Διαβάστε ή κατεβάστε εδώ το δέκατο πέμπτο βιβλίο της σειράς "εν καινώ" των 24Γραμμάτων του Γιώργου Πρίμπα με τίτλο: "υπαίθριοι ημι λόγοι".
Μέρος του υλικού της παρούσας έκδοσης έχει αναρτηθεί στο παρόν με την ετικέτα "φωτο-στιγμές".
----------------------------------------------------------------------------------
"Λεπτολογικά" (κριτικό σχόλιο για τη συλλογή, του Απόστολου Θηβαίου, τον οποίο και ευχαριστώ ιδιαίτερα)
Η ζωγραφική, ακόμα και στις πιο υπερβατικές συλλήψεις της, είτε λεπτή, με κομψές γραμμές, είτε πάλι αφαιρετική με διάθεση στρεβλής θεώρησης του κόσμου και των ανθρώπων, μιμείται την πραγματικότητα. Ίσως όχι εκείνη που αντιλαμβάνονται οι άνθρωποι έξω από τους κόλπους της καλλιτεχνικής δημιουργίας, μα μια ρεαλιστική, όσο το δυνατόν απεικόνιση της πραγματικότητας, όπως επιζεί μες στους κόλπους της τέχνης, στην ιδιαίτερη αίσθηση του δημιουργού. Η θερμότητα των χρωμάτων, η ψυχρότητά τους, στοιχεία τα οποία ανταποκρίνονται στην προθετικότητα της έκφρασης, η ποιότητα του φωτός, το ακαθόριστο της οπτικής εκτίμησης, οι ανυπέρβλητες, φυσικές τεχνοτροπίες των τοπίων, οι σκληρές γεωμετρίες των αστικών τοπίων, η γοητευτική αγριότητα των παρθένων τόπων. Όλα τούτα εισάγονται στη ζωγραφική και σε συνδυασμό με την προσωπική φιλοδοξία, το τάλαντο του δημιουργού, προσδίδουν στο χρωστήρα τη δυνατότητα να δομεί ολόκληρους, ανύπαρκτους χώρους. Με άλλα λόγια, μπορούμε να πούμε πως η ζωγραφική είναι, η πιο φιλότιμη ίσως προσπάθεια να αποτυπωθεί το όνειρο μες στα όρια ενός φυσικού κόσμου.
Ζωγραφική και φωτογραφία, συνιστούν δύο συγγενικές τέχνες. Τούτο δεν αποδίδεται μόνο στην οπτική διάσταση του φαινομένου, με το οποίο καταπιάνονται οι δύο τέχνες, μα με τη δυναμική προοπτική με την οποία είναι ικανές να προικίσουν την ανθρώπινη αισθητική. Και πάλι τα χρώματα, η χρήση των συμβόλων, οι προσωπογραφίες, τα ιστορικά γεγονότα ιδωμένα μέσα από την ειδική οπτική του δημιουργού, καθίστανται αφορμές και περιεχόμενο. Φυσικά κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί μια διακριτική ανωτερότητα της ζωγραφικής τέχνης, αφού η τελευταία μπορεί να ξεπεράσει τον πραγματικό κόσμο και να δομήσει ένα ολόκληρο σύμπαν, ένα καινούριο, συγκλονιστικό περιβάλλον, ανθρώπινες μορφές, αποτυπωμένες σε αισθηματικές κορυφές. Η ζωγραφική σε αντίθεση με τη φωτογραφική τεχνική, είναι σε θέση να εκφράσει ολόκληρη την εσωτερική ευρύτητα, να της δώσει υπόσταση, να καταστήσει ορατό το πιο βασικό, ανθρώπινο ένστικτο, εκείνος μιας αισθητικής ηδονής, έμφυτης, αδιάκριτης, εκπορευόμενης από τις πιο εσωτερικές και κρυφές πηγές. Οι προηγούμενες αναφορές μας στη συγγενική αφετηρία των δύο τεχνών, της φωτογραφίας και της ζωγραφικής, συνιστούν μια εκτίμηση. Αφορμή για τούτες τις ίσως, αυθαίρετες παραδοχές, αποτελεί το νέο βιβλίο του αφοσιωμένου ποιητή Γιώργου Πρίμπα, ανθρώπου της πόλης, του ανυπόφορου όσο και αναπόδραστου, αστικού τοπίου. Πιθανόν ετούτο το τελευταίο χαρακτηριστικό του, η ζωή στην πόλη να συνιστά μια αιτία για την ποίηση των εξωτερικών χώρων, την οποία με τόσο λεπτολογικό τρόπο καταθέτει στους «Υπαίθριους Ημι- Λόγους» του. Ο τίτλος είναι ενδεικτικός των διαθέσεων του ποιητή. Η φωτογραφική παρατήρηση του τοπίου, η επισήμανση αδιόρατων λεπτομερειών, όλα τούτα συνιστούν πτυχές της ποιητικής του απόπειρας, πάντοτε σε ρυθμό εναλλακτικό. Ο Πρίμπας αποσπά από το περιβάλλον εικόνες, τα αναδεικνύει σε μικρά γεγονότα, τα προικίζει με το δικαίωμα να στέκουν αυθύπαρκτα αφετηρία της ποίησης. Η αισθητική του άλλοτε συμπίπτει με την απεικόνιση και άλλοτε πάλι είναι μια αφορμή, μόνον, ένα γεγονός κομβικής σημασίας, το οποίο αποκτά βαθμηθόν, μες στη σύντομη στιχοπλοκία μια τεράστια σημασία, καθίστανται κοινωνικό, ανυπέρβλητο, ένα εργαλείο εστιασμένης αισθητικής. Το σύμπαν του ποιητή ξεπερνά την απεικόνιση, κινείται σε ψηλότερες σφαίρες, η ευρύτητα του υπερβαίνει τη χωρητικότητα του ποιήματος. Σύντομος, κάποιες φορές μονολεκτικός, χειρίζεται με περίσσια επάρκεια ένα από τα δομικά υλικά της ποιητικής δημιουργίας, εκείνη την υπέροχη τέχνη του υπονοούμενου, που επιβεβαιώνει την ομορφιά ενός λόγου αφαιρετικού, μιας ελλειπτικότητας υπέροχης, μιας οικονομίας λόγου, αντιστρόφως ανάλογης με τις συναισθηματικές προθέσεις, όπως επιβάλλει η ίδια η ποιητική τέχνη.
Επίκαιρος, καίριος, καυστικός, με υπέροχα λογοπαίγνια, με συνειρμούς κομβικούς, εντοπίζει στις δεσμεύσεις της εικόνας όλα όσα καθίστανται απαραίτητα για να θρέψουν το ευλογημένο μήνυμα του ποιήματος. Ένας ποιητής όμως, οφείλει να είναι πολίτης πρώτα της εποχής του και έπειτα της πόλης και της κοινωνίας του. Και ο ποιητής Γιώργος Πρίμπας, έχει συλλάβει, έχει αισθητικοποιήσει με έναν αδιόραττο τρόπο εκείνο το συναίσθημα του τέλους που περιβάλλει την εποχή μας και επιτάσσει την ίδια στιγμή την αναζήτηση ατομικών διεξόδων. Ο φυσικός χώρος ενδιαφέρει τον Πρίμπα. Δεν εντοπίζει μες στα πλαίσιά του μονάχα το συμπληρωματικό υλικό της ποίησής του, μα κοπιάζει την ίδια στιγμή να εκφράσει τη λύπη για την αλλοίωση εκείνου του χώρου μες στον οποίο ο άνθρωπος ανακαλύπτει την ωραιότητα του κόσμου, ενώ την ίδια στιγμή αποκαλύπτεται ο ίδιος. Ίσως με τούτο τον τρόπο να μπορεί να ερμηνευθεί ο βαθιά, οικολογικός χαρακτήρας που διατρέχει την εικονοποιεία του Γιώργου Πρίμπα. Λειτουργώντας σε πολλαπλά επίπεδα, η ποίησή του εκφράζει όχι μόνο την ατομική του αγωνία μα και τη λύπη για το περιβάλλον που συγκλονίζεται μες στο βέβαιο σπαραγμό του. Ο Γιώργος Πρίμπας αποτυπώνει το φαινόμενο του καταποντισμού, έτσι όπως παρατηρείται πια καθολικό σε όλες τις δράσεις και τις μορφές δημιουργίας, προσμένοντας να ανασυρθεί το ναυαγισμένο πλοίο από τον κόλπο, να στηθεί ξανά ο αρχαίος λιμένας, να ανάψουν όλα τα φώτα μας μες στους πλέριους, αστικούς μας δρόμους, να περάσει το ξέγνοιαστρο τραίνο από τους παλιούς οικισμούς με τη χαμένη θέα, να γδάρει ο ήλιος ξανά τα σπίτια και τα νεκρά ψάρια που έχουμε για χέρια.
Ο Γιώργος Πρίμπας καταθέτει ακόμα ένα δείγμα της προσωπικής αισθητικής του, ένα είδος επαρκούς τέχνης και αφαιρετικής, ευφυούς στιχουργικής. Ο ποιητής συνιστά έναν αφοσιωμένο του είδους. Τούτο τον καθιστά, για τον γράφοντα τουλάχιστον πρότυπο. Το δικαίωμα, βεβαίως τούτο κανείς το κερδίζει. Όσο για την ποίηση του, ο Πρίμπας κατορθώνει εκείνο, το οποίο επισήμανε ο Βρεττάκος, πετυχαίνει εκείνη τη «λίγη ψυχή που χρειάζεται, τη λίγη, μονάχα αγάπη.» Και τούτα τα δώρα απλόχερα μας τα χαρίζει, με τούτα απλόχερα μας διδάσκει πίστη.
----------------------------------------------------------------------------------
"Λεπτολογικά" (κριτικό σχόλιο για τη συλλογή, του Απόστολου Θηβαίου, τον οποίο και ευχαριστώ ιδιαίτερα)
Η ζωγραφική, ακόμα και στις πιο υπερβατικές συλλήψεις της, είτε λεπτή, με κομψές γραμμές, είτε πάλι αφαιρετική με διάθεση στρεβλής θεώρησης του κόσμου και των ανθρώπων, μιμείται την πραγματικότητα. Ίσως όχι εκείνη που αντιλαμβάνονται οι άνθρωποι έξω από τους κόλπους της καλλιτεχνικής δημιουργίας, μα μια ρεαλιστική, όσο το δυνατόν απεικόνιση της πραγματικότητας, όπως επιζεί μες στους κόλπους της τέχνης, στην ιδιαίτερη αίσθηση του δημιουργού. Η θερμότητα των χρωμάτων, η ψυχρότητά τους, στοιχεία τα οποία ανταποκρίνονται στην προθετικότητα της έκφρασης, η ποιότητα του φωτός, το ακαθόριστο της οπτικής εκτίμησης, οι ανυπέρβλητες, φυσικές τεχνοτροπίες των τοπίων, οι σκληρές γεωμετρίες των αστικών τοπίων, η γοητευτική αγριότητα των παρθένων τόπων. Όλα τούτα εισάγονται στη ζωγραφική και σε συνδυασμό με την προσωπική φιλοδοξία, το τάλαντο του δημιουργού, προσδίδουν στο χρωστήρα τη δυνατότητα να δομεί ολόκληρους, ανύπαρκτους χώρους. Με άλλα λόγια, μπορούμε να πούμε πως η ζωγραφική είναι, η πιο φιλότιμη ίσως προσπάθεια να αποτυπωθεί το όνειρο μες στα όρια ενός φυσικού κόσμου.
Ζωγραφική και φωτογραφία, συνιστούν δύο συγγενικές τέχνες. Τούτο δεν αποδίδεται μόνο στην οπτική διάσταση του φαινομένου, με το οποίο καταπιάνονται οι δύο τέχνες, μα με τη δυναμική προοπτική με την οποία είναι ικανές να προικίσουν την ανθρώπινη αισθητική. Και πάλι τα χρώματα, η χρήση των συμβόλων, οι προσωπογραφίες, τα ιστορικά γεγονότα ιδωμένα μέσα από την ειδική οπτική του δημιουργού, καθίστανται αφορμές και περιεχόμενο. Φυσικά κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί μια διακριτική ανωτερότητα της ζωγραφικής τέχνης, αφού η τελευταία μπορεί να ξεπεράσει τον πραγματικό κόσμο και να δομήσει ένα ολόκληρο σύμπαν, ένα καινούριο, συγκλονιστικό περιβάλλον, ανθρώπινες μορφές, αποτυπωμένες σε αισθηματικές κορυφές. Η ζωγραφική σε αντίθεση με τη φωτογραφική τεχνική, είναι σε θέση να εκφράσει ολόκληρη την εσωτερική ευρύτητα, να της δώσει υπόσταση, να καταστήσει ορατό το πιο βασικό, ανθρώπινο ένστικτο, εκείνος μιας αισθητικής ηδονής, έμφυτης, αδιάκριτης, εκπορευόμενης από τις πιο εσωτερικές και κρυφές πηγές. Οι προηγούμενες αναφορές μας στη συγγενική αφετηρία των δύο τεχνών, της φωτογραφίας και της ζωγραφικής, συνιστούν μια εκτίμηση. Αφορμή για τούτες τις ίσως, αυθαίρετες παραδοχές, αποτελεί το νέο βιβλίο του αφοσιωμένου ποιητή Γιώργου Πρίμπα, ανθρώπου της πόλης, του ανυπόφορου όσο και αναπόδραστου, αστικού τοπίου. Πιθανόν ετούτο το τελευταίο χαρακτηριστικό του, η ζωή στην πόλη να συνιστά μια αιτία για την ποίηση των εξωτερικών χώρων, την οποία με τόσο λεπτολογικό τρόπο καταθέτει στους «Υπαίθριους Ημι- Λόγους» του. Ο τίτλος είναι ενδεικτικός των διαθέσεων του ποιητή. Η φωτογραφική παρατήρηση του τοπίου, η επισήμανση αδιόρατων λεπτομερειών, όλα τούτα συνιστούν πτυχές της ποιητικής του απόπειρας, πάντοτε σε ρυθμό εναλλακτικό. Ο Πρίμπας αποσπά από το περιβάλλον εικόνες, τα αναδεικνύει σε μικρά γεγονότα, τα προικίζει με το δικαίωμα να στέκουν αυθύπαρκτα αφετηρία της ποίησης. Η αισθητική του άλλοτε συμπίπτει με την απεικόνιση και άλλοτε πάλι είναι μια αφορμή, μόνον, ένα γεγονός κομβικής σημασίας, το οποίο αποκτά βαθμηθόν, μες στη σύντομη στιχοπλοκία μια τεράστια σημασία, καθίστανται κοινωνικό, ανυπέρβλητο, ένα εργαλείο εστιασμένης αισθητικής. Το σύμπαν του ποιητή ξεπερνά την απεικόνιση, κινείται σε ψηλότερες σφαίρες, η ευρύτητα του υπερβαίνει τη χωρητικότητα του ποιήματος. Σύντομος, κάποιες φορές μονολεκτικός, χειρίζεται με περίσσια επάρκεια ένα από τα δομικά υλικά της ποιητικής δημιουργίας, εκείνη την υπέροχη τέχνη του υπονοούμενου, που επιβεβαιώνει την ομορφιά ενός λόγου αφαιρετικού, μιας ελλειπτικότητας υπέροχης, μιας οικονομίας λόγου, αντιστρόφως ανάλογης με τις συναισθηματικές προθέσεις, όπως επιβάλλει η ίδια η ποιητική τέχνη.
Επίκαιρος, καίριος, καυστικός, με υπέροχα λογοπαίγνια, με συνειρμούς κομβικούς, εντοπίζει στις δεσμεύσεις της εικόνας όλα όσα καθίστανται απαραίτητα για να θρέψουν το ευλογημένο μήνυμα του ποιήματος. Ένας ποιητής όμως, οφείλει να είναι πολίτης πρώτα της εποχής του και έπειτα της πόλης και της κοινωνίας του. Και ο ποιητής Γιώργος Πρίμπας, έχει συλλάβει, έχει αισθητικοποιήσει με έναν αδιόραττο τρόπο εκείνο το συναίσθημα του τέλους που περιβάλλει την εποχή μας και επιτάσσει την ίδια στιγμή την αναζήτηση ατομικών διεξόδων. Ο φυσικός χώρος ενδιαφέρει τον Πρίμπα. Δεν εντοπίζει μες στα πλαίσιά του μονάχα το συμπληρωματικό υλικό της ποίησής του, μα κοπιάζει την ίδια στιγμή να εκφράσει τη λύπη για την αλλοίωση εκείνου του χώρου μες στον οποίο ο άνθρωπος ανακαλύπτει την ωραιότητα του κόσμου, ενώ την ίδια στιγμή αποκαλύπτεται ο ίδιος. Ίσως με τούτο τον τρόπο να μπορεί να ερμηνευθεί ο βαθιά, οικολογικός χαρακτήρας που διατρέχει την εικονοποιεία του Γιώργου Πρίμπα. Λειτουργώντας σε πολλαπλά επίπεδα, η ποίησή του εκφράζει όχι μόνο την ατομική του αγωνία μα και τη λύπη για το περιβάλλον που συγκλονίζεται μες στο βέβαιο σπαραγμό του. Ο Γιώργος Πρίμπας αποτυπώνει το φαινόμενο του καταποντισμού, έτσι όπως παρατηρείται πια καθολικό σε όλες τις δράσεις και τις μορφές δημιουργίας, προσμένοντας να ανασυρθεί το ναυαγισμένο πλοίο από τον κόλπο, να στηθεί ξανά ο αρχαίος λιμένας, να ανάψουν όλα τα φώτα μας μες στους πλέριους, αστικούς μας δρόμους, να περάσει το ξέγνοιαστρο τραίνο από τους παλιούς οικισμούς με τη χαμένη θέα, να γδάρει ο ήλιος ξανά τα σπίτια και τα νεκρά ψάρια που έχουμε για χέρια.
Ο Γιώργος Πρίμπας καταθέτει ακόμα ένα δείγμα της προσωπικής αισθητικής του, ένα είδος επαρκούς τέχνης και αφαιρετικής, ευφυούς στιχουργικής. Ο ποιητής συνιστά έναν αφοσιωμένο του είδους. Τούτο τον καθιστά, για τον γράφοντα τουλάχιστον πρότυπο. Το δικαίωμα, βεβαίως τούτο κανείς το κερδίζει. Όσο για την ποίηση του, ο Πρίμπας κατορθώνει εκείνο, το οποίο επισήμανε ο Βρεττάκος, πετυχαίνει εκείνη τη «λίγη ψυχή που χρειάζεται, τη λίγη, μονάχα αγάπη.» Και τούτα τα δώρα απλόχερα μας τα χαρίζει, με τούτα απλόχερα μας διδάσκει πίστη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου