29 Σεπτεμβρίου 2025

Μικρή ομηρική μπαλάντα [Ι. Σ. Περιθειώτης]

ΜΙΚΡΗ ΟΜΗΡΙΚΗ ΜΠΑΛΑΝΤΑ

Εκείνος ο Οδυσσεὺς κι ο Αίας, σκέφτομαι,
                  αδικητής κι αδικημένος.
Μεσ’ απ’ τους άλλους ήρωες τ’ Ομήρου
                  οι µόνοι που επιζήσαν.
Κι επέρσεψαν κ’ εγίνηκαν λαός.
Κι αυτός τους ήθελε κλειστούς κι ανεπανάληπτους.
                  Πόσο γελάστηκ’ ένας τέτοιος ποιητής!
Πόσοι από τότες Αίαντες ως τώρα και τις οίδε...
πέσαν απάνω στο σπαθί της αδικίας
χωρίς γκραγκάσες και ταμπουρλονιάκαρα.
Κ’ οι οδυσσείς πώς κορδακίζουν µπρος µας
για κείνα τα έρμα τα όπλα τ’ Αχιλλέως
που δίνουν στους ανθρώπους τους συνέχεια οι Ατρείδες.
                  Πόσο γελάστηκ’ ένας τέτοιος ποιητής!
Και που του τάδωσαν τι απέκαμε μ’ αυτά;
«Ου τι» καθώς και πριν με τα δικά του(ς).
Μόνο πούχε χτυπήσει τον Θερσίτη με το σκήπτρο του,
γιατί έβριζεν  Ατρείδες κι Αχαιούς για τέτοιο πόλεμο.
Κι ο Όμηρος γι αυτό τον έκαμε «Θερσίτη»!
Τον πλέον αληθινό για τότες και για τώρα.
                   Πόσο γελάστηκ᾽ ένας τέτοιος ποιητής! 
Κι όταν πελώριος Αίας πήγαινες να τιµωρήσεις
τσανακογλείφτες οδυσσείς κι ατρείδες δηµοβόρους
θεοί φιλόθεοι, φιλάδικοι, κλικόφιλοι, σε... παρεφρόνουν.
Κι ως στέριωνες μετά στη γη, να πέσεις πάνω, το σπαθί σου
σ’ αυτό μ’ εσὲ καρφώνονταν κ’ οι δώδεκα τ Ολύμπου
που εκλαίγαν η γυναίκα κι ο αδερφός και το παιδί σου.
                   Πόσα αποσιώπησ’ ένας τέτοιος ποιητής!

Πηγή: Δοκιμασία – περιοδική έκδοση λογοτεχνικού προβληματισμού, τεύχος 8-9 (1974). 

Γλωσσάρι:

-Γκραγκάσα ή γκρανκάσα (από το ιταλικό grancassa): το μεγάλο μπάσο τύμπανο σε ένα σετ κρουστών, όπως αυτά που χρησιμοποιούνται στα ροκ, τζαζ κ.λπ. μουσικά συγκροτήματα.
-Δημοβόρος: λαοφάγος.
-Επέρσεψαν: από το αρχαίο (συναντάται στον Όμηρο) έπερσεν, αόριστο τού πέρθω: εκπορθώ, καταστρέφω μια πόλη. 
-Ι. Σ. Περιθειώτης: λογοτεχνικό ψευδώνυμο τού Γιάννη Σαρακηνού (Περίθεια Κέρκυρας, 1914 – Κέρκυρα, 1984), ο οποίος ήτανε ποιητής, μελετητής τής νεοελληνικής λογοτεχνίας και δοκιμιογράφος. Με το ψευδώνυμο αυτό εξέδωσε τρεις ποιητικές συλλογές: «Στυφές αλήθειες» το 1963, «Στιγμιότυπα» το 1965 και «Περισκόπιο» το 1975.
Συνεργάστηκε με τα περιοδικά: «Διαγώνιος», «Δοκιμασία», «Δελτίον Αναγνωστικής Εταιρείας Κερκύρας», «Πόρφυρας», κ.α.
-Κορδακίζω: ντύνομαι ή / ή και συμπεριφέρομαι άσχημα, απρεπή.
-Ταμπουρλονιάκαρο: έτσι λέγεται το παραδοσιακό ζακυνθινό κρουστό (τύμπανο) με το οποίο συνοδεύει ο πλανόδιος οργανοπαίχτης, τον έτερο, ο οποίος παίζει το νιάκαρο, όπως λέγεται στη Ζάκυνθο ο ζουρνάς ή η πίπιζα (νιάκαρο: από το ιταλικό naccaro).
-Τσανακογλείφτης: αυτός που γλείφει τα πήλινα πιάτα (τσανάκι: από το τούρκικο çanak), ο αυλοκόλακας.

Δεν υπάρχουν σχόλια: