαιη πληρωμή τον βρίσκει ο στοχαστής
μιας κι η φωτιά του λόγου του δεν λάμπει πέρα ώς πέρα,
σαν έρθει η νύχτα δεν θα πει: νύχτα καλώς να ’ρθείς.
Ο ενάρετος, εξάγγελος μιας μέλλουσας γιορτής,
σαν βλέπει τα έργα του τα ισχνά ξεβράσματα στην ξέρα
με λύσσα και μ’ οργή ξεσπά στον δήμιο της αυγής.
Ο κυνηγός ο αγέρωχος, του ήλιου ο υμνητής,
που αργά έμαθε πως την οικτρή του ήλιου υμνούσε εσπέρα,
σαν έρθει η νύχτα δεν θα πει: νύχτα καλώς να ’ρθείς.
Ο μελλοθάνατος, στο φως που φθίνει πια της γης
το ξέρει ότι το φως γελά σκορπώντας στον αίθερα,
με λύσσα και μ’ οργή ξεσπά στον δήμιο της αυγής.
Κι εσύ, σου δέομαι, στα πικρά που πας ύψη να βγεις,
κατάρα δώσε μου κι ευχή το δάκρυ σου, πατέρα.
Σαν έρθει η νύχτα να μην πεις: νύχτα καλώς να ’ρθείς.
Μ’ οργή, με λύσσα ξέσπασε στον δήμιο της αυγής.
Πηγή: poiein.gr.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου