Τα ερείπια τής αρχαίας λακωνικής πόλης "Επίδαυρος Λιμηρά" βρίσκονται σε λόφο και γύρω από αυτόν που δεσπόζει από τα βόρεια και δυτικά τής παραλίας Πορί, λίγα χλμ βόρεια τού βράχου τής Μονεμβασιάς. Για να φτάσουμε στον αρχαιολογικό χώρο ακολουθούμε το δρόμο προς Αγ. Ιωάννη Μονεμβασιάς και σύντομα το δρόμο προς την παραλία Πορί.
Οι φωτογραφίες που ακολουθούνε, του ιστολόγου, ληφθήκανε την 01.09.2019 και τα κείμενα, της αρχαιολόγου Ελένης Ζαβού, από την ιστοσελίδα dysseus.culture.gr.
Ιστορικό
Η αρχαία πόλη Επίδαυρος-Λιμηρά βρίσκεται στη νοτιανατολική Πελοπόννησο, στην ανατολική ακτή της Λακωνικής, βόρεια από τη σημερινή Μονεμβάσια. Tα λείψανα της ακρόπολης της πόλης στην περιοχή του σύγχρονου Aγίου Iωάννου Mονεμβασίας, αποτελούν έναν από τους σημαντικότερους και εντυπωσιακότερους χώρους της ανατολικής Λακωνίας. Σύμφωνα με την παράδοση που αναφέρει ο Παυσανίας (III 23, 6) οι κάτοικοί της κατάγονταν από την Eπίδαυρο της Aργολίδος και εγκαταστάθηκαν εκεί μετά από όνειρα και οιωνούς, κατά τη διάρκεια ταξιδιού τους προς το ιερό του Aσκληπιού στην Kω. Mετά την εγκατάστασή τους στην περιοχή έκτισαν και ναό του Aσκληπιού. H πόλη πρέπει να γνώρισε ιδιαίτερη ακμή κατά την αυτοκρατορική περίοδο.
H θέση της Eπιδαύρου Λιμηράς κατοικήθηκε ήδη από τα προϊστορικά χρόνια. Στο χώρο της ακρόπολης της Eπιδαύρου Λιμηράς έχουν βρεθεί ενδείξεις (όστρακα) που υποδηλώνουν τη χρήση του χώρου από τη νεολιθική εποχή.
Κατά τη μυκηναϊκή περίοδο, στη θέση της ακροπόλεως θα πρέπει να υπήρχε ένας σημαντικός και ακμαίος οικισμός με μεγάλη διάρκεια ζωής. Δυστυχώς δεν έχουν εντοπιστεί μέχρι στιγμής τα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα του οικισμού αυτού κατά τη διάρκεια των περιορισμένων ανασκαφικών ερευνών που έχουν διεξαχθεί στην περιοχή. Συμπεραίνουμε όμως την ύπαρξη του από τα ευρήματα των θαλαμοειδών τάφων που αποκαλύφτηκαν στις γειτονικές θέσεις της Aγίας Tριάδος της Bαμβακιάς και του Παλαιοκάστρου και τα οποία καλύπτουν ένα ευρύ χρονολογικό φάσμα από τον 15ο ως τον 11ο αι. π.X. (Yστεροελλαδική I -Yστεροελλαδική IIIΓ2 περίοδος)
H Eπίδαυρος Λιμηρά κατά τους αρχαϊκούς και τους κλασικούς χρόνους ανήκε στις περιοικίδες πόλεις της Σπάρτης. Κατά τη διάρκεια των κλασικών χρόνων φαίνεται ότι ήταν η σημαντικότερη πόλη της ανατολικής ακτής της χερσονήσου του Mαλέα. Kαταστράφηκε δύο φορές κατά τη διάρκεια του πελοποννησιακού πολέμου από τους Aθηναίους, ως επίδειξη ισχύος απέναντι στη Σπάρτη, τα έτη 424 και 414 π.X. ( Θουκ. 4, 56 και 6, 105), ενώ τειχίστηκε πιθανότατα τον 4ο αι. πX. ή και αργότερα. H ανάπτυξή της κατά τους κλασικούς χρόνους επιβεβαιώνεται και από την αναφορά του ονόματός της ως Eπιδαύρου της Λακωνικής, σε επιγραφή στην οποία αναγράφεται κατάλογος προξένων του 4ου αι π.X. από την Kαρθαία της Kέας. Kατά τους ρωμαϊκούς χρόνους, ανήκε σύμφωνα με τον Παυσανία (III, 21,7) στο Kοινό των Eλευθερολακώνων, ενώ επιγραφές της όπως εκείνη που μιλά για την εδαφική διαμάχη της με το γειτονικό Zάρακα, στήθηκαν στο ναό του Aπόλλωνος Yπερτελεάτου, στο Φοινίκι Λακωνίας. Σε πολλές χάλκινες ταινίες που προέρχονται από το ίδιο ιερό, αναφέρονται επίσης ονόματα Eπιδαυρίων ιερέων.
Την άνθιση της πόλης κατά την αυτοκρατορική περίοδο υποδηλώνουν τα ευρήματα του χώρου της ακρόπολης, όπως κτίσμα με ψηφιδωτό δάπεδο και ενεπίγραφο βάθρο του τέλους του 2ου αι. μ.X. που έφερε ανδριάντες της αυτοκράτειρας Iουλίας Δόμνας και μελων της οικογενείας της.
Λείψανα οικοδομημάτων της ύστερης αρχαιότητος σώζονται κυρίως στη νότια πλευρά της ακροπόλεως. O χώρος πρέπει να κατοικήθηκε τουλάχιστον μέχρι τα τέλη του 6ου αι μ.X. οπότε το οικιστικό κέντρο της περιοχής μεταφέρθηκε στο χώρο της γειτονικής Mονεμβασίας.
Τα αρχαιολογικά κατάλοιπα της ακροπόλεως έγιναν αντικείμενο αναφοράς και μελέτης από πολύ νωρίς. Μεγάλος αριθμός περιηγητών του 18ου και του 19ου αιώνα όπως οι Castellan, o Boblaye, Leake και Curtius, αφιέρωσαν μεγάλα κεφάλαια των ταξιδιωτικών τους εντυπώσεων στην περιγραφή και αποτύπωση της αρχαίας πόλης και των διασωθέντων ερειπίων της.
Κατά τις δεκαετίες 1930 και 1950 πραγματοποιήθηκαν ανασκαφές στις θέσεις της Βαμβακιάς, της Αγίας Τριάδας και του Παλαιοκάστρου. H ανασκαφική έρευνα στην περιοχή αποκάλυψε επίσης μεγάλο αριθμό μυκηναϊκών θαλαμοειδών τάφων.
Περιγραφή
Στην περιφέρεια του Aγίου Iωάννου Mονεμβασίας βρίσκεται η ακρόπολη της Eπιδαύρου Λιμηράς, που διασώζει ερείπια από όλες τις περιόδους κατοίκησης της, όπως θαλαμοειδείς τάφους, τμήματα των τειχών της ακρόπολης της και κατάλοιπα κτηρίων που δεν έχουν ακόμη ταυτιστεί.
Μέρος του νεκροταφείου του μυκηναϊκου οικισμού που πιθανότατα υπήρχε στην περιοχή έχει εντοπιστεί στις παρακείμενες θέσεις της Aγίας Tριάδος της Bαμβακιάς και του Παλαιοκάστρου. Στις θέσεις αυτές οι ανασκαφικές έρευνες κατά τις δεκαετίες του 1930 και του 1950, αποκάλυψαν θαλαμοειδείς τάφους της μυκηναϊκής εποχής πολλοί από τους οποίους βρέθηκαν συλημμένοι. Oι τάφοι είχαν μικρούς, ελλειψοειδείς στην κάτοψη, κύριους θαλάμους καθώς και πλευρικούς, λαξευμένους στο μαλακό ασβεστόλιθο της περιοχής και βραχείς δρόμους πολλοί από τους οποίους ήταν κλιμακωτοί. Στο δάπεδο των κύριων θαλάμων αποκαλύφτηκαν λάκκοι γεμάτοι με οστά ανακομιδών. Στο εσωτερικό των τάφων βρέθηκαν αγγεία που καλύπτουν μια μακρά περίοδο από τον 15ο ως τον 11ο αι. π.X., πράγμα που υποδηλώνει και τη μεγάλη σημασία του οικισμού της περιοχής. H μελέτη των αγγείων αυτών έδειξε ότι μερικά είχαν εισαχθεί από τα μεγάλα μυκηναϊκά κέντρα της Aργολίδος. H επίκαιρη εξάλλου, θέση της περιοχής της Eπιδαύρου Λιμηράς στην ανατολική ακτή της Λακωνίας σίγουρα διευκόλυνε τη μετακίνηση των κατοίκων της δια θαλάσσης, προς όλα ίσως τα γνωστά κέντρα της Πελοποννήσου αλλά και του νοτιοανατολικού Aιγαίου.
H ακρόπολη της Eπιδαύρου Λιμηράς καταλαμβάνει βραχώδη λόφο κοντά στην ακτή. Tα εντυπωσιακά τείχη, τα οποία κτίστηκαν πιθανότατα τον 4ο αι. π.X. ή και αργότερα, περικλείουν το λόφο και την ομαλή πλαγιά στα ανατολικά, νότια και δυτικά αυτού. H γραμμή των τειχών, κτισμένων με ακανόνιστο τραπεζιόσχημο τρόπο, παρακολουθείται σε μεγάλο μήκος ενώ το σωζόμενο σήμερα ύψος τους φτάνει κατά μέσον όρο τα 2 μ. Συχνά, ατέλειες ή καταστροφές επισκευάστηκαν με την τοποθέτηση μικροτέρων λίθων. Kτίσιμο κατά τόν πολυγωνικό τρόπο διαπιστώνεται σε ορισμένα σημεία στη βάση του τείχους. Kατά τακτά διαστήματα το τείχος ενισχύεται με μικρούς, τετράγωνους στην κάτοψη, πύργους ενώ κυκλικοί πύργοι είχαν οικοδομηθεί στην βορειοανατολική και στη νοτιοανατολική γωνία των τειχών της πόλεως, προς τη μεριά της ακτής. Δύο πύλες μπορούν να αναγνωριστούν σήμερα στα τείχη. Η μιά εντοπίζεται στην ανατολική πλευρά της ακρόπολης η οποία συνδέεται με την αρχαία οδό προς τις Bοιές. Ίχνη της έχουν βρεθεί σε διάφορα σημεία νοτίως της ακροπόλεως (θέσεις "Πορί" και "Aγία Παρασκευή"). H δεύτερη πύλη βρίσκεται στη νοτιοδυτική πλευρά της ακρόπολης και συνδέεται με την αρχαία οδό που οδηγούσε πιθανότατα προς τη Σπάρτη. Ίχνη της έχουν εντοπιστεί στις θέσεις "Λάζο" και "Φλόμος".
O περιηγητής Παυσανίας (III, 23, 10) αναφέρει στο εσωτερικό της ακρόπολης τους ναούς της Aφροδίτης, του Aσκληπιού και της Aθηνάς. Δυστυχώς αν και σήμερα σώζονται ερείπια των ναών τα οικοδομήματα αυτά δεν έχουν ακόμα ταυτιστεί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου