31 Μαρτίου 2013

Με κλειδί που αλλάζει [Paul Celan]


ΜΕ ΚΛΕΙΔΙ ΠΟΥ ΑΛΛΑΖΕΙ [από την εισαγωγή του: "Του Κανενός το Ρόδο" σε μετ. Χρήστου Γ. Λάζου] 

Με κλειδί που αλλάζει
ξεκλειδώνεις το σπίτι, εκεί μέσα
στροβιλίζεται το χιόνι αυτού που σκέπασε η σιωπή.
Γιατί κατά το αίμα, που σου κυλάει
από μάτι ή στόμα ή αυτί,
αλλάζει το κλειδί σου.

Αλλάζει το κλειδί σου, αλλάζει η λέξη,
που στροβιλίζεται ελεύθερα με τις νιφάδες.
Γιατί κατά τον άνεμο, που σε απωθεί,
σβολιάζει γύρω από τη λέξη το χιόνι.







ΜΕ ΚΛΕΙΔΙ ΠΟΥ ΑΛΛΑΖΕΙ [μετ. Στέλλα Γ. Νικολούδη] 

Με κλειδί που αλλάζει
το σπίτι ξεκλειδώνεις, όπου
μαζεύεται το χιόνι των όσων έχουν αποσιωπηθεί.
Κατά το αίμα που αναβλύζει
από το μάτι σου, το στόμα ή το αυτί σου
αλλάζει το κλειδί σου.

Αλλάζει το κλειδί σου, αλλάζει η λέξη,
που είναι ελεύθερη να πάει με το χιόνι.
Κατά τον άνεμο που εσένα σπρώχνει
σωριάζεται το χιόνι γύρω από τη λέξη.



30 Μαρτίου 2013

Μάθημα Βοτανικής [Ελένη Κοφτερού]



Μάθημα Βοτανικής

Τα ξέρεις τα κυκλάμινα;
φυτά δικοτυλήδονα
της οικογένειας των Πριμουλιδών.
άγρια κληρονομιά 
υποταγμένη 
σε γλάστρες και παρτέρια.

Μια σπάνια ποικιλία
γενετικά ασύμβατη
με τα λουλούδια 
του εμπορίου 
φυτρώνει 
στα πνευμόνια μου
όταν μου λες 
πως μ' αγαπάς…

29 Μαρτίου 2013

Ομπρέλα.


Πίσω από τις στάλες
ξεθωριάζουνε βήματα

Τα χνώτα
αμμοβολή στο τζάμι

Μα ένα χάδι αγαπημένη
είχε ζητήσει να γεννηθεί

28 Μαρτίου 2013

Βόστρυχος [Paul Celan - μετ. Στέλλα Γ. Νικολούδη]


ΒΟΣΤΡΥΧΟΣ

Βόστρυχος που δεν έπλεξα, που άφησα ν' ανεμίζει,
που άσπρισε από ερχομούς κι αναχωρήσεις,
που λύθηκε απ' το μέτωπο, που το προσπέρασα
τη χρονιά των μετώπων -:

αυτή είναι μια λέξη που σαλεύει
προς χάριν των αιώνιων πάγων,
μια λέξη που έστρεψε το βλέμμα της στο χιόνι,
τότε που εγώ, τριγυρισμένος απ' τα καλοκαίρια των ματιών,
λησμόνησα το τόξο του φρυδιού που τέντωσες επάνω μου,
μια λέξη που με απέφυγε
όταν το χείλι μου αιμορραγούσε απ' την πλησμονή της γλώσσας.

Αυτή είναι μια λέξη που βάδισε πλάι στις λέξεις,
μια λέξη κατ' εικόνα της σιωπής,
τριγυρισμένη από θάμνους αγριόλιζας και θλίψης.

Εδώ βυθίζονται τα μάκρη,
κι εσύ,
αστέρι από μαλλιά ωσάν νιφάδα
χιονίζεις
κι ακουμπάς το χωματένιο στόμα.




25 Μαρτίου 2013

Ρήγας Βελεστινλής (Φεραίος) – Τα Δίκαια του Ανθρώπου


[γλωσσική προσαρμογή: Γιώργος Πρίμπας]

Άρθρον 1. Ο σκοπός όπου απ’ αρχής κόσμου οι άνθρωποι συμμαζώχτηκαν από τα δάση την πρώτη φορά, δια να κατοικήσουν όλοι μαζί κτίζοντας χώρες και πόλεις, ήταν για να αλληλοβοηθιούνται και να ζούνε ευτυχισμένοι, και όχι να αλληλοτρώγονται ή να ρουφά το αίμα τους ένας. Τότε έκαμαν βασιλέα για να αγρυπνεί για τα συμφέροντά τους, για να είναι βέβαιοι στην απόλαυση των φυσικών δικαίων, τα όποια δεν έχει την άδεια να τους τα αφαιρέσει κανένας επί της γης.
Άρθρον 2. Αυτά τα φυσικά δίκαια είναι: πρώτον το να είμαστε όλοι ίσοι και όχι ο ένας ανώτερος από τον άλλο˙ δεύτερο να είμαστε ελεύθεροι, και όχι ο ένας σκλάβος του άλλου˙ τρίτο να είμαστε σίγουροι στη ζωή μας και κανένας να μη μπορεί να μας την πάρει άδικα και κατά τη φαντασία του˙ και τέταρτον την περιουσία που κατέχουμε κανένας να μη μπορεί να μας τα αγγίξει, αλλά να είναι δική μας και των κληρονόμων μας.
Άρθρον 3. Όλοι οι άνθρωποι, Χριστιανοί και Τούρκοι, κατά φυσικό λόγο είναι ίσοι. Όταν φταίξει κάποιος, οποιασδήποτε θρησκείας και αν είναι, οποιασδήποτε κατάστασης, ο νόμος είναι ο αυτός για το πταίσμα και αμετάβλητος˙ ήτοι δεν τιμωρείται ο πλούσιος λιγότερο και ο πτωχός περισσότερο για το αυτό σφάλμα, άλλα ίσια ίσια.
Άρθρον 4. Ο νόμος είναι εκείνη η ελεύθερη απόφαση που συντάχθηκε με την συγκατάθεση όλου του λαού˙ ήτοι όλοι θέλουμε ότι ο φονιάς να φονεύεται, αυτός λέγεται νόμος, και είναι ο ίδιος για όλους μας στην απόδοση δικαιοσύνης˙ και πάλι άλλος που υπερασπίζεται, ήτοι όλοι θέλουμε να εξουσιάζουμε την περιουσία μας, κανένας λοιπόν δεν έχει την άδεια να μας πάρει δυναστικά τίποτα. Αυτός είναι νόμος, επειδή μονάχοι μας το δεχόμαστε και το θέλουμε. Ο νόμος υπάρχει έτσι ώστε πάντοτε να προστάζει ό,τι πράγμα είναι δίκαιο και ωφέλιμο στη «συγκοινωνία» της ζωής μας και να εμποδίζει εκείνο που μας βλάπτει.
Άρθρον 5. Όλοι οι συμπολίτες να δύνανται να έχουν πρόσβαση στις αξίες και τα δημόσια αξιώματα. Τα ελεύθερα γένη δε γνωρίζουν καμίαν αιτία προτίμησης στις εκλογές τους, παρά τη φρόνηση και την προκοπή˙ δηλαδή ο καθένας, όταν είναι άξιος και προκομμένος για μία δημόσια εργασία, να μπορεί να την αποκτήσει˙ απεναντίας δε, μη όντας άξιος αλλά χυδαίος, δεν πρέπει να του δίδεται γιατί, μη ξέροντας πως να την εκτελέσει, προσκρούει και βλάπτει το κοινό με την αμάθεια και την ανεπιδεξιότητά του.
Άρθρον 6. Η ελευθερία είναι εκείνη η δύναμη που έχει ο άνθρωπος στο να κάμνει όλα εκείνα ώστε να μη βλάπτει τα δίκαια του γείτονά του. Αυτή έχει ως θεμέλιο τη φύση, γιατί φυσικά αγαπάμε να είμαστε ελεύθεροι˙ έχει ως κανόνα τη δικαιοσύνη, γιατί η δίκαιη ελευθερία είναι καλή˙ έχει ως φύλακα το νόμο, γιατί αυτός προσδιορίζει έως πού πρέπει να είμαστε ελεύθεροι. Το ηθικό σύνορο της ελευθερίας είναι τούτο το ρητό: Μην κάμνεις στον άλλο εκείνο που δεν θέλεις να σου κάμνουν.
Άρθρον 7. Το δίκαιο του να φανερώνουμε τη γνώμη μας και τους συλλογισμούς μας, τόσον με την τυπογραφία, όσο και με άλλον τρόπον˙ το δίκαιον του να συναθροιζόμαστε ειρηνικά˙ η ελευθερία κάθε είδους θρησκείας, Χριστιανισμού, Τουρκισμού, Ιουδαϊσμού, και τα λοιπά, δεν εμποδίζονται με την παρούσα (σ.σ προτεινόμενη) διοίκηση. Όταν εμποδίζονται αυτά τα δίκαια, είναι φανερό πως αυτό προέρχεται από τυραννία, ή πως είναι ακόμη ενθύμηση του εξοστρακισθέντα δεσποτισμού τον οποίο αποδιώξαμε.
Άρθρον 8. Η ασφάλεια είναι εκείνη η προστασία η οποία δίνεται απ’ όλο το έθνος και το λαό στον κάθε άνθρωπο για τη φύλαξη του υποκειμένου του, των δίκαιών του και των υποστατικών του˙ δηλαδή, όταν βλάψει ένα μόνον άνθρωπο, ή πάρει άδικα τίποτε απ’ αυτόν, όλος ο λαός πρέπει να σηκωθεί κατ’ επάνω εκείνου του δυνάστη και να τον αποδιώξει.
Άρθρον 9. Ο νόμος έχει χρέος να διαφεντεύει την κοινή ελευθερία όλου του έθνους και εκείνη του κάθε ανθρώπου, κάτοικου σε τούτη την αυτοκρατορία, εναντίον της καταπίεσης και της καταδυνάστευσης των διοικητών. Όταν αυτοί διοικούν δίκαια, να τους διαφεντεύει˙ αν δε άδικα, να τους αποβάλλει.
Άρθρον 10. Κανένας άνθρωπος να μην εγκαλείται σε απολογία, να μη συλλαμβάνεται από τους ανθρώπους της δικαιοσύνης και να μη φυλακίζεται με άλλο τρόπον, παρά καθώς ορίζει ο νόμος˙ δηλαδή, όταν αποδειχτεί φταίχτης ο άνθρωπος και όχι κατά την φαντασία και τη θέληση του κριτή. Κάθε κάτοικος όμως, όταν κλιθεί στην κρίση, ή νόμιμα συλληφθεί από τους υπηρέτες της δικαιοσύνης, πρέπει να υποταχτεί αμέσως και να πηγαίνει να κριθεί˙ γιατί, αν αντισταθεί και δεν θέλει να πηγαίνει στη δικαιοσύνη, γίνεται φταίχτης˙ και είναι μεγάλο σφάλμα όταν ο νόμος καλεί κάποιον άνθρωπο, και εκείνος αντιστέκεται με το κακό και δεν υπακούει να πηγαίνει, όντας σίγουρος ότι δεν τιμωρείται, αν είναι αθώος.
Άρθρον 11. Κάθε επιχείρημα δυνάστη το οποίο ήθελε κάμνει εναντίον ενός ανθρώπου ο οποίος δεν έφταιξε, και χωρίς προσταγή του νόμου να θέλουν να τον καταδικάσουν, εκείνο φαίνεται πως είναι μόνον από το κεφάλι του κριτή και έργο τυραννικό˙ ο άνθρωπος λοιπόν τον οποίον θέλουν να καταδυναστεύσουν με αυτόν τον τρόπον, έχει δίκιο και άδεια να αντισταθεί με όλη του τη δύναμη, να το αποβάλλει με βία και να μην υποταχθεί.
Άρθρον 12. Εκείνοι οι οποίοι εκδίδουν προσταγές, ή τυχόν θα τις υπογράψουν, ή τυχόν θα τις εκτελέσουν, ή τυχόν θα βάλουν άλλους να τις τελειώσουν, λέγοντας τους πως είναι πράγματα αναγκαία, χωρίς να έχει γνώση η διοίκηση, είναι φταίχτες και πρέπει να τιμωρούνται αυστηρά.
Άρθρον 13. Κάθε άνθρωπος ο οποίος φαίνεται πως είναι αθώος, αν τον συκοφαντήσουν πως έφταιξε, μέχρι να βεβαιωθεί πως είναι φταίχτης, και είναι ανάγκη να συλληφθεί από τούς ανθρώπους της δικαιοσύνης, κάθε αυστηρότητα, όπως δέσιμο, ύβρεις, ξυλοδαρμοί, οι οποίοι δεν είναι αναγκαίοι δια την κατακράτηση του ανθρώπου εκείνου, μέχρι να κριθεί, να απαγορεύονται, και μόνον αφού αποδειχτεί φταίχτης, τότε να του εφαρμόζεται η τιμωρία, κατά πως προβλέπει ο νόμος.
Άρθρον 14. Κανένας άνθρωπος να μην κρίνεται και να μην τιμωρείται αλλιώς, παρά αφού ομολογήσει όλα του τα επιχειρήματα και αφού κατά τούς νόμους κλιθεί στην κρίση˙ και τιμωρείται τότε μόνον, όταν είναι ένας νόμος καμωμένος προτού να έχει κάμνει εκείνος το πταίσμα. Ο νόμος μάλιστα ο οποίος φτιάχτηκε να τιμωρήσει εγκλήματα τα οποία είχαν γίνει κατά τον καιρό όπου αυτός δεν είχε συσταθεί, λέγεται τυραννία˙ και το να τιμωρεί ένας νέος νόμος παλαιά εγκλήματα λέγεται ανομία. Λοιπόν ένας άνθρωπος πήρε το βόδι ενός άλλου, και μέχρι τη στιγμή κατά την οποία το πήρε δεν υπήρχε κανένας νόμος που να εμπόδιζε αυτήν την αρπαγή, εκδόθηκε έπειτα νόμος να μην αρπάζει ένας του άλλου πράγματα˙ ο άρπαγας δίνει πίσω το βόδι, μα όχι γιατί υποχρεώθηκε από το νόμο, επειδή αυτός δεν ήξερε πως η αρπαγή ήταν κακή.
Άρθρον 15. Ο νόμος πρέπει να προσδιορίζει σωφρονισμούς ακριβώς και αποδεικτικά αναγκαίους˙ οι σωφρονισμοί αυτοί να είναι ανάλογοι με το έγκλημα και ωφέλιμοι στην κοινή διαβίωση (“συγκοινωνία”) των πολιτών. Ήτοι, αν έδειρε κάποιον άλλο, να δαρθεί μα όχι να αποκεφαλιστεί.
Άρθρον 16. Το δίκαιο του να εξουσιάζει καθένας ειρηνικά τα υποστατικά του είναι εκείνο το όποιον ανήκει σε κάθε κάτοικο˙ συνεπώς να τα χαίρεται, να τα μεταχειρίζεται κατά την θέλησή του, να απολαμβάνει τα εισοδήματά του, τον καρπό της τέχνης του, της εργασίας του και της φιλοπονίας του, χωρίς να μπορέσει ποτέ κανένας να του πάρει με τη βία ούτε ένα λεπτό.
Άρθρον 17. Να μην είναι εμποδισμένο στους κατοίκους κανένα είδος εργασίας, τέχνης, γεωργίας, εμπόριο, ή οποιονδήποτε επιχείρημα ωφέλιμο στην κοινή διαβίωση˙ η φιλοπονία όλων των πολιτών μπορεί να εκτείνεται σε όλες τις τέχνες και τις μαθήσεις.
Άρθρον 18. Κάθε άνθρωπος να μπορεί να δουλεύσει σε έναν άλλον ως υπηρέτης, προσφέροντας τον καιρόν του στη χρήση εκείνου, δεν μπορεί όμως να πωλήσει τον εαυτόν του, μήτε άλλος να τον πωλήσει, επειδή και το υποκείμενό του δεν είναι σε μόνη την εξουσία του εαυτού του, άλλα και της πατρίδος. Ο νόμος δε γνωρίζει καμίαν υποδούλωση μήτε σκλαβιά και στους ίδιους τους δούλους˙ σώζεται μόνο μία υπόσχεση, να φροντίζει ο υπηρέτης για την εργασία του, και να είναι ευγνώμων προς εκείνον ο οποίος τον πληρώνει μισθό, ο οποίος δεν επιτρέπεται ούτε να τον βρίσει, ούτε να τον δείρει˙ αναιρεί όμως την συμφωνία, τον πληρώνει έως εκείνη τη στιγμή και τον αποβάλλει.
Άρθρον 19. Κανένας δε θα στερηθεί το παραμικρότερο μέρος των κτημάτων του χωρίς τη θέλησή του˙ αν όμως πρόκειται για δημόσια ανάγκη, όπως όταν ζητάει η πατρίδα τον κήπο του για να κάμνει αγορά ή άλλο κανένα κτήριο, τότε να αποτιμάται ο κήπος, να πληρώνεται ο ιδιοκτήτης, και έτσι να γίνεται η αγορά ή το κτήριο.
Άρθρον 20. Κάθε δόσιμο έχει να γίνεται μόνο για το δημόσιο όφελος και όχι για αρπαγές του ενός και του άλλου. Όλοι οι υπήκοοι έχουν το δίκαιο να συντρέξουν στη φορολογία (στο ρίψιμο του τεφτεριού), να αγρυπνούν στο σύναγμα των δοσιμάτων και να παίρνουν λογαριασμό απ’ εκείνον όπου τα σύναξε.
Άρθρον 21. Οι δημόσιες συνδρομές και ανταμοιβές είναι ένα ιερό χρέος της πατρίδας. Το κοινό χρωστά μία βοήθεια προς τους δυστυχείς συμπολίτες, τόσον στο να τους προμηθεύει να έχουν να εργάζονται, όσο και να δώσει τρόπον ζωής σ’ εκείνους οι οποίοι δεν μπορούν πλέον να δουλεύουν˙ όπως, ένας γεωργός μην έχοντας βόδια κάθεται αργός˙ η πατρίδα έχει χρέος να του δώσει και να τον συντρέχει, ώστε να τα πληρώσει˙ ένας σακατεύτηκε εις τον υπέρ πατρίδας πόλεμο˙ αυτή πρέπει να τον ανταμείψει και να τον θρέφει όσο ζει.
Άρθρον 22. Όλοι χωρίς εξαίρεση έχουν χρέος να γνωρίζουν γράμματα˙ η πατρίδα πρέπει να ιδρύσει σχολεία σε όλα τα χωριά για τα αρσενικά και τα θηλυκά παιδιά. Από τα γράμματα γεννιέται η προκοπή, με την οποίαν λάμπουν τα ελεύθερα έθνη. Να εξηγούνται οι παλαιοί ιστορικοί συγγραφείς, εις δε τις μεγάλες πόλεις να διδάσκεται η γαλλική και η ιταλική γλώσσα, η δε αρχαία ελληνική να είναι απαραίτητη.
Άρθρον 23. Η κοινή επιβεβαίωση και σιγουριά του κάθε πολίτη συνίσταται στην ενέργεια όλων των πολιτών. Ήτοι να στοχαζόμαστε πως, όταν πάθει ένας τίποτα κακό, να αγγίζονται όλοι, και προς τούτο πρέπει να βεβαιώσουμε στον καθένα την μεταχείριση και την προφύλαξη των δικαίων του. Αυτή η σιγουριάς θεμελιώνεται πάνω στην αυτεξουσιότητα τού έθνους, ήτοι όλο το έθνος αδικείται, όταν αδικείται ένας μόνος πολίτης.
Άρθρον 24. Αυτή η αυτεξουσιότητα δεν έχει το κύρος, αν τα όρια των δημοσίων αξιωμάτων δεν είναι φανερά προσδιορισμένα από το νόμο και αν δεν είναι αποφασισμένο ρητά το να δίδουν λογαριασμό όλοι οι αξιωματούχοι.
Άρθρον 25. Η αυτοκρατορία είναι θεμελιωμένη στο λαό. Αυτή είναι μία, αδιαίρετη, απροσδιόριστη και αναφαίρετη. Δηλαδή ο λαός μόνον μπορεί να προστάζει, και όχι ένα μέρος ανθρώπων ή μία πόλη˙ και μπορεί να προστάζει για όλα χωρίς κανένα εμπόδιο.
Άρθρον 26. Κανένα μέρος του λαού δε μπορεί να ενεργήσει τη δύναμη όλου του έθνους˙ κάθε μέλος όμως του αυτοκράτορα λαού, συναγόμενο, έχει δίκαιον να πει το θέλημά του με μία σωστή ελευθερία.
Άρθρον 27. Κάθε άνθρωπος ο οποίος ήθελε αρπάξει την αυτοκρατορία και την εξουσία του έθνους ευθύς να φυλακίζεται από τούς ελεύθερους άνδρες, να κρίνεται και να τιμωρείται κατά το νόμο.
Άρθρον 28. Ένα έθνος έχει το δίκαιο πάντοτε να μετασχηματίσει και να μεταλλάξει τη νομοθεσία του˙ τα πρόσωπα μιας γενιάς δεν δικαιούνται να καθυποτάξουν στους νόμους τους τα πρόσωπα τα οποία θα γεννηθούν μετά από αυτά.
Άρθρον 29. Κάθε πολίτης έχει ένα ίσο δίκαιο με τους άλλους στο να συντρέχει να γίνεται ένας νόμος, ή να ονοματίσει τους αξιωματούχους, τους βουλευτές, τους στρατηγούς και τους επιτρόπους του έθνους.
Άρθρον 30. Τα δημόσια αξιώματα υφίστανται για τόσο καιρό όσο θέλει και κρίνει εύλογο η διοίκηση. Αυτά δεν πρέπει να θεωρούνται ως ξεχωριστές τιμές, μήτε ως ανταμοιβές, αλλά ως χρέη απαραίτητα των πολιτών στο να δουλεύσουν για την πατρίδα τους.
Άρθρον 31. Τα εγκλήματα των επιτρόπων τού έθνους και των αξιωματούχων ποτέ δεν πρέπει να μένουν ατιμώρητα. Κανένας δεν έχει το δίκαιο να στοχάζεται τον εαυτόν του απαραβίαστο περισσότερο από τους άλλους. Ήτοι, όταν σφάλει μεγάλος ή μικρός, ο νόμος τον αντιμετωπίζει άφευκτα κατά το σφάλμα του, ας είναι και ο πρώτος αξιωματούχος.
Άρθρον 32. Το δίκαιο του να υποβάλει ο κάθε πολίτης έγγραφη αναφορά και να διαμαρτύρεται για καμίαν ενόχληση η οποία του γίνεται προς εκείνους όπου έχουν την εξουσία του έθνους στο χέρι τους, δεν επιτρέπεται να εμποδίζεται κατά οποιονδήποτε τρόπο , ούτε να του ισχυριστούν πως δεν είναι καιρός ή τόπος, αλλά οποία ώρα και αν προσέρχεται ο παραπονούμενος πολίτης να γίνεται δεκτή η αναφορά του.
Άρθρον 33. Το να αντιστέκεται ο κάθε πολίτης, όταν τον καταθλίβουν και τον αδικούν, είναι αποτέλεσμα των ανωτέρω αναφερθέντων δικαίων του, γιατί κανένας δεν αντιστέκεται όταν ξέρει πως θα δικαιωθεί με τη συνδρομή του νόμου.
Άρθρον 34. Όταν ένας μόνος κάτοικος του βασιλείου τούτου αδικηθεί, αδικείται όλο το βασίλειο˙ και πάλι όταν το βασίλειο αδικείται ή πολεμείται, αδικείται και πολεμείται ο κάθε πολίτης. Γι’ αυτό δεν μπορεί ποτέ κανείς να πει ότι ή τάδε χώρα πολεμείται, δε με μέλει, γιατί εγώ ησυχάζω στην δικήν μου˙ αλλά εγώ πολεμούμαι, όταν η τάδε χώρα πάσχει ως μέρος του όλου όπου είμαι. Ο Βούλγαρος πρέπει να κινείται, όταν πάσχει ο Έλληνας, και τούτος πάλιν για εκείνον, και αμφότεροι για τον Αλβανό ή το Βλάχο.
Άρθρον 35. Όταν η διοίκηση βιάζει, αθετεί, καταφρονεί τα δίκαια του λαού και δεν εισακούει τα παράπονά του, το να κάμνει τότε ο λαός, ή κάθε μέρος του λαού, επανάσταση, ν’ αρπάξει τ’ άρματα και να τιμωρήσει τους τυράννους του, είναι το πλέον ιερόν απ’ όλα τα δίκαιά του και το πλέον απαραίτητο απ’ όλα τα χρέη του. Αν βρίσκονται όμως σε τόπο όπου είναι περισσότεροι τύραννοι, οι πλέον ανδρείοι πατριώτες και φιλελεύθεροι πρέπει να πιάσουν τα περάσματα των δρόμων και τα ύψη των βουνών, μέχρι να ανταμωθούν πολλοί, να πληθύνει ο αριθμός τους, και τότε ν’ αρχίσουν την επιδρομή κατά των τυράννων, ορίζοντες για κάθε δέκα ανθρώπους ένα δέκαρχο, για κάθε πενήντα πεντηκόνταρχο, για κάθε εκατό εκατόνταρχο˙ ο χιλίαρχος να έχει δέκα εκατοντάρχους και ο στρατηγός τρεις χιλίαρχους˙ ο δε αρχιστράτηγος πολλούς στρατηγούς. Τα χρέη των πόλεων, των πολιτειών, των χωρών και των κατά μέρος πολιτών τα οποία χρωστούνε ληφθέντα προ πέντε χρόνων, και σε αυτό το διάστημα πληρωνόταν ο τόκος στους δανειστές, η παρούσα διοίκηση τα αναιρεί, και οι δανειστές δεν έχουν να ζητούν εις το έξης ούτε κεφάλαιο ούτε υπόλοιπα από τους οφειλέτες, ωσάν να εξοφλήθηκαν τα δάνεια τους, γιατί αυτοί διπλασιάζουν τα κεφάλαια τους μες σε πέντε χρόνια.

Καταδικάζουμε τη βία από όπου και αν προέρχεται;






































Η φράση “καταδικάζω την βία απ’ όπου κι αν προέρχεται” έχει γίνει τελευταία ένα ανυπόφορο σύνθημα. Υπερβαίνει κατά πολύ την υπεραπλουστευμένη του ερμηνεία. Για την ακρίβεια έχει καταφέρει να γίνει αποτελεσματικότατος μηχανισμός παραγωγής ενοχών, για εκείνους που πράγματι οραματίζονται έναν κόσμο χωρίς βία, έναν κόσμο αλληλεγγύης και δομών ικανών να προάγουν την συνεργασία και τον αλτρουισμό χωρίς να έχουν ανάγκη τις άρρωστες κατασταλτικές ή “σωφρονιστικές” μεθόδους της σημερινής αστικής δημοκρατίας. Στο στόμα των αυθεντιών της στρέβλωσης, των ειδικά εκπαιδευμένων για τέτοιες κοινωνικοπολιτικές κυβιστήσεις δημοσιολόγων είναι ένα αρκετά ισχυρό όπλο. Χρησιμοποιώντας φαινομενικά λογικά επιχειρήματα τα οποία τα βασίζουν σε περιστατικά – αποδείξεις κατ’ αυτούς!- τα οποία έχουν καλύψει ελλιπώς -πάντα προς συμφέρον του κράτους και του παρακράτους (μια και επισήμως εισέβαλε κι αυτό στην πολιτική ζωή της χώρας)-παρακάμπτοντας όποια δημοσιογραφική δεοντολογία και τιμή, καταφέρουν να δημιουργήσουν τις κατάλληλες εντυπώσεις ώστε ο ήδη τρομοκρατημένος κόσμος να προτιμήσει να καθεύδει, έχοντας έτσι καταθέσει μέσω της απραξίας του τα διαπιστευτήρια της κοινωνικής του “μόρφωσης”. Όπου “κοινωνική μόρφωση” βάλτε την καταδίκη όποιας βίας, όποιας απεργίας, όποιας πορείας, όποιας κινητοποίησης, όποιας πάλης, όποιας διεκδίκησης, όποιας τόλμης, αξιοπρέπειας, τιμής.
Αναρχία σημαίνει “μη βία” λέει ο Malatesta. Σε μία αναρχική κοινωνία πράγματι η βία καταδικάζεται απ’ όπου κι απ’ όποιον κι αν προέρχεται. Καταδικάζεται ως εργαλείο επιβολής και εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο. Σε μία κοινωνία που κυριαρχεί η κοινωνική δικαιοσύνη μέσω της ανάπτυξης υγειών σχέσεων και αλληλεπιδράσεων στα πλαίσια της αυτοθέσμισης, της αυτοδιαχείρισης και του συλλογικού συντονισμού, σε μία κοινωνία που κανείς δεν υπερβαίνει τον διπλανό του και που εκείνος που έχει την ικανότητα προσφέρει σ’ εκείνον που έχει ανάγκη χωρίς αυτό να συνιστά υποκριτική,μεθοδευμένη φιλανθρωπία και χωρίς να τοποθετεί τον έναν σε πλεονεκτικότερη θέση και ακόμα στα πλαίσια μίας κοινωνίας που η παραβατικότητα δεν είναι παρά αφέλεια και ασύμφορο τελικά εγχείρημα -μια που οι ισχύουσες δομές καθιστούν τον παραβάτη μάλλον χαμένο παρά ωφελημένο απ’ την πράξη του- για ποιόν λόγο τελικά να χρησιμοποιήσει βία κάποιος εφόσον μάλιστα όχι μόνο δεν φιμώνεται ΚΑΝΕΙΣ αλλά αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση το να τοποθετούνται όλοι ΑΜΕΣΑ (όχι δηλαδή μέσω αμφιλεγόμενων αντιπροσώπων που αναδεικνύονται μέσα από εκλογικές διαδικασίες που αφήνουν να επικρατήσει έναντι άλλων, η υποκειμενική άποψη ενός αριθμού ατόμων που συχνά είναι ανενημέρωτοι και παραπλανημένοι απ’ τους υποψηφίους -με την συνεπικουρία των ΜΜΕ φυσικά),να έχουν γνώση των ζητημάτων και να καταθέτουν προτάσεις.
Εμείς, όμως, δεν έχουμε φτάσει στην κατάκτηση μίας τέτοιας κοινωνίας, οπότε λόγω και της παντελούς ελλείψης στοιχειώδους έστω απονομής δικαιοσύνης (οι αρμόδιοι φορείς αποδεδειγμένα υπολειτουργούν…) δεν είναι δυνατόν η βία να έχει ένα μόνο πρόσωπο, να είναι όμοια όπου και όπως κι αν εμφανίζεται και να καταδικάζεται. Μία τέτοια τοποθέτηση δεν είναι απλώς αφελής. Είναι και επικίνδυνη.Η συγκεκριμένη θεωρία η οποία παπαγαλίζεται διαρκώς τον τελευταίο καιρό, θέλει όσους διεκδικούν τα δικαιώματα τους μέσω οποιασδήποτε μορφής πάλης –ένοπλης ή μη- να εξισώνονται με όσους χρησιμοποιούν τη βία για να επιβληθούν στον πιο αδύναμο και είναι ολοφάνερο πως σκοπός της είναι να σπείρει τον τρόμο στις κοινωνικές τάξεις που λόγω της επανειλημμένης στοχοποίησης τους από κυβερνήσεις του είδους Σαμαρά θα μπορούσαν να προχωρήσουν σε έναν δυναμικό και αποτελεσματικό σηκωμό.
Είναι το λιγότερο ηλίθιο το να εξισώνεται η βία του Emiliano Zapata με την βία του Porfirio D?az. Οι θιασώτες του νεοφιλελεύθερου ιδεολογήματος εξισώνουν με πολύ μεγάλη ευκολία εκ διαμέτρου αντίθετες περιπτώσεις, ενδεδυμένοι τον μανδύα μίας δήθεν υπερπολιτισμένης, “ειρηνιστικής” προσέγγισης που κοιτάζει αφ υψηλού, κρίνει και κατακρίνει όποιον δεν κόπτεται καθόλου για το σινιέ του γιάπικο κοστούμι και δέχεται να ματώσει η μύτη του και να κουρελιαστεί η άψογη πρόσοψη του. Μέσα σ’ αυτά τα σινιέ κοστουμάκια κάποτε θα φαντάζουν πολύ περισσότερο θλιβεροί απ’ ότι τώρα. Όταν το μακρύ χέρι του εκ βάθρων αμοραλιστικού συστήματος θα χωθεί και στις δικές τους ζωές εξαθλιώνοντας τες προοδευτικά όλο και περισσότερο. Το δόγμα “καταδικάζω την βία απ’ όπου κι αν προέρχεται” σε χαλεπούς καιρούς, σε καιρούς κοινωνικών, πολιτικών και πολιτισμικών ισχνών αγελάδων, ισούται με το: “το σύστημα το χτυπάς μόνο με τριαντάφυλλα”! Όσοι ζουν ακόμα στο ροζ σύννεφο του απόλυτου “la vie an rose” παρακάμπτουν σκοπίμως ότι η πραγματική βία βρίσκεται πίσω απ’ τον λουστραρισμένο τρόπο με τον οποίο καταδικάζεται η αξιοπρεπής επιβίωση των λαών από ένα παγκόσμιο σύστημα του οποίου δεκανίκια είναι αυτοί οι ίδιοι και οι σαθρές αντιλαϊκές τους προσεγγίσεις.
Καταδικάζω κι εγώ, λοιπόν, τη βία απ’ όπου κι αν προέρχεται, όταν εμφανίζεται στα πλαίσια μίας αρμονικής ελευθεριακής κοινωνίας, όπως η αναρχική. Αλλά μόνο εκεί και μόνο υπό αυτές τις συνθήκες δικαιοσύνης και αλληλεγγύης. Η βία που εμφανίζεται ως έκρηξη, ως φυσικό επακόλουθο, ως αντίδραση στην αδιάκοπη, άμεση και έμμεση βία που ασκεί το τραπεζικό παγκόσμιο εξάμβλωμα δεν μπορεί παρά να είναι ευλογημένη. Ίση με την βία των λαών, που απόκαναν αιώνες σκλάβοι και σηκώθηκαν. Ίση με την βία των αδικημένων, των πεινασμένων, των εξαθλιωμένων. Η βία που δίδαξε ο Μαρίνος Αντύπας στους ξωμάχους της Θεσσαλίας το 1906-1907 είναι μία βία ιερή. Η βία στην οποία έπεσε πρώτος απ’ όλους ο Emiliano Zapata, η βία με την οποία προσπαθούν να αμυνθούν οι Παλαιστίνιοι και η οποία εμμέσως ή αμέσως απαξιώνεται ως εγκληματική από φερέφωνα του κυρίαρχου συστήματος με νεοφιλελεύθερο πρόταγμα, δεν είναι παρά βία σωσίβια.
Απ’ την άλλη θέματα που εγείρουν σημαντικές αντιπαραθέσεις και γόνιμες διαλεκτικές αψιμαχίες, έχουν να κάνουν με την “ποιότητα” της βίας και το υπόβαθρο της. Για παράδειγμα χύθηκαν τόνοι μελάνης για τους τέσσερις του Βελβεντού, με την αναμενόμενη και απεχθή μανιέρα των τηλεοπτικών προσεγγίσεων των συστημικών δημοσιολόγων, που για να τοποθετηθούν επί του θέματος, έγιναν επίσης ψυχίατροι, παιδοψυχολόγοι, ψυχαναλυτές, παιδαγωγοί, κοινωνιολόγοι, κοινωνικοί λειτουργοί κτλ. Όλο αυτό το σύμφυρμα έδωσε στην υπόθεση ένα κίτρινο ικτερικό χρώμα που ανέδυε την μυρωδιά της στρέβλωσης και του αποπροσανατολισμού.
Είναι ανώφελο, τώρα ειδικά, να εστιάσουμε σε ζητήματα ενδοκινηματικά, που έχουν να κάνουν με την ιδεολογική τους πλατφόρμα που σε πολλά σημεία υπάκουε στις βασικές αναρχικές θέσεις και σε άλλα έμοιαζε με κοκτέιλ παρωχημένης κοσμοθεώρησης με μία γραφική 80’ς περιβολή “η αλήθεια βρίσκεται στους sex pistols”!.Αυτό που πραγματικά “καίει” και είναι πρωτεύον ζήτημα είναι η οργάνωση ενός αντάρτικού κλίμακας παλλαϊκής, που θα συμπαρασύρει κάθε κοινωνικό στοιχείο και θα χτυπήσει πραγματικά στα ζωτικά του σημεία το κυρίαρχο κατεστημένο σύστημα, καταφέρνοντας του όχι μικροεκδορές αλλά συντρίβοντας το. Ο Lenin υποστήριζε πως η ατομική τρομοκρατία, τελικά, φθείρει το λαϊκό κίνημα και πως στον βωμό αυτών των τρόπων αντίδρασης θυσιάζονται άνθρωποι πρόθυμοι και απολύτως χρήσιμοι για την επανάσταση. Όλα αυτά είναι ζητήματα στα οποία δεν θα εγκύψουν ποτέ τα εγκάθετα κανάλια της ελληνικής ενημέρωσης.
Άραγε, την προοπτική μίας παλλαϊκής ένοπλης εξέγερσης πώς θα την έκριναν οι νεοφιλελεύθεροι κήνσορες; Σίγουρα θα καταδίκαζαν κι αυτήν την μορφή βίας εξισώνοντας την με τη βία των ταγμάτων εφόδου επί ναζισμού! Φαντάζομαι κατόπιν τούτου, έναν άλλον Καβάφη να σηκώνεται μέσα στη φωτιά και ξεκινώντας για έναν άλλης ομορφιάς κόσμο να αναφωνεί “Για νεοφιλελεύθερους να μιλούμε τώρα!”
“Για να ζήσουν δύο εν ειρήνη πρέπει να το θέλουν αμφότεροι• αν ένας από τους δύο είναι ισχυρογνώμων και θέλει με τη βία να επιβάλλει στον άλλο να δουλεύει για λογαριασμό του και να τον υπηρετεί, αυτός ο άλλος, αν θέλει να διατηρήσει την ανθρώπινη αξιοπρέπειά του και να μην περιπέσει στην πλέον ταπεινή δουλεία, παρ' όλη την αγάπη του για την ειρήνη και την ομόνοια, είναι υποχρεωμένος ν’ αντισταθεί στη δύναμη μ’ όλα τα πρόσφορα μέσα.”
«Pensiero e Volontá», 1η Σεπτέμβρη 1924 Errico Malatesta: Αναρχία και Βία

για τον Μαλατέστα διαβάστε, επίσης : Ο Μαλατέστα και η έννοια τηs επαναστατικήsβίαs  

24 Μαρτίου 2013

Οι αυτόχειρες στην Ελληνική λογοτεχνία [M. Τασάκος]


Οι αυτόχειρες στην Ελληνική λογοτεχνία

Ίσως μπορούμε να φανταστούμε λίγη από την ατμόσφαιρα. Δυσμενής μετάθεση στην Πρέβεζα μετά από συγκρούσεις με την κομματική γραφειοκρατία. Πόλη επαρχιακή, μονότονη, πνιγηρή, το ανακαινισμένο σήμερα διώροφο της οδού Δαρδανελίων, με την αναμνηστική πλάκα, τότε είναι σκοτεινό, σχεδόν άδειο από έπιπλα και οτιδήποτε προσωπικό. Η Πολυδούρη είναι μακριά –πάντα θα είναι μακριά, ακόμη κι αν βρισκόταν στο διπλανό δωμάτιο. Η γενιά του Καρυωτάκη βολοδέρνει στη διάψευση, μόλις έξι χρόνια πριν τα κύματα των εξαθλιωμένων πέρασαν τα παράλια και γέμισαν την ηπειρωτική Ελλάδα. Την ίδια ώρα στην ποίηση οι τελευταίοι ρομαντικοί συνεχίζουν να μιλούν γι αγάπες και λουλούδια, μα οι καρδιές της νεολαίας τώρα άλλα θέλουν, άλλα ζητούν (στο τελευταίο αυτό σπίτι συντελέστηκε κι ένα μικρό έγκλημα, όταν η σπιτονοικοκυρά του Καρυωτάκη, πέταξε χειρόγραφα με ανέκδοτα ποιήματα, θεωρώντας τα άχρηστα χαρτιά. Τα μικρά καπρίτσια της ιστορίας…).
Θα κατέβει στη θάλασσα, θα πέσει στα κύματα και θα παλέψει ώρες τον θάνατο που αρνείται να έρθει. Θα γράψει στο τελευταίο του σημείωμα, «συνιστώ σε όσους θέλουν να αυτοκτονήσουν να αποφύγουν την μέθοδο του πνιγμού…». Λίγες ώρες πριν την αυτοκτονία του θα πιει μια βυσσινάδα σε ένα καφενείο και μαζί με τις 5 δραχμές που κόστιζε θα αφήσει ένα πουρμπουάρ περίπου 70 δραχμών –ύστατη γενναιοδωρία τραβώντας για έναν κόσμο με τα χρήματα αχρείαστα. Θα κάτσει ήρεμα κάτω από έναν ευκάλυπτο και στις 21 Ιουλίου του 1928 θα αυτοπυροβοληθεί στην καρδιά. Ήταν 32 ετών, μα στην φωτογραφία δείχνει 50. Νάξερε άραγε λίγο πριν πατήσει την σκανδάλη ότι το όνομά του θα παρέσυρε γενιές ολόκληρες και ότι μετά από έναν περίπου αιώνα θα διαβαζόταν σε πάνω από 30 γλώσσες σε όλη την υφήλιο; Δεν θα το μάθουμε ποτέ.
Δεκατρία χρόνια αργότερα το δωμάτιο είναι και πάλι σκοτεινό, μα όχι στην Πρέβεζα, αλλά στην μεγαλοαστική Κηφισιά. Πάνε πολλά χρόνια που εκτελέστηκε ο Ιων Δραγούμης και από κείνη τη μέρα γράφει ο Φρέντυ Γερμανός η Πηνελόπη Δέλτα «έβαλε τα μαύρα για να μην τα βγάλει ποτέ…». Δυο απόπειρες είχε κάμει ως τα τώρα, αυτήν την όμορφη μέρα του Απρίλη του 41, μα τούτη η φορά θα είναι και η τελευταία. Την ώρα που οι Γερμανοί κατευθύνονται στην Ακρόπολη, καταπίνει το δηλητήριο –είναι 27 Απρίλη του 1941, μα θα πεθάνει πέντε μέρες αργότερα στις 2 Μαΐου. Στον τάφο της θα χαραχτεί η λέξη «Σιωπή».
Η Πηνελόπη Δέλτα είναι η μοναδική περίπτωση αυτόχειρα στην ελληνική πεζογραφία (που βρήκα εγώ τουλάχιστον), όλοι οι υπόλοιποι είναι ποιητές και δόξα τω Θεώ είναι λίγοι, μετρημένοι στα δάκτυλα. Ο Γιαννόπουλος είναι μια ιδιαίτερη περίπτωση.
Ας το συμφωνήσουμε από την αρχή, η αυτοκτονία δεν είναι κάτι που κάποιος μπορεί να ιδεί ποτέ με συμπάθεια, ακόμη ακόμη και με κατανόηση. Η ζωή είναι ιερή –όλοι θα συμφωνήσουμε σ αυτό. Μα εδώ εξετάζουμε κάτι άλλο. Από όλες τις αυτοκτονίες, από όλες αυτές τις κραυγές, μόνο μία δέθηκε τόσο πολύ με το υποκείμενό της, μόνο μία σφράγισε τουλάχιστον μία γενιά, μόνο μία έφυγε από το προσωπικό δράμα και ανέβηκε τα σκαλιά του συμβολισμού –εκείνη του Καρυωτάκη. Ο Γιαννόπουλος; Πολύ πιο εντυπωσιακή η αυτοκτονία του, (καβάλα σε λευκό άλογο στα κρύα νερά του Σκαραμαγκά αυτοπυροβολήθηκε καλπάζοντας, όπως το είχε ονειρευθεί), αυτός ο φανατικός αρχαιολάτρης, που όπως λέει πάλι ο Φρέντυ Γερμανός, εάν το μπορούσε θα γέμιζε Παρθενώνες όλη την Ελλάδα. Λίγοι συγκινήθηκαν, κυρίως ομότεχνοι, κάποιοι πολιτικοί φίλοι του,άλλοι φίλοι ποιητές αφιέρωσαν ποιήματα, μα ως εκεί. Ο Λαπαθιώτης θα συγκινήσει λίγο περισσότερο όταν αυτοπυροβοληθεί με το στρατιωτικό πατρικό περίστροφο, μα κι αυτός θα κινήσει το ενδιαφέρον πολύ αργότερα και για άλλους λόγους. Η Γώγου; Άτυχη η κραυγή της, η Ελλάδα της δεκαετίας του 90 φρένιαζε με το χρηματιστήριο –για ποιητές θα μιλάμε τώρα…
Γιατί λοιπόν ο Καρυωτάκης; Για δύο λόγους κατά τη γνώμη μου.
Ο πρώτος, η ποίησή του. Η μοναδική ποίηση σε περιεχόμενο και στίχο. Δοκιμάστε να μιμηθείτε τον Καρυωτάκη –είναι αδύνατον. Μπορώ να σας γράψω ένα ποίημα που να θυμίζει Καβάφη, Βάρναλη, Παλαμά, οπωσδήποτε Ρίτσο, μα είναι αδύνατον να συμβεί το ίδιο με τον Καρυωτάκη.
Ο δεύτερος, η εποχή του. Γενιά της φρίκης του πολέμου, της διάψευσης, της Μικρασιατικής καταστροφής. Τα μεγάλα οράματα της αριστεράς ακόμη δεν έχουν περάσει στη νεολαία, η φαυλότητα και η ανικανότητα των πολιτικών κυριαρχεί. Ήταν μια γενιά που δεν μπορούσε άλλο να μετράει προβατάκια στην ποίηση και ιδανικούς έρωτες, ζητούσε την ουσία, το γυμνό κόκκαλο, το κακό, το εκδικητικό χαμόγελο της αιχμηρής ποίησης. «Χαμογελούσε ο Καρυωτάκης» θα γράψει κάποιος κριτικός της εποχής, νομίζω ο ?γρας, «μα περίεργο πράγμα, χαμογελούσε μόνο το μισό του πρόσωπο, το άλλο έμενε εκεί, ακίνητο, ανέκφραστο…».
Και για κλείσω αυτήν την πολύ πρόχειρη αναφορά στον Καρυωτάκη. Νομίζω είναι μύθος ότι ο Καρυωτάκη είναι θανατόφιλος ποιητής-αυτή η άποψη οικοδομήθηκε μόνον μετά από την αυτοκτονία του. Αν διαβάσετε τον άλλον αυτόχειρα, τον Καρασούτσα –α! εκεί να ιδείτε τάφους, στεφάνια και πένθιμες εικόνες. Μήπως ο Ουράνης; Θα πεθάνω ένα πένθιμο… Ο Λαπαθιώτης; Μαύρη απελπισία. Και πάρα πολλοί ακόμη.
Μα στον Καρυωτάκη κόλλησαν κι άλλες συμφορές και το πεισιθανάτιο ενισχύθηκε. Ο ανεκπλήρωτος έρωτας –με δική του θέληση. Η σύφιλη –με τον μεγάλο φόβο ότι θα καταλήξει στο ψυχιατρείο, συνηθισμένο επακόλουθο της αρρώστιας εκείνη την εποχή. Μια κοινωνία ξένη και ένα κενό απ όπου δεν μπόρεσε ποτέ να βρει τον δρόμο για να βγει.
Παρακάτω έχω κάμει έναν κατάλογο με όσους αυτόχειρες μπόρεσα να βρω, ίσως ο κατάλογος να είναι ελλιπής, μα οι πηγές, κυρίως για τους άσημους είναι λίγες.
Έχω συμπεριλάβει και κείνους που η λογοτεχνική ιστορία τους ξέχασε ολότελα. Δεν γράφω πληροφορίες, καθώς άδικα θα γέμιζα παραπάνω το νήμα, σήμερα μπορεί να βρει κανείς αρκετό υλικό στο διαδίκτυο. Μα μην τους προσπεράσετε έτσι αβασάνιστα κι ας μην είχαν την δόξα που ονειρεύτηκαν έστω και μετά θάνατον.
Μα πάνω από όλα ήταν ποιητές και ψυχές βαθιά βασανισμένες…
Η σειρά είναι τυχαία –παρόλο τον τίτλο του νήματος, στη συντροφιά θα προσθέσω τον Περικλή Γιαννόπουλο και την Πηνελόπη Δέλτα, δεν μου πάει να την αφήσω μοναχική εκεί πάνω, στα μαύρα ακόμη και τώρα…
1. Κοραλία Ανδρειάδη (5/5/1935 -18/12/1976)
2. Κατερίνα Γώγου (1/6/40 -3/10/93)
3. Πηνελόπη Δέλτα (1874 – 2/5/41)
4. Ιωάννης Καρασούτσας (1824 -1873)
5. Κώστας Καρυωτάκης (30/10/1896 -21/7/1928)
6. Ναπολέων Λαπαθιώτης (31/10/1888 -8/1/1944)
7. Ανδρέας Ρηγόπουλος (25/3/1821 εδώ δείτε γενέθλια -1889)
8. Ιωάννης Συκουτρής (1/12/1901 -21/9/1937)
9. Αλέξης Τραϊανός (20/10/1944 -7/5/1980)
10. Κλεάνθης Τριαντάφυλλος (1850 – 1889)
11. Περικλής Γιαννόπουλος (1869 -1910)
Ας σημειωθεί επίσης ότι η Κοραλία Ανδρειάδη ήταν σύζυγος του Γιώργου Θεοτοκά, τον οποίο και αγάπησε με μυθιστορηματική ένταση. Έπεσε από το μπαλκόνι του σπιτιού της στην Βασιλίσσης Σοφίας 90. Η περίπτωση της είναι ενδιαφέρουσα και πιθανόν, αν βρω υλικό , να κάμω ένα μικρό αφιέρωμα, καθώς κάποια ποιήματά της που πρόλαβα να δω ήσαν αρκετά αξιόλογα…




21 Μαρτίου 2013

Το δεύτερο ΟΧΙ της Κύπρου



Το να μιλάμε σήμερα, 22 χρόνια μετά τη διάσπαση και  πτώση της ΕΣΣΔ, για Ρώσους - και γενικότερα ανατολικούς ως προερχόμενους από τις χώρες της πρώην ΕΣΣΔ - πολυευρωδισεκατομμυριούχους δε φαίνεται τόσο περίεργο αφού στο μεσοδιάστημα σε κάποιους θα μπορούσαν να είχαν δοθεί οι ευκαιρίες πλουτισμού τις οποίες και αξιοποίησαν. Το ότι όμως πολλοί από αυτούς εμφανίστηκαν ως ζάμπλουτοι μες σε ελάχιστα χρόνια μετά την πτώση της ΕΣΣΔ, ενός κράτους στο οποίο θεωρητικά δεν υπήρχε συσσώρευση κεφαλαίων σε φυσικά  πρόσωπα, σε υποψιάζει ότι αυτός ο ταχύτατος υπερπλουτισμός δε μπορεί να προέρχεται από την αναμενόμενη κερδοφορία επιχειρηματικών δράσεων αλλά από άλλες δραστηριότητες που παρέχουν αυτή τη δυνατότητα. Αν εξαιρέσουμε κάποιους από αυτούς, οι οποίοι είχαν βρεθεί τότε σε θέσεις κλειδιά σε επιχειρήσεις που δραστηριοποιούντο στην ενέργεια (κυρίως πετρέλαιο και φυσικό αέριο) και στην αντάρα που ακολούθησε την πτώση του «υπαρκτού σοσιαλισμού» εξασφάλισαν τεράστια ποσά από τα συμβόλαια που υπέγραφαν με τους πελάτες τους, δηλαδή τα δυτικοευρωπαϊκά κράτη, οι περισσότεροι πλούτισαν από: την εμπορία λευκής σαρκός γεμίζοντας, υπό το κράτος εκβιασμών και απειλών, με εκατοντάδες χιλιάδες νεαρές κοπέλες τους, κυρίως «εκτός νόμου», οίκους ανοχής της Δυτικής Ευρώπης, της Τουρκίας αλλά και πολλών αραβικών χωρών, τη διακίνηση ναρκωτικών, υλικού παιδικής πορνογραφίας και όπλων και από υπηρεσίες προστασίας τύπου μαφίας κλπ.
Όλα αυτά τα τεράστια κεφάλαια προκειμένου να επενδυθούν νόμιμα ανά τον κόσμο έπρεπε πρώτα να ξεπλυθούν και τις τελευταίες δεκαετίες η Κύπρος φρόντισε να δημιουργήσει ένα «ευέλικτο» τραπεζικό σύστημα στο οποίο, χωρίς πολλές διατυπώσεις και ελέγχους και έναντι δελεαστικών επιτοκίων, κατατίθεντο και στη συνέχεια επενδυόντουσαν σε τραπεζικά προϊόντα στον παγκοσμιοποιημένο καπιταλιστικά κόσμο.
Βέβαια η Κύπρος δεν ήταν το μοναδικό πλυντήριο και υπολείπεται μακράν χωρών όπως η Ελβετία, η βρετανοκρατούμενη Μάλτα ή το γερμανοκρατούμενο Λουξεμβούργο κι ενός σωρού φορολογικών παραδείσων και βιομηχανιών ξεπλύματος βρώμικου χρήματος, αλλά υπέπεσε στο λάθος να ξεπλένει κυρίως το χρήμα από ελάχιστες χώρες και μάλιστα της πρώην ΕΣΣΔ.
Ο βορειοευρωπαϊκός οικονομικός ιμπεριαλισμός με αιχμή του δόρατος τη Γερμανία δύσκολα θα ανεχόταν μία Κύπρο να μην ελέγχεται από αυτόν, πόσο μάλλον από τη Ρωσία, και η κρίση χρέους που επεκτείνεται, «ωσάν έτοιμη από καιρό», ήταν η ιδανική ευκαιρία του.
Μετά τα τελεσμένα στα οποία βρέθηκε έκπληκτη η Κυπριακή αντιπροσωπία στο Eurogroup της 16ης Μαρτίου 2013 (και βέβαια το γεγονός ότι - κατά δήλωσή τους πάντα - βρέθηκαν μπρος σε τελεσμένα και προ εκπλήξεως αν μη τι άλλο δείχνει μία ανεπίτρεπτη αμέλεια και ανεπάρκεια εκτίμησης των προθέσεων και των δεδομένων) μπορεί το ΟΧΙ της Κυπριακής βουλής που ακολούθησε να εκφράζει την αξιοπρέπεια του κυπριακού λαού, μιαν αξιοπρέπεια  αντίστοιχη της οποίας οι Ελλαδίτες την αρνηθήκαμε στους εαυτούς μας, αλλά βλέποντας ψυχρά τα πράγματα αυτό το ΟΧΙ δεν έχει την πολυτέλεια του προ εννέα ετών ΟΧΙ στο σχέδιο Ανάν αφού τότε το διακύβευμα ήταν η διατήρηση του υφιστάμενου καθεστώτος ενώ σήμερα η Κύπρος θα κληθεί άμεσα να επιλέξει μεταξύ μιας άνευ όρων παράδοσης των ενεργειακών κοιτασμάτων της στη Ρωσία και μιας εκ νέου, ίσως λίγο βελτιωμένης, αποδοχής των όρων του βορειοευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού και πάντως αυτό που φιλοδοξούσε να πετύχει δε θα ολοκληρωθεί ποτέ.
           

19 Μαρτίου 2013

Θάνος Γκαραγκούνης - Εισαγωγή στην Ανθρωπογεωγραφία




Διαβάστε ή κατεβάστε (σε μορφή pdf), ακολουθώντας το σύνδεσμο εδώ, το τριακοστό έκτο βιβλίο της σειράς "εν καινώ" των 24Γραμμάτων: την "Εισαγωγή στην Ανθρωπογεωγραφία" του Θάνου Γκαραγκούνη

17 Μαρτίου 2013

Δειλία


η μετάπτωση στην κατάστασή απλής επιβίωσης αποστασιοποιημένης συναισθηματικά από κάθε τι βρισκόταν πέραν του οργάνου που λέγεται επιδερμίδα στην οποία βρίσκεται ήταν όπως εξάλλου συμβαίνει πλην ίσως των οδυνηρών εκείνων καταστάσεων που ακολουθούν το αρχικό σοκ εκ του απρόσμενου και τυχαίου ίσως μιας αποκάλυψης ή μιας εκδήλωσης γεγονότων βίαιων των οποίων αδυνατούσαμε να είχαμε προβλέψει την επέλευση ή τις συνέπειες και ακόμα εθελοτυφλούσαμε ενίοτε εκούσια επί μακρόν μέχρι του σημείου εκείνου όπου η μη αντιμετώπισή τους ήταν πλέον αναπόφευκτη ήταν λοιπόν προϊόν εξελικτικής σταδιακής και μακροχρόνιας πορείας ώστε και ο ίδιος να θεωρεί από καιρό πια φυσική την αναζήτηση κάποιας ικανοποίησης μόνο στη διέξοδο όπως την παραδέχεται διότι βεβαίως επ' ουδενί θα μπορούσε να καλεί απόλαυση και αυτό υποθέτουμε μπορεί ακόμα να το αναγνωρίζει αφού σταθερά μόνο τη λέξη αυτή: διέξοδο χρησιμοποιεί και όχι απόλαυση μιας και απόλαυση ερωτική δε μπορούσε να υπάρχει στα δευτερόλεπτα που διαρκούσε ο οργασμός για τα οποία οι πόρνες έχουν εκπαιδευτεί να οδηγούν σε σύντομο χρόνο τον πελάτη αλλά στην καθόλου συναισθηματική ένταση μιας ερωτικής συνεύρεσης και συναισθηματική πληρότητα ως βιωμένα εκατέρωθεν όμως θα όφειλε να παραδεχθεί ότι και διέξοδος ακόμα δεν υπήρχε αλλά εσφαλμένα ή εθελοτυφλώντας επικαλείται τη λέξη αυτή αρκεί να σκεφτούμε πως η λέξη διέξοδος βρίσκεται ως εκλαμβανόμενη κυριολεκτικά σε ανακολουθία με την κατάστασή στην οποία έχει περιπέσει ως εκφράζουσα κάτι ανώτερο διότι αρνείται να παραδεχτεί πως η λέξη εκτόνωση είναι που εκφράζει σωστότερα αλλά και πάλι όχι ακριβώς αν σκεφτούμε ότι ο άνθρωπος δεν φτιάχτηκε να εκτονώνεται απλώς χωρίς να συνθηκολογεί χρεολύσια απωθημένων για τα λίγα λεπτά αγοραίου έρωτα που η αλήθεια είναι πως επί δύο χρόνια την αναζητούσε μόνο στην Τάνια κάτι που ο ίδιος αόριστα και χωρίς να εμβαθύνει αδιάφορος από καιρό πλέον προς τούτο απέδιδε στο ότι απλώς αισθανόταν καλύτερα μιας και την είχε συνηθίσει και τακτικά δυο φορές την εβδομάδα επισκεπτόταν τις ώρες που γνώριζε ότι παρείχε τις υπηρεσίες της και το τελευταίο διάστημα των επισκέψεων του είναι αλήθεια πως είχε αρχίσει να της μιλάει για κάποια πράγματα γύρω από τετριμμένα θέματα όταν και πάνε τουλάχιστον δυο μήνες από τότε στο διακριτικό κτύπημα της πόρτας δόθηκε η απρόσμενη απάντηση διπλή επίσκεψη και ταυτόχρονα στρεφόμενη προς αυτόν του είχε πει μη σε απασχολεί το κόστος θα το καλύψω είχε αισθανθεί εαυτόν να νοιώθει άβολα: πως θα μπορούσε δεύτερη φορά σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα αλλά όχι η Τάνια είχε αρκεστεί να διεκδικήσει μέσω διακριτικών μη προσποιητών ακκισμών μερικά χάδια στην πλάτη και προσπαθώντας εμμέσως μάλλον να ανοίξει το λόγο του όπου είχε ανταποκριθεί καθώς και προσφέροντας της χάδια μα άγαρμπα και αμήχανα στην αρχή αλλά είχε ανταποκριθεί και είχε νιώσει μια απροσδιόριστη ευφορία από το συναίσθημα μιας ζεστασιάς να κυλάει προς τα μέσα του από το σώμα που εκείνη τη στιγμή χάιδευε τρυφερά έχοντας γρήγορα αποβάλει την αρχική του αμηχανία και στο οποίο υπήρχε ένας άνθρωπος μία γυναίκα που για πρώτη φορά είχε ζητήσει να της μιλά και να της προσφέρει μια τρυφερότητα κάτι δηλαδή πέρα από τα συνήθη διαδικαστικά μα το δεύτερο κτύπημα στην πόρτα την είχε επαναφέρει βίαια κάτι που το είχε δείξει εμφανώς ενοχλημένη αλλά και την είχε υποχρεώσει να τον ευχαριστήσει όχι όμως όπως συνήθιζε αφού του είχε απευθυνθεί με τρόπο εμφανώς διαφορετικό από το συνήθη επαγγελματικό ζητώντας του επιπλέον και εμφατικά πως τον περιμένει αλλά αυτός λίγες μέρες μετά δεν πήγε παρά σε παραδίπλα σπίτι όπου του αναγγέλθηκε η Λένα ως καινούργια μάλιστα στο χώρο και ως πολύ καλή και χωρίς δισταγμό αποφάσισε να πληρώσει και να μπει στο δωμάτιο         

16 Μαρτίου 2013

Ταξική Διαστρωμάτωση στην Ελλάδα [Γιώργος Π. Τριανταφυλλόπουλος]


[…]
«Η τάξη ως γενική έννοια (σε αντιδιαστολή με μια συγκεκριμένη τάξη) είναι βασικά μια σχέση. Και η τάξη, όπως την εννοεί ο Μαρξ, πρέπει να νοείται σε στενή συνάφεια με τη θεμελιακή μαρξική έννοια των «σχέσεων παραγωγής»: των κοινωνικών σχέσεων στις οποίες έρχονται οι άνθρωποι κατά τη διαδικασία της παραγωγής, και που βρίσκουν νομική έκφραση σε μεγάλο βαθμό είτε ως σχέσεις ιδιοκτησίας είτε ως σχέσεις εργασίας.» G.E.M de Ste Croix. Πρόλογος στο: Ο ταξικός αγώνας στον Αρχαίο Ελληνικό Κόσμο. σ 59.
«Τάξη είναι η συλλογική κοινωνική έκφραση του γεγονότος της εκμετάλλευσης, του τρόπου που η εκμετάλλευση ενσωματώνεται σε μια κοινωνική δομή. Με τον όρο εκμετάλλευση εννοώ την ιδιοποίηση μέρος του προϊόντος της εργασίας άλλων. Μια τάξη (μια συγκεκριμένη τάξη) είναι μια ομάδα ατόμων σε μια κοινότητα που η ταυτότητά της καθορίζεται από τη θέση της μέσα στο όλο σύστημα της κοινωνικής παραγωγής, το οποίο χαρακτηρίζεται πάνω απ' όλα από τη σχέση αυτών των ατόμων (πρώτα πρώτα με βάση το βαθμό της ιδιοκτησίας ή του ελέγχου) προς τους όρους της παραγωγής (δηλαδή τα μέσα παραγωγής και την παραγωγική εργασία) και προς τις άλλες τάξεις.» G.E.M de Ste Croix. Πρόλογος στο: Ο ταξικός αγώνας στον Αρχαίο Ελληνικό Κόσμο. σ 72.
Μετά τον ορισμό των τάξεων ας δούμε αυτόν του Immanuel Wallerstein από το έργο του «Φυλή Έθνος Τάξη» που έγραψε με τον Etienne Balibar όπου ουσιαστικά ορίζει τον αστό και τον προλετάριο αναφερόμενος στον καπιταλισμό. Σύμφωνα με τον Immanuel Wallerstein:
«Αυτό που ορίζει τον αστό δεν είναι ούτε ένα ιδιαίτερο επάγγελμα, ούτε ακόμη το νομικό καθεστώς του ιδιοκτήτη (αν και ιστορικά υπήρξε σημαντικό) αλλά το γεγονός ότι ο αστός αποκτά, είτε ως άτομο είτε ως μέλος μιας κοινότητας, ένα μέρος της υπεραξίας που δεν δημιούργησε ο ίδιος και είναι σε θέση να επενδύσει (για ακόμα μια φορά είτε ως άτομο είτε ως μέλος μιας κοινότητας) ένα μέρος αυτής της υπεραξίας σε κεφαλαιουχικά αγαθά» (Immanuel Wallerstein Φυλή Έθνος Τάξη. σ 179). Και συνεχίζει: «...τότε πρέπει να ορίσουμε το προλεταριάτο ως την τάξη η οποία παραχωρεί σε άλλους ένα μέρος της υπεραξίας την οποία παράγει». (ο.π σ 184)
[…]
Ας προσπαθήσουμε τώρα να βγάλουμε τα συμπεράσματά μας για την ταξική διάρθρωση της ελληνικής κοινωνίας μέσα στο θολό τοπίο τόσο του ορισμού των τάξεων αλλά και άλλο τόσο των ασαφών ορίων και κριτηρίων των διαφόρων τάξεων και στρωμάτων. Ας αρχίσουμε από τα ευκολότερα. Πόση είναι η αστική τάξη στην Ελλάδα; Από τις μελέτες που παρουσιάζουν οι Hakon Leiulfsrud, Ivano Bison & Erling Solheim, αλλά και με βάση όλα τα στοιχεία που παραθέσαμε, η αστική τάξη στη Ελλάδα ανέρχεται σε 300.000 άτομα περίπου. Στο πλήθος αυτό καταλήγουμε κάνοντας χρήση του ορισμού πως στην αστική τάξη ανήκουν τα άτομα που κατέχουν μέσα παραγωγής ή έχουν θέση διευθυντική και ελέγχου στη διαχείριση και τον έλεγχο του κεφαλαίου. Αυτή είναι η μεγαλοαστική τάξη η οποία συνδέεται και κατέχει τις μεγάλες επιχειρήσεις. Το ποσοστό τους στον οικονομικά ενεργό πληθυσμό βρίσκεται μεταξύ του 6 και του 8%. Αυτή είναι ουσιαστικά η κυρίαρχη τάξη στην Ελλάδα.
Ας περάσουμε τώρα στη διερεύνηση του μεγέθους των άλλων τάξεων και στρωμάτων Το […] 63% του ενεργού πληθυσμού είναι μισθωτοί. Κοντά στα 2,8 εκατομμύρια επομένως κατά τα έτη 2008 και 2009. Μέσα σε αυτούς βρίσκονται και τα άτομα που ανήκουν στην εργατική τάξη. Φυσικά δεν ανήκουν όλοι οι μισθωτοί στην εργατική τάξη. Αρκετά μέλη ακόμη και της αστικής τάξης εμφανίζονται σαν μισθωτοί. Είναι όλοι αυτοί οι οποίοι παίζουν ενεργητικό και αποφασιστικό ρόλο στη διαχείριση και τον έλεγχο του κεφαλαίου. Ας προχωρήσουμε όμως.
Η «καθαρή» εργατική τάξη […] πρέπει να ανέρχεται γύρω στα 900.000 άτομα συναριθμώντας τους εργαζόμενους στη μεταποίηση, την ενέργεια και τις κατασκευές. Άλλα 900.000 άτομα εργάζονται στους τομείς των υπηρεσιών. Ιδιαίτερη βαρύτητα έχουν οι τομείς παροχές εστίασης και καταλύματος (296.000), των μεταφορών και αποθηκεύσεων (185.200 άτομα), χρηματοπιστωτικά και διαχείριση ακίνητης περιουσίας (112.000 άτομα). Από αυτούς ένα ποσοστό είναι αυτοαπασχολούμενοι και δεν ανήκουν στην κατηγορία των μισθωτών. Ένα μεγάλο ποσοστό τους όμως εργάζονται σαν μισθωτοί στον τομέα των υπηρεσιών αλλά και του χονδρικού και λιανικού εμπορίου. Ο αριθμός των μισθωτών στο σύνολο των υπηρεσιών που έχουν σχέση εξαρτημένης εργασίας πρέπει να ανέρχεται γύρω στις 700.000 άτομα.
Το σύνολο αυτών των ατόμων ανήκει στην εργατική τάξη γιατί ακόμη κι αν δεν παράγουν άμεσα υπεραξία η εργασία τους ή παίζει έναν ρόλο σημαντικό για την παραγωγή αξίας και υπεραξίας, μεταφορές, επικοινωνίες, πίστη, είτε είναι ενδιάμεσοι φορείς στο μοίρασμα της υπεραξίας μεταξύ των τμημάτων της αστικής τάξης. Το σύνολο επομένως της εργατικής τάξης στην Ελλάδα είναι γύρω στο 1,5 εκατομμύρια άτομα αποτελώντας το 1/3 περίπου του οικονομικά ενεργού πληθυσμού κατά το 2008. Το ποσοστό αυτό βρίσκεται σε συμφωνία και με τα δεδομένα των πινάκων 4 και 5.
Ιδιαίτερη κατηγορία μισθωτών αποτελούν φυσικά οι δημόσιοι υπάλληλοι. Ο αριθμός τους ανέρχεται κατά το 2008 κοντά στους 800.000. Το 2012 ο αριθμός τους είχε μειωθεί στους 670.000 περίπου. Το σώμα των δημοσίων υπαλλήλων δεν είναι ομοιογενές ταξικά. Ένα σημαντικότατο ποσοστό αυτών σαφώς και δεν έχει τα χαρακτηριστικά εκείνα που μπορούν να τους κατατάξουν στην εργατική τάξη. Το γεγονός της μη παραγωγής υπεραξίας, τουλάχιστον από ένα σημαντικό ποσοστό αυτών, είναι ένα από τα χαρακτηριστικά που δεν επιτρέπουν την ένταξή τους στην εργατική τάξη. Όχι μόνο δεν παράγει υπεραξία αλλά το εισόδημά της προέρχεται από την υπεραξία που αποσπάται από τους άμεσους παραγωγούς. Εκτός αυτού μεγάλα τμήματα των δημοσίων υπαλλήλων αποτελούν τον ταξικό κρατικό μηχανισμό που συνειδητά ή μη προασπίζεται και επιβάλλει τα συμφέροντα της αστικής τάξης παίζοντας σημαντικό ρόλο στην αναπαραγωγή του αστικού συστήματος..
Στην κατηγορία των υπαλλήλων που βρίσκονται σαφώς στην υπηρεσία του συστήματος και αντλούν το εισόδημά τους ακριβώς γι αυτό ανήκουν τα ανώτερα τμήματα της κρατικής γραφειοκρατίας, οι δικαστές, η αστυνομία και ο στρατός. Αν θελήσουμε να δώσουμε έναν απόλυτο αριθμό αυτών τότε θα καταλήξουμε σε έναν αριθμό κοντά στις 250 με 300 χιλιάδες άτομα. Αυτή η ομάδα μισθωτών βρίσκονται ταξικά απέναντι στην εργατική τάξη ταυτίζοντας τα συμφέροντά τους με αυτά της αστικής τάξης. Ένα μικρό ποσοστό αυτών, ιδιαίτερα ανώτερα τμήματα της γραφειοκρατίας, των δικαστικών, του στρατού και της αστυνομίας ανήκουν στην αστική τάξη.
Το υπόλοιπο τμήμα των εργαζόμενων στο δημόσιο βρίσκονται σε μια ταξικά επαμφοτερίζουσα θέση. Από τη μια το εισόδημά τους προέρχεται από την υπεραξία που αποσπάται τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό παίζοντας και υποβοηθητικό ρόλο στην αναπαραγωγή του συστήματος από την άλλη όμως η εργασία τους συμβάλλει στην παραγωγή αξίας τόσο με έμμεσο όσο και με άμεσο τρόπο. Στην κατηγορία αυτή ανήκει κυρίως η μεγάλη ομάδα των εκπαιδευτικών και των υγειονομικών καθώς και η κατώτερη γραφειοκρατία.
Τα μικροαστικά στρώματα, εκείνο δηλαδή που αποτελεί τη ραχοκοκαλιά των μεσαίων τάξεων, ανέρχεται στο 37% περίπου του ενεργού πληθυσμού δηλαδή γύρω στα 1,7 εκατομμύρια άτομα σύμφωνα με όλα τα στοιχεία που έχουμε παραθέσει. Από αυτούς ο κύριος κορμός είναι οι ασχολούμενοι με το εμπόριο, τις υπηρεσίες, ελεύθεροι επαγγελματίες (664.600) και οι αγρότες (491.500). Καταλήγουμε επομένως:
ΑΣΤΙΚΗ ΤΑΞΗ                          300.000
ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΤΑΞΗ                 1.500.000
ΜΙΚΡΟΑΣΤΟΙ                       1.700.000
ΕΠΑΜΦΟΤΕΡΙΖΟΝΤΕΣ         900.000

Με τον όρο επαμφοτερίζοντες εννοώ άτομα που ταξικά βρίσκονται σε ενδιάμεσες θέσεις μεταξύ των τριών άλλων τάξεων. Σε αυτούς ανήκουν μεγάλα τμήματα των εργαζόμενων στο δημόσιο αλλά και μεσαία στελέχη που εργάζονται στον ιδιωτικό τομέα και ιδιαίτερα σε αυτό των υπηρεσιών. Η ταξική θέση της πλειονότητας αυτών των στρωμάτων βρίσκεται πιο κοντά στην εργατική τάξη ή ακόμη και εντάσσονται σε αυτή όσον αφορά το εισόδημά τους. Ουσιαστικά βλέπουμε μια τριχοτόμηση της ελληνικής κοινωνίας.
Τα παραπάνω δεδομένα θα ανατραπούν μέσα στην κρίση που βιώνουμε. Το μεταβατικό στάδιο της αλλαγής της κοινωνικής και ταξικής σύνθεσης της ελληνικής κοινωνίας είναι η στρατιά των ανέργων που ανέρχεται πλέον στο 1/3 του πληθυσμού. Το τσάκισμα των μικροαστικών στρωμάτων και η βίαιη προλεταριοποίησή τους θα μειώσει δραματικά το ποσοστό των στρωμάτων αυτών και το ειδικό βάρος τους στο κοινωνικό και πολιτικό status. Παρ' όλ' αυτά για το σήμερα μετρά η κοινωνική διαστρωμάτωση που παρουσιάσαμε.
[…]
Για τα κόμματα της ελληνικής αριστεράς η γνώση της ταξικής διαστρωμάτωσης της ελληνικής κοινωνίας, και της μεταξύ τους διαπάλης, είναι εκείνη που μπορεί να τους επιτρέψει να κατανοήσουν το σύνολο των διαχρονικών πολιτικών που δημιούργησαν το θεσμικό, πολιτικό και κοινωνικό πλαίσιο ύπαρξης της ελληνικής κοινωνίας και πολιτείας. Ιδιαίτερα στις σημερινές συνθήκες που οι μεταβολές στην κοινωνική διαστρωμάτωση είναι δραματικές ενώ ταυτόχρονα η αριστερά και οι προτάσεις της βρίσκονται περισσότερο από ποτέ, κατά τις τελευταίες δεκαετίες, στο επίκεντρο του ενδιαφέροντας των εργαζόμενων η γνώση της ταξικής διαστρωμάτωσης, των συμφερόντων, των συμμαχιών αλλά και των μεταβολών είναι εντελώς απαραίτητη για τον καθορισμό της τακτικής και της πολιτικής των αριστερών και κομμουνιστικών κομμάτων.
Οι αναφορές επομένως των αριστερών και κομμουνιστικών κομμάτων στην εργατική τάξη, στα συμφέροντά της και την εξουσία της έχουν στη βάση τους έναν ιδεότυπο. Μια αναφορά επομένως που ανταποκρίνεται, σε υποκειμενικό επίπεδο, σε λίγους. Πολύ λίγοι αισθάνονται πως ταυτίζονται με το αντικείμενο της αναφοράς καθώς δε θεωρούν τον εαυτό τους, ή και δεν είναι, μέρος της εργατικής τάξης. Η ορθή επομένως αναφορά των κομμουνιστικών και εργατικών κομμάτων στην εργατική τάξη και την εξουσία της πρέπει να βρίσκεται σε συμφωνία με τον υποκειμενικό αυτοπροσδιορισμό των ίδιων των εργατών. Η ιδεολογική και φιλοσοφική θέση για τον ιστορικά πρωτοπόρο ρόλο της εργατικής τάξης και η έκφραση των συμφερόντων όλων των εργαζόμενων από τα συμφέροντα της εργατικής τάξης πρέπει να διασαφηνίζονται με απόλυτη καθαρότητα τόσο κατά την επαφή των εργαζόμενων με τα πολιτικά κόμματα της αριστεράς αλλά άλλο τόσο και κατά το σχεδιασμό των τακτικών των πολιτικών υποκειμένων της αριστεράς. Τα παραπάνω ίσχυαν πάντα αλλά αποκτούν ιδιαίτερη σημασία και βαρύτητα σήμερα όπου η επίθεση του κεφαλαίου στην εργασία παίρνει πρωτοφανή μορφή ενώ παράλληλα τα μικρομεσαία στρώματα καταστρέφονται ταχύτατα. Η διείσδυση του λόγου της αριστεράς τόσο στην ίδια την εργατική τάξη όσο και στα κοινωνικά στρώματα που καταστρέφονται απαιτεί γνώση των συνθηκών ύπαρξης των τάξεων και των στρωμάτων όσο και των μεταβολών που πραγματοποιούνται.






Εδώ διαβάστε όλο το άρθρο από το blog "επ' αριστερά" του Γιώργου Π. Τριανταφυλλόπουλου

15 Μαρτίου 2013

Τι είναι Φιλοκαλία; [Εμμανουήλ Ροΐδης]


Υπάρχει γενεά τις μεμψιμοίρων φυσιοδιφών και επιστημόνων, ισχυριζομένων ότι της φύσεως αι δυνάμεις εξαντλούνται καθ' εκάστην˙ ότι oι άνδρες δεν γεννώνται εύρωστοι όπως πριν, αι γυναίκες είσιν ήττον ώραίαι, τα άνθη έχουσιν ασθενεστέραν οσμήν, oι καρποί κατωτέραν γεύσιν, και αυτών των ηλιακών ακτίνων το θάλπος επαισθητώς έλαττούται.
Αν η παρακμή αύτη περιωρίζετο εις μόνον τον υλικόν κόσμον, το κακόν ήθελεν είναι ίσως υποφερτόν. Δυστυχώς όμως μετά τους μεμψιμοίρους φυσιοδίφας εμφανίζονται ουχ ήττον μεμψίμοιροι φιλόσοφοι προθύμως αποδεικνύοντες ότι του πνεύματος η κατάπτωσις είναι έτι μείζων ή της σαρκός, αι δε σήμερον μητέρες έπαυσαν γεννώσαι ου μόνον Ηρακλείς και Ελένας κατά την ρώμην και το κάλλος, άλλα και Ομήρους, Σωκράτας και Φειδίας. Τινές δε τούτων και περαιτέρω προβαίνοντες, διατείνονται ότι μετά της μεγαλοφυίας συνεξηντλήθη και η καλαισθησία, ώστε τα έργα των αρχαίων σεβόμεθα μεν και θαυμάζομεν καθ' έξιν και κατά παράδοσιν, άλλ' άδυνατούμεν να εύρωμεν εν αυτοίς την ηδονήν εκείνην, προς ην απαιτούνται λεπτότεραι αισθήσεις και θερμότερα καρδία.
Αλλ' εάν και η τελευταία αύτη υπόθεσις αληθεύη, τότε ου μόνον Ομήρους και Φειδίας, άλλα και Λογγίνους ή Άριστάρχους πρέπει ν' απελπισθώμεν ότι θέλομεν ιδεί ποτέ επί της γης, εις δε την θέσιν της θυγατρός της Λήδας ενεθρονίσθη οριστικώς η 'Καλή Ελένη' του Οφφεμβάχου και αι ταύτη όμοιαι ηρωίδες της παρακμής.
Πριν όμως αποφασίσωμεν να θρηνήσωμεν ως ανεπιστρεπτί αποπτάσαν εκ της οικουμένης την 'φιλοκαλίαν', καλόν είναι να εξετάσωμεν τι είναι αύτη κατά την γνώμην των τόσω επιδεικτικώς επί τη απωλεία αυτής πενθούντων.
Κατά τον Σταγειρίτην, ο δυνάμενος να δώση ακριβή πράγματος τίνος ορισμόν πρέπει να θεωρήται ως αυτόχρημα θεός˙ το δε να ήναι απλώς 'θείος' δεν αρκεί, φαίνεται, προς τούτο, και παράδειγμα έστω ο θειος Πλάτων, ο πειραθείς να ορίση τι είναι άνθρωπος και συγχύσας αυτόν προς μαδηθέντα αλεκτρυόνα, και οι σήμερον φυσιολόγοι, oι τοσαύτας συσσωρεύσαντες περί του αυτού θέματος βλασφημίας, ώστε ο αρχιεπίσκοπος Καλοπράγμων (Bonnechose) ήναγκάσθη ν' αφορίση αυτούς εν πληθούση γερουσία.
Εκ τούτου πολύ φοβούμεθα ότι ανεπίληπτός τις ορισμός της φιλοκαλίας έσται ημίν δυσεύρετος. Αληθές είναι ότι ο αριθμός των ορισμών τούτων είναι μέγας και ο όγκος των ορισάντων πολύς. Αλλά καθώς, κατά τους ηθικολόγους, η πληθύς των νόμων είναι ασφαλές τεκμήριον της διαφθοράς των ηθών, ούτω, νομίζω, και των ορισμών η αφθονία ουδέν άλλο αποδεικνύει η την ασάφειαν των ιδεών.
Οπωσδήποτε, αναγκαζόμενοι να παραθέσωμεν τινάς των ορισμών τούτων, θέλομεν προτιμήσει τους των Γάλλων, ουχί κυρίως ως κατεχόντων σήμερον την δάφνην της καλαισθησίας, άλλα προ πάντων ως των μόνων οπωσούν καταληπτών˙ ενώ οι των Γερμανών, βαθείς όντες ως αρτεσιανά φρέατα, απαιτούσι την εις τους ερεβώδεις αυτών μυχούς κατάβασιν μετ' εξαιρετικής τίνος παρασκευής φώτων και λαμπάδων, ής αμοιρούμεν.
«Η φιλοκαλία, κατά τον Μοντέσκιον, συνίσταται εις το διακρίνειν μετ’ οξυδερκείας και έτοιμότητος τον βαθμόν της ηδονής, ην έκαστον αντικείμενον δύναται να παράσχη τοις ανθρώποις»
Αλλ' ο σοφός συγγραφεύς του ‘Πνεύματος των νόμων' φαίνεται συγχέων ενταύθα την ευφυΐαν μετά της φιλοκαλίας. Έργον τω όντι της πρώτης είναι ν' ανευρίσκη και μεταχειρίζηται προσηκόντως το δυνάμενον να προξενήση ηδονήν, ενώ η δευτέρα περιορίζεται εις το εξαλείφειν και λεαίνειν παν ίχνος τραχύτητος και ανωμαλίας, έχουσα προς την ευφυΐαν όπως η χάρις προς την καλλονήν.
Ο Βολταίρος ονομάζει φιλοκαλίαν «την δύναμιν του αισθάνεσθαι το καλόν και το μη τοιούτον εν πάσαις ταις τέχναις». Έκαστος όμως εννοεί ότι ο ορισμός ούτος, περιοριζόμενος εις μόνον το αίσθημα, είναι μονομερής, αφού πλην τούτου η φιλοκαλία απαιτεί και την 'γνώσιν', την φωτίζουσαν και δικαιολογούσαν τας κρίσεις αυτής.
Ο δε Αλεμβέρτος, θετικός ων άνθρωπος και γεωμέτρης, αφίνει κατά μέρος το αίσθημα και ονομάζει φιλοκαλίαν «την δύναμιν του διακρίνειν εν παντί έργω τας ιδιότητας, δι’ ων πρέπει ν' αρέση». Ο ορισμός ούτος είναι πάντων ο ελλιπέστερος˙ διότι καθ’ εκάστην απαντώμεν σοφούς ανθρώπους, κατόχους των κανόνων της αισθητικής ορθοδοξίας και ικανωτάτους να διακρίνωσιν εν ποιήματι η εν εικόνι πάσαν αρετήν και παν πλημμέλημα, αλλ' εν τούτοις ουδέν αισθανομένους, καθότι το επίστασθαι διαφέρει του αισθάνεσθαι. Κατά δε τον Le Batteux η φιλοκαλία είναι «φυσική τις ευαισθησία εντελώς ανεξάρτητος της τέχνης και της επιστήμης». Αλλ' oι αποδεχόμενοι τον τοιούτον ορισμόν πρέπει και να παραδεχθώσιν ότι oι σκοτεινότεροι αιώνες και αι σκυθικώτεραι των φυλών δύνανται να διαγωνισθώσι περί φιλοκαλίας προς τους επί Περικλέους Αθηναίους και τους Ιταλούς επί Μεδίκων.
«Η φιλοκαλία, λέγει ο Ιππότης Βουφλέρος, είναι η αφή της ευφυίας». Ο ορισμός ούτος είναι τω ώντι ευφυέστατος, αλλ' ουδέν πλέον.
Του λόγου όντος περί φιλοκαλίας, άδικον ήθελεν είναι να μην παραθέσωμεν και γυναικείων τίνα ορισμόν. Πρόχειρον έχομεν τον της κας Στάελ, καθ' ην «φιλοκαλία είναι η γνώσις των αληθινών και μονίμων σχέσεων». Τον τοιούτον ορισμόν της Γαλάτιδος σιβύλλης εξηγούντα obscura per obecuris, μετά της προσηκούσης ταπεινότητος ομολογουμεν ότι ουδόλως ενοήσαμεν.
Εκ των ανωτέρω γίνεται δήλον ότι oι περί φιλοκαλίας γνωματεύσαντες είσι διηρημένοι εις δύο αντιμέτωπα στρατόπεδα˙ oι μεν θεωρούσιν αυτήν ως φυσικόν τι και αυθύπαρκτον δώρημα, oι δε ως απλούν προϊόν επιστήμης και εμπειρίας. Προ τίνων ετών κραταιός πόλεμος είχεν εγερθή εν τη πολιτεία των θεολόγων περί του ακανθώδους φυτού, εξ ου συνίστατο ο επί της κεφαλής του Σωτήρος επιτεθείς στέφανος. Οι μεν ισχυρίζοντο ότι ο άγιος στέφανος ήτο εκ συνήθων ακανθών, οι δε, ουδαμού της Παλαιστίνης ευρίσκοντες σήμερον τοιαύτας, ήθελον αυτόν εκ ράμνων, ενώ άλλοι απεφαίνοντο ότι επλέχθη εκ κλάδων ακακίας, ην oι Έλληνες εκάλουν 'άκανθαν', και έτεροι, μη στέργοντες τας άκανθας, ήθελον αυτόν εκ θαλασσίου σχοίνου. Η φιλονεικία εφαίνετο αδιέξοδος, αλλ' αγαθός τις χριστιανός κατώρθωσε να συμβιβάση πάσας τας διαμαχομένας γνώμας αποφανθείς, ότι ο στέφανος του Ιησού «συνίστατο εκ παντοίων ακανθωδών φυτών συνδεδεμένων διά θαλασσίου σχοίνου». Το αυτό ευσεβές και διαλλακτικόν έργον επιχειρούντες και ημείς, τολμώμεν να ορίσωμεν την φιλοκαλίαν «το μετά λόγου αίσθημα των καλλονών της τέχνης και της φύσεως».
Ωνομάσαμεν την φιλοκαλίαν 'αίσθημα', διότι ο πολλά επισταμένος αλλ' ουδέν αισθανόμενος έσται αείποτε ψυχρός τεχνίτης και άδικος τεχνοκρίτης, προσεθέσαμεν δε 'μετά λόγου', διότι ο ζωηρώς αισθανόμενος αλλ' ουδέν επισταμένος θέλει υποπέσει εξάπαντος εις πολλάς ατοπίας και ανωμαλίας, οτέ μεν μεταιωριζόμενος ως αετός, οτέ δε έρπων χαμαί ως κοχλίας. Το αίσθημα άνευ της επιστήμης είναι οδηγός τυφλός, πολλάκις απατών και ενίοτε παρασύρων εις κρημνούς και αβύσσους˙ άλλα και η επιστήμη, οσάκις δεν θερμαίνεται υπό του αισθήματος, αδυνατεί να είσδυση εις τους μυχούς της φύσεως και της ανθρωπινής καρδίας, αι δε κρίσεις αυτής δύνανται μεν να ώσιν ακριβείς και ορθαί, άλλα περιοριζόμεναι εις μόνην την επιφάνειαν των πραγμάτων μένουσιν επιπόλαιοι.
Αν παραδεχθωμεν τον ανωτέρω ορισμόν, δυνάμεθα ίσως να εξηγήσωμεν δι’ αυτού και τας διαφοράς και ποικιλίας της αισθητικής, αίτινες απαντώνται κατ' εποχάς, κατ' έθνη και κατ' άτομα, αποδίδοντες αυτάς εις την άνισον διανομήν των δύο στοιχείων, άτινα, απαρτίζουσι καθ' ημάς την φιλοκαλίαν, του 'αισθήματος' δηλ. και της 'επιστήμης'. Ούτω παρ' Έβραίοις το αίσθημα, άμοιρον επιστήμης, ενέπνεε τοις προφήταις τας καταπληκτικάς αυτών εικόνας και ασιατικάς υπερβολάς˙ πολύ βραδύτερον εν Ρώμη, ακμαζούσης της επιστήμης και χαλαρωθέντος του αισθήματος, ανεφάνησαν τα ανεπίληπτα αλλ' οπωσούν ψυχρά αριστουργήματα του Κικέρωνος και Ορατίου. Υπάρχουν όμως και άλλοι τινές ευτυχέστεροι αιώνες, ή μάλλον επέλαμψαν παρ' ενί μόνω λαώ ευτυχείς τίνες ημέραι, καθ' ας τα δύο συστατικά της φιλοκαλίας, το αίσθημα και η γνώσις, συνεκεράσθησαν μετά τοσαύτης προς άλληλα αρμονικής αναλογίας, ώστε απετέλεσαν εν άδιαίρετον όλον, 'το ιδανικόν καλόν', το άπαξ μόνον ενσαρκωθέν παρ' άνθρώποις˙ συνέβη δε τούτο παρ' Αθηναίοις, ότε εκτίζετο ο Παρθενών και εδιδάσκετο η Αντιγόνη.