30 Σεπτεμβρίου 2021

Σιωπή [Edgar Alan Poe, μετ. Άγγελος Μιρωτίκης]


ΣΙΩΠΗ

Άκουσέ με — είπε ο Δαίμων θέτοντας το χέρι του πάνω στην κεφαλή μου —. Η χώρα που αναφέρω είναι ένας τόπος πένθιμος στη Λιβύη, στα χείλη του ποταμού Ζαΐρ. Εκεί δεν υπάρχει ούτε ανάπαψη ούτε σιωπή.

Τα νερά του ποταμού έχουν ένα χρώμα κροκωτό και νοσηρό και δεν κυλούν προς τη θάλασσα, μα αναταράζονται αιώνια, κάτω από το κόκκινο μάτι του ήλιου, με μια κίνηση βοερή και σπασμωδική. Από κάθε πλευρά αυτού του ποταμού στη βορβορώδη κοίτη εκτείνεται σε ένα διάστημα πολλών μιλίων μια κίτρινη έρημος με γιγάντια νούφαρα. Αναστενάζουν το ένα στο άλλο μέσα σε αυτή τη μοναξιά και τεντώνουν προς τον ουρανό τους ψηλούς φρικαλέους λαιμούς τους και κουνούν εδώ κι εκεί τις αιώνιες κεφαλές τους. Κι εξέρχεται από μέσα τους μια σκοτεινή μουρμούρα, που μοιάζει με κείνη ενός υποχθόνιου χείμαρρου. Κι αναστενάζουν το ένα στο άλλο.

Μα υπάρχει ένα όριο στην αυτοκρατορία τους κι αυτό το σύνορο είναι ένα ψηλό, σκοτεινό φρικτό δάσος. Εκεί καθώς τα κύματα γύρω στις Εβρίδες οι θάμνοι είναι μέσα σε μια διηνεκή αναταραχή. Κι όμως δεν υπάρχει άνεμος μέσα στον ουρανό. Και τα απέραντα αρχέγονα δέντρα κουνούνται αιώνια εδώ κι εκεί με ένα δυνατό πάταγο. Κι από τις ψηλές κορυφές τους στραγγίζει σταλαματιά — σταλαματιά μια αιώνια δροσιά. Και στα πόδια τους αλλόκοτα φαρμακερά λουλούδια κλώθονται μέσα σε ένα ύπνο εξοργισμένο. Και πάνω στις κεφαλές με ένα ηχηρό φρου — φρου τα γκρίζα σύννεφα κατακρημνίζονται αιώνια προς τη δύση, ώσπου κυλούν ως καταρράχτης πίσω από το φλογισμένο τείχος του ορίζοντα. Εν τούτοις δεν υπάρχει άνεμος μέσα στον ουρανό. Και πάνω στα χείλη του ποταμού Ζαΐρ δεν υπάρχει ούτε γαλήνη ούτε σιωπή.

Ήταν νύχτα κι η βροχή έπεφτε· κι όσο έπεφτε ήταν βροχή, μα όταν έπεσε ήταν αίμα. Κ’ εγώ στεκόμουνα μέσα στο τέλμα ανάμεσα στα μεγάλα νούφαρα κι η βροχή έπεφτε πάνω στην κεφαλή του. Και τα νούφαρα αναστέναζαν το ένα στο άλλο μέσα στην πομπή της απελπισίας τους.

Και ξαφνικά ανατέλλει η σελήνη ανάμεσα στην Κούφια σκευωρία της πένθιμης αντάρας κι είχε ένα χρώμα κατακόκκινο. Και τα μάτια μου έπεσαν πάνω σε ένα πελώριο υπόφαιο βράχο, που ορθώνονταν στην όχθη του ποταμού, και που έφεγγε το φως της σελήνης. Κι ο βράχος ήταν γκριζάτος και δυσοίωνος και πολύ ψηλός — κι ήταν γκριζάτος ο βράχος. Πάνω στο πέτρινο μέτωπό του ήταν χαραγμένα γράμματα· κι εγώ προχώρησα ανάμεσα από το έλος με τα νούφαρα, ώσπου έφτασα κοντά στην ακροποταμιά, για να αναγνώσω τα σκαλισμένα γράμματα μέσα στην πέτρα. Μα δε μπόρεσα να τα ξεδιαλύνω. Κι ήμουνα έτοιμος να γυρίσω πίσω προς το τέλμα, όταν η σελήνη έλαμψε μ’ ένα κόκκινο πιο ζωηρό· και ξαναγύρισα και κοίταξα και πάλι προς το βράχο και τα γράμματά — και τα γράμματα ήταν: ΕΡΗΜΩΣΗ.

Και παρατήρησα ψηλά και πάνω στην κορυφή του βράχου στέκονταν ένας άνθρωπος κι εγώ κρύφτηκα ανάμεσα στα νούφαρα· για να κατασκοπεύσω τις πράξεις του ανθρώπου. Κι ο άνθρωπος είχε μια μορφή μεγάλη κι επιβλητική τυλιγμένος από τους ώμους ως τα πόδια μέσα στη τήβενο της αρχαίας Ρώμης. Και το περίγραμμα του προσώπου του ήταν θαμπό — μα τα χαρακτηριστικά ήταν χαρακτηριστικά μιας θεότητας· γιατί αντιθέτως ο μανδύας της νύχτας και της ομίχλης και της σελήνης και της δροσιάς αποκάλυπταν τα χαρακτηριστικά του προσώπου του. Και το μέτωπό του ήταν ψηλό και σκεφτικό κι η ματιά του ήταν κομμένη από τη φροντίδα και μέσα στις αυλακιές της παρειάς του διάβασα τις επιγραφές της οδύνης, του μόχθου και της αηδίας για την ανθρωπότητα και μια μεγάλη λαχτάρα για μοναξιά.

Κι ο άνθρωπος κάθισε πάνω στο βράχο και στήριξε την κεφαλή του πάνω στο χέρι του και περιπλάνησε τη ματιά του πάνω στην ερήμωση. Παρατήρησε τα αιώνια ταραγμένα δεντράκια και τα θεόρατα αρχέγονα δέντρα· κοίταξε πιο ψηλά τον ουρανό γεμάτο από θροΐσματα και την κατακόκκινη σελήνη. Κι εγώ ήμουνα ζαρωμένος στο καταφύγιο με τα νούφαρα και κατασκόπευα τις πράξεις του ανθρώπου. Κα ο άνθρωπος έτρεμε μέσα στη μοναξιά — εν τούτοις η νύχτα προχωρούσε· κι αυτός έμενε καθισμένος πάνω στο βράχο.

Κι ο άνθρωπος απόσυρε τη ματιά του από τον ουρανό και την έριξε πάνω στο θλιβερό ποταμό Ζαΐρ, πάνω στα κίτρινα και πένθιμα νερά και πάνω στο ωχρό πλήθος των νούφαρων. Κι ο άνθρωπος άκουε τους αναστεναγμούς των νούφαρων και το μουρμούρισμα που αναδίνονταν από αυτά. Κι εγώ ήμουνα ζαρωμένος μέσα στην κρύπτη μου και κατασκόπευα τις πράξεις του ανθρώπου. Κι ο άνθρωπος έτρεμε μέσα μοναξιά: — εν τούτοις η νύχτα προχωρούσε· κι αυτός έμενε καθισμένος πάνω στο βράχο.

Τότε βυθίστηκα μέσα στα μακρινά βάθη του έλους και περπάτησα μέσα στο κούφιο δάσος των νούφαρων και κάλεσα τους ιπποπόταμους, που κατοικούσαν στα βάθη του βάλτου. Κι οι ιπποπόταμοι άκουσαν την πρόσκλησή μου κι έφτασαν με τους Βεχεμόθ (Ζώα, πιθανότατα ιπποπόταμοι) μέχρι τα πόδια του βράχου και βρυχήθηκαν δυνατά και τρομακτικά κάτω από τη σελήνη. Ήμουνα αιώνα κρυμμένος μέσα στην κρύπτη μου και κατασκόπευα τις πράξεις του ανθρώπου. Κι ο άνθρωπος έτρεμε μέσα στη μοναξιά: — εν τούτοις η νύχτα προχωρούσε· κι αυτός έμενε καθισμένος πάνω στο βράχο.

Τότε καταράστηκα τα στοιχεία με την κατάρα της αναταραχής· και μια τρομακτική καταιγίδα σωρεύτηκε μέσα στον ουρανό που προ ολίγου δεν υπήρχε ένα φύσημα. Κι ο ουρανός έγινε πελιδνός από τη φθορά της καταιγίδας, — βροχή έδερνε την κεφαλή του ανθρώπου,— και τα κύματα του ποταμού ξεχείλιζαν, — κι ο ποταμός φορτωμένος αναπηδούσε με αφρούς, — και τα νούφαρα κραύγαζαν μέσα στα κρεβάτια τους, — και το δάσος λιανίζονταν από τον άνεμο, — κι η βροντή κυλιόνταν, κι η αστραπή έπεφτε, — ο βράχος ταλανίζονταν πάνω από τα θεμέλια του. Κι εγώ ήμουνα αιώνια κρυμμένος μέσα στην κρύπτη μου μέσα στη μοναξιά· — εν τούτοις η νύχτα προχωρούσε· κι αυτός έμενε καθισμένος πάνω στο βράχο.

Τότε οργίστηκα και καταράστηκα με την καπάρα της σιωπής τον ποταμό και τα νούφαρα και τον άνεμο και το δάσος και τον ουρανό και τη βροντή και τους αναστεναγμούς των νούφαρων. Κι αυτά πάγωσαν με την κατάρα κι έγιναν άφωνα. Κι η σελήνη έπαψε να κάνει επιμόνως την πορεία της μέσα στον ουρανό, — κι η βροντή ξεψύχησε, — κι η αστραπή δεν έλαμψε πια, — και τα νέφη κρεμάστηκαν ακίνητα, — και τα νερά ταπεινώθηκαν μέσα στην κοίτη τους κι εκεί γαλήνεψαν, — και τα δέντρα έπαψαν να αιωρούνται και τα νούφαρα δεν αναστέναξαν πια, — και δεν ανυψώθηκε πια από το πλήθος τους η παραμικρότερη μουρμούρα, ούτε ο ίσκιος ενός ήχου μέσα σε όλη την απέραντη χώρα. Κι εγώ κοίταξα τα γράμματα του βράχου κι ήταν αλλαγμένα — και τώρα σχημάτιζαν τη λέξη: ΣΙΩΠΗ.

Και τα μάτια μου έπεσαν πάνω στη φιγούρα του ανθρώπου κι η όψη του ήταν ωχρή από τον τρόμο. Κι αμέσως σήκωσε την κεφαλή του από το χέρι του, ηγέρθη πάνω στο βράχο και τέντωσε την ακοή. Μα δεν υπήρχε φωνή πέρα για πέρα μέσα στην απέραντη ερημιά, και τα γράμματα σκαλισμένα πάνω στο βράχο ήταν: ΣΙΩΠΗ. Κι ο άνθρωπος ανατρίχιασε, έκαμε επαναστροφή κι έφυγε μακριά, μακριά, βιαστικά, τόσο που δεν τον έβλεπα πιά...

— Λοιπόν υπάρχουν πολύ ωραίοι μύθοι μέσα στα βιβλία των Μάγων, — μέσα στα μελαγχολικά βιβλία των Μάγων, που είναι δεμένα με σίδερα. Υπάρχουν εκεί, λέγω, θαυμάσιες ιστορίες του Ουρανού και της Γης και της ισχυρής θάλασσας, — και των Πνευμάτων, που βασίλευαν πάνω στη θάλασσα, στη γη και στον ουρανό τον ύψιστο. Υπήρχαν επίσης πολλές γνώσεις μέσα στους χρησμούς, που ειπώθηκαν από τις Σίβυλλες· και ιερά, πανίερα πράματα έχουν ακουστεί άλλοτε από τα σκοτεινά φύλλα, που θρόιζαν γύρω στη Δωδώνη. Μα καθώς είναι αλήθεια, όσο ο Αλλάχ είναι ζωντανός! κρατώ αυτό το μύθο, που μου διηγήθηκε ο Δαίμων καθισμένος κοντά μου μέσα στον ίσκιο του τάφου, για τον πιο θαυμαστό από όλους! Κι όταν ο Δαίμων τελείωσε την ιστορία του, ανετράπη μέσα στο βάθος του τάφου κι αφέθηκε να γελά. Κι εγώ δε μπορούσα να γελάσω αντάμα με το Δαίμονα κι αυτός με καταράστηκε, γιατί δε μπορούσα να γελάσω. Κι ο λύγκας που κατοικούσε για την αιωνιότητα μέσα στον τάφο, βγήκε από εκεί και κατακλίθηκε στα πόδια του Δαίμονα. Και τον κοίταξε ατενώς μέσα στα μάτια. 


Πηγή: Λογοτεχνικό Περιοδικό Ενδοχώρα, Τεύχος 19 (1962).

29 Σεπτεμβρίου 2021

Αρχαιολογικός χώρος [Λουκάς Κούσουλας]


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Παράτησε στη φλυαρία τους Οδηγούς 
και πάρε μόνος
τη μυστική κλωστή που ξετυλίγουν 
τα μικρά κόκκινα βέλη ολόισα
στο Στόχο.
Προτού σου κλέψουν όπως του ταύρου 
λίγη λίγη τη δύναμη οι μπαντερίλλιοι (*)
πάρε αποπίσω τη δική σου 
Μοίρα και κλάψε την.
Αν είναι δικαιολογία καμμιά 
θα φτάνει σε σένα.
                                  Οι άλλοι
δουλειά τους είναι και θα λένε,
θα ερμηνεύουν.
Αποδώ εσύ χάνεσαι
και κείθε σε ανιχνεύουν!



Πηγή: Λογοτεχνικό Περιοδικό Ενδοχώρα, Τεύχος (διπλό) 17-18 (1962).


(*) Μπαντερίλλιοι < Μπαντεριγέρος: Στο τελετουργικό των ταυρομαχιών, για τις οποίες ελπίζουμε κάποτε να σταματήσουν, προτού ο ταυρομάχος – δολοφόνος (ο ματαντόρ) καρφώσει το σπαθί για να σκοτώνει τον ταύρο εμφανίζονται στην αρένα δυο μπαντεριγέρος, οι οποίοι καρφώνουνε στο σώμα τού ταύρου (στο σβέρκο, στις πλάτες και στα καπούλια) τρία ζευγάρια μακριά ξύλινα βέλη με μεταλλική μύτη στολισμένα με χρωματιστές σερπαντίνες για να προκληθεί αιμορραγία και εξασθένιση τού ταύρου.

28 Σεπτεμβρίου 2021

Frammento dal greco di Simonide [Giacomo Leopardi, μετ. ΦΚ]

XL
Frammento dal greco di Simonide

Ogni mondano evento
È di Giove in poter, di Giove, o figlio,
Che giusta suo talento
Ogni cosa dispone.
Ma di lunga stagione
Nostro cieco pensier s'affanna e cura,
Benché l'umana etate,
Come destina il ciel nostra ventura,
Di giorno in giorno dura.
La bella speme tutti ci nutrica
Di sembianze beate,
Onde ciascuno indarno s'affatica:
Altri l'aurora amica,
Altri l'etade aspetta;
E nullo in terra vive
Cui nell'anno avvenir facili e pii
Con Pluto gli altri iddii
La mente non prometta.
Ecco pria che la speme in porto arrive,
Qual da vecchiezza è giunto
E qual da morbi al bruno Lete addutto;
Questo il rigido Marte, e quello il flutto
 
Del pelago rapisce; altri consunto
Da negre cure, o tristo nodo al collo
Circondando, sotterra si rifugge.
Così di mille mali
I miseri mortali
Volgo fiero e diverso agita e strugge.
Ma per sentenza mia,
Uom saggio e sciolto dal comune errore,
Patir non sosterria,
Né porrebbe al dolore
Ed al mal proprio suo cotanto amore.


Απόσπασμα του Σιμωνίδη από τα Ελληνικά

Οποιοδήποτε κοσμικό γεγονός
Είναι στου Δία την εξουσία, του Δία, ώ γιέ μου,
Που ‘ναι στ’ αλήθεια το ακριβές του χάρισμα
Που κάθε τι διαθέτει.
Αλλά για μια εποχή μεγάλης διάρκειας,
Η τυφλή μας σκέψη ανησυχεί και νοιάζεται,
Αν και η ανθρώπινη ηλικία,
Καθώς την τύχη μας ορίζει ο ουρανός,
Πάει από μέρα σε μέρα,
Η όμορφη ελπίδα μάς τρέφει όλους
Με μακάρια γνωρίσματα,
Έτσι καθένας μάταια κοπιάζει:
Άλλοι για την αγαπημένη χαραυγή, τα νιάτα
Άλλοι για την προσδοκώμενη ηλικία.
Και τίποτα στη γη δεν ζει,
Έτσι ώστε την επόμενη χρονιά νάναι ευνοϊκοί και ελεήμονες
Μαζί  με τον Πλούτωνα οι άλλοι θεοί,
Ο νους καθόλου δεν υπόσχεται.
Νάτην! πριν φτάσει η ελπίδα στο λιμάνι,
Αυτή που με τα γηρατειά έρχεται μαζί
Και που προσθέτει ασθένειες στην καστανή, νεανική Λήθη.
Αυτός είναι ο άκαμπτος Άρης κι αυτό το κύμα
 
Του πελάγου, που θα μας απαγάγει. Άλλοι γερασμένοι
Από δυνατά γιατρικά κι άλλοι με θλιβερό κόμπο γύρω 
Στο λαιμό, υπόγεια δραπετεύουμε.
Έτσι με τα χίλια δεινά,
Όντα άθλια θνητά,
Καθώς θέλω νάμαι αλαζόνας και να ξεχωρίζω, 
Τινάξτε το κορμί σας και παλέψτε για τη ζωή σας.
Αλλά σχετικά με το αντίτιμο, την ποινή μου, 
Άνθρωπος σοφός κι απαλλαγμένος από συνηθισμένα λάθη,
Ότι θα την αντέξω, δεν θα το ισχυριστώ,
Ούτε κι αν οδηγήσει στον πόνο
Και στα δεινά του ο τόσος πολύς 
Για τη ζωή μου πόθος.

27 Σεπτεμβρίου 2021

Mary Wollstonecraft [Voltairine de Cleyre]

Mary Wollstonecraft (*)

Η σκόνη εκατοντάδων χρόνων
Στα στήθια σου είναι,
Και η μέρα σου και η νύχτα σου των δακρύων
Κείτονται ναρκωμένες. 
Εσύ που ήταν τους η χαρά σου ανόητη,
Μια ζωή μια λέξη σπασμένη για των άλλων το ρυθμό, (**)
Κοίτα, η ώρα σου να χαμογελάς (στον υποψήφιο αγοραστή σου) ήρθε,
Και ο καιρός τού θρήνου μας. (***)   
Εσύ που ‘πινες ξίδι από το σφουγγάρι κι ‘χες τα μύρρα 
Και τον πικρότερο σταυρό,
Χαμογέλα, γιατί έφτασε η μέρα 
Που ξέρουμε πως θα χαθούμε · –
Η δική σου θα χαθεί ανολοκλήρωτη πράξη,
Το ατελείωτό σου τραγούδι,
Οι αμίλητες για τις ανάγκες μας λέξεις,
Τ’ άδικα λάθη·   
Χαμογέλα, που θρηνούμε, εμείς θρηνούμε,
Για τον αμετρίαστο πόνο,
Η ανοιχτή πληγή κάηκε βαθιά,
Ώστε να κερδίσουμε θα μπορούσε.
Μητέρα με τα περίλυπα μάτια
Των νεκρών παλιών ημερών,
Μητέρα των πολλών στεναγμών,
Απ’ τους πόνους απ΄ τους κακούς τους τρόπους·
Μητέρα των αποφασιστικών βημάτων
Μέσ’ απ’ όλα τα αγκάθια,
Μητέρα με τη δυνατή και γλυκιά ψυχή, –
Κοίτα, μετά τις καταιγίδες
Που ‘χουνε σπάσει και νικήσει τη σκόνη σου
Την από εκατοντάδες χρόνια,
Η μνήμη σου διορθώθηκε,
Και οι κατάλληλοι άνθρωποι ακούν.

Τα παιδιά σου γονατίζουνε κι επαναλαμβάνουν:
«Αν και η σκόνη είναι σκόνη,
Αν και το χώμα και η κάσα και το σεντόνι
Κι ο σκόρος και η σκουριά
Έχουνε διπλώσει και καλουπώσει και καταπιέσει,
Δεν μπορούν εν τούτοις να σκοτώσουν·
Στην καρδιά τού κόσμου βαθιά που ακινητεί
Ακόμα ζει.»    


Mary Wollstonecraft

The dust of a hundred years
Is on thy breast,
And thy day and thy night of tears
Are centurine rest.
Thou to whom joy was dumb,
Life a broken rhyme,
Lo, thy smiling time is come,
And our weeping time.
Thou who hadst sponge and myrrh
And a bitter cross,
Smile, for the day is here
That we know our loss; —
Loss of thine undone deed,
Thy unfinished song,
Th’ unspoken word for our need,
Th’ unrighted wrong;
Smile, for we weep, we weep,
For the unsoothed pain,
The unbound wound burned deep,
That we might gain.
Mother of sorrowful eyes
In the dead old days,
Mother of many sighs,
Of pain-shod ways;
Mother of resolute feet
Through all the thorns,
Mother soul-strong, soul-sweet, —
Lo, after storms
Have broken and beat thy dust
For a hundred years,
Thy memory is made just,
And the just man hears.

Thy children kneel and repeat:
“Though dust be dust,
Though sod and coffin and sheet
And moth and rust
Have folded and molded and pressed,
Yet they cannot kill;
In the heart of the world at rest
She liveth still.”

Philadelphia, 27th April 1893
 

(*) Η Mary Wollstonecraft, 27.04.1759 – 10.09.1797, ήταν Αγγλίδα συγγραφέας, φιλόσοφος και πρωτοπόρος υπέρ της γυναικείας χειραφέτησης. Έγραψε μυθιστορήματα, ταξιδιωτικά, την ιστορία της Γαλλικής Επανάστασης και παιδική λογοτεχνία. Ποιο γνωστό της έργο είναι το βιβλίο «A Vindication of the Righs of Woman», του 1792, όπου αμφισβητεί την παραδοσιακή θέση τής γυναίκας και αναλύει επισταμένα και συστηματικά τα πολιτικά δικαιώματα των γυναικών. Ήταν μητέρα τής Mary Wollstonecraft Shelley, συγγραφέως τού περίφημου μυθιστορήματος «Frankenstein  or The Modern Prometheus” 
(**) broken rhyme: η τεχνική να σπάει στα δυο μια λέξη στο τέλος ενός στίχου, με την υπόλοιπη να εμφανίζεται στην αρχή τού επόμενου, ώστε να βγαίνει η ρίμα στο ποίημα. 
(***) weeping time: αναφέρεται στο μεγαλύτερο σκλαβοπάζαρο μαύρων, στην ιστορία των ΗΠΑ, που έλαβε χώρα στις 2 και 3 Μάρτη 1859,  στο Ten Broeck Race Course της Georgia και έμεινε στην ιστορία ως Weeping Time. 


Πηγή πρωτότυπου: theanarchistlibrary.org / Voltairine de Cleyre.

26 Σεπτεμβρίου 2021

La sera del dì di festa [Giacomo Leopardi, μετ. ΦΚ]

XIII
La sera del dì di festa

Dolce e chiara è la notte e senza vento,
E queta sovra i tetti e in mezzo agli orti
Posa la luna, e di lontan rivela
Serena ogni montagna. O donna mia,
Già tace ogni sentiero, e pei balconi
Rara traluce la notturna lampa:
Tu dormi, che t'accolse agevol sonno
Nelle tue chete stanze; e non ti morde
Cura nessuna; e già non sai né pensi
Quanta piaga m'apristi in mezzo al petto.
Tu dormi: io questo ciel, che sì benigno
Appare in vista, a salutar m'affaccio,
E l'antica natura onnipossente,
Che mi fece all'affanno. A te la speme
Nego, mi disse, anche la speme; e d'altro
Non brillin gli occhi tuoi se non di pianto.
Questo dì fu solenne: or da' trastulli
Prendi riposo; e forse ti rimembra
In sogno a quanti oggi piacesti, e quanti
Piacquero a te: non io, non già ch'io speri,
Al pensier ti ricorro. Intanto io chieggo
Quanto a viver mi resti, e qui per terra
 
Mi getto, e grido, e fremo. Oh giorni orrendi
In così verde etate! Ahi, per la via
Odo non lunge il solitario canto
Dell'artigian, che riede a tarda notte,
Dopo i sollazzi, al suo povero ostello;
E fieramente mi si stringe il core,
A pensar come tutto al mondo passa,
E quasi orma non lascia. Ecco è fuggito
Il dì festivo, ed al festivo il giorno
Volgar succede, e se ne porta il tempo
Ogni umano accidente. Or dov'è il suono
Di que' popoli antichi? or dov'è il grido
De' nostri avi famosi, e il grande impero
Di quella Roma, e l'armi, e il fragorio
Che n'andò per la terra e l'oceano?
Tutto è pace e silenzio, e tutto posa
Il mondo, e più di lor non si ragiona.
Nella mia prima età, quando s'aspetta
Bramosamente il dì festivo, or poscia
Ch'egli era spento, io doloroso, in veglia,
Premea le piume; ed alla tarda notte
Un canto che s'udia per li sentieri
Lontanando morire a poco a poco,
Già similmente mi stringeva il core.


Το απόβραδο της γιορτινής μέρας

Γλυκιά και φωτεινή που είναι η νύχτα
Και δίχως να φυσάει τ’ αγέρι,
Και ήσυχο πάνω από τις στέγες
Και στη μέση των λαχανόκηπων
Προβάλλει το φεγγάρι, κι από μακριά γαλήνια
Αποκαλύπτεται κάθε βουνοκορφή. Ω ψυχή μου,
Τώρα σωπαίνει κάθε δρομάκι, κι απ’ τα μπαλκόνια
Σπάνια το φωτίζει η λάμπα η νυχτερινή:
Κοιμάσαι, ως σε καλωσόρισε για ελαφρό ύπνο
Στις ήσυχες κάμαρες. Και δεν σου δαγκώνει το σώμα
Καμία θεραπεία. Και πάλι δεν ξέρεις, ούτε σκέφτεσαι,
Ποια η πληγή που μου άνοιξες στη μέση του στήθους μου.
Κοιμάσαι: Εγώ, αυτός ο παράδεισος, τόσο ευνοϊκός
Εμφανίζεται στην όψη, κι εγώ για να χαιρετίσω
Ρίχνω μια ματιά από ψηλά,
Και να! η αρχαία παντοδύναμη φύση,
Που με βάζει σε μπελά. Σε σένα αρνούμαι
Την ελπίδα, μου είπε, ακόμη και την ελπίδα. Κι εξ άλλου
Τα μάτια σου δεν έλαμψαν παρά μόνο απ’ το κλάμα.
Αυτή η μέρα ήταν πανηγυρική: τώρα απ’ τη διασκέδαση
Ξεκουράσου: και ίσως να θυμάσαι
Σαν σε όνειρο σε πόσους άρεσες σήμερα και πόσοι
Σου αρέσαν: εμένα όχι, όχι πως έχω κάποια προσδοκία,
Απευθύνομαι απλά στη σκέψη σας. Εν τω μεταξύ, ρωτάω
Πόσο μού μένει να ζήσω, εδώ στη γη και

Ορμάω, ουρλιάζω κι ανατριχιάζω. Ω φρικτές μέρες
Σε μια τόσο χλωρή ηλικία! Ωχ, στο δρόμο
Δεν ακούω για πολύ το μοναχικό τραγούδι
Από τον δουλευτή, που πάει αργά το βράδυ,
Μετά τις διασκεδάσεις, στο φτωχικό κατάλυμά του.
Κι από περηφάνεια σφίγγεται η καρδιά μου,
Σκεπτόμενος πώς όλα περνούν σ’ αυτό τον κόσμο,
Και σχεδόν κανένα χνάρι δεν μένει πίσω. Εδώ τράπηκε σε φυγή
Η ημέρα η γιορτινή και τη γιορτή διαδέχεται
Η συνηθισμένη μέρα και τότε ο χρόνος φέρνει εκεί
Κάθε ατύχημα του ανθρώπου. Τώρα πού είναι ο ήχος
Από κείνους τους αρχαίους λαούς;
Τώρα πού είναι η κραυγή απ’ τους διάσημους προγόνους μας
Και τη μεγάλη αυτοκρατορία
Της Ρώμης εκείνης, και τα όπλα, και ο βρυχηθμός,
Τι συνέβη στη στεριά και στον ωκεανό;
Όλα καταλήγουν να γίνουν ειρήνη και σιωπή 
Κι όλος ο κόσμος αναπαύεται,
Κι οι περισσότεροι από αυτούς δεν συλλογιούνται.
Στην άγουρη ηλικία μου, περίμενα
Ανυπόμονα τη μέρα της γιορτής, και μετά
Όταν αυτή πια έσβηνε, χανόταν, εγώ με πόνο, ξύπνιος,
Πίεζα το κοντύλι μου, το ένα μετά το άλλο. Κι αργά το βράδυ
Ένα τραγούδι που ηχούσε στα μονοπάτια
Έσβηνε ξεμακραίνοντας αργά αργά, έτσι
Όμοια τώρα, κι η καρδιά μου, πώς τη νιώθω πια να σφίγγει!

25 Σεπτεμβρίου 2021

«Ο μουσικοσυνθέτης Μπερνστάιν» του Σάκη Παπαδημητρίου, και το κείμενο «Ο μέσος όρος», του Leonard Bernstein, σε μετάφραση Σάκη Παπαδημητρίου.


Ο ΜΟΥΣΙΚΟΣΥΝΘΕΤΗΣ ΜΠΕΡΝΣΤΑΙΝ

Ο μουσικοσυνθέτης Λέοναρντ Μπερνστάιν γεννήθηκε το 1918. Σπούδασε στο Χάρβαρντ και υπήρξε μαθητής του Πίστον και άλλων συνθετών. Ήδη μόλις 25 ετών διευθύνει την Φιλαρμονική της Νέας Υόρκης σαν αναπληρωτής του Μπρούνο Βάλτερ. Την ίδια χρονιά (1943 — 44) η συμφωνία του «Ιερεμίας» κερδίζει το πρώτο βραβείο μουσικής του «Κύκλου των κριτικών» της Νέας Υόρκης κ’ έτσι ο Μπερνστάιν αρχίζει να γίνεται γνωστός σαν συνθέτης και διευθυντής ορχήστρας, ενώ αργότερα εμφανίζεται και ως πιανίστας. Ανήσυχη φύση, γράψει την περίφημη συμφωνία του «Αιώνας της αγωνίας», επηρεασμένος βαθιά απ’ την τζαζ. Πολύπλευρο ταλέντο, γράφει, όπερα, οπερέτα, μπαλέτο, μουσική κωμωδία, κύκλους από τραγούδια, όπως τα «5 παιδικά τραγούδια», «Μισώ τη μουσική» κ.α. Επίσης γράψει για κουαρτέτα εγχόρδων, μουσική για πνευστά, αντιφασιστικά τραγούδια με δικά του λόγια, μουσική επένδυση σε διάφορα φιλμ, όπως στο «Λιμάνι της αγωνίας» του Καζάν, και συνθέτει μουσική τζαζ. Στο διάστημα αυτό διδάσκει στο πανεπιστήμιο Μπράνταϊς, εμφανίζεται στην τηλεόραση με αναλυτικές ομιλίες και παραστάσεις για τη μουσική — κλασσική και σύγχρονη —, γράφει άρθρα και δίνει διαλέξεις. Από το 1957 είναι μόνιμος διευθυντής της Φιλαρμονικής της Νέας Υόρκης — αντικαθιστώντας τον Μητρόπουλο — με την οποία έχει γυρίσει πολλά μέρη του κόσμου παίζοντας κλασική και σύγχρονη μουσική. Τον Αύγουστο του 1959 επισκέφτηκε την Ελλάδα και έδωσε δύο συναυλίες, στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη.
Το 1960 θέλοντας να πρωτοπορήσει στην τζαζ χρησιμοποιεί στις συνθέσεις του την Φιλαρμονική της Ν. Υόρκης και το κουαρτέτο Ντέιβ Μπρούμπεκ, μια απ’ τις πιο γνωστές μικρές ορχήστρες μοντέρνας τζαζ.
Έγραψε επίσης το βιβλίο «Η χαρά της μουσικής» που τυπώθηκε έξι φορές από το 1954.


Ο ΜΕΣΟΣ ΟΡΟΣ

Από μικρό παιδί, θυμάμαι, μιλούσα για τη μουσική με φίλους, συνάδελφους, καθηγητές, μαθητές και με απλούς ανθρώπους· τα τελευταία όμως χρόνια άρχισα να κάνω σχετικές ομιλίες κι έτσι μπήκα κι εγώ στη μακρά σειρά των καλοπροαίρετων, αλλά αποτυχημένων γενικά ανθρώπων, που προσπάθησαν να ερμηνεύσουν το μοναδικό φαινόμενο της ανθρώπινης αντίδρασης στον οργανωμένο ήχο. Είναι σχεδόν σαν να προσπαθούμε να εξηγήσουμε μια ιδιοτροπία της φύσης. Τελικά πρέπει κάνεις να παραδεχτεί απλά, ότι οι άνθρωποι ευχαριστιούνται ακούγοντας τον οργανωμένο ήχο, ότι αυτή η απόλαυση μπορεί να πάρει τη φόρμα όλων των ειδών των αντιδράσεων, από το ζωώδη ερεθισμό μέχρι την πνευματική έκσταση, και ότι οι άνθρωποι που μπορούν να οργανώνουν ήχους με τέτοιο τρόπο που να προκαλούν τις πιο εκστασιακές αντιδράσεις ονομάζονται κοινώς μεγαλοφυίες. Αυτά τα αξιώματα δε μπορούν να αμφισβητηθούν ούτε να εξηγηθούν.

Έχουν γραφτεί περισσότερες λέξεις για την «Ηρωική συμφωνία» απ’ τις νότες της· φαντάζομαι, μάλιστα, ότι η αναλογία των λέξεων με τις νότες, αν μπορούσε να πετύχει κανείς ένα σωστό μέτρημα, θα ήταν καταπληκτική. Κι όμως, έχει ποτέ κανείς «εξηγήσει» πετυχημένα την «Ηρωική συμφωνία»; Μπορεί κανείς να εξηγήσει σε απλό πεζό λόγο το θαύμα της μιας νότας πού συμπίπτει με μια άλλη, έτσι ώστε να αισθανθούμε πώς ακριβώς πρέπει να ‘ναι οι νότες; Φυσικά όχι. Όσο ορθολογιστές κι αν ομολογούμε ότι είμαστε σταματούμε ανίκανοι στα σύνορα αυτής της μουσικής έκστασης. Δεν είναι υπερβολή να πει κανείς ότι πρόκειται για «μυστήριο» ή «μαγεία».

Οι μεγαλύτεροι ορθολογιστές της ιστορίας παραδέχτηκαν ότι υπάρχει ένα λεπτό μυστικό πέπλο στις συζητήσεις τους για το αντικείμενο της μουσικής, αναγνωρίζοντας τον αρμονικό και ολοκληρωτικά ικανοποιητικό συνδυασμό των μαθηματικών και της «μαγείας», που είναι η μουσική. Ο Πλάτων και ο Σωκράτης ήξεραν ότι η μελέτη της μουσικής αποτελεί μια απ’ τις σπουδαιότερες μεθόδους πειθαρχίας του πνεύματος για τους νέους και επέμειναν σ’ αυτή σα «σίνε κβα νον» (σ.σ. sine qua non: εκ των ων ουκ άνευ) της εκπαίδευσης· ακριβώς γι' αυτήν την αιτία, επειδή δηλ. συνδύαζε τις ιδιότητες του επιστημονικού και «πνευματικού». Κι όμως ο Πλάτων, όταν μιλά για τη μουσική περιφέρεσαι σε μάταιες γενικεύσεις για την αρμονία, την αγάπη, το ρυθμό και για κείνες τις θεότητες που μπορούσαν, όπως φαίνεται, να μεταφέρουν μια μελωδία. Ήξερε όμως ότι τα θούρια έσπρωχναν τους στρατιώτες στη μάχη – καθένας το ήξερε αυτό — και ότι ορισμένες ελληνικές μελωδίες για την αγάπη, τον πόλεμο, τα συμπόσια ή την στέψη ενός αθλητή ήταν καλύτερες από άλλες. Όπως και οι Ινδοί με τις μαθητικά πολύπλοκες κλίμακες, τους ρυθμούς και τις «γιάγκα» τους (Μια ινδική μουσική κλίμακα. Ο όρος όμως αυτός προσδιορίζει μόνο τις νότες που την αποτελούν, αλλά και διάφορες μελωδίες που δένονται μ’ αυτή) ξέρουν ότι ορισμένες είναι για τις πρωινές ώρες ή τη δύση του ήλιου, άλλες για τις κακοκαιρίες. Κανένας όμως μαθηματικός υπολογισμός δε μπορεί να το εξηγήσει.

Και στις μέρες μας ακόμα αντιμετωπίζουμε αυτό το εμπόδιο της «μαγείας». Προσπαθούμε να επιστημονικολογούμε με τον πολύπλοκο τρόπο μας — να μεταχειριζόμαστε αρχές της φυσικής, της ακουστικής, των μαθηματικών και τυποποιημένη λογική. Χρησιμοποιούμε φιλοσοφικές μεθόδους σαν τον εμπειρισμό και την τελεολογία. Τι πετυχαίνουν όμως για μας; Οι «μαγικές» ερωτήσεις μένουν ακόμα αναπάντητες. Μπορούμε να προσπαθήσουμε να εξηγήσουμε π.χ. το «σχήμα» ενός θέματος οπό κουαρτέτο του Μπετόβεν λέγοντας ότι ακολουθεί το τυπικό πρότυπο της σύνθεσης, ότι δηλ. υπάρχει μια μικρή μουσική φράση (θέση) που την ακολουθεί μια «ερωτηματική απάντηση» (αντίθεση) που την ακολουθεί μια ανάπτυξη που βγαίνει από τη σύγκρουση των δύο (σύνθεση). Οι Γερμανοί ονομάζουν τη φόρμα αυτή «στάλλεν». Άλλο τη λένε «συλλογιστική». Λόγια, λόγια, λόγια. Γιατί είναι όμορφο το θέμα; Εδώ είναι η δυσκολία. Μπορούμε να βρούμε εκατό θέματα με το ίδιο σχήμα, ή βασισμένα σε παραλλαγές αυτού του πρότυπου, ένα όμως ή δύο θα είναι «όμορφα».

Όταν ήμουνα στο Χάρβαρντ ο καθηγητής Μπέρκχοφ είχε τυπωθεί ένα σύστημα αισθητικής αξιολόγησης — στην πραγματικότητα προσπαθούσε να αναπτύξει ένα μαθηματικό σύστημα, με το όποιο να μπορεί να αποδοθεί μια βαθμολόγηση της ομορφιάς με ένα σταθερό δεδομένο αισθητικής αξίας. Ήταν μια ευγενική προσπάθεια, αλλά όταν όσα λέγονταν μπήκαν σ’ ενέργεια φθάσαμε σ’ αδιέξοδο. Οι πέντε ανθρώπινες αισθήσεις είναι ικανές να μετρήσουν τα αντικείμενα ως ένα ορισμένο σημείο (το μάτι μπορεί να διαπιστώσει ότι το «Χ» έχει δύο ουρές εν σχέση με τo «Υ» πού έχει μόνο μία και το αυτό μπορεί να ξεχωρίσει ότι ένα τρομπόνι παίζει πιο δυνατά από ένα άλλο)· μπορούν όμως να μετρηθούν οι ίδιες οι αισθητικές αντιδράσεις των αισθήσεων; Αν η «Ηρωική συμφωνία» πάρει βαθμό 3, 2 τι βαθμό θα δώσετε στον «Τριστάνδο και την Ίζόλδη» ή σ’ ένα μονοσέλιδο πρελούδιο του Μπαχ;

Μπερδευόμαστε. Χρησιμοποιούμε επιστημονικές μεθόδους στην προσπάθειά μας να εξηγήσουμε «μαγικά» φαινόμενα με πράξεις, δυνάμεις, μάζα κι ενέργεια. Μα απλούστατα δε μπορούμε να εξηγήσουμε την ανθρώπινη αντίδραση σ’ αυτά τα φαινόμενα. Η φυσική μπορεί να «εξηγήσει» τις θύελλες, μπορεί όμως να «εξηγήσει» το φόβο, με τον όποιο αντιδρούν οι άνθρωποι σ’ αυτό; Κι αν ακόμα μπορεί, με την παραδεδεγμένη ανεπαρκή ορολογία της ψυχολογίας, πώς εξηγεί η φυσική την αίσθηση του μεγαλείου που αισθανόμαστε σε μια θύελλα· χωρίζοντας την μήπως σε μέρη; Τρία μέρη ηλεκτρική διέγερση, ένα μέρος ακουστικός ερεθισμός, ένα μέρος οπτικός ερεθισμός, τέσσερα μέρη αισθήματα αναγνωρίσεως και άλλα δυο μέρη θαυμασμού για τις παντοδύναμες δυνάμεις — ένα απίθανο κοκτέιλ.

Μερικοί άνθρωποι όμως έχουν εξηγήσει το μεγαλείο της θύελλας — πού και πού και με διαφορετικούς βαθμούς επιτυχίας — αυτοί οι άνθρωποι ονομάζονται ποιητές. Μόνον οι καλλιτέχνες μπορούν να εξηγήσουν τη «μαγεία» μόνον η τέχνη μπορεί να υποκαταστήσει τη φύση. Με το ίδιο τεκμήριο, μόνο η τέχνη μπορεί να υποκαταστήσει την τέχνη. Και έτσι ο μόνος τρόπος με τον όποιο μπορεί κανείς πράγματι να πει κάτι για τη μουσική είναι να γράψει μουσική.

Προχωρούμε ακόμα στην προσπάθεια μας να ρίξουμε λίγο φως στο μυστήριο. Υπάρχει μια ανθρώπινη τάση να ξεκαθαρίζουμε, να σκεφτόμαστε ορθολογιστικά, να κρίνουμε, να αναλύουμε, να περιορίζουμε, να περιγράφουμε. Υπάρχει επίσης μια τάση να «πουλάμε» μουσική· την τάση αυτή την προσκάλεσε η μεταβολή της μουσικής των τελευταίων διακοσίων ετών σε βιομηχανία. Σχηματίστηκαν ξαφνικά μαζικές αγορές, μια τεράστια βιομηχανία: δίσκων, επαγγελματίες με σταδιοδρομία, ευγενική άμιλλα, μουσικά επιμελητήρια κ.λπ. Κι από όλα αυτά βγήκε κάτι που ονομάστηκε «εκτίμηση της μουσικής» και που είναι στην πραγματικότητα η εμπορική αξιοποίηση της μουσικής. Χρησιμοποιεί κάθε μέσο για να «πουλήσει» μουσική — δόλο, δεκαρολογία, κολακεία, υπεραπλοποίηση, άσχημη ψυχαγωγία, απίθανες ιστορίες, όλα αυτά για να διατηρήσει την μουσική επιχείρηση.

Η εμπορική εκμετάλλευση της μουσικής λειτουργεί με δυο μορφές ανάλογα με το ακροατήριο — η μια είναι από βλακώδης απ’ την άλλη. Η πρώτη μορφή έχει ποικιλία: από «πουλιά, μελίσσια και ποταμάκια». Μετατρέπει κάθε νότα, μουσική φράση ή συγχορδία σε σύννεφο, κατσάβραχο ή Κοζάκο. Διηγλυκερές ιστορίες για τους μεγάλους συνθέτες — είτε ψεύτικες είτε άσχετες.

Η δεύτερη μορφή αφορά την ανάλυση — μια σοβαρή, αξιέπαινη προσπάθεια που είναι το ίδιο ξερή και ανιαρή όσο και η πρώτη. Είναι του είδους «τώρα παίζεσαι το θέμα ανάποδα από το δεύτερο όμποε». Ένα εγγυημένο υπνωτικό. [...]. Διηγείται γλυκερές ιστορίες για τους μεγάλους συνθέτες - είτε ψεύτικες είτε άσχετες.

Ευτυχώς όλα όσα γράφτηκαν για τη μουσική δεν περιορίζονται στο επίπεδο της «εκτίμησης της μουσικής» (της εμπορικής της εκμετάλλευσης). Υπάρχουν συγγράφεις που έχουν νοήματα, αλλά μόνο για άλλους μουσικούς ή καλλιεργημένους ερασιτέχνες. Κάθε τόσο εμφανίζεται ένας που δεν είναι μουσικός και που δεν είναι μουσικός και που κατορθώνει να μιλήσει στον απλό άνθρωπο για την εσωτερική όψη της μουσικής, κι όχι μόνο για ρυθμούς, μελωδικά περίμετρα ή απλές αρμονικές διαδοχές. Αυτοί οι άνθρωποι είναι σπάνιοι και ανεκτίμητοι. Ο Πλάτων έχει λίγες στιγμές όπως και ο Σαίξπηρ. Ορισμένοι μυθιστοριογράφοι, όπως ο Τόμας Μαν και ο Χάξλεϊ, έχουν γράψει αξιομνημόνευτες παραγράφους, ή και κεφάλαια ακόμα, για μουσικά ζητήματα.

Η «έννοια» στη μουσική έχει απασχολήσει τους αισθητικούς, τους μουσικούς και τους φιλόσοφους επί πολλούς αιώνες. Οι διατριβές πληθαίνουν και συνήθως πετυχαίνουν να προσθέσουν μόνο περισσότερα λόγια σ’ ένα ακαθάριστο ήδη ζήτημά. Σ’ όλη αυτή τη μάζα του υλικού μπορούμε να διακρίνουμε τέσσερα είδη «έννοιας» στη μουσική:
1) Διηγηματική — λογοτεχνική έννοια («Τιλλ Γιούλενσπίγκελ», του Ριχάρδου Στράους, «Ο μαθητευόμενος μάγος» του Ντικά).
2) Ατμοσφαιρική — περιγραφική έννοια («Η θάλασσα» του Βον, «Εικόνες σε μια έκθεση» του Μουσόργκσκι).
3) Συγκινητική - αντιδραστική έννοια, όπως ο θρίαμβος, ο πόνος, ο πόθος, η μετάνοια, η χαρά, η μελαγχολία, ο φόβος — τα πιο αντιπροσωπευτικά του ρομαντισμού του 19ου αιώνα.
4) Καθαρή ή απόλυτη έννοια.
Απ’ αυτά τα είδη μόνο το τελευταίο αξίζει μουσική ανάλυση. Τα πρώτα τρία μπορούν να περιέχουν στοιχεία που είναι καλό να τα ξέρει κανείς (αν ο συνθέτης τους τα έθεσε σκόπιμα)· απ’ την άλλη μεριά έχουν ενδιαφέρον μόνον σαν αυθαίρετες δικαιολογίες ή για εμπορικούς λόγους. Αν θέλουμε να «εξηγήσουμε» τη μουσική, πρέπει να εξηγήσουμε  τ η ν  ί δ ι α  τ η  μ ο υ σ ι κ ή  κι όχι όλη τη σειρά των εξωμουσικών σκέψεων (του κριτικού) που αναπτύχτηκαν σαν παράσιτα γύρω απ’ αυτήν.

Αυτό όμως κάνει εξαιρετικά δύσκολη τη μουσική ανάλυση για τον απλό άνθρωπο. Οπωσδήποτε δε μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε αποκλειστικά μουσική ορολογία ή απλώς να φύγουμε έξω απ’ το θέμα. Πρέπει να έχουμε για καταφύγιο ορισμένες εξωμουσικές ιδέες όπως η θρησκεία, οι κοινωνικοί ή ιστορικοί παράγοντες, που μπορεί να έχουν επηρεάσει τη μουσική. Υπάρχει ένας «μέσος όρος» κάπου ανάμεσα απ’ την «εκτίμηση της μουσικής» και της απόλυτα ειδικευμένης συζήτησης· είναι δύσκολο να βρεθεί, άλλα είναι δυνατό να βρεθεί.

Είναι αυτή η βεβαιότητα, ότι μπορεί να βρεθεί ο «μέσος όρος», που μου δίνει το θάρρος να μιλήσω για τη μουσική απ’ την τηλεόραση, σε δίσκους και σε δημόσιες διαλέξεις. Όσες φορές αισθάνομαι ότι πέτυχα είναι γιατί ίσως βρήκα αυτόν τον «μέσο όρο». Και δεν είναι δυνατό να τον βρει κανείς δίχως την πεποίθηση ότι το κοινό δεν είναι ένα μεγάλο κτήνος, άλλα ένας νοήμων οργανισμός που συχνά διψά για μάθηση. Έτσι, όποτε είναι δυνατό, προσπαθώ να μιλώ για την ίδια τη μουσική — τις νότες της μουσικής — κι όταν χρειάζονται εξωμουσικές έννοιες, για παραπεμπτικούς ή ερμηνευτικούς λόγους, προσπαθώ να διαλέγω έννοιες που είναι μουσικά σχετικές, όπως εθνικές τάσεις ή πνευματική ανάπτυξη, που μπορεί να υπήρξαν μέρος της ίδιας της σκέψης του συνθέτη. Εξηγώντας την τζαζ π.χ., απέφυγα τις συνηθισμένες ψευτοϊστορικές ερμηνείες και συγκεντρώθηκα σε κείνα τα στοιχεία της μελωδίας, της αρμονίας, του ρυθμού κ.τ.λ., που κάνουν την τζαζ διαφορετική από όλη την άλλη μουσική. Μιλώντας για τον Μπαχ αναγκάστηκα να κάνω παραπομπές στις πνευματικές του πεποιθήσεις, πάντοτε όμως σχετικά με τις νότες που παρήγαγε. Μ’ άλλα λόγια, η εκτίμηση της μουσικής δεν είναι απαραίτητο να είναι εμπορική εκλαΐκευση. Το εξωμουσικό είδος της παραπομπής μπορεί να φανεί χρήσιμο αν μπει στην υπηρεσία της εξήγησης των νοτών. Και η ποικιλία του «πίνακα των θεμάτων» μπορεί να φανεί χρήσιμη αν λειτουργήσει μαζί με μια κεντρική ιδέα που μπορεί να προκαλέσει το  ενδιαφέρον του ακροατή. Εδώ ακριβώς βρίσκεται ο μέσος όρος.


Πηγή: Λογοτεχνικό Περιοδικό Ενδοχώρα, Τεύχος (διπλό) 13-14 (1961).

24 Σεπτεμβρίου 2021

Αλκαίος [Σχόλια και μετάφραση Τάκη Καρβέλη]

 
ΑΛΚΑΙΟΣ

Δε μπορούμε να ορίσουμε με ακρίβεια πότε ακριβώς γεννήθηκε και πότε πέθανε ο Αλκαίος. Γεννήθηκε στη Μυτιλήνη της Λέσβου και άκμασε περί το 610 π.χ. Για την περίοδο της ακμής συμπεραίνουμε στηριζόμενοι κυρίως στα ίδια του ποιήματα, ιδίως τα στασιωτικά (σ.σ. στασιωτικά: από το στάση: εξέγερση), που αναφέρονται σε σύγχρονά του ιστορικά γεγονότα, και σε άλλες μεταγενέστερες πληροφορίες. Ανήκε στην αριστοκρατική μερίδα της πατρίδας του κι αγωνίσθηκε με πάθος κατά των τυράννων Μελεάγρου, Μύρσιλου και του Πιττακού αργότερα. Επειδή πήρε μέρος σε αποτυχούσα απόπειρα για την κατάλυση της αρχής του Πιττακού, εκπατρίστηκε κι έζησε για καιρό μακριά απ’ την πατρίδα του. Κατόπιν όμως ξαναγύρισε, όταν ο Πιττακός του παραχώρησε αμνηστία.

1
Ω Απόλλων βασιλιά, του τρανού Δία βλαστάρι.

2
Χαίρε, ω αφέντη της Κυλλήνης, σένα η καρδιά μου
να υμνήσει θέλει, εσέ που πάνω σε κορφές αγνές
γέννησε η Μαία, με το γιον αφού έσμιξε του Κρόνου,
τον παντακράτορα.

3
... απ’ τους Θεούς το φοβερότερο
που γέννησε η ομορφοπέδιλη Ίρις,
μαζί με το χρυσόμαλλο Ζέφυρο αφού κοιμήθηκε.

4 (*)
Το σπαραγμό των ανέμων δεν κατανοώ·
τόνα το κύμα εδώ και τ’ άλλο εκεί κυλάει·
κι εμείς, καταμεσής, μες στο μαύρο
σκαμπανεβάζουμε καράβι
τσακισμένοι απ’ τη μεγάλη τρικυμία·
τα πάντα γέμισαν νερό
σχισμένο πέρα ως πέρα το πανί, 
διάτρητο,
χαλαρωθήκαν τα σκοινιά.

(*) Με το πλοίο εδώ υπονοείται η πολιτεία, που ταράσσεται από εμφύλιο σπαραγμό – παρομοίωση συνηθισμένη στους Αρχαίους κι αργότερα στους Λατίνους.
5
Το κύμα πάλι πιο πάνω απ’ τ’ άλλα αναρριχάται
και πολύ μόχθο σ’ εμάς θα δώσει να το αντλήσουμε 
σαν το καράβι πλημμυρίσει.

6
Τώρα όλοι πρέπει να μεθύσουν και με τη βία
να πίνουν· πέθανε ο Μύρσιλος.

7
Ούτε κι ο Ποσειδώνας έτσι
τον αλμυρό πόντο δεν ετράνταξε.

8
Ο Αίας βρέχει κι απ’ τον ουρανό τρικυμία μεγάλη 
φτάνει. Πάγωσαν των νερών τα ρείθρα.
Πολέμα το χειμώνα με ζέστη φωτιά, 
χύνε άφθονο γλυκό κρασί μες στα κροντήρια 
κι έπειτα σε προσκέφαλο απαλό 
τύλιξε τους κροτάφους.

9
Θέλω κάτι να πω, μα η ντροπή μ’ εμποδίζει.

10
Αγνή, ιοπλόκαμη Σαπφώ, γλυκογελούσα.

(σ.σ. ιοπλόκαμη: αυτή που έχει ιοειδής, δηλαδή μελανές, πλεξούδες) 

11
Ας πίνουμε, γιατί το αστέρι την πορεία του συνεχίζει.

12
Τον τιποτένιο Πιττακό, της πόλης της χρυσής
και της κακότυχης, έστησαν τύραννο
με μιαν όλη τους φωνή κι επευφημίες.

13
Ας πίνουμε ν’ ανάψουν τα λυχνάρια τι προσμένουμε;
Η μέρα σώνει. Φίλε μου, με σκαλιστές, μεγάλες κούπες 
κατέβαζε κρασί παυσίπονο, που ο γιος του Δία και της Σεμέλης 
χάρισε στους ανθρώπους· ως τα χείλη γιόμιζέ τες, 
μία προς δύο, κι η κούπα η μια την άλλη ας σπρώχνει.

14
Το μέγα δώμα αστράφτει από χαλκό· η αίθουσα όλη με λαμπρά 
κράνη του Άρη στολισμένη κι αλόγων λευκές φούντες, που από ψηλά τους 
γέρνουν προς τα κάτω, για των αντρών τις κεφάλες κοσμήματα· 
γύρω από ξύλινα καρφιά περικνημίδες χάλκινες, λαμπρές 
κρεμιούνται, πρόμαχοι στα ισχυρά βέλη, κι ακόμη θώρακες 
από λινάρι νέο και βαθουλές ασπίδες κάτω είναι ριχτές. 
Σπάθες, Χαλκιδικές κοντά τους κι άλλοι πολλοί, πολλοί χιτώνες. 
Τούτα μη λησμονάτε, μια και αγώνα φορτωθήκατε βαρύ.

15
Σαν τα πουλιά ζαρώσαν απ’ το φόβο τους 
μπροστά τους, ξαφνικά, αν φανεί το γρήγορο γεράκι.

16
Κρασί, διόπτρα των ανθρώπων.

17
Εύθυμο, δέξου με, τραγουδιστή, 
δέξου με, σε ικετεύω, 
ικετεύω.

ΣΧΌΛΙΟ ΣΤΟΝ ΑΛΚΑΙΟ: Σε δέκα βιβλία είχαν διαιρέσει οι Αλεξανδρινοί το ποιητικό έργο του Αλκαίου, που είναι γραμμένο στην Αιολική διάλεκτο. Κι όμως, απ’ όλον αυτό τον όγκο, μερικά μόνο ψήγματα ψυχής έφτασαν ως εμάς, αρκετά όμως για να βάλουμε τα χέρια μας επί τον τύπον των ήλων του μεγάλου του πάθους. Γιατί στον Αλκαίο μπορεί να λείπει ως ένα βαθμό η περιγραφική δύναμη, ν’ απουσιάζει η ζωγραφική ικανότητα, πίσω όμως από τους στίχους του ανακαλύπτουμε πάντοτε, τη μεγάλη του ψυχή, μια ψυχή ανάμεικτη με μίσος κι αγάπη. Μια στυγνή, πικρότατη, γεύση διαποτίζει τους στίχους των στασιωτικών του ποιημάτων, ένας συρφετός παθών αγωνίζεται να εκφραστεί. Σε όλη του τη ζωή δε θα ξεχάσει πώς είναι ένας ευπατρίδης, κι αυτή τη μνήμη θα τη διαχύσει στο έργο του, πολιτικό και ποιητικό. Ότι υποφέρει σαν πολίτης το βλέπομε, ότι σκέπτεται όμως, προ παντός, σαν ευπατρίδης, το διαπιστώνουμε συνεχώς. Γιατί, πίσω απ’ τον εχθρό του δήμου αριστοκράτη, τον προσκολλημένο στις υψηλές παραδόσεις της πατρογονικής του κληρονομιάς, σαλεύει μια πρωτογονική μέθη, διάθεση χολερική, έτοιμη να σκυλεύσει και τα πτώματα.
Τώρα όλοι πρέπει να μεθύσουν και με τη βία 
να πίνουν· πέθανε ο Μύρσιλος.
Πρέπει όμως να του το αναγνωρίσουμε: είναι όλος πάθος. Όχι μόνο στον πολιτικό τομέα, αλλά και στον καθαρά ανθρώπινο, εκεί που χρειάζεται, να ‘χεις μα ζεστή καρδιά, για να γράψεις. Κι απ’ τους στίχους, που σώθηκαν, τους τόσο λίγους, διαπιστώνουμε πως ο Αλκαίος είναι μια ψυχή γεμάτη διάχυση, με μιαν ακατανίκητη ορμή προς τη ζωή, τη ζωή των μικροαπολαύσεων, του γλεντιού, του κεφιού. Συμπτώματα, βέβαια των καιρών. Βλέπομε πάντως στους στίχος του αυτή τη μέθη της καρδιάς, αυτή την αιώνια ψυχική κάμψη, τους αισθανόμαστε σα δάχτυλα ρικνά (σ.σ. ρυτιδιασμένα) που βυθίζονται μέσα μας 
Εύθυμο, δέξου με, τραγουδιστή, 
δέξου με, σε ικετεύω,
ικετεύω.


Πηγή: Λογοτεχνικό Περιοδικό Ενδοχώρα, Τεύχος (διπλό) 13-14 (1961).

23 Σεπτεμβρίου 2021

Σ’ έναν απ’ τούς πολλούς [Μήτσος Λυγίζος]


Σ’ ΕΝΑΝ ΑΠ’ ΤΟΥΣ ΠΟΛΛΟΥΣ

Κάθε πρωί σε τουφέκιζαν 
κι εσύ ξαναζούσες.
Ανίκανοι να βρουν την καρδιά σου 
μάτωναν την ελευθερία σου.

Ένα κυνηγημένο λευκό περιστέρι 
ήτανε τ’ όραμά σου 
φίλε ακριβέ
με το φτωχό βαλάντιο 
και το πλούσιο χέρι.

Έγραφες ένα πρωϊνό 
τ’ όνομά σου στην άμμο 
κι έφυγες όπως ήρθες 
απέριττος και γυμνός.



Πηγή: Λογοτεχνικό Περιοδικό Ενδοχώρα, Τεύχος (διπλό) 13-14 (1961).


Για το πολύπλευρο και σημαντικότατο έργο τού Μήτσου Λυγίζου, μεταφέρω το εργοβιογραφικό κείμενο από τη wikipedia.org.

Ο Μήτσος Λυγίζος (1 Σεπτεμβρίου 1912 - 18 Σεπτεμβρίου 1993) ήταν Έλληνας συγγραφέας λογοτεχνικών και θεατρικών έργων ποιητής, σκηνοθέτης, ηθοποιός και διευθυντής Δραματικών Σχολών.

Βιογραφία

Αρχικά σπούδασε στην Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου όπου έγινε βοηθός του Δημήτρη Ροντήρη, και συνέχισε τις σπουδές του στο Central School of Dramatic Arts στο Λονδίνο. Ως ηθοποιός πρωτοεμφανίστηκε το 1940 συμμετέχοντας στην «Αντιγόνη» του Σοφοκλή που παρουσίασε το Εθνικό Θέατρο με πρωταγωνίστρια την Ελένη Παπαδάκη.
Το 1948 έφυγε από την Ελλάδα για να σπουδάσει σκηνοθεσία στο Παρίσι, στο Λονδίνο και στην Νέα Υόρκη. Το 1954, όταν γύρισε στην Ελλάδα, δημιούργησε το «Κυκλικό Θέατρο» στον Παρνασσό σκηνοθετώντας πολλές παραστάσεις με γνωστούς πρωταγωνιστές όπως την Κυβέλη, την Κατερίνα, την Άννα Συνοδινού κ.ά. Το 1956 καινοτόμησε με το «Θέατρο στο πράσινο» ανεβάζοντας στον Εθνικό Κήπο το «Ρωμαίος και Ιουλιέτα», όπου αντί των σκηνικών κυριαρχούσε το φυσικό τοπίο.  Τα επόμενα χρόνια συνεργάστηκε με τους θιάσους Κατράκη, Έλσας Βεργή, Βουγιουκλάκη, Τζένης Καρέζη, Δημήτρη Παπαμιχαήλ, Δέσπως Διαμαντίδου, Νίκου Χατζίσκου κ.ά.  ανεβάζοντας έργα κλασσικού ρεπερτορίου έως επιθεώρηση. Έγραψε το σενάριο της κινηματογραφικής ταινίας «Το σταυροδρόμι του πεπρωμένου» που σκηνοθέτησε ο Τζιάννι Βερνούτσιο.

Θέατρο

Πολύμορφη και ουσιαστική ήταν η συμβολή του τη διαμόρφωση του ραδιοφωνικού και τηλεοπτικού θεάτρου στη χώρα μας. Εργάστηκε στο ραδιόφωνο μέχρι το 1970 σκηνοθετώντας πολλά έργα. Υπήρξε ο πρώτος Έλληνας σκηνοθέτης θεατρικών έργων στο χώρο της ελληνικής ραδιοφωνίας (π.χ. «Ηχώ και Νάρκισσος» με Δημήτρη Χορν και Έλλη Λαμπέτη, «Ρινόκερος» του Ευγένιου Ιονέσκο, «Το Πάσχα του Ανδρόνικου» του Προκοπίου, κ.ά.). Στην τηλεόραση επίσης είχε μεγάλη θητεία καθώς σκηνοθέτησε εκτός από μονόπρακτα έργα στις τηλεοπτικές εκπομπές «Το μικρό Θέατρο» και το «Θέατρο της Δευτέρας» και τα σήριαλ «Ο άνθρωπος δίχως πρόσωπο», «Τα  αγρίμια», «Ο εφιάλτης», «Τα δύσκολα χρόνια», «Η Θέμις έχει νεύρα», «Η Θέμις έχει κέφια», «Μαντάμ Σουσού», «Μία υπέροχη γλωσσού» κ.ά. 

Σκηνοθεσία

Ο Μήτσος Λυγίζος ως σκηνοθέτης είχε πρωτοποριακές ιδέες ανανεώνοντας τον τρόπο μεταφοράς / μετάγγισης της παράστασης ενός έργου στο κοινό. Παραδείγματα υπήρξαν πολλά, όπως το Κυκλικό θέατρο και το Θέατρο στο Πράσινο ή η παράσταση του έργου «Θεοφανώ» του Άγγελου Τερζάκη στον παλιό χριστιανικό ναό της Ροτόντας στην Θεσσαλονίκη. Ο σκοπός ήταν προφανής, με την αφαίρεση του φόρτου των σκηνικών από τις παραστάσεις και την προβολή στο κοινό αφενός της δύναμης του θεατρικού έργου και αφετέρου της ικανότητας των ηθοποιών να ενσαρκώσουν τους ήρωες. Οι ιδέες του και οι πρωτότυπες σκηνοθετικές του αντιλήψεις είχαν ανταπόκριση στο κοινό και έτσι η δραστηριότητά του μπόρεσε να επεκταθεί  σε μία σειρά σκηνοθεσιών σε κρατικά και ελεύθερα θέατρα.

Ποίηση

Ως ποιητής είχε στο κέντρο της δημιουργίας του τον άνθρωπο. Αυτόν που δοκιμάζεται από κοινωνικές και εθνικές αντιξοότητες. Από την ποίησή του περνούν όλα εκείνα που απασχολούν τις αισθήσεις και την νόηση από τον περιβάλλοντα χώρο. Η ποιητική του γραφή ήταν ελλειπτική χωρίς φανατισμούς και προσήλωση σε κάποιο αισθητικό ρεύμα. Η πρώτη του ποιητική συλλογή εκδόθηκε το 1940 («Τοπία του ημίφωτος»). Ακολούθησαν, μεταξύ άλλων, οι «Θαλασσινές καμπάνες», «Δίοδος», «Κατάδυση» για την οποία κέρδισε το α κρατικό βραβείο Ποίησης το 1981, «Μαρτυρολόγιο», «Λάμπα καταγραφής». Πολλά από τα ποιήματά του μεταφράστηκαν στα Ιταλικά, στα Γερμανικά, στα Αγγλικά και σε άλλες γλώσσες. Το 1978 του απονεμήθηκε το πρώτο κρατικό βραβείο δοκιμίου για το έργο του «Θέματα και Ποιητές».

Συγγραφή

Έγραψε πολλά και σημαντικά δοκίμια και μελέτες για το θέατρο και όχι μόνο. Μεταξύ αυτών το «Τομή στο σύγχρονο θέατρο», «Το Νεοελληνικό πλάι στο παγκόσμιο θέατρο (β’έκδοση)» για το οποίο του απονεμήθηκε το βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών το 1982, «Νεοελληνική δραματουργία», κ. ά.  Έγραψε μονόπρακτα, ασχολήθηκε με τη μετάφραση ξένων συγγραφέων «Επτά φημισμένα μονόπρακτα» με μεταφράσεις έργων συγγραφέων όπως οΤζων Μίλινγκτον Σιντζ (John Millington Synge), ο Ουίλιαμ Σάρογιαν (William Saroyan), ο Ρούπερτ Μπρούκ (Rupert Brooke) κ.ά.), την «Κοιμισμένη τρέλα» του Πωλ Βίνσεντ Κάρολ (Paul Vincent Carroll) καθώς και με ταξιδιωτικές περιγραφές.
Με το δίτομο ογκώδες βιβλίο του «Το Νεοελληνικό πλάι στο Παγκόσμιο θέατρο» προσπάθησε να δώσει μια καθοριστική εξήγηση στην έννοια Θέατρο. Θεωρούσε ότι Θέατρο σημαίνει για κάθε χώρα τα σκηνικά έργα που έγραψαν οι συγγραφείς της στη γλώσσα της. Όταν, λ.χ., αναφέρεται η αρχαία ελληνική τραγωδία εννοούνται τα έργα του Αισχύλου, του Σοφοκλή, του Ευριπίδη και όχι οι υποκριτές ή ο τρόπος που ερμήνευαν τα έργα αυτά στις σκηνές των αρχαίων Θεάτρων. Οι τελευταίοι καθώς και οι υπόλοιποι παράγοντες που συμβάλλουν στο ανέβασμα μιας παράστασης θεωρούσε ότι είναι οι δημιουργοί της σκηνικής τέχνης που αποτελεί ξεχωριστό τομέα του Θεάτρου.

Διευθυντικές θέσεις

Για μία σειρά ετών διετέλεσε Γενικός Διευθυντής των Δραματικών Σχολών του Εθνικού Θεάτρου και του Ωδείου Αθηνών, όπου δίδασκε κιόλας. Μαθητές του υπήρξαν πολλοί γνωστοί σημερινοί πρωταγωνιστές του Θεάτρου και της Τηλεόρασης.
Διετέλεσε μέλος του διοικητικού συμβουλίου στην Εταιρία Ελλήνων Λογοτεχνών από το 1982 έως το 1984 και αντιπρόεδρος το 1980.

Χαρακτήρας

Ο Μήτσος Λυγίζος ήταν ένας άνθρωπος γενικότερα του πνεύματος. Με μεγάλη ευρυμάθεια, υπήρξε επί σειρά ετών Γενικός Διευθυντής των Δραματικών Σχολών του Ωδείου Αθηνών και του Εθνικού Θεάτρου. Ήταν πολυγραφότατος με σημαντικό συγγραφικό έργο. Ασχολήθηκε επιτυχώς με την λογοτεχνία και το θέατρο.
Ήταν παντρεμένος με τη γνωστή συγγραφέα Έλενα Πανταζώνη και απέκτησαν έναν γιο. Ο γνωστός ηθοποιός Ντάνος Λυγίζος ήταν ανιψιός του. Πέθανε από οξύ πνευμονικό οίδημα.

Φιλμογραφία

1960
Ποτέ την Κυριακή

1962
Το ταξίδι
Ο Λουστράκος

1963
Ο Αδελφός Άννα
Συντρίμμια της Ζωής

1967
Ο εμποράκος
Άδικη Κατάρα

1968
Ο Τσαχπίνης
Ωραία Αιγιώτισσα
Αυτή που δεν λύγισε
Ορκίζομαι, Είμαι Αθώα
Ένας ιππότης με... τσαρούχια
Πήρε ο άνεμος τα όνειρά μου

1969
Κουρέλι της Ζωής
Η λεωφόρος της προδοσίας
Η Οδύσσεια ενός ξεριζωμένου
Αλτ! και σ'έφαγα. Εδώ Προκόπης

1970
Ο Μεγάλος Ένοχος
Μία Ζωή χωρίς Αγάπη

1971
Ο Δρόμος των Ηρώων
Αυτοί που ξέχασαν τον Όρκο τους

Θεατρικές παραστάσεις που σκηνοθέτησε

1971
Ο αντρειωμένος
Ε, εσείς οι απ’ έξω

1972
Το παιδί
Η νεράιδα
Ο τυχερός
Δείπνο για δύο
Όνειρο για δύο
Κατ' αντιπαράστασιν
Ένας ευτυχής θνητός
Ο άνθρωπος της Ραγκούν

1973
Κοράν
Δίπλωμα
Ο τενόρος
Η μέγγενη
Τα ποντίκια
Το διαμάντι
Το ραντεβού
Ο Μπελαβίτα
Ο γερο-ζηλιάρης
Αυτός που έφυγε
Νυχτερινή ιστορία
Πέντε πέσος πρόστιμο
Βασίλισσες της Γαλλίας
Τα κύματα ήταν μεγάλα
Ποτέ μην πεις μεγάλο λόγο
Αυτεπάγγελτος υπεράσπισις
Ένας σύζυγος με κατανόηση
Αγάπη και πως να τη θεραπεύσεις
Ένα γκαρσόνι με τρυφερή καρδιά
Η ιστορία ενός πουκαμίσου κι ενός βιολιού

1981
Η κοιμισμένη τρέλα

(σ.σ. όλα τα θεατρικά του έργα παρουσιαστήκανε στην ΥΕΝΕΔ, στα πλαίσια τής εκπομπής «Το Μικρό Θέατρο», πλην του «Η κοιμισμένη τρέλα», το οποίο παρουσιάστηκε στην ΕΡΤ, στα πλαίσια τής εκπομπής «Το Θέατρο τής Δευτέρας»)  

Τηλεοπτικές σειρές που σκηνοθέτησε

1972
Μαντάμ Σουσού (ΥΕΝΕΔ)
Ο άνθρωπος δίχως πρόσωπο (ΕΙΡΤ)

1973
Αγρίμια (ΥΕΝΕΔ)
Εφιάλτης (ΕΙΡΤ)

1975
Δύσκολα χρόνια (ΥΕΝΕΔ)
Η Θέμις έχει κέφια (ΕΙΡΤ)

1976
Η Θέμις έχει νεύρα (ΕΡΤ)
Χωρίς φόβο και πάθος (ΕΡΤ)
Ορκίζομαι να είπω την αλήθεια (ΥΕΝΕΔ)

1977
Μια υπέροχη γλωσσού (ΥΕΝΕΔ)

1982
Ορκιστείτε παρακαλώ (ΥΕΝΕΔ)

(σ.σ. εκτός από τα πρώτο (δείτε το εδώ) και τελευταίο επεισόδια τής σειράς «Μια υπέροχη γλωσσού» και τα επεισόδια τής σειράς «Ορκιστείτε παρακαλώ» κανένα άλλο επεισόδιο από τις τηλεοπτικές σειρές δεν έχει σωθεί στο Αρχείο τής ΕΡΤ)  

Ποιητικές συλλογές

1940
Τοπία του ημίφωτος (εκδ. Α. Μαυρίδης)

1943
Θαλασσινές καμπάνες(εκδ. Α. Μαυρίδης)

1947
Η αλλαγή (εκδ. Α. Μαυρίδης)

1956
Μουσική (εκδ. Μ. Σαλιβέρου)
Οι τελευταίοι (εκδ. Μ. Σαλιβέρου)

1965
Δίοδος (εκδ. Δίφρος)
Έραναν τον τάφο (εκδ. Δίφρος)

1974
Πολιορκία (εκδ. Εργαστήρι)
Μαρτυρολόγιο (εκδ. Εργαστήρι)

1981
Από την Αντίσταση στο σήμερα (εκδ. Δωδώνη)

1986
Ποίηση από την αντίσταση (εκδ. Σύγχρονη Εποχή)

1989
Λάμπα καταγραφής (εκδ. Δωδώνη)

Βιβλία και Λογοτεχνικές μελέτες

1958
Η έννοια της ποίησης (εκδ. Μ. Σαλίβερος)
Ο Τέλλος Άγρας και ο λυρικός λόγος (εκδ. Μ. Σαλίβερος)
Το νεοελληνικό πλάι στο παγκόσμιο θέατρο (εκδ. Μ. Σαλίβερος)

1978
Αντίσταση εμφύλιος και δικτατορία (εκδ. Δωδώνη)
Προβληματισμοί στην ποίηση-Δοκίμια (εκδ. Δωδώνη)

1984
Από τα ταξίδια μου (εκδ. Δωδώνη)
Σύγχρονο θέατρο και δώδεκα θεατρικά δοκίμια (εκδ. Δωδώνη).

22 Σεπτεμβρίου 2021

Μάταιες οι θυσίες [Γιώργος Σεφέρης]


ΜΑΤΑΙΕΣ ΟΙ ΘΥΣΙΕΣ

Ακόμη ένα πηγάδι μέσα σε μια σπηλιά (1).
Άλλοτε μας ήταν εύκολο ν’ αντλήσουμε τίτλους και
περγαμηνές (από την αρχαία κληρονομιά)
για να μας βοηθήσουν οι φίλοι που μας έμεναν ακόμη πιστοί.

Τώρα οι δεσμοί έσπασαν· μονάχα οι πληγές
μας θυμίζουν την περασμένη μας ευτυχία:
τα δάχτυλα στο φιλιατρό (του πηγαδιού) καθώς έλεγε ο ποιητής (2) 
τα δάχτυλα ‘γγίζοντας τις πληγές μας νιώθουν κάποια δροσιά, 
όπως νιώθουν τη δροσιά της πέτρας λίγο.

Κάποια φωνή για το δίκιο μας, γεννά την ελπίδα
Μα πόσοι είναι οι Δίκαιοι κατά τη Θεία Γραφή; (2)

Μάταιες οι θυσίες, η ψυχή δοκιμάζεται κάθε στιγμή
και χάνει την πίστη της, γεμάτη σιωπή, χωρίς ελπίδα.


(1) Ακόμα ένα τραύμα πάνω στην πληγή μας. Η σπηλιά είναι συνηθισμένο σύμβολο στην ποίηση του Σεφέρη. Σαν αντικείμενο είναι μια έλλειψη. Ένα κομμάτι υλικού που λείπει από τη γης. Μεταφορικά, στην ηθική έννοια, μια σπηλιά μέσα στην ψυχή υποδηλώνει κάτι από την ουσία της ψυχής, που λείπει: πίστη, αγάπη, αρετή. Φυσικά, «ένα πηγάδι μέσα σε μια σπηλιά» είναι ένα τραύμα πάνω σε μια πληγωμένη ψυχή.
—  «Η σπηλιά παίζει την ψυχή της και τη χάνει». Έχει και η πληγή την ψυχή της. Ευεργετήσαμε και μας πλήγωσαν. Θυσιαστήκαμε και μας πλήγωσαν. Η συναίσθηση ότι μας αποδώσανε αντί του μάνα χολή, μας γεμίζει πικρία, αλλά μπορεί και περηφάνεια. Στην περίπτωση εδώ, η ψυχή αμφιβάλλει, αν άξιζε να γίνει η θυσία. Και στην αχαριστία, ή αδικία κλπ. αντιτάσσει τη σιωπή, χωρίς καμμιά διαμαρτυρία.

(2) Ο Σολωμός στη «Γυναίκα τής Ζάκυνθος». Βλ. το Γλωσσάρι στα Ποιήματα.


Το ποίημα τού Σεφέρη με τα σχόλια τού Πάνου Γραικού από το 2ο μέρος τού δοκίμιού του για τη συλλογή «Ποιήματα», του Γιώργου Σεφέρη, Δ’ έκδοση, 1964, όπως δημοσιεύθηκε στο λογοτεχνικό περιοδικό «Ηπειρώτικη Εστία», τευχ. 161-162-163, Νοέμβρης 1965.

21 Σεπτεμβρίου 2021

Ο Ήλιος βυθίζεται [Friedrich Nietzsche, μετ. Γιάννη Καμπύση]

 
Ο ΗΛΙΟΣ ΒΥΘΙΖΕΤΑΙ

1

Πολύ ακόμα δε θα διψάς,
φλογισμένη καρδιά!
Υπόσχεση είναι στον αγέρα,
απ’ άγνωστα στόματα μού σαλπίζεται,
— η μεγάλη αύρα έρχεται...

Απάνω μου φλογιστικός το μεσημέρι 
στέκονταν ο Ήλιος μου· 
γεια σας, που ερχόσαστε, σεις ξαφνικά αγεράκια, 
εσείς του απογιόματος πνεύματα δροσερά!

Απόξενος και καθαρός φυσάει ο αγέρας.
Δε με στραβοκοιτάζει ή νύχτα
με τη λοξή
την ξελογιάστρα της ματιά;...
Κρατήσου δυνατή, ω γενναία μου καρδιά!
Μη ρωτάς: γιατί ; — 


2

Ω της ζωής μου ήμερα!
ο Ήλιος πέφτει.
Περίχρυση πια στέκει
η γυαλιστή πλημμύρα.
Θερμά ανασαίνει ο βράχος·
καλά κοιμόταν η ευτυχία σ’ αυτόν το μεσημέρι 
το μεσημεριανό της ύπνο;
Η άβυσσο η μαυριδερή ακόμα παίζει απάνω 
ευτυχία σε πράσινα φώτα.
Ω ημέρα της ζωής μου! 
έρχεται η νύχτα!
Ανάβει πια το μάτι σου 
μισοκλεισμένο,
πια της δροσιάς σου αναβρύζει
δακρυοστάλαγμα,
πια απάνω από άσπρες θάλασσες ήσυχα τρέχει 
πορφύρα της αγάπης σου, 
η μακαριότητα σου η στερνή η δισταχτική...


3

Ω ευθυμία, χρυσή, έλα!
Συ του θανάτου μυστικότατη
γλυκύτατη προαπόλαυση!
— Πάρα πολύ γλήγορα εγώ το δρόμο μου έτρεχα 
Να τώρα που το πόδι απόστασε,
η ματιά σου με προφτάνει,
η ευτυχία σου με προβοδεί.

Γύρω μονάχα κύμα και παιχνίδι.
Ό,τι βαρύ ήταν, έπεσε στην μπλάβα λησμονιά,— 
αργή στέκεται τώρα η βάρκα μου.
Φουρτούνα και ταξίδι — πως το ξέμαθε!
Πόθος κ’ ελπίδες πνίγηκαν,
ψυχή και θάλασσα γυαλί είναι.

Έ β δ ο μ η  μοναξιά!
Πότες μου δεν αισθανόμουν τόσο κοντά μου
γλυκιάν ασφάλεια,
τόσο θερμή του Ήλιου τη ματιά.
— Ο πάγος της κορφής μου ακόμα δεν ανάβει; 
Ασημένιο, ελαφρό, ένα ψάρι 
το σκάφος μου τώρα έξω πλέκει...


Από τη συλλογή ποιημάτων: Διονύσου Διθύραμβοι (με ελάχιστες γλωσσικές τροποποιήσεις).

20 Σεπτεμβρίου 2021

Alla luna [Giacomo Leopardi, μετ. ΦΚ]

XIV
Alla luna

O graziosa luna, io mi rammento
Che, or volge l'anno, sovra questo colle
Io venia pien d'angoscia a rimirarti:
E tu pendevi allor su quella selva
Siccome or fai, che tutta la rischiari.
Ma nebuloso e tremulo dal pianto
Che mi sorgea sul ciglio, alle mie luci
Il tuo volto apparia, che travagliosa
Era mia vita: ed è, né cangia stile,
O mia diletta luna. E pur mi giova
La ricordanza, e il noverar l'etate
Del mio dolore. Oh come grato occorre
Nel tempo giovanil, quando ancor lungo
La speme e breve ha la memoria il corso,
Il rimembrar delle passate cose,
Ancor che triste, e che l'affanno duri! 


Στη σελήνη

Ω πανέμορφη σελήνη, θυμάμαι
πως, τώρα που κλείνει χρόνος, 
πάνω από αυτόν τον λόφο
Ερχόμουν γεμάτος αγωνία και σε κοιτούσα:
Και κρεμόσουν τότε πάνω από εκείνο το παρθένο δάσος,
Όπως τώρα το αφήνεις, όλο να φωτιστεί.
Αλλά συννεφιασμένο και τρέμοντας απ’ το κλάμα
Που ανέβαινε στα βλέφαρά μου, στα μάτια μου
Το πρόσωπό σου φανερωνόταν, πόσο προβληματισμένη
Ήταν η ζωή μου: και είναι ακόμη, ούτε αλλάζει ύφος,
Ω αγαπημένη μου σελήνη. Κι όμως με ωφελεί
Η ανάμνηση, κι η νεανική ηλικία
Του πόνου μου. Ω, πόσο ευγνώμων πρέπει να είναι
Κανείς στη νεανική ηλικία, όταν τότε είναι ακόμα πολλή
Η ελπίδα και σύντομη η πορεία της μνήμης,
Η ανάμνηση παρελθόντων πραγμάτων,
Τώρα που πλέον η θλίψη, ο μπελάς διαρκούν!

19 Σεπτεμβρίου 2021

L'infinito [Giacomo Leopardi, μετ. ΦΚ]

XII
L'infinito


Sempre caro mi fu quest'ermo colle,
E questa siepe, che da tanta parte
Dell'ultimo orizzonte il guardo esclude.
Ma sedendo e mirando, interminati
Spazi di là da quella, e sovrumani
Silenzi, e profondissima quiete
Io nel pensier mi fingo; ove per poco
Il cor non si spaura. E come il vento
Odo stormir tra queste piante, io quello
Infinito silenzio a questa voce
Vo comparando: e mi sovvien l'eterno,
E le morte stagioni, e la presente
E viva, e il suon di lei. Così tra questa
Immensità s'annega il pensier mio:
E il naufragar m'è dolce in questo mare.


Το άπειρο

Πάντα αγαπητός μού ήταν αυτός ο ερμητικός λόφος,
Κι αυτός ο φράκτης, που από τόσο μακριά
Στον τελευταίο ορίζοντα το βλέμμα αποκλείει.
Αλλά σαν κάθομαι και κοιτάζω, χώροι ατέλειωτοι
Πέρα από εκεί, και υπεράνθρωπες
Σιωπές και τρίσβαθη ηρεμία
Στις σκέψεις μου προσποιούμαι. Εκεί για λίγο
Η καρδιά τίποτε δεν φοβάται.
Και σαν τον άνεμο
Ακούω θρόισμα ανάμεσα σ’ αυτά τα φυτά, εγώ
Με την άπειρη σιωπή αυτή τη φωνή
Συγκρίνω: και θυμάμαι το αιώνιο,
Κι  όλες μαζί τις εποχές, παλιές νεκρές και την παρούσα
Ζωντανή, με τον ήχο της. Μέσα σ’ αυτή λοιπόν
Την απεραντοσύνη πνίγεται η σκέψη μου:
Και το ναυάγιο μου είναι γλυκό σ’ αυτή τη θάλασσα.

18 Σεπτεμβρίου 2021

[στην Ενετική υδατογέφυρα, στο ρέμα Λογγοπόταμος, 16.09.2021]

Την πολύ όμορφη υδατογέφυρα πάνω από το ρέμα Λογγοπόταμος, νότια τού χωριού Άσσος Κορινθίας, την είχαμε παρουσιάσει και πριν τρία χρόνια.
Τότε όμως λόγω της πολύ πυκνής βλάστησης, από ακανθώδη φυτά και καλάμια, στην κοίτη τού ρέματος δεν μπορέσαμε να την προσεγγίσουμε.
Αυτή την εποχή γίνονται έργα καθαρισμού τής κοίτης του ρέματος Λογγοπόταμος, στο ύψος τής εν λόγω υδατογέφυρας, καθώς και συντήρησης / αποκατάστασής της και έτσι μας δόθηκε η ευκαιρία να την προσεγγίσουμε.









      

17 Σεπτεμβρίου 2021

[στον Ακροκόρινθο, 13.09.2021]

Εικόνες από το κάστρο τού Ακροκορίνθου, στην κορυφή τού ομώνυμου λόφου, νότια τής πόλης τής Παλαιάς Κορίνθου, είχαμε παρουσιάσει παλαιότερα. Στο παρόν θα ακολουθήσουμε ένα μονοπάτι που κινείται κυκλικά γύρω από τις πλαγιές τού λόφου. Η διαδρομή που ακολουθήσαμε έχει σημειωθεί στο χάρτη από τη wikimapia:


Ξεκινήσαμε από την Κρήνη Χατζής Μουσταφάς και συνεχίσαμε στο μονοπάτι που περνά δίπλα από το Ιερό Δήμητρας και Κόρης και λίγο ψηλότερα την Οθωμανική Κρήνη που είχαμε παρουσιάσει πρόσφατα.
Συνεχίσαμε το μονοπάτι μέχρι που βγαίνει στον ασφαλτόδρομο, στον οποίο συνεχίσαμε μέχρι κοντά στην είσοδο τού κάστρου.



















Στην επόμενη διακρίνεται στο βάθος το κάστρο στο λόφο Πεντεσκούφι.


















----------------------------------------



















Στην επόμενη, δίπλα στον ασφαλτόδρομο, ένας τεχνητός λάκκος, μάλλον μια μικρή δεξαμενή νερού.























-----------------------------


















Το μονοπάτι που θα συνεχίσουμε κινείται κοντά στη βάση του απόκρημνου βράχου.





































Εντυπωσιακό σχίσιμο στο βράχο με υποτυπώδη σπηλαιώδη διάκοσμο.
























Σύντομα φτάνουμε στην  πλευρά τού λόφου που κάηκε φέτος το καλοκαίρι...


















... αλλά η ζωή διατρανώνει την επιθυμία της να συνεχίσει. 

























Το ερώτημα είναι, θέλουμε κι εμείς να συνεχίσουμε ως μέρος ενός κόσμου που είμαστε κατώτεροι του ως απλά πρόσκαιρα μέρη του;
Στις φωτιές μετράμε ανθρώπινες απώλειες. Κάποτε θα πρέπει να μετράμε και όλα τα ζώα που δεν τα κατάφεραν. Θα μας βοηθούσε.























------------------------
























Τα Όνεια Όρη, στο βάθος αριστερά ο Σαρωνικός Κόλπος και δεξιά το χωριό Σολωμός.



















Συνεχίζουμε και σύντομα γυρίζουμε δυτικά.




















Στην επόμενη διακρίνεται οριακά η είσοδος μιας σπηλιάς.


















--------------------------






















Δίπλα στο μονοπάτι συναντάμε ένα όμορφο βραχοσκεπές.























Στην επόμενη διακρίνουμε σε πρώτο πλάνο μια ξερολιθιά, ένα πρόχειρο οχυρωματικό έργο κάτω από τα τείχη, σε μια ρεματιά που θα μπορούσε εύκολα να την ανέβουν επίδοξοι εκπορθητές του.


















Σύντομα το μονοπάτι συναντά τον ασφαλτόδρομο…


















...σε σημείο που κατεβαίνουμε εύκολα στο μονοπάτι που αρχικά ανεβήκαμε.