09 Οκτωβρίου 2012

Γιώργος Δαμιανός - τέσσερα ποιήματα


Οι μέλισσες

Τώρα είναι μονάχοι τους στον ουρανό.
Αυτός και εκείνη.
Και κάτω από τα φτερά τους
και απ τα όνειρά τους, πιο κάτω ακόμα
 Περνά περνά η μέλισσα με τα μελισσόπουλα και με τα κλωσόπουλα

“Θυμήσου μονάχα πως θα πεθάνεις”, του είπε
“Μετά η έλξη, το κενό, η αδράνεια. Για κείνους ένας νεκρός στο έδαφος θα είσαι. Ϊσως σε κάνουν ποιητή, ίσως προφήτη, όμως για κείνους ένας νεκρός στο έδαφος θα είσαι”

Ύστερα γύρισε μονάχη στην κυψέλη. Μέλι αγνό, πρόστυχο μέλι, χαρίζουν και πάλι οι εργάτριες,
ενώ οι κηφήνες γονατιστοί αποστηθίζουν τις γραφές και ψιθυρίζουν:
“Αναλογίσου μονάχα τι θα σ αφήσω”

Χαμογελά η Βασίλισσα και περιμένει



Τα παλληκάρια

Δε θα μ' ακούσουν
κανείς δε θα μ΄ ακούσει
θα κατέβω τις σκάλες σιγά σιγά
θα σιγοσταθώ στη μέση
θα συνεχίσω
Φτάνοντας στην πόρτα,
θα βρω κάτι να μουρμουρίσω,
θα συνεχίσω
θα την ανοίξω
και θα χαθώ στην ατέρμονη θάλασσα των ονείρων μου

Ευτυχώς, που όταν ξερνά η κόλαση, σιγούν τα παλληκάρια



Συμβιβασμός

Τώρα, που τα μυωπικά του μάτια συγχρονίστηκαν
με τα καταραμένα πόδια του
Τώρα θα συνεχίσει.
Άλλωστε και ο πατέρας του, ο γιος του φθισικού, και εκείνος αχθοφόρος ήταν

Με νίκησες αταξίδευτο καράβι
Ικανοποιήθηκες πατροπαράδοτο καρότσι



Ημέρα γενεθλίων

Θυμήσου τον Ίκαρο.
Η καπνοδόχος της Βαβέλ ξερνά ομίχλη.
Φυλάξου από τη νύχτα τη λυσιμελή.
Αποφεύγοντας τους λασπωμένους καβαλάρηδες
τα ακυβέρνητα άλογα θα σου δείχνουν το δρόμο
Θα ΄σαι για πάντα μαγεμένος. Μα όσο θα νιώθεις τη βρώμα του αλόγου
θα ξέρεις ότι πλησιάζεις το αόρατο τέρμα.

Χρόνια τώρα, που καλπάζω ανεμοδαρμένος.
Δεν τα είπαμε ποτέ. Πόσο γέρασες, πατέρα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: