29 Μαρτίου 2023

Nietzsche and Anarchism [Daniel Colson] - μέρος III (Ομοσπονδοποίηση)


Federalism

Another point of encounter between Nietzsche and the libertarian workers’ movements is federalism. Nietzsche’s approach is affirmative and necessarily “multiple”, because “it belongs essentially to the affirmation to be itself multiple, pluralist, and to the negation to be one, or heavily monistic”. The Nietzschean “will to power” does not designate a unified force, nor a central principle from which everything would emanate. As Michel Haar shows, it refers “to a latent plurality of impulses, or to complexes of forces in the process of uniting or repelling each other, of associating or dissociating”. By determining itself, the will to power tends to unite and hierarchize the multiple forces of chaos. It does not destroy them, does not reduce them, does not resolve their differences or their antagonisms in the manner of the Hegelian dialectic. “Affirmative and strong, the will to power will assume variety, difference and plurality”. This conception of the will to power is particularly enlightening to understand the forms that the workers’ movements of the anarcho-syndicalist or revolutionary syndicalist type have taken.

Ομοσπονδοποίηση

Ένα άλλο σημείο συνάντησης μεταξύ του Νίτσε και των ελευθεριακών εργατικών κινημάτων είναι ο φεντεραλισμός (ομοσπονδοποίηση). Η προσέγγιση τού Νίτσε είναι καταφατική και αναγκαστικά «πολλαπλή», γιατί «ανήκει ουσιαστικά στην επιβεβαίωση να είναι η ίδια πολλαπλή, πλουραλιστική, και στην άρνηση να είναι μία ή υπερβολικά μονιστική». Η νιτσεϊκή «βούληση για εξουσία» δεν υποδηλώνει μια ενοποιημένη δύναμη, ούτε μια κεντρική αρχή από την οποία θα προέρχονται τα πάντα. Όπως δείχνει ο Michel Haar, αναφέρεται «σε μια υποβόσκουσα πηγή παρορμήσεων ή σε συμπλέγματα δυνάμεων στη διαδικασία ενοποίησης ή απώθησης μεταξύ τους, συσχέτισης ή αποσύνδεσης». Καθορίζοντας τον εαυτό της, η θέληση για εξουσία τείνει να ενοποιήσει και να ιεραρχήσει τις πολλαπλές δυνάμεις τού χάους. Δεν τις καταστρέφει ούτε τις μειώνει, δεν επιλύει τις διαφορές τους ή τους ανταγωνισμούς τους με τον τρόπο τής εγελιανής διαλεκτικής. «Καταφατική και ισχυρή, η θέληση για εξουσία θα προϋποθέτει ποικιλία, διαφορετικότητα και πλουραλιστικότητα». Αυτή η αντίληψη τής θέλησης για εξουσία είναι ιδιαίτερα διαφωτιστική για να κατανοήσουμε τις μορφές που έχουν πάρει τα αναρχοσυνδικαλιστικά ή επαναστατικοσυνδικαλιστικά εργατικά κινήματα. 

Indeed, it would be a gross misinterpretation to interpret in the anachronistic register of a totalitarian conception the claim of revolutionary syndicalism to be “self-sufficient”, to expect no one else to ensure the advent of a new world of which it considers itself the sole bearer. This claim is closely linked to social and workers’ federalism. If trade unionism claims to be everything, it is because it is multiple, infinitely multiple and different in its components. It carries the “other” within itself and the “difference”, as radical as it may be, is experienced in the very movement that leads it to claim to occupy all of social reality. It is in this sense, among others, that revolutionary syndicalism and anarcho-syndicalism are Proudhonian. Proudhon is not only the socialist theorist who insists the most on the necessity for the different components of the working class to radically autonomize themselves from the rest of society (separatism). He is undoubtedly the only one to think of the plurality of forces that make up the working class, to conceive of it as a multiple reality. Contrary to Marx, Proudhon speaks most often of “the” working classes and not of “the” working class or “the” proletariat. Whereas for Marx the working class is only the abstract moment, because it is instrumentalized, of a reason at work in history, for Proudhon the working forces are always concrete and living forces, different and in the process of becoming, which can always disappear and reappear under other forms, change their nature, be absorbed, dominate other forces or be dominated by them, in an incessant movement of transformation where nothing is ever definitive. In the conception of revolutionary syndicalism and anarcho-syndicalism, the “organized working class” is an effect of composition, a “resultant” as Proudhon and Bakunin say, a composition of multiple, diverse and autonomous, even contradictory forces, which recognize themselves as necessary to each other to give birth to a new world.

Πράγματι, θα ήταν κατάφωρη παρερμηνεία να ερμηνεύσουμε στο αναχρονιστικό πλαίσιο μιας ολοκληρωτικής αντίληψης τον ισχυρισμό τού επαναστατικού συνδικαλισμού πως είναι «αυτάρκης», να μην περιμένει από κανέναν άλλο να εξασφαλίσει την έλευση ενός νέου κόσμου τού οποίου θεωρεί τον εαυτό του μοναδικό φορέα. Αυτός ο ισχυρισμός συνδέεται στενά με την κοινωνική και εργατική ομοσπονδοποίηση. Αν ο συνδικαλισμός ισχυρίζεται ότι είναι τα πάντα, είναι γιατί είναι πολλαπλός, άπειρα πολλαπλός και διαφορετικός στα συστατικά του. Εμπεριέχει τον «άλλο» μέσα του και η «διαφορά», όσο ριζική και αν είναι, βιώνεται βαθιά στο κίνημα το οποίο οδηγεί να διεκδικήσει να καταλάβει ολόκληρη την κοινωνική πραγματικότητα. Υπό αυτήν την έννοια, μεταξύ άλλων, ο επαναστατικός συνδικαλισμός και ο αναρχοσυνδικαλισμός είναι Προυντονικοί. Ο Προυντόν δεν είναι μονάχα ο σοσιαλιστής θεωρητικός ο οποίος επιμένει κατά κύριο λόγο στην αναγκαιότητα για ριζική αυτονομία των διαφορετικών συνιστωσών τής εργατικής τάξης από την υπόλοιπη κοινωνία (αυτονομισμός). Είναι αναμφίβολα ο μόνος που σκέφτεται την πλουραλιστικότητα των δυνάμεων που συνθέτουν την εργατική τάξη, που την αντιλαμβάνεται ως μια πολλαπλή πραγματικότητα. Σε αντίθεση με τον Μαρξ, ο Προυντόν μιλάει πιο συχνά για «τις» εργατικές τάξεις και όχι για «την» εργατική τάξη ή «το» προλεταριάτο. Ενώ για τον Μαρξ η εργατική τάξη είναι μόνον η αφηρημένη στιγμή, επειδή είναι εργαλειοποιημένη, για λόγους σχετικούς με τη λειτουργία τής ιστορίας, για τον Προυντόν, οι εργατικές δυνάμεις είναι πάντα συγκεκριμένες και ζωντανές δυνάμεις, διαφορετικές και σε διαδικασία διαρκούς γίγνεσθαι, οι οποίες μπορούνε πάντα να εξαφανιστούνε και να επανεμφανιστούνε κάτω από άλλες μορφές, ν’ αλλάζουνε τη φύση τους, ν’ απορροφούνται, να κυριαρχούνε πάνω σε άλλες δυνάμεις ή να κυριαρχούνται απ’ αυτές, σε μια αδιάκοπη κίνηση μετασχηματισμού όπου τίποτα δεν είναι ποτέ οριστικό. Στην αντίληψη τού επαναστατικού συνδικαλισμού και του αναρχοσυνδικαλισμού, η «οργανωμένη εργατική τάξη» είναι ένα αποτέλεσμα τής σύνθεσης, ένα «αποτέλεσμα» όπως λένε οι Προυντόν και Μπακούνιν, μια σύνθεση πολλαπλών, διαφορετικών και αυτόνομων, ακόμη και αντιφατικών δυνάμεων, που αναγνωρίζουνε τον εαυτό τους ως απαραίτητες η κάθε μια για την κάθε άλλη, για να γεννήσουν έναν νέο κόσμο.
It has often been misunderstood why revolutionary syndicalism was so keen, in the decisions of the congresses, that each union should have the same importance, regardless of the number of its members. Procedural tactics within the congresses were undoubtedly not absent from this requirement. But this demand referred above all to a more fundamental revolutionary conception, a qualitative and not quantitative, differential and not abstract conception of reality. Extremely diverse, depending on the regions and countries, the development and the functioning of the workers’ movements of so-called direct action correspond completely to the analyses of Proudhon and Nietzsche on the modalities of affirmation of “power” (Proudhon) or of the “will to power” (Nietzsche). In fact, and to stick to the singular experiences of the French workers’ movement (in particular within the framework of the labour exchanges), workers’ federalism is always characterized by the conflicting union of extremely diverse forces, too precious in their singularity for the point of view of only one of them to be crushed by the law of numbers, by the false evaluation of quantity and measure. Associations of miners, of musicians, of cabinetmakers, of typographers, of carpenters, of “men of toil”, of plumbers, etc., so many types of collective arrangements carrying a singular mode of being, so many specific forces struggling to unite and affirm themselves in a vaster force which draws itself all its power from what constitutes it thus as a combination of distinct forces.

Συχνά έχει παρεξηγηθεί γιατί ο επαναστατικός συνδικαλισμός ήτανε τόσο παθιασμένος, στις αποφάσεις των συνεδρίων, ώστε κάθε συνδικάτο να έχει την ίδια σημασία, ανεξάρτητα από τον αριθμό των μελών του. Εξ αιτίας αυτής τής απαίτησης δεν απουσίαζαν αναμφίβολα οι διαδικαστικές τακτικές κατά τη διάρκεια των συνεδρίων. Αλλά αυτό το αίτημα αναφερότανε πάνω απ' όλα σε μια πιο θεμελιώδη επαναστατική αντίληψη, μια ποιοτική και όχι ποσοτική, διαφορoποιημένη και όχι αφηρημένη αντίληψη τής πραγματικότητας. Εξαιρετικά ποικιλόμορφη, ανάλογα με τις περιοχές και τις χώρες, η ανάπτυξη και η λειτουργία των εργατικών κινημάτων, της αυτοαποκαλούμενης άμεσης δράσης, ανταποκρίνονται πλήρως στις αναλύσεις τού Προυντόν και του Νίτσε σχετικά με τους τρόπους επιβεβαίωσης τής «εξουσίας» (Προυντόν) ή τη «θέληση για εξουσία» (Νίτσε). Στην πραγματικότητα, και για να επιμείνουμε στις μοναδικές εμπειρίες τού γαλλικού εργατικού κινήματος (ιδίως στο πλαίσιο των εργατικών ανταλλαγών), η εργατική ομοσπονδοποίηση χαρακτηρίζεται πάντα από την συγκρουσιακή ένωση εξαιρετικά διαφορετικών δυνάμεων, πολύ πολύτιμων στη μοναδικότητά τους κόντρα στην άποψη: του ενός και μόνου (διαφορετικού) να συνθλίβεται κάτω από το βάρος τού κανόνα των αριθμών κατά την ψεύτικη αξιολόγηση ποσοτήτων και μετρήσεων. Ενώσεις μεταλλωρύχων, μουσικών, επιπλοποιών, τυπογράφων, ξυλουργών, «ανδρών του μόχθου», υδραυλικών κ.λπ., τόσοι πολλοί τύποι συλλογικών συνθέσεων, οι οποίες εμπεριέχουν έναν μοναδικό τρόπο ύπαρξης, τόσες πολλές εξειδικευμένες δυνάμεις, οι οποίες αγωνίζονται να ενωθούνε και ν’ αυτοεπιβεβαιωθούνε μες σε μια τεράστια δύναμη, η οποία αντλεί όλη της τη δύναμη από αυτό που τη συνιστά έτσι: ως συνδυασμό διακριτών δυνάμεων. 

The trade union forms are not only diverse in relation to each other. Each constituent force of the labor movement as a greater power is itself a composition of forces that are just as multiple and singular: geography of the places where it is deployed, methods of organization, types of militants, number of members, rhythms and methods of operation, links with the rest of the profession, relative share of union members, nature of professional know-how, types of tools, types of enterprises, organization of work, origins of the workforce, etc, each basic organization of a labor exchange (which admits only one per type) is not only a specific force, different from all the others. It is itself the “resultant”, always in disequilibrium, of a composition and a selection of equally autonomous forces, which can, to varying degrees, in the interplay of relations within the labor exchange, be composed (or opposed) directly with other components or compounds of components of this exchange. Closer to Nietzsche, one of the essential characteristics of libertarian movements lies in their capacity to allow all the forces that constitute them to express themselves, to assert themselves and to constantly seek to evaluate the meaning of their association, to experiment and to struggle among themselves in order to determine the hierarchy of values that their composition carries.

Οι συνδικαλιστικές μορφές δεν είναι μόνο διαφορετικές μεταξύ τους. Κάθε συστατική δύναμη τού εργατικού κινήματος ως μεγαλύτερη δύναμη είναι και η ίδια μια σύνθεση δυνάμεων οι οποίες είναι εξίσου πολλαπλές και μοναδικές: η γεωγραφία των τόπων που αναπτύσσεται, οι μέθοδοι οργάνωσης, οι τύποι των αγωνιστών, ο αριθμός των μελών, οι ρυθμοί και οι μέθοδοι λειτουργίας, οι δεσμοί με το υπόλοιπο επάγγελμα, το σχετικό μερίδιο των μελών τού συνδικάτου, η φύση τής επαγγελματικής τεχνογνωσίας, τα είδη των εργαλείων, οι τύποι των επιχειρήσεων, η οργάνωση τής εργασίας, η προέλευση τού εργατικού δυναμικού κ.λπ., κάθε βασική οργάνωση ενός ανταλλακτικού συστήματος (σ.σ. χωρίς χρήμα) εργασίας (που δέχεται μόνο ένα ανά τύπο) δεν είναι μόνο μια συγκεκριμένη δύναμη, διαφορετική από όλες τις άλλες. Είναι από μόνη της το «αποτέλεσμα», πάντα σε ανισορροπία, μιας σύνθεσης και μιας επιλογής εξίσου αυτόνομων δυνάμεων, οι οποίες μπορούν, σε διάφορους βαθμούς, κατά την αλληλεπίδραση των σχέσεων στο πλαίσιο τού ανταλλακτικού συστήματος εργασίας, να συντεθούν (ή να αντιπαρατεθούν) άμεσα με άλλες συνιστώσες ή ενώσεις συστατικών αυτού τού ανταλλακτικού συστήματος εργασίας. Πιο κοντά στον Νίτσε, ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά των ελευθεριακών κινημάτων έγκειται στην ικανότητά τους να επιτρέπουνε σε όλες τις δυνάμεις, που τα αποτελούνε, να εκφραστούν, να επιβληθούνε και να επιδιώκουνε διαρκώς να αξιολογούνε το νόημα τής συνεργασίας τους, να πειραματίζονται και να αγωνίζονται μεταξύ τους προκειμένου να προσδιοριστεί η ιεραρχία των αξιών που εμπεριέχει η σύνθεσή τους.

συνεχίζεται

Δεν υπάρχουν σχόλια: