31 Ιουλίου 2016

Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών: ένας λανθασμένος, και παρεξηγήσιμος, τίτλος [Γιώργος Δαμιανός]


Το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών (Athens university of economics and business) είναι, κατά σειρά αρχαιότητας, το τρίτο Ανώτατο Εκπαιδευτικό Ίδρυμα της χώρας και το πρώτο στον χώρο των Οικονομικών Επιστημών και της Διοίκησης των Επιχειρήσεων.
Ιδρύθηκε το 1920 ως Ανωτάτη Σχολή Εμπορικών Σπουδών και μετονομάστηκε το 1926 σε Ανωτάτη Σχολή Οικονομικών και Εμπορικών Επιστημών (ΑΣΟΕΕ). Από το 1989 έχει τη σημερινή ονομασία, Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΟΠΑ).
Σε τούτο το άρθρο δεν υπάρχει ούτε ίχνος διάθεσης να συζητηθεί η (μέγιστη) ποιότητα και το (παγκόσμιο) κύρος του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Εκείνο που πρέπει να σχολιάσουμε είναι η άστοχη και λανθασμένη επωνυμία του, όπως χρησιμοποιείται στην ελληνική (Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών), ενώ αναφέρεται ορθά στην αγγλική (Athens university of economics and business) και εξηγούμαι:
Η ονομαστική ενικού, ουδετέρου γένους του επιθέτου “οικονομικό” δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως επιθετικός προσδιορισμός στο ουσιαστικό “πανεπιστήμιο”. Εκτός και αν θέλουμε να δηλώσουμε ότι πρόκειται για ένα οικονομικό (ευτελές, όχι ακριβό) πανεπιστήμιο σε αντίθεση με κάποιο άλλο πανεπιστήμιο, το οποίο απαιτεί υψηλό κόστος, π.χ. “το Χ είναι ένα οικονομικό πανεπιστήμιο, κατάλληλο για όλους”. Έτσι χρησιμοποιείται στις φράσεις “οικονομική θέση”, (στα αεροπλάνα), “οικονομικό ξενοδοχείο”, “οικονομικό αυτοκίνητο”, κ.λπ. Οι επιθετικοί και οι κατηγορηματικοί προσδιορισμοί δίνουν μια μόνιμη ή προσωρινή ιδιότητα στο ουσιαστικό, αλλά δε χαρακτηρίζουν το περιεχόμενο του ουσιαστικού (αυτός είναι ο ρόλος των πτωτικών προσδιορισμών).
Σκεφτείτε, άλλωστε, τη σημασία των επιθετικών προσδιορισμών “Ιστορικό πανεπιστήμιο” (πανεπιστήμιο που έχει ιστορία και όχι πανεπιστήμιο, που διδάσκεται η ιστορία), το ίδιο και “χημικό πανεπιστήμιο” κ.λπ.
Γι αυτό άλλωστε και σχολές που είχαν ανάλογο θέμα δεν επιχείρησαν την επωνυμία “Μαθηματικό Πανεπιστήμιο” ή “Φυσικό Πανεπιστήμιο” ή “Ιατρικό Πανεπιστήμιο” (επωνυμίες που θα θύμιζαν, μάλλον, φροντιστήριο) αντίθετα αναφέρονται ως “Πανεπιστήμιο Αθηνών – Μαθηματικό Τμήμα” ή “Τμήμα Φυσικής, Πανεπιστήμιο Πατρών ή “Σχολή του Φυσικού Αθηνών”.
Φανταστείτε, επίσης, πόσο αστείο θα ακουγόταν στα αγγλικά το “economic school” ή “econonic university”αντί “school of economic” ή στα ιταλικά το “scuola economica” αντί του “scuola di scienze economiche”. Η προχειρότητα φαίνεται στο ότι είναι ορθή η αγγλική μετάφραση του Αθηναϊκού Ανώτατου Εκπαιδευτηρίου (Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών/  Athens university of economics and business).
Η κατάληξη (το επίθημα) -ικός, με περιορισμένη χρήση στην αρχαιότητα, επηρέασε ανάλογα επιθήματα ξένων γλωσσών: αγγλικό -ic: (democratic), ιταλικό -ico (politico), γαλλικό -ique (pratique), γερμανικό -isch ( fanatisch) και με τη μορφή αντιδανείου εντάχθηκε (λανθασμένα) στη Νέα Ελληνική και το ουδέτερο του επιθέτου, πάντοτε με ασάφεια και παρανόηση π.χ. οικονομικό (αντί “χρηματικό”) έγκλημα, οικονομικό (αντί “εμπορικό”) δίκαιο, οικονομικό (αντί “φορολογικό”) έτος.
Το “οικονομικό πανεπιστήμιο” αναφέρεται μόνο στο πανεπιστήμιο Αθηνών, ενώ τα άλλα ιδρύματα της χώρας  χρησιμοποιούν το, επίσης, λανθασμένο: “οικονομικές επιστήμες” ή “οικονομικό τμήμα”. Το “οικονομικό πανεπιστήμιο” ξενίζει ελάχιστους, πλέον, γιατί είναι μια φράση που καθιερώθηκε από τη χρήση. Αυτή η απάντηση, όμως, δεν μπορεί να είναι ικανοποιητική από Πανεπιστημιακούς Δασκάλους, που έχουν αφιερώσει τη ζωή τους στην ανακάλυψη των αιτιών και στον προσδιορισμό των διαφορών ανάμεσα στις έννοιες. Κανένα εκπαιδευτικό ίδρυμα ανωτάτου επιπέδου δε θα μπορέσει ποτέ να πείσει για την αξιοπιστία του, όταν τα λάθη ή οι ασάφειες παρουσιάζονται, ήδη, από την επωνυμία του. Και το πιο λυπηρό είναι ότι πρόκειται για “το όνομα”, τη “βιτρίνα της σχολής”, το “brand name”, όπως οι ίδιοι διδάσκουν.

30 Ιουλίου 2016

Η ιστορική εξέλιξη της Νόσου Αδαμαντιάδη-Behcet και η συμβολή στη μελέτη της αμφοτέρων των ακτών του Αιγαίου Πελάγους [Γεώργιος Νικ. Σχορετσανίτης]

























Η ιστορική εξέλιξη της Νόσου Αδαμαντιάδη-Behcet και η συμβολή στη μελέτη της αμφοτέρων των ακτών του Αιγαίου Πελάγους

Κατά την διάρκεια της ετήσιας συνάντησης της Ιατρικής Εταιρείας Αθηνών, στις 15 Νοεμβρίου του 1930, ο Βενέδικτος Αδαμαντιάδης (1875-1962), Έλληνας οφθαλμίατρος από την Προύσα της Μικράς Ασίας, έδωσε μια διάλεξη με τίτλο "Μια περίπτωση υποτροπιάζουσας ιρίτιδας με υπόπυο", που αναφερόταν σε ένα άνδρα, ασθενή ηλικίας είκοσι ετών, με παρόντα τα τρία κύρια σημεία της νόσου. Η ασθένεια είχε αρχίσει στην ηλικία των δεκαοκτώ ετών με οίδημα και έλκη στο αριστερό σκέλος διαγνωσθέντα ως θρομβοφλεβίτιδα. Κατά τα επόμενα δύο χρόνια (1928-1930) ο ασθενής ανέπτυξε επαναλαμβανόμενες ιρίτιδες με υπόπυο και στα δύο μάτια, γεγονός που οδήγησε σε τύφλωση και ατροφία του οπτικού νεύρου, ελκωτικές εστίες στο όσχεο με ουλές, αφθώδη έλκη στοματικής κοιλότητας και άσηπτη αρθρίτιδα των γονάτων. Τα τελευταία τρία σημεία είχαν επαναληφθεί πολλάκις. Οι καλλιέργειες του υγρού των γονάτων και του προσθίου θαλάμου του οφθαλμού, ήταν στείρες, τα πειράματα εμβολιασμού σε ζώα ήταν αρνητικά, ενώ είχαν αναπτυχθεί αποικίες σταφυλόκοκκων σε καλλιέργειες των ελκών του οσχέου και των αποστημάτων πέριξ των αμυγδαλών στη στοματική κοιλότητα.



























Βενέδικτος Αδαμαντιάδης (1875-1962)

Την ίδια χρονιά, η διάλεξη δημοσιεύθηκε στα Πρακτικά της Ιατρικής Εταιρείας Αθηνών και στο γαλλικό περιοδικό ‘‘Annales d' Oculistique’’ ένα χρόνο αργότερα. Ο Αδαμαντιάδης έτσι συμπεριέλαβε τα έλκη των γεννητικών οργάνων, την αρθρίτιδα και τα οφθαλμικά συμπτώματα μαζί, ως μία ενιαία ασθένεια. Ακόμα εκεί αναφέρθηκε σε σημαντικές προηγούμενες δημοσιεύσεις περιγραφής παρόμοιων περιπτώσεων.

























Το κείμενο του Βενέδικτου Αδαμαντιάδη στα Πρακτικά της Ιατρικής Εταιρείας Αθηνών του 1930, με τα σχόλιά του ότι αποτελεί ιδιαίτερη και καινούργια κλινική οντότητα.

Το 1946, ο Αδαμαντιάδης αναφέρθηκε στους δύο μακρύτερα ζώντες ασθενείς και όρισε την θρομβοφλεβίτιδα ως το τέταρτο κύριο σημείο της πάθησης ετούτης. Αργότερα, παρουσίασε την πρώτη ταξινόμηση της νόσου περιγράφοντας τις οφθαλμικές, βλεννογονικές, δερματικές και συστηματικές μορφές σε μια εργασία ανασκόπησης. Επεσήμανε ότι η ασθένεια θα μπορούσε να εκδηλώνεται για πολλά χρόνια με ένα ή λιγότερα συμπτώματα, και ότι η συμμετοχή των ματιών και η σοβαρή πρόγνωση ήταν πιο συχνά στους άνδρες παρά στις γυναίκες. Στην ίδια εργασία του πρότεινε και τα πρώτα διαγνωστικά κριτήρια της πάθησης. Το 1958, ο Αδαμαντιάδης δημοσίευσε την τελευταία εργασία του σχετικά με τις νευρολογικές επιπλοκές της νόσου.

Ο Hulϋsi Behcet (1889-1948) ήταν ο πρώτος διευθυντής στο Τμήμα Δερματολογίας και Συφιλολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Κωνσταντινούπολης, η οποία ιδρύθηκε το 1933, όπου αναρριχήθηκε στη θέση του καθηγητή το έτος 1939. Μεταξύ των ετών 1918-19 ειδικεύτηκε στη δερματολογία στη Βουδαπέστη (Καθ. Sellei) και στο Βερολίνο (Καθ. Arndt). Στο Συνέδριο της Δερματολογικής Εταιρείας της Κωνσταντινουπόλεως, στις 11 Μαΐου 1937, σε συνεργασία με τον καθηγητή Braun, Διευθυντή του Ινστιτούτου Μικροβιολογίας του ίδιου Πανεπιστημίου, παρουσίασε μία τριαντατετράχρονη γυναίκα ασθενή που υπέφερε από επαναλαμβανόμενα αφθώδη έλκη του στόματος, έλκη των γεννητικών οργάνων και οφθαλμικές βλάβες για εφτά χρόνια. Τον ίδιο χρόνο δημοσίευσε το ιστορικό της ασθενούς μαζί με έναν ακόμα σαραντάχρονο άρρενα ασθενή με ιστορικό νόσου άνω των είκοσι ετών.

























Ο Hulϋsi Behcet (1889-1948)

Η μικροσκοπική προετοιμασία Giemsa από τα στοματικά έλκη του στόματος της πρώτης ασθενούς έδειξε δομές παρεμφερείς της ευλογιάς και ως εκ τούτου, ο Behcet υιοθέτησε την υπόθεση της ιογενούς αιτιολογίας του συνδρόμου. Κατά τη διάρκεια των επόμενων τριών ετών δημοσίευσε την περίπτωση πέντε ακόμα ασθενών σε διάφορες γλώσσες. Στις δημοσιεύσεις αυτές πρόσθεσε την περιοδοντίτιδα, τις κύστεις των σιαγόνων, τις δερματικές βλάβες, το οζώδες ερύθημα και την αρθραλγία στο λεγόμενο ‘‘σύμπλεγμα των τριών συμπτωμάτων’’. Ήταν μάλλον πεπεισμένος για την αυτονομία αυτής της πολυσυμπτωματικής ασθένειας καθώς και του ιού που ευθυνόταν, προκαλώντας τελικά την προσοχή της επιστημονικής κοινότητας στην αινιγματική νόσο.

Κι όμως, η πρώτη περιγραφή της νόσου δεν έγινε ούτε από τον Βενέδικτο Αδαμαντιάδη, ούτε από τον Hulϋsi Behcet! Ο Ιπποκράτης της Κω (460-377 π. Χ.) περιέγραψε μια ασθένεια της οποίας εκδηλώσεις έμοιαζαν πολύ καλά με τα κύρια σημεία της νόσου Αδαμαντιάδη- Behcet. Ήδη από τον 5ο αιώνα π.Χ., στο τρίτο του βιβλίο ‘‘Περί Επιδημιών’’, στην έβδομη περίπτωση, δήλωνε:














Η αρχική περιγραφή του συνδρόμου από τον Ιπποκράτη (Τρίτο Βιβλίο ‘Περί Επιδημιών’).

Αλλά υπήρχαν και άλλοι πυρετοί όπως θα περιγραφεί. Πολλοί είχαν τα στόματά τους με αφθώδεις εξελκώσεις. Υπήρξαν επίσης πολλοί προβληματισμοί για τα μέρη των γεννητικών οργάνων, τα έλκη και τα φύματα, εξωτερικά και εσωτερικά για τους βουβώνες. Υγρά μάτια χρονίως με πόνους, με τα ονομαζόμενα μυκητοειδή εξαμβλώματα των βλεφάρων, εξωτερικά και εσωτερικά, που κατέστρεψαν την όραση πολλών ατόμων. Υπήρχαν επίσης μυκητοειδείς προσεκβολές σε έλκη των γεννητικών οργάνων. Πολλές απ’ αυτές αυξάνονταν το καλοκαίρι, καθώς και άλλες σηπτικές βλάβες, μεγάλα σηπτικά εκζέματα και πολλές μεγάλες ερπητικές βλάβες’’.

Η παραπάνω σημείωση-παρατήρηση έγινε το 1956 από τον οφθαλμίατρο A. Feigenbaum, ο οποίος έδωσε την δέουσα σημασία σε συνδυασμό με τη νόσο Αδαμαντιάδη-Behcet. Ήδη από τον 18ο αιώνα υπήρχαν αναφορές στη διεθνή βιβλιογραφία που περιέγραφαν ασθενείς με συμπτωματολογία που παρομοίαζε με την αντίστοιχη της νόσου. Μεταξύ 1940 και 1950, περιγράφτηκαν αρκετές περιπτώσεις από διαφορετικές χώρες. Ο Behcet, πρέπει να πούμε, ότι ήταν ενήμερος για την δημοσίευση του Αδαμαντιάδη και την συμπεριέλαβε στις αναφορές του. Από το 1940 και εντεύθεν, υπήρξαν πολλές δημοσιεύσεις οι οποίες δεν ανέφεραν το όνομα του Αδαμαντιάδη, από άγνοια προφανώς, κι έτσι για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα κυριάρχησε το όνομα του Behcet στη βιβλιογραφία, κάτι βέβαια που διορθώθηκε αργότερα.

Ο Βενέδικτος Αδαμαντιάδης ήταν μια σημαντική προσωπικότητα της ελληνικής ιατρικής κοινότητας κατά το πρώτο μισό του περασμένου αιώνα, αλλά το επιστημονικό του έργο έχει  σχεδόν ξεχαστεί, μέσα κι έξω από τη χώρα του. Δημοσίευσε μεγάλο αριθμό επιστημονικών εργασιών, πάνω από 150 και ήταν πραγματικός ηγέτης στον αγώνα κατά των ασθενειών των ματιών, επιδημία που συνιστούσε σοβαρό  ιατρικό πρόβλημα στην Αθήνα της δεκαετίας του 1920, ιδιαίτερα μεταξύ του ενάμισι εκατομμυρίου προσφύγων  που ήρθαν στην πόλη αφήνοντας τη Μικρά Ασία μετά την καταστροφή του 1922.

Ο Βενέδικτος Αδαμαντιάδης γεννήθηκε στην Προύσα της Μικράς Ασίας, το 1875, από έναν πατέρα δάσκαλο. Η μητέρα του πέθανε όταν ήταν  παιδί και αργότερα, αφού έχασε τον πατέρα του, υποστηρίχτηκε από το θείο του,  Μητροπολίτη στις περιοχές της Θράκης και της Μικράς Ασίας, όπου και ολοκλήρωσε τις  στοιχειώδεις σπουδές του.  Χάρη στην οικονομική στήριξη του θείου του, ο Αδαμαντιάδης ήταν σε θέση να παρακολουθήσει τη Μεγάλη του Γένους Σχολή της Κωνσταντινούπολης, η οποία ήταν γνωστή εκείνη τη στιγμή για τα υψηλά της  πρότυπα και τους εξαιρετικούς Έλληνες εκπαιδευτικούς και ολοκλήρωσε εκεί τις γυμνασιακές σπουδές με τιμητική διάκριση, το 1892. Οι σπουδές του σε αυτό το σχολείο και η επιρροή του θείου του, συνέβαλαν στη διαμόρφωση της προσωπικότητάς του με κλασσική εκπαίδευση εμπλουτισμένη από χριστιανικά και ανθρωπιστικά ιδεώδη. Τα σχέδιά του για να σπουδάσει στην Πολυτεχνική Σχολή Αθηνών ακυρώθηκαν από την καθυστερημένη άφιξή του στην πόλη, όπου ήρθε  αντιμέτωπος με το γεγονός ότι η περίοδος εγγραφών είχε ήδη λήξει!  Για να μη χάσει ένα ολόκληρο ακαδημαϊκό έτος, ο Αδαμαντιάδης αποφάσισε να εγγραφεί στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών στην οποία ολοκλήρωσε τις σπουδές του, το 1896, αποφοιτώντας  πάλι με διακρίσεις. Κατά τη διάρκεια των σπουδών του στην Αθήνα, οι διαλέξεις του διάσημου καθηγητού Οφθαλμολογίας Α. Αναγνωστάκη, του τράβηξαν την προσοχή σε αυτό το πεδίο της Ιατρικής.

Με το τέλος των σπουδών του και λόγω του θανάτου του θείου του, οικονομικοί λόγοι και η υποχρέωση απέναντι στην νεότερη αδελφή του, Πηνελόπη, η οποία ζούσε μόνη της στην Προύσα, υποχρέωσαν τον Αδαμαντιάδη να επιστρέψει στην πόλη του, όπου και εργάστηκε επαγγελματικά για δέκα χρόνια.  Κατά την περίοδο αυτή κέρδισε το σεβασμό των κατοίκων της περιοχής, ελληνικής και τουρκικής καταγωγής, οι οποίοι απλά τον αποκαλούσαν "ο Γιατρός Βενέδικτος’’. Το ενδιαφέρον του στην οφθαλμολογία έγινε πιο εμφανές και μέσω της μελέτης διαφόρων θεματικών βιβλίων, ήταν σε θέση να εκτελεί σύγχρονες οφθαλμολογικές εξετάσεις, όπως διάθλαση και βυθοσκόπηση, σε τακτική βάση.  Από 1911 έως 1914 πήγε στο Παρίσι για να ειδικευθεί στην οφθαλμολογία, αλλά το ξέσπασμα του πρώτου παγκοσμίου πολέμου τον υποχρέωσε να επιστρέψει στην Προύσα, όπου είχε επιστρατευτεί για να χρησιμεύσει ως αξιωματικός-γιατρός στον τουρκικό στρατό στα  Δαρδανέλια. Λόγω μιας σοβαρής νόσου του γαστρεντερικού συστήματος, απολύθηκε ένα χρόνο αργότερα και επέστρεψε στην Προύσα, για να φύγει και πάλι σύντομα για την Ανατολία, ακολουθούμενος από την αδελφή του, λόγω εξορίας από τις  Τουρκικές αρχές. Μετά το τέλος του πρώτου παγκοσμίου πολέμου, ο Αδαμαντιάδης επέστρεψε στην  Προύσα και εξελέγη πρόεδρος της ελληνικής κοινότητας της πόλης.  Κατά τη διάρκεια της περιόδου 1920-1922 συνεργάστηκε στενά με τις ελληνικές αρχές της Μικράς Ασίας στην αποκατάσταση των φιλανθρωπικών οργανώσεων, της υγείας και των σχολείων των Ελληνικών και ξένων γλωσσών για ανηλίκους και ενηλίκους.

Το 1922, μετά την ήττα του ελληνικού  στρατού στη Μικρά Ασία, συνόδευσε τα εκατομμύρια των κατοίκων του ελληνικού  στοιχείου της Μικράς Ασίας, ως πρόσφυγας κι αυτός πλέον στην Ελλάδα.  Άρχισε αμέσως να εργάζεται ως  οφθαλμίατρος στην Αθήνα, όπου πρωτοστάτησε στην καταπολέμηση των επιδημικών ασθενειών των οφθαλμών, ενώ στα 1924 αναρριχήθηκε στη θέση του διευθυντού του Οφθαλμολογικού Τμήματος του προσφυγικού  Νοσοκομείου Αθηνών, το σημερινό Ιπποκράτειο Νοσοκομείο. Στα νέα του καθήκοντα, αποδείχθηκε ένας επίμονος ερευνητής με σπάνια οξυδέρκεια και αυτοπειθαρχία.

Ο Αδαμαντιάδης ήταν ιδρυτικό μέλος της Ελληνικής Οφθαλμολογικής Εταιρείας στα 1931, και εξελίχθηκε σε έναν από τους πιο λαμπρούς οφθαλμιάτρους της Αθήνας, στο πρώτο ήμισυ του εικοστού αιώνα. Παντρεύτηκε σε μεγάλη ηλικία και πέθανε το 1962.  Η υιοθετημένη κόρη του, Ευγενία Ραγκαβή, ήταν σημειωτέον η πρώτη γυναίκα οφθαλμίατρος στην  Ελλάδα.

Είναι φανερό πια ότι το σύνδρομο ή νόσος του Αδαμαντιάδη-Behcet θα μπορούσε να ονομασθεί και σύνδρομο της ελληνοτουρκικής διαμάχης, τουλάχιστον σε επίπεδο ονόματος! Ο γειτονικός λαός που ήρθε από τα βάθη της Ασίας και εγκαταστάθηκε δίπλα μας στη λεκάνη της ανατολικής Μεσογείου, επηρέασε και απασχόλησε όχι μόνο την ελληνική αλλά και την παγκόσμια ιστορία πολλάκις σε πολλά επίπεδα. Η συγκεκριμένη όμως νόσος δείχνει μία περίεργη και αξιοσημείωτη επιμονή να εμφανίζεται σε πληθυσμό με τουρκικές ρίζες.

















Ακριβώς έξω από τη δυτική πύλη της πόλης Χίβα της κεντρικής Ασίας, ο επισκέπτης προετοιμάζεται για το ταξίδι στο παρελθόν, σε έναν από τους πολλούς σπουδαίους σταθμούς του Μεγάλου Δρόμου του Μεταξιού.

Η παθογένειά της είναι εν πολλοίς άγνωστη αφού ακόμη και πολλές επιδημιολογικές έρευνες που έλαβαν χώρα στην Τουρκία αλλά και σε χώρες της Ασίας και προσπάθησαν φιλότιμα να ρίξουν φως στα ερωτηματικά, δεν τα κατάφεραν. Αξιοσημείωτη είναι η παρουσία της νόσου στις ανατολικές επαρχίες της Τουρκίας, τη Μέση Ανατολή, το Ιράν, την Κεντρική Ασία, την Ιαπωνία και την Κορέα. Στην Ευρώπη και την Αμερική η νόσος είναι πολύ σπάνια. Ανατρέχοντας στις σελίδες της ιστορίας, η εξήγηση είναι προφανής. Η εξάπλωση της νόσου ακολούθησε τον πανάρχαιο Δρόμο του Μεταξιού, όπως χαρακτηριστικά λέγεται, γεγονός που υπαινίσσεται την πιθανή εξάπλωση της νόσου μέσω της μετακίνησης των πληθυσμών των τουρκικών νομαδικών φυλών, ανατολικά έως τη Μεσόγειο και δυτικά μέχρι την Άπω Ανατολή, είτε με τη μεταφορά κάποιου υποβόσκοντος γενετικού υλικού, είτε μέσω ενός εξωγενούς παράγοντα.

Η καταγωγή των Τούρκων, θεωρείται σήμερα ότι εντοπίζεται στα υψίπεδα Αλτάι της Κεντρικής Ασίας. Σήμερα τα εδάφη τα οποία αποτελούσαν τότε τη γενέθλια γη των πρώτων Τούρκων μοιράζονται η Κίνα, η Μογγολία, η Ρωσία, το Καζακστάν, το Ουζμπεκιστάν, το Αφγανιστάν, το Τατζικιστάν και το Κιργιστάν. Η δημιουργία της οθωμανικής αυτοκρατορίας στη συνέχεια των αιώνων όμως, είναι αρκετά γνωστή στην Ιστορία! Λαοί τουρκικής καταγωγής βέβαια εκτός της Τουρκίας, κατοικούν σχεδόν σ’ ολόκληρη την Ασία. Οι Αζέροι, οι Καζάκοι, οι Κυργίζιοι, οι Τάταροι, οι Τουρκμένοι, οι Ουιγούροι, οι Ουζμπέκοι, οι Τάταροι της Κριμαίας, καθώς και πολλές άλλες μικρές μειονοτικές ομάδες που διαβιούν σε διάφορες ασιατικές χώρες. Η υψηλότερη συχνότητα της νόσου παρατηρείται στις βορειοανατολικές επαρχίες της Τουρκίας. Η ιατρική βιβλιογραφία είναι πλούσια στο θέμα, αλλά θα ήταν σίγουρα ενδιαφέρον εάν είχαμε αξιόπιστα επιδημιολογικά στοιχεία από τις χώρες της κεντρικής Ασίας, τα οποία όμως δυστυχώς λόγω του νηπιακού συστήματος έρευνας που έχουν αυτές οι χώρες, απουσιάζουν από την προσβάσιμη βιβλιογραφία.

Η αραβική κατάληψη της Κεντρικής Ασίας ήταν μια σαρωτική στρατιωτική κατάκτηση την οποία ακολούθησαν ραγδαίες κοινωνικές, οικονομικές και βεβαίως θρησκευτικές μετατροπές. Από πλευράς ισλαμικής αυτοκρατορίας, η αραβική κατάκτηση της Κεντρικής Ασίας ήταν μια επέκταση στα πλαίσια των κατακτήσεων της Αυτοκρατορίας των Σασσανιδών. Η κατάκτηση ενσωμάτωσε την Transoxiana και το Tukharistan στην ιρανική επαρχία του Khurasan. Πολλές μελέτες που αναφέρονται στην παρακμή και την πτώση της Αυτοκρατορίας των Σασσανιδών, τείνουν στο συμπέρασμα ότι ο στόχος της αραβικής κατάκτησης του ιρανικού οροπεδίου ήταν ο έλεγχος της Κεντρικής Ασίας, όπου βρίσκονταν οι βασικοί σταθμοί του εμπορικού Δρόμου του Μεταξιού. Πράγματι σχετικά λίγοι Άραβες εγκαταστάθηκαν στο ιρανικό οροπέδιο. Οι περισσότεροι πήγαν μακρύτερα ανατολικά, προκειμένου να εγκατασταθούν στο Tukharistan και την Transoxiana, τα οποία αναφέρονταν ως Εξωτερική Χορασάν. Ορισμένες λεπτομέρειες των Αραβικών κατακτήσεων της Κεντρικής Ασίας είναι διαθέσιμες σήμερα χάρη στην αγγλική μετάφραση των εκτενών αρχείων του Άραβα ιστορικού αλ-Ταμπαρί (al-Tabari), όπως για παράδειγμα ότι η μακροπρόθεσμη φιλοδοξία του χαλιφάτου των Ομεϊάδων ήταν να κατακτήσουν την Κίνα, την ύψιστη πηγή μεταξιού και άλλων αγαθών από την ανατολή.



















Ο μουσουλμάνος περιηγητής Ιμπν Μπατούτα συνεχίζοντας για πάμπολλα χρόνια ακάθεκτος τα πολύτιμα ταξίδια του στην Κεντρική Ασία, μας άφησε παρακαταθήκη σήμερα όλες εκείνες τις πληροφορίες που αφορούσαν την εποχή του.

Ξεφεύγει του σκοπού του παρόντος να αναφερθούν οι παρενέργειες που είχε ο προαναφερθείς περιβόητος δρόμος στην υγειονομική κατάσταση των πληθυσμών. Μαζί με τους ανθρώπους, ταξιδευτές και εμπόρους, τα καραβάνια, τις ιδέες, τις θρησκείες, τα χρήματα και τις νοοτροπίες, μετακινήθηκαν και νόσοι αναπόφευκτα, είτε με τον ένα είτε με τον άλλο τρόπο! Έτσι, πέρα από τις καθαρά επιδημιολογικές και γενετικές έρευνες που ακόμα συνεχίζονται στους πληθυσμούς της Ασίας, κυρίως της Κεντρικής, δεν μπορεί να προκαλεί εντύπωση το γεγονός ότι η νόσος του Αδαμαντιάδη-Behcet, που κατά καιρούς ονομάστηκε και νόσος του Δρόμου του Μεταξιού, ήταν πιο συχνή και πιο σοβαρή στους κατοίκους των χωρών που βρίσκονταν κατά μήκος του πανάρχαιου αυτού Δρόμου που ένωνε την Κίνα με τη μεσογειακή λεκάνη, ο οποίος και στις μέρες μας φαίνεται να παίρνει καινούργια τροπή και να αποκτά ξανά ολοένα και μεγαλύτερο ενδιαφέρον για πολλούς!


Βιβλιογραφία σχετικών παραθεμάτων και αναφορών

Ελληνική βιβλιογραφία και δημοσιεύματα

1. Αδαμαντιάδης Β: Περίπτωση υποτροπιάζουσας ιρίτιδας μεθ’ υποπύου. Δελτίον Ιατρικής Εταιρείας Αθηνών. 1930: 586-588.
2. Αλεξοπούλου Α., Ξυνοτρούλιας Ι., Ανδριανάκος Α., Πετράκη Κ., Χατζηγιάννης Σ.Ι.: Νεφρική προσβολή στη νόσο Αδαμαντιάδη-Behcet. Αρχεία Ελληνικής Ιατρικής. 1999; 16(5): 488-492.
3. Ανδριανάκος Α.: Αγγειίτιδες. Εις: Χατζηγιάννης Σ.Ι.(Συντονιστής): Εσωτερική Παθολογία. Ιατρικές Εκδόσεις Πασχαλίδης. (Σελ. 479-499). 1994. Αθήνα.
4. Σχορετσανίτης Νικ. Γεώργιος: Η Ιστορία της Ισλαμικής Ιατρικής. ΒΗΤΑ Ιατρικές Εκδόσεις. 2011. Αθήνα.

Ξενόγλωσση βιβλιογραφία και δημοσιεύματα

1. Adamantiades B. Sur un cas d'iritis ? hypopion r?cidivant. Ann Ocul (Paris) 1931; 168: 271-8.
2. Feigenbaum A. Description of Beh?et's syndrome in the Hippocratic third book of endemic diseases. Br J Ophthalmol 1956; 40: 355-7.
3. Zouboulis C.C.: Benediktos Adamantiades and his forgotten contributions to medicine. Eur. J. Dermatol. 2002; 12(5): 471-4.
4. Zouboulis Christos, Keitel Wolfgang: A Historical Review of Early Descriptions of Adamantiades-Behcet Disease. The Journal of Investigative Dermatology. 2002; 119(1): 201-205.
5. Zouboulis Christos, Keitel Wolfgang: A Historical Review of Adamantiades-Bechet’s Disease. Advances in Experimental Medicine and Biology. 2004; 528:7-14.
6. Kaklamani V, Vaiopoulos G, Kaklamanis P.: Beh?et's disease. Semin. Arthritis Rheum. 1998; 27: 197-217.
7. Sakane T, Takeno M, Suzuki N, Inaba G.: Behcet's disease. N. Engl. J. Med. 1999; 341: 1284-91.
8. Verity D.H., Wallace R.W., Stanford M.R.: Beh?et’s disease: from Hippocrates to the third millennium. Br. J. Ophthalmol. 2003; 87(9): 1175–1183.

29 Ιουλίου 2016

Επιστήμες, πολεμικές αποζημιώσεις και λογοτεχνία του τραύματος [Γεώργιος Νικ. Σχορετσανίτης]




























Ακριβώς πριν από εκατό χρόνια (1916), ήρθε στο φως της δημοσιότητας, το βιβλίο Η ‘Φωτιά’ (Le feu), του Ανρί Μπαρμπίς (Henri Barbusse, 1873-1935), ένα έργο εμβληματικό από πολλές απόψεις το οποίο ανήκει δικαιωματικά στα κλασσικά γαλλικά μυθιστορήματα και ειδικότερα στη λογοτεχνία του Πρώτου Μεγάλου Πολέμου. Αναφερόμαστε σε εκείνον τον πόλεμο που κατά τα φαινόμενα τελείωσε τον Νοέμβριο του 1918, αλλά ουσιαστικά πολύ αργότερα, για πολλούς, συγκεκριμένα, τον Μάιο του 1945. Φυσικά δεν ήταν το μόνο λογοτεχνικό έργο που αναφερόταν με μελανιές πινελιές στην τετραετή μεγάλη αντιπαράθεση. Πληθώρα τέτοιων κειμένων, πεζών και ποιητικών, άρχισαν να κάνουν την εμφάνισή τους και να φέρνουν στο αναγνωστικό κοινό φρικιαστικές εικόνες της σύρραξης των χαρακωμάτων με όλα εκείνα τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που γνωρίζουμε καλά. 
     

     
















H αποκληθείσα, αργότερα, λογοτεχνία του τραύματος, έδωσε την ευκαιρία σε λογοτέχνες να εκφραστούν ελεύθερα, παρακάμπτοντας στρεβλώσεις του παρελθόντος, και αναλύθηκε κατά κόρον, τουλάχιστον από την ιστορία. Μαζί με όλα αυτά όμως αναδύθηκαν έννοιες που αφορούσαν σελίδες της νευρολογίας και ψυχιατρικής, όπως παραισθήσεις, διαταραχές του ύπνου και της αίσθησης του χρόνου και γενικώς συμπτωματολογία που ενέπλεκε παθήσεις της ψυχικής σφαίρας. Η έννοια του μετατραυματικού στρες περιείχε ηθικά και πολιτικά προβλήματα, και δημιουργούσε ζητήματα που έπρεπε να αντιμετωπιστούν, έστω και αν δεν ήταν δυνατόν να επιλυθούν πλήρως κατά τη διάρκεια μιας στοιχειώδους έρευνας και προβληματισμού. 

Τι ήταν τελικά αυτό το μετατραυματικό σύνδρομο;
Για τους συγχρόνους, περιγράφεται απλώς ως μια σειρά δεινών που βίωσαν στρατιώτες με κατάθλιψη και τρόμο μετά από ένα έντονο βομβαρδισμό τετράωρης διάρκειας που ακολουθήθηκε από εκρήξεις οβίδων πάνω από τα σκαμμένα χαρακώματα όπου βρίσκονταν κρυμμένοι. Κατά τη διάρκεια των επόμενων ημερών, τα συμπτώματα του θύματος κλιμακώνονταν από το κλάμα μέχρι την ανικανότητα να περπατήσει ή να κάνει οτιδήποτε, καθώς και οξεία μανία. Ο ‘ασθενής στρατιώτης’ μεταφερόταν και γινόταν δεκτός σε μια πρόχειρη αγροτική και μικρή νοσοκομειακή μονάδα, όπου του χορηγούσαν χλωροφόρμιο και μορφίνη, ξυπνούσε το επόμενο πρωί φαινομενικά καλά, αλλά στη συνέχεια σε ορισμένες περιπτώσεις, πέθαινε ξαφνικά. Στη μεταθανάτια εξέταση, ο εγκέφαλός του βρισκόταν σε παρόμοια κατάσταση με εκείνη ενός άλλου στρατιώτη που είχε πεθάνει από υπερβολική κούραση και εξάντληση. Η ετικέτα και διάγνωση, θα μπορούσε επίσης να τεθεί σ’ ένα λοχία τα πόδια του οποίου παρέλυσαν πρόσκαιρα από έκρηξη οβίδας, και μόνο σταδιακά κατά τη διάρκεια των επόμενων ημερών ανακτούσε τη δύναμη και αίσθηση. Τέλος, το σύνδρομο του σοκ αυτού μπορεί επίσης να ενοχοποιηθεί για την εφίδρωση, τον τραυλισμό και τους εφιάλτες του στρατιώτη που κατά λάθος πυροβόλησε και σκότωσε έναν πληγωμένο σύντροφό του ένα βράδυ, ενώ βρισκόταν σε υπηρεσία στο φυλάκιο. Οι εμπειρίες πάντως και τα συμπτώματα αυτών των ανδρών ήταν ποικίλα, με μια σειρά από σωματικές και ψυχικές εκδηλώσεις. Παρουσίαζαν ακόμα κάποια παρεμφερή συμπτώματα της μετατραυματικής διαταραχής της γνωστής διεθνώς με το όνομα PTSD (Post traumatic stress disorder, PTSD), μια τρέχουσα διαγνωστική κατηγορία διαταραχών που παρατηρήθηκε στους βετεράνους του πολέμου του Βιετνάμ και η οποία λανθασμένα εκλαμβανόταν ως ‘shell shock’ με άλλο όνομα. Η πιο πρόσφατη άποψη της Αμερικανικής Ψυχιατρικής Εταιρείας και του Στατιστικού Εγχειριδίου των Ψυχικών Διαταραχών, απαριθμεί τα διαγνωστικά χαρακτηριστικά της διαταραχής PTSD, ως την ανάπτυξη και παρουσία των χαρακτηριστικών συμπτωμάτων μετά από έκθεση σε ένα ακραίο τραυματικό στρεσογόνο παράγοντα, όπως προσωπική εμπειρία του κινδύνου θανάτου ή σοβαρού τραυματισμού ή μάρτυρας θανάσιμης βλάβης κάποιου άλλου προσώπου. Η ανταπόκριση του ατόμου στο γεγονός πρέπει να περιλαμβάνει έντονο φόβο, αδυναμία, ή τρόμο. Τα χαρακτηριστικά συμπτώματα περιλαμβάνουν επίμονη εκ νέου βίωση του τραυματικού γεγονότος, την προσπάθεια αποφυγής ερεθισμάτων που σχετίζονται με το συγκεκριμένο τραύμα, μούδιασμα της γενικής ανταπόκρισης, και σταθερά συμπτώματα αυξημένης εγρήγορσης, όπως δυσκολία στον ύπνο, ευερεθιστότητα, θυμό, δυσκολία συγκέντρωσης, υπερεγρήγορση, ή υπερβολική ξαφνική αντίδραση. Η πλήρης εικόνα των συμπτωμάτων πρέπει να είναι παρούσα για περισσότερο από ένα μήνα, και η διαταραχή πρέπει να προκαλεί κλινικά σημαντική δυσφορία ή να επηρεάζει τις καθημερινές λειτουργίες του ατόμου. Αναμφίβολα, πολλές περιπτώσεις που διαπιστώθηκαν ως ‘shell shock’ από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, θα πληρούν τα κριτήρια για τη διάγνωση της PTSD, συμπεριλαμβανομένου του ανωτέρω παραδείγματος του στρατιώτη που σκότωσε κατά λάθος έναν πληγωμένο σύντροφό του. Με αυτή τη σύγκριση των συμπτωμάτων και των διαγνωστικών κριτηρίων, τα δύο σύνδρομα δεν ταιριάζουν, ή για να είμαστε ακριβέστεροι η ιστορική κατασκευή του ‘shell shock’ δεν ανταποκρίνεται πλήρως στην ιστορική κατασκευή της PTSD.

Για μερικούς, ‘shell shock’ είναι η αμετάβλητη παρουσία πόνου. Όμως, χωρίς να αρνηθεί κάποιος την όλη ταλαιπωρία που μπορεί να προκύψει από την εμπειρία της μάχης, είναι σαφές ότι σε όλες τις δεκαετίες και τους αιώνες, αυτός ο πόνος εκδηλωνόταν με διαφορετικό τρόπο σε διαφορετικά άτομα και σε διάφορες συγκρούσεις. Σε πολλές εποχές και τόπους, έχει αγνοηθεί ή αναγνωρίστηκε μόνο ανεπίσημα. Αλλού, και πάνω απ’ όλα κατά τη διάρκεια του εικοστού αιώνα, έχει ‘διαγνωστεί’ και κατά συνέπεια ‘θεραπευτεί’ με διαφορετικούς τρόπους, και κατά συνέπεια βιώθηκε διαφορετικά. Διαφορετικές κοινωνίες, πολιτισμοί και κοινωνικές τάξεις έχουν αξιολογήσει τις εκδηλώσεις του πόνου ή τα συμπτώματα διαφορετικά και συμπάσχουν μαζί τους για διαφορετικούς βαθμούς. Θα μπορούσε να υποστηριχθεί όμως ότι κάθε διάκριση μεταξύ αυτών των δύο, είναι άσκοπη σοφιστεία, που επικεντρώνεται λανθασμένα στην ετικέτα που επικολλάται στους τραυματισμένους στρατιώτες, παρά στην ίδια την ταλαιπωρία.
     

     






















Η πρώτη καταγεγραμμένη χρήση του όρου ‘shell shock’ ήταν σε ένα άρθρο που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Lancet, τον Φεβρουάριο του 1915 από τον ακαδημαϊκό ψυχολόγο Charles Myers (1873-1946), που συνδεόταν με μια ιατρική μονάδα εθελοντών στη Γαλλία. Αυτή δεν ήταν η πρώτη αναφορά νευροψυχικής βλάβης σε στρατιώτες που δημοσιεύθηκε στον πόλεμο, αλλά ο όρος ‘shell shock’ ήταν κάτι νέο, αφού οι προηγούμενες εκθέσεις και αναφορές είχαν περιγράψει τα συμπτώματα κάτω από μια ποικιλία διαφορετικών τίτλων, συμπεριλαμβανομένου του απλού σοκ, τόσο δημοφιλούς όρου στην προπολεμική ιατρική. Ίσως προερχόταν από τα στρατεύματα, αλλά η ακριβής προέλευσή του, δεν θα γίνει ποτέ γνωστή. Η πράξη της ονοματοθεσίας ήταν σημαντική, επειδή το ‘shell shock’ έθεσε ευθέως την έκρηξη οβίδας ως κεντρικό αιτιολογικό γεγονός σε αυτές τις διαταραχές. Ο Myers, όμως, ήταν κάπως ασαφής ως προς τις λεπτομέρειες της σχέσης μεταξύ σοκ και της οβίδας, περιγράφοντας τα συμπτώματα ως λειτουργικά και σημειώνοντας την ομοιότητά τους με την υστερία, αλλά αρνήθηκε να εξαγάγει συμπεράσματα ως προς το εάν τα συμπτώματα προέρχονταν από φυσική βλάβη στο νευρικό σύστημα ή ήταν ψυχολογική αντίδραση στο γεγονός. Με αυτή τη χρήση, ο όρος συνδέθηκε με ορισμένα συμπτώματα που βρέθηκαν σε στρατιώτες ως συνέπεια των καταστροφικών τεχνολογιών του σύγχρονου πολέμου.

Αυτή η ασάφεια όμως είχε ανησυχητικές συνέπειες. Προς το τέλος του 1915, το Στρατιωτικό Συμβούλιο διέταξε ότι οι άνδρες που παρουσιάζουν νευρική ή διανοητική διαταραχή και παρεμφερή συμπτώματα, θα πρέπει να φέρουν την ένδειξη ‘shell shock W’ (από την αγγλική λέξη wound), εάν κατατάσσονταν στους τραυματίες τα συμπτώματα των οποίων προέκυψαν ευθέως από τη δράση του εχθρού, ή την ένδειξη ‘shell shock S’ (από τη λέξη sick), εάν δεν προέρχονταν από τη δράση του εχθρού. Στην πρώτη κατηγορία (shell shock W) καθορίζονταν ως θύματα κατά τη διάρκεια της μάχης και είχαν δικαίωμα στρατιωτικών συντάξεων, ενώ εκείνοι που ορίζονταν ως ‘shell shock S’, όχι! Η κατάταξη φυσικά προκάλεσε μεγάλη σύγχυση μεταξύ ‘τραυματιών’ και ‘αρρώστων’. 

Η εκ νέου αναδιοργάνωση της ψυχιατρικής του μετώπου, τον Ιούνιο του 1917, περιλάμβανε μια νέα διαδικασία ταξινόμησης, κατά την οποία στους άντρες αρχικά έμπαινε η ένδειξη NYDN (Not Yet Diagnosed Nervous, ‘δεν έχει ακόμη διαγνωστεί νευρική βλάβη’) για μεταφορά στα κέντρα ταχείας θεραπείας, και μόνο αργότερα χαρακτηριζόταν ως ‘shell shock’ τύπου S ή W στις μονάδες τους. Η διαδικασία αυτή αργότερα θεωρήθηκε άδικη και ανεφάρμοστη στην πράξη, και η διαδικασία ταξινόμησης υπερβολική, με αποτέλεσμα να αποσυρθεί και πάλι τον Σεπτέμβριο του 1918. Σύμφωνα με το άλλο σύστημα, ο όρος ‘shell shock W’ χρησιμοποιούταν μόνο στις πιο σοβαρές περιπτώσεις που μεταφέρονταν στην Αγγλία, όπου μια ειδική επιτροπή αποφάσιζε αν ο άνθρωπος πρέπει να χαρακτηριστεί ως ατύχημα μάχης ή όχι. Παρά το γεγονός ότι κατά τη διάρκεια του πολέμου, ο στρατός τελικά ανέπτυξε πιο αποτελεσματικές διαδικασίες για τη διαχείριση της εισροής των περιπτώσεων του σοκ, τόσο σε εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό, εν τούτοις ποτέ δεν αντιμετωπίστηκαν ικανοποιητικά με τις διάφορες ταξινομήσεις, τους ορισμούς και τα πολυποίκιλα προβλήματα που δημιούργησε το ίδιο το μετατραυματικό σοκ. Η αποτυχία αυτή είχε άμεσες συνέπειες για κάθε στρατιώτη, ο οποίος θα μπορούσε να αντιμετωπίσει χρόνια αντιπαράθεση με το αρμόδιο Υπουργείο που έδινε τις συντάξεις, λόγω της ετικέτας που είχε δοθεί. Τοιουτοτρόπως μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, η ετικέτα ενός στρατιώτη προσδιόριζε εάν και κατά πόσον αυτός θα ελάμβανε την απαραίτητη ιατρική περίθαλψη και τις πιθανότητες βεβαίως να του απονεμηθεί μια αξιοπρεπής σύνταξη, ως συνέπεια της αιτιολογικής ασάφειας του όρου ‘shell shock’. 

Παρ’ όλη τη σύγχυση γύρω του και τους διάφορους τρόπους με τους οποίους κατασκευάστηκε στη σύγχρονη ιατρική βιβλιογραφία, ήταν αναμφίβολα μια ψυχολογική διαταραχή που προκλήθηκε από τις εμπειρίες των πολέμων. Ο ιστορικός ορισμός του ‘shell shock’, από την άλλη πλευρά, λαμβάνει την ασάφεια της διαταραχής ως το καθοριστικό χαρακτηριστικό του, κάτι που ανοίγει πολλαπλές δυνατότητες για διάφορες ιστορίες του συνδρόμου. Αυτή η ανασυγκρότηση δεν επιλύει τα προβλήματα της γραφής της ιστορίας του συνδρόμου, αλλά επαναπροσδιορίζει τις παραμέτρους εντός των οποίων είναι γραμμένη αυτή η ιστορία και πώς προσανατολίζεται προς το παρόν και το μέλλον. Από αυτή την άποψη, το σύνδρομο δεν συνιστά θεμελιώδη ρήξη στα κυρίαρχα παραδείγματα της ψυχολογικής ιατρικής στις αρχές του εικοστού αιώνα, αλλά μάλλον ήταν μέρος μιας μακρόχρονης διαδικασίας σταδιακής αλλαγής στη σκέψη και την πρακτική. Ένας σημαντικός λόγος για την ευελιξία αυτών των θεωριών, ωστόσο, είναι το κοινό εξελικτικό πλαίσιο κατανόησης εντός του οποίου λειτούργησαν οι επιστήμες της φυσιολογίας, της νευρολογίας, της ψυχολογίας και της ψυχιατρικής. Η φυσιολογία των συναισθημάτων, όπως περιγράφτηκε από σημαίνοντα πρόσωπα, όπως ο φυσιολόγος του Χάρβαρντ Walter B. Cannon (1871- 1945), ήταν σαφώς εξελικτική. Όλες οι θεωρίες των νευρώσεων πολέμου διατυπώθηκαν σε αυτό το εξελικτικό μοντέλο του νου, με το συναίσθημα που συνήθως προβαλλόταν ως ένας από τους κρίσιμους πρωτογενείς αιτιολογικούς παράγοντες του συνδρόμου. Εδώ ξεχώριζε ο φόβος, ο φόβος της απειλής κατά της ζωής και της σωματικής ακεραιότητας, ο φόβος της αποτυχίας στο καθήκον, ή ακόμη και ο φόβος του να φοβάσαι, όπως τόσο παραστατικά μας άφησαν παρακαταθήκη συγγραφείς και ποιητές! 

Η ‘Φωτιά’ (Le feu, 1916), για παράδειγμα, του Ανρί Μπαρμπίς (Henri Barbusse, 1873-1935) ανήκει δικαιωματικά στα κλασσικά μυθιστορήματα και ειδικότερα στη λογοτεχνία του Μεγάλου Πολέμου. Στην αρχή του βιβλίου, ο Μπαρμπίς ασχολείται κυρίως με την προσωπικότητα συγκεκριμένων ατόμων και κυρίως για το πολιτικό τους παρελθόν, αλλά στη συνέχεια με την καταστροφή του ατόμου στο πρόσωπο του πολέμου. Απίστευτη ωμότητα, αηδιαστικά πεδία μάχης, απόλυτη και αποκαλυπτική καταστροφή, πολυεπίπεδη φρίκη του πολέμου, η οποία σε κάποια εδάφια μερικές φορές φαίνεται τρομακτική, ακόμη και στον σημερινό αναγνώστη. Οι σκοτωμένοι βρίσκονται γύρω από τους ζωντανούς στρατιώτες, και το πεδίο της μάχης μετατρέπεται πλέον σε οστεοφυλάκιο. Ο Μπαρμπίς σταδιακά επικεντρώνεται αριστοτεχνικά με εμμονή στα φυσικά στοιχεία του πεδίου της μάχης, ιδίως τη λάσπη, το νερό και τη μεταβολή της κατάστασης του ανθρώπινου σώματος στον πόλεμο και τις κακουχίες του. Οι στρατιώτες μεταμορφώνονται χρονικά από πολίτες σε στρατιώτες και στη συνέχεια σε κάποιον άλλο, κάτι τελείως διαφορετικό που δημιουργήθηκε από τον ίδιο τον πόλεμο. Φυσικά η λογοτεχνία ετούτη έχει πολλούς και άξιους εκπροσώπους. Ποιητές όπως οι Ζίγκφριντ Σασούν (Siegfried Sassoon) και Γουίλφρεντ Όουεν (Wilfred Owen), κάποια ποιήματα των οποίων εμφανίστηκαν και πριν από έναν αιώνα, ακόμα και σήμερα βρίσκονται στο προσκήνιο. Φυσικά δεν είναι οι μόνοι. Ολόκληρη στρατιά από αυτούς που βρέθηκαν στα χαρακώματα του μεγάλου πολέμου, εμπνεύστηκαν και έγραψαν υπέροχα κείμενα που δίνουν τις σχετικές λεπτομέρειες των όσων έλαβαν χώρα, με το δικό τους ξεχωριστό 

Ο αντίκτυπος, τελικά, των νέων ιστοριών του προαναφερθέντος συνδρόμου, δεν θα πρέπει να περιορίζεται στις ιστορίες της ιατρικής, ψυχιατρικής και της ψυχολογίας. Αλλά φυσικά το πιο σημαντικό όλων είναι να γνωρίζουμε όχι μόνο ότι ο πόλεμος προκάλεσε δεινά, αλλά τι μορφή πήρε αυτή η ταλαιπωρία, πώς έγινε κατανοητή, και ποιες ήταν οι συνέπειές της. Ίσως εκεί συγκλίνουν η λογοτεχνική, ψυχολογική, και η ιστορική προσέγγιση του συνδρόμου. Χρησιμοποιούμε δηλαδή την ιστορική μέθοδο για να ανακαλύψουμε τι συνέβη και γιατί μέσα από τη συλλογή και την ερμηνεία των αποδεικτικών στοιχείων, είμαστε σε θέση να ελέγξουμε τις υποθέσεις μας που ανάγονται στο παρελθόν, αλλά αυτές οι υποθέσεις είναι οι καρποί ιδεών, εμπειριών και συναισθημάτων που ανήκουν και σε εμάς ως μεμονωμένα άτομα. Γιατί το μονοπώλιο για το παρελθόν, δεν το έχουν μόνο οι ιστορικοί, αλλά κι όλοι εμείς με το δικό μας περιορισμένο ρόλο για την ιστορική λειτουργία, δηλαδή τον τρόπο συγκέντρωσης των αποδεικτικών στοιχείων και τους τρόπους ερμηνείας αυτών. Η Ιστορία χρειάζεται το κοινό της, καθώς και οι άλλες επιστήμες, όπως η λογοτεχνία, η ψυχολογία, η πολιτική, η κοινωνιολογία, η φιλοσοφία, για να αναφέρουμε μερικές. Η μελέτη τόσων και τόσων έργων συγγραφέων, ποιητών και πεζογράφων, που βίωσαν και αποτύπωσαν στα κείμενά τους τις εμπειρίες τους, μας δίνει άφθονο υλικό το οποίο βοηθά στον προσδιορισμό κάποιων προσωπικών κατευθύνσεων προς τον πόλεμο και τη δυστυχία, να αναθεωρήσουμε πολλά πράγματα που είχαμε βαθιά θαμμένα για κάποιες προσωπικές λεπτομέρειες, απόψεις και ιδέες που αφορούσαν τις παραπάνω επιστήμες. 

28 Ιουλίου 2016

Αποδείξεις.

























[Πόρος, 24.07.2016 22.14]

Το σκοτάδι δεν πέφτει όπως το φως.  Δεν αφήνει σκιές.  Το σκοτάδι απομένει παντού όπως η υγρασία τη ζεστή νύχτα του καλοκαιριού. 

27 Ιουλίου 2016

[Τα πολυβολεία στη διώρυγα του Ισθμού της Κορίνθου (2) 26.07.2016]

Συνεχίζουμε το φωτογραφικό αφιέρωμα για τα δεκατρία πολυβολεία, που βρίσκονται στη διώρυγα του Ισθμού της Κορίνθου, τα οποία κατασκευάσανε οι γερμανοί, την περίοδο της γερμανικής κατοχής 41-44, για να προστατεύσουνε (το διάστημα που τις κατείχανε):

α) την γέφυρα της παλαιάς εθνικής οδού Αθήνας Πάτρας: τον οδικό άξονα που συνέδεε την Πελοπόννησο με τη Στερεά Ελλάδα (τέσσερα πολυβολεία)(εδώ)

β) την τρενογέφυρα, λίγο δυτικότερα της προηγούμενης (τρία πολυβολεία, τα οποία βρίσκονται προς την πλευρά της Πελοποννήσου εκατέρωθεν της παλαιάς γραμμής του τρένου)


















---------------------------------------------------

















---------------------------------------------------





















και
γ) την γέφυρα που υπήρχε τότε λίγες δεκάδες μέτρα δυτικότερα της σημερινής πεζογέφυρας του βιολογικού καθαρισμού (έξι πολυβολεία – στις φωτογραφίες που ακολουθούνε αποτυπώνονται τα πέντε εξ αυτών: τα πρώτα δύο προς την πλευρά της Στερεάς Ελλάδας, μεταξύ της διώρυγας και της Εθνικής Οδού Ισθμού-Λουτρακίου, και τα υπόλοιπα τρία προς την πλευρά της Πελοποννήσου μεταξύ της διώρυγας και των εγκαταστάσεων του βιολογικού καθαρισμού)


















---------------------------------------------------

















---------------------------------------------------


















---------------------------------------------------


















---------------------------------------------------
















---------------------------------------------------


25 Ιουλίου 2016

[O Ρωσικός Ναύσταθμος στον Πόρο 23.07.2016]

Ο Ρώσικος Ναύσταθμος στον Πόρο, βρίσκεται στον ομώνυμο γραφικό όρμο στο νοτιοδυτικό μέρος του νησιού του Πόρου και έχει κηρυχθεί διατηρητέο μνημείο.
Πρόκειται για κτίσμα που χρησιμοποιήθηκε από το ρώσικο στόλο αμέσως μετά την δημιουργία του ελληνικού κράτους, στα 1830.
Αξίζει να σημειώσουμε ότι οι ρώσοι διέθεταν ήδη από τα τέλη του 18ου αιώνα ναύσταθμο στο νησί του Πόρου, που ήταν εγκατεστημένος στο στενό του Πόρου, στο κτίριο που σήμερα είναι εγκατεστημένο το Κέντρο Εκπαίδευσης Πόρου. Τότε, στα 1830, ο Καποδίστριας ζήτησε από τους ρώσους να αφήσουνε το συγκεκριμένο κτίριο, για να εγκατασταθεί ο ελληνικός ναύσταθμος, και σε αντάλλαγμα τους παραχώρησε το χώρο του Ρώσικου Ναύσταθμου.
Ο Ρώσικος Ναύσταθμος χρησιμοποιήθηκε για αρκετά χρόνια από τους ρώσους, σταδιακά η χρήση του παράκμασε και στις αρχές του 20ου αιώνα παραχωρήθηκε, από τους ρώσους, στη Ναυτική Υπηρεσία του ελληνικού κράτους.