στο Γιώργο
Λιτή σιωπή η ανατολή,
Το δειλινό ένα πάθος.
Ίσως η αυγή υπόσχεται
Κι η δύση διαψεύδει.
Ο ήλιος του μεσημεριού
Είναι τρανό αστέρι.
Πάει με τη θέρμη τη σοφή
Και φεύγει με τη φλόγα.
Η στάχτη της είναι ντροπή
Κι ο δρόμος ανηφόρα.
Έσκυψε ο ήλιος για να πιεί
Νερό και να δροσίσει
Το φως του, τις αχτίδες του,
Τη δίψα του να σβήσει.
Το πυροκάμι τον κρατεί,
Η ζέστη τον ζαλίζει.
Στην κουπαστή της σκάλας μας
Η μάνα όλο ποτίζει.
Η φτέρη, τα κρινοειδή
Κι όλη η γιορτή του θέρους,
Μας φέρανε τη χάρη τους,
Μας πήρανε τη λάβρα.
Ψάλλει η μάνα, τα πουλιά
Λαλούν, λαλεί τ’ αηδόνι.
Λαλεί κι ο πετροκότσυφας,
Πετάει το χελιδόνι.
Έρημη πόλη και νερό
Μας κάνουνε παρέα.
Η αγάπη ξενιτεύεται
Και πάει για τον Περαία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου