Πηγή: O Νουμάς, τεύχος 70 (1903).
ΕΡΕΙΠΙΑ
Λησμονημένης μιας ζωής, ω λείψανα θλιμμένα,
Περήφανα στημένα
Στον λόφου την κορφή,
Στη μακρινή σας την ερμιά ποια τάχ' ακόμα μοίρα
Άγγιχτα απ’ την πλημμύρα
Των χρόνων σάς κρατεί;
Απ’ τ’ άλιωτο σκοτάδι σας κανείς δεν βγαίνει ήχος
Κάθε σας κρύβει τοίχος
Μυστήρια τρανά,
Και πάνω στη χλωμάδα σας τον πέπλο της απλώνει
— Κατάμαυρο σεντόνι—
Η λήθη σιωπηλά.
Στα νεκρωμένα τείχη σας περίγυρα, έχει χύσει
Η ροδισμένη δύση
Μια λάμψη μυστική,
Που τη σβησμένη σας μορφή, ω ερείπια, έχει ζώσει,
Ως να της έχει δώσει
Την πρώτη τη ζωή.
Σαν σε θωρώ σ’ άυλους αχνούς λουσμένο προς το βράδυ,
Αμίλητο ρημάδι,
— Ω πλάνεμα ματιών!
Ξανοίγω να φαντάζουνε παλάτια στοιχειωμένα,
Σε χρόνια περασμένα
Αγνών παραμυθιών.
Κι απ’ τα βαθιά χαλάσματα σαν όνειρο προβάλλει
Πανώριο ένα κεφάλι,
Μια ξωτικιά εμορφιά,
Η αλύπητη η Πεντάμορφη, που η όψη της — ω πόνοι!
Για πάντα μαρμαρώνει
Αμέτρητα κορμιά!
Πειραιεύς
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου