10 Ιουλίου 2024

Δυο ποιήματα τού Ντέμη Κωνσταντινίδη

Στην εποχή μας οι πειρατές 
έγιναν τουριστική ατραξιόν.
Γυρνούσε χθες κατάκοπος
με το τελευταίο λεωφορείο.
Κανείς δεν παραξενεύτηκε.
Διάλεξε ένα κάθισμα
και βυθίστηκε.
Δεν είχε μπει απλώς 
στο πετσί του ρόλου.
Ήταν ο ρόλος.


Γύρισα όλο το κέντρο.
Μέτρησα τα κλειστά μαγαζιά.
Τις μπαγιάτικες προεκλογικές αφίσες.
Είχε τόση ζέστη και υγρασία.
Δεν κουνιόταν φύλλο.
Τα αδέσποτα σκυλιά είχαν κουρνιάσει 
στις εισόδους των πολυκατοικιών,
με τις γλώσσες κρεμασμένες, ακίνητα.
Λαχανιασμένος, ιδρωμένος, 
χωρίς αναπνοή, κάθισα απέναντι 
από το γκρεμισμένο ανάκτορο.
Κάτι Γιαπωνέζοι έβγαζαν φωτογραφίες.
Δεκάδες αυτόματα κλικ. 
Ήθελα να τους πω πως το μόνο ζωντανό
κομμάτι στις φωτογραφίες τους
είναι αυτές οι γάτες των ερειπίων.
Γιατί ήρθαν εδώ;
Τι τάχα θα προλάβουν να δουν 
από αυτήν την πόλη;
Τόσα χρόνια την έζησα και δεν γνώρισα
παρά κάποια αόριστη προοπτική της.
Ανύποπτοι περιδιαβαίνουμε πάνω 
από τους θαμμένους αιώνες.
Και τα σπίτια των ποιητών ρημάζουν
λησμονημένα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: