Ο ΚΑΛΟΣ ΜΑΘΗΤΗΣ
Ήταν καλός μαθητής.
Ο πιο καλός μας μες στην τάξη.
Στο πρώτο θρανίο καθόταν,
αριστερά, πλάι στο παράθυρο• ήταν
κοντός, ίσιες, κόκκινες φλόγες
τα μαλλιά του, στις παρειές του
ολόκληρος αστερισμός πανάδες.
Ήταν πολύ καλός μαθητής.
Ήξερε πάντα
το μάθημα, πάντα απαντούσε
καθαρά και μ’ ακρίβεια,
και ποτέ του δε σώπαινε, όταν
ο δάσκαλος, πίσω από την έδρα
του, ορθός, θα ρωτούσε:
-Ποιοι ‘σαν οι Τσάροι
του Δεύτερου Βουλγαρικού Βασιλείου;
-Πού βρίσκονται οι Αζόρες Νήσοι;
-Τι λαμβάνομε αν προσθέσουμε
στο νάτριο τρία μόρια αργύρου;
Ήταν καλός μαθητής.
Ο πιο καλός μας μες στην τάξη.
Κάποτε
αναπάντεχα, μπήκε ένας
αξιωματικός μέσα στην τάξη.
Πίσω απ’ την έδρα, ορθός, το πρώτο
θρανίο, αριστερά, πλάι στο παράθυρο,
έδειξε κ’ είπε:
-Εσύ, ναι, εσύ, στον πίνακα!
Εμπρός! Ν’ απαντάς σ’ όλες
τις ερωτήσεις
καθαρά και μ’ ακρίβεια!
Λέγε τώρα…
Είχε φτάσει η ώρα
του βασανιστηρίου.
Από τον τοίχο,
όπως μέσα από σκοτεινά κελιά,
βλέπανε ο Μπότεφ με τον Λέφσκι.
Στ’ άδεια θρανία καθόταν
κ’ υπαγόρευε ο φόβος:
-Ποιοι ‘σαν εκείνοι
που πηγαίνατε μαζί στη γιάφκα;
-Πού ‘ναι εκείνο το σπίτι
που τους συναντούσες;
-Τι πήρες;
-Σε ποιον το έδωσες;
-Λέγε τώρα…
Είχε φτάσει η ώρα
της αφοβίας.
Ήταν καλός μαθητής.
Ο πιο καλός μας μες στην τάξη.
Σηκώθηκε, ήρθε
στον πίνακα μπροστά. Τα μαλλιά του
ξανθοκόκκινα λάμψαν
στον μαύρο ουρανό
με της κιμωλίας τα νέφη.
Το πρόσωπό του
καθαρό και γαλήνιο
κάτω από τις χρυσές πανάδες.
Ήταν καλός μαθητής.
Ο πιο καλός μας μες στην τάξη.
Μα τίποτα δεν είπε.
Σ’ όλες τις ερωτήσεις
με σιωπή αποκρίθηκε.
Σώπαινε, όταν
τον ρωτούσαν στην τάξη, -
σώπαινε, όταν
τον οδήγησαν έξω, -
σώπαινε, όταν
όρθιο τον στήσανε
στης πίσω αυλής τον τοίχο, -
σώπαινε, όταν
για τελευταίο κουδούνι
σήμαναν τα τουφέκια.
Ήταν ένας πολύ καλός μαθητής.
Σώπασε•
και πήρε άριστα
στο μάθημα της αθανασίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου