30 Σεπτεμβρίου 2020

Τρία στη φόρμα τού χαϊκού για τον Άρη Βελουχιώτη [Θανάσης Αθανάσιος]


Ο Βελουχιώτης
με μαύρα πυκνά γένια
Ιησούς Χριστός


O Βελουχιώτης
στο άλογο καβάλα
αστραπές, βροντές


O Βελουχιώτης
κεραυνοβόλος Δίας
μάγος και γόης

Ύλη Πρώτη [Χρήστος Ι. Βατούσιος]

 ΥΛΗ ΠΡΩΤΗ

"Να ζήσετε, να ζήσετε και να πεθάνετε όπου το φως και η τύχη βασιλεύουν."
Ψιθύρισε κι έκλεισε τα μάτια της οριστικά, με την ελπίδα ν' ανοίξουν τα δικά μας.
Ο δρόμος για τη μαρμαρένια πόλη πήρε ν' ανηφορίζει, έτσι που τα λόγια της κατρακύλησαν μέσα στ' αμπέλια και τις ελιές, μπολιάζοντας τους καρπούς που για άλλους σήμαιναν ευλογίες και για άλλους λαχτάρες.
Μα τα δέντρα δεν έδεναν καρπό, μια, δυο, τρεις χρονιές στεγνώσαν πια τα στόματα και τα μάτια, που δεν έπαυαν να μιλούν και να ξορκίζουν.
Τέτοια στεναχώρια που 'χε χτυπήσει τα χώματα δεν είχε ματαδεί ο τόπος.
Να ζήσετε, να ζήσετε για να πεθάνετε, σουσούριζαν και τα πουλιά ανάμεσα στα κτήματα που τα 'λουζε το χρυσογάλανο φως, κάνοντάς τα να λάμπουν στραφταλίζοντας να μοιάσουν στη θάλασσα.
Κι έτσι όπως τα σύννεφα και τα κύματα πηγαινοέρχονται αλλάζοντας τα σχήματα της τύχης, ξανάρθαν στα δέντρα οι καρποί, και γέλασαν τα χείλη που πενθούσαν.
Μεγάλη γιορτή ξεσήκωσε το χωριό στη χάρη της γης, ξαναγεννώντας τον τόπο.
Αργά, προς το ξημέρωμα, τα κυπαρίσσια με την πνοή του ανέμου, ξανάφεραν τη μακρινή φωνή από την πέτρινη πόλη.
"Κοιτάτε τα πράματα βαθιά, εκεί που δεν φαίνονται, θα νιώσετε μια θλίψη που θα τα κάνει πιο όμορφα και πιο ιερά."

29 Σεπτεμβρίου 2020

Οι πέτρες [verbascum acaule]

 

ΟΙ ΠΕΤΡΕΣ

                     στο Γιώργο
 
Οι πέτρες είναι πιο νέες 
Απ' το φως και το νερό μονάχα
Τόσο αρχαίες
Στέκουν εκεί με τους αιώνες τους
Ιδρωμένες τα πρωινά της Άνοιξης
Και την ώρα της βροχής
Καυτές στο θερινό ηλιοστάσι
Απολεπίζονται την ώρα του παγετού
Στέκουν και φθίνουν
Κατρακυλούν και τρέμει η γης 
Στα όρια των ρυθμών
Μετρούν πόσα δεν ξέρουμε
Που δεν ακούσαμε
Ούτε είδαμε
Που δεν γευτήκαμε
Ούτε μυρίσαμε
Που δεν αγγίξαμε
Μα χαλάσαμε
Μα χαλάμε
Θα μείνουν
Όσες κι αν τσακίσουμε
Πιο νέες από μας
Λένε για την οίησή μας
Να λένε για την οίησή μας

28 Σεπτεμβρίου 2020

[στις νοτιοδυτικές πλαγιές τού Νότιου Υμηττού, 24.09.2020]

Η (πρόχειρη) εικόνα που έχουμε για το νότιο Υμηττό (*), όταν τον βλέπουμε από τα νοτιοανατολικά παράλια προάστια της Αθήνας, είναι πως πρόκειται για ένα ξεροβούνι. Όπως όμως έχουμε δείξει και εδώ, αυτό δεν ισχύει καθόσον πλην των νοτιοδυτικών πλαγιών του (αυτών που δεσπόζουνε της Γλυφάδας και της Βούλας) είναι κατάφυτος με νεαρά κυρίως πεύκα.

Ο νότιος Υμηττός μέχρι την 20η Ιούλη 1974, την ημέρα τής εισβολής των Τούρκων στην Κύπρο, ήταν ένα καταπράσινο βουνό καλυμμένο πλήρως με πευκοδάση. Την ημέρα εκείνη, μια φωτιά που ξεκίνησε αρκετά χιλιόμετρα μακριά, στο Κορωπί, και κανείς δεν μερίμνησε να αντιμετωπίσει έγκαιρα, έφτασε στις ανατολικές παρυφές τού νότιου Υμηττού και αφού έκαιγε επί τρία μερόνυχτα, χωρίς κανείς να ενδιαφερθεί να την αντιμετωπίσει σοβαρά, τον κατάκαψε πλήρως. Πολλοί κατηγορήσανε τότε την Τουρκία, αλλά αν κάποιος αναζητήσει εικόνες μεταξύ άλλων από το Πανόραμα τής Βούλας, το οποίο είχε οικοπεδοποιηθεί, ως δάσος ακόμη!, επί χούντας και χτίστηκε στα επόμενα χρόνια, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι η φωτιά είχε ξεκινήσει από αρκετά μακριά, και θα μπορούσε να είχε ανακοπεί, το μόνο σίγουρο είναι πως η αρχική σπίθα της όπως και η εξέλιξή της αφορούν εξ’ ολοκλήρου εμάς και το πώς αντιμετωπίζουμε δεκαετίες τώρα τα δάση μας.

Στις επόμενες δεκαετίες, πάντα αναφερόμενοι στο Νότιο Υμηττό, ξέσπασαν και άλλες φωτιές / εμπρησμοί, κυρίως στις νοτιοδυτικές πλαγιές του, αποτρέποντας την αναγέννηση τού πευκοδάσους σε αυτές αφού οι εμπρηστές δεν αφήνανε χρονικό διάστημα ικανό για το δάσος να αναγεννηθεί. Σήμερα πλην κάποιων διάσπαρτων νεαρών πεύκων και κάποιων περιορισμένων αναδασώσεων, που γενικά δεν απέδωσαν, η χλωρίδα στις νοτιοδυτικές περιοχές του συνίσταται κυρίως από χαμηλή βλάστηση.

Μια πάντως ενδιαφέρουσα κυκλική διαδρομή, στις νοτιοδυτικές πλαγιές του (βλέπε χάρτη από wikimapia), ξεκινά από την αρχή τής οδού Ηροδότου, στο Πανόραμα Βούλας, κινείται κατά μήκος τού δασικού δρόμου ανατολικά τής Αιξωνής Γλυφάδας μέχρι το σημείο που συναντά ένα ρέμα ανατολικά τής Αγ. Τριάδας Γλυφάδας. Εκεί υπάρχει ένα μικρό σπήλαιο (του Δρίκου) και ερείπια ενός κτιρίου πιθανόν σχετιζόμενου με λατομικές εργασίες, από τα οποία και οι εικόνες που ακολουθούν. Αξίζει να σημειώσουμε ότι στο σημείο εκείνο, πάνω στο ρέμα, υπάρχει αναλημματικός τοίχος και ελάχιστα τμήματα μικρού φράγματος που ίσως είχε κατασκευαστεί ή έγινε προσπάθεια να κατασκευαστεί (βλέπε τις δύο τελευταίες εικόνες). Η επιστροφή έγινε από διαφορετικό δασικό χωματόδρομο που περνάει ανατολικότερα, λίγο ψηλότερα από τον προηγούμενο, που καταλήγει στην οδό Ηροδότου.

(*) Ως νότιο Υμηττό (ή Μαυροβούνι) λέμε τον ορεινό όγκο τού Υμηττού νότια τής Σφηττίας οδού, που συνέδεε τη Γλυφάδα με το Κορωπί και του ρέματος Πιρναρή, μέχρι ουσιαστικά το Σαρωνικό κόλπο.



  






















27 Σεπτεμβρίου 2020

Λευκό πρωινό ... [Θωμαή Ζορμπάκη]


λευκό πρωινό
έπειτα γαλάζιο
όλο κρινάκια 

[στις εγκαταστάσεις τού παλιού εγκαταλελειμμένου λατομείου στην Αιξωνή Γλυφάδας, 23.09.2020]

Το λατομείο στην Αιξωνή εγκαταλείφθηκε το 1970 ενώ από διάσπαρτο υλικό δημιουργήθηκε το Γλυπτό Θέατρο Αιξωνής, στο Πάρκο που περιβάλλεται από τις οδούς Ύδρας, Βονίτσης και Λέρου καθώς και δασικό δρόμο. Οι εικόνες που ακολουθούν προέρχονται από το χώρο των εγκαταστάσεων του παλιού λατομείου στις νότιες παρυφές τού Υμηττού.


















26 Σεπτεμβρίου 2020

Arthur Rimbaud - βιογραφία και δυο ποιήματα σε μετ. ΦΚ

Arthur Rimbaud est un poète français, né le 20 octobre 1854 à Charleville et mort le 10 novembre 1891 à Marseille. Bien que brève, son œuvre poétique est caractérisée par une prodigieuse densité thématique et stylistique, faisant de lui une des figures majeures de la littérature française.

Arthur Rimbaud écrit ses premiers poèmes à quinze ans. Après une brève phase d'initiation, par assimilation du style des grands poètes contemporains (Charles Baudelaire, Victor Hugo, Théodore de Banville...), développant déjà une franche originalité dans l'approche de thèmes classiques ("Le dormeur du val", "Vénus Anadyomène"»), il cherche à dépasser ces influences en développant ses propres conceptions théoriques, déclarant que le poète doit se faire "voyant", c'est à dire chercher et décrire l'inconnu par-delà les perceptions humaines usuelles, quitte à y sacrifier sa propre intégrité mentale ou physique.

Dès lors il se met à innover radicalement en matière d'audace formelle, jusqu'à aborder le genre du poème en prose, alors à ses balbutiements (parsemant ses œuvres d'apophtegmes énigmatiques, comme "changer la vie", "posséder la vérité dans une âme et un corps" ou "il faut être absolument moderne", qui seront repris comme des slogans par les poètes du XXe siècle, en particulier le mouvement surréaliste). Il entretient parallèlement une aventure amoureuse tumultueuse avec le poète Paul Verlaine, qui influence profondément son œuvre.

Vers l'âge de vingt ans, il renonce subitement à la littérature (n'ayant alors publié qu'un seul ouvrage à compte d'auteur - Une saison en Enfer - et quelques poèmes épars dans des revues confidentielles), ce qui contribue encore à son mythe. Il se consacre alors dans un premier temps à l'apprentissage de plusieurs langues, puis, mû par ses idées marginales, anti-bourgeoises et libertaires, choisit une vie aventureuse, dont les pérégrinations l'amènent jusqu'en Abyssinie, où il devient négociant (quincaillerie, bazar, vêtements, café etc.) et explorateur. Sa tentative d'armer Ménélik avec l'aval du Consul de France s'avère désastreuse pour lui; son unique "trafic d'armes" n'eut véritablement qu'une incidence politique symbolique, mais contribua à sa légende. De cette seconde vie, exotique, les seuls écrits connus consistent en près de 180 lettres (correspondance familiale et professionnelle) et quelques descriptions géographiques.

Des poèmes comme "Le Bateau ivre", "Le Dormeur du val" ou "Voyelles" comptent parmi les plus célèbres de la poésie française. La précocité de son génie, sa carrière littéraire fulgurante, sa vie brève et aventureuse, contribuent à forger sa légende et faire de lui l'un des géants de la littérature mondiale.














Πηγή πρωτότυπου: fr.wikipedia.org/wiki/Arthur_Rimbaud. 

ΑΡΘΟΥΡΟΣ ΡΕΜΠΩ, ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ

Ο Αρθούρος Ρεμπώ είναι Γάλλος ποιητής, γεννημένος στις 20 Οκτωβρίου 1854 στη Σαρλβίλ - Charleville και αποβιώσας στις 10 Νοεμβρίου 1891 στη Μασσαλία. Αν και σύντομο, το ποιητικό του έργο χαρακτηρίζεται από μια τεράστια θεματική και στυλιστική πυκνότητα, καθιστώντας τον μία από τις σημαντικότερες προσωπικότητες της γαλλικής λογοτεχνίας.

Ο Αρθούρος Ρεμπώ  έγραψε τα πρώτα του ποιήματα σε ηλικία δεκαπέντε ετών. Μετά από μια σύντομη φάση μύησης, με την αφομοίωση του στυλ των μεγάλων συγχρόνων του ποιητών (Σάρλ Μπωντλαίρ - Charles Baudelaire, Βικτώρ Ουγκό - Victor Hugo, Τεοντόρ ντε Μπανβίλλ - Théodore de Banville ...), ήδη αναπτύσσει μια γνήσια πρωτοτυπία στην προσέγγιση των κλασικών θεμάτων ("Ο υπναράς της λαγκαδιάς - Le dormeur du val", "Η αναδυομένη Αφροδίτη - Venus Anadyomene"), επιδιώκει να ξεπεράσει αυτές τις επιρροές αναπτύσσοντας τις δικές του θεωρητικές αντιλήψεις, δηλώνοντας ότι ο ποιητής πρέπει να είναι "διορατικός", δηλαδή να αναζητά και να περιγράφει το άγνωστο πέρα από τις συνήθεις ανθρώπινες αντιλήψεις, ακόμα κι αν χρειαστεί να θυσιάσει τη δική του διανοητική ή σωματική ακεραιότητα.

Από τότε άρχισε να καινοτομεί ριζικά από την άποψη της νεωτερικότητας των μορφών της γραφής του και του συνακόλουθου ποιητικού του θράσους, μέχρι το σημείο να πλησιάζει το είδος του πεζογραφικού ποιήματος, και στη συνέχεια από την ηλικία των πρώτων ψελλισμάτων (διασπείροντας  στα έργα του αινιγματικά αποφθέγματα, όπως "αλλαγή ζωής", "κατοχή της αλήθειας σε μια ψυχή και ένα σώμα" ή "κάποιος πρέπει να είναι απόλυτα νεωτεριστής", τα οποία θα χρησιμοποιηθούν ως συνθήματα από τους ποιητές του 20ού αιώνα, ιδιαίτερα το υπερρεαλιστικό κίνημα). Παράλληλα, διατηρεί μια ταραχώδη ερωτική σχέση με τον ποιητή Πωλ Βερλαίν - Paul Verlaine, που επηρεάζει βαθιά το έργο του.

Γύρω στην ηλικία των είκοσι χρόνων του, ξαφνικά αποκήρυξε τη λογοτεχνία (έχοντας τότε δημοσιεύσει ένα μόνο έργο για λογαριασμό του ίδιου του συγγραφέα - "Μια Εποχή στην Κόλαση - Une saison en Enfer" - και μερικά ποιήματα διάσπαρτα σε εμπιστευτικά περιοδικά), τα οποία συνέβαλαν ακόμη περισσότερο στον μύθο τον οποίο ο ίδιος είχε προηγουμένως καλλιεργήσει. Στη συνέχεια αφιερώθηκε αρχικά στην εκμάθηση διαφόρων γλωσσών, κατόπιν δε, καθοδηγούμενος από τις περιθωριακές, αντι-αστικές και ελευθεριακές του ιδέες, επέλεξε μια περιπετειώδη ζωή, της οποίας οι αποδημίες τον έφεραν μέχρι την Αβησσυνία, όπου ασχολήθηκε με το εμπόριο (σε κατάστημα υλικού, σε παζάρι, σε εμπόριο ρούχων, καφέ κ.λπ.) και έγινε και εξερευνητής. Η προσπάθειά του να πουλήσει όπλα στον Αιθίοπα αυτοκράτορα Mενελίκ με την υποστήριξη του Προξένου της Γαλλίας αποδείχθηκε καταστροφική γι' αυτόν. Το μοναδικό του "εμπόριο όπλων" είχε μόνο συμβολικό πολιτικό αντίκτυπο, αλλά συνέβαλε στο θρύλο του. Από αυτήν τη δεύτερη εξωτική ζωή, τα μόνα γνωστά κείμενα αποτελούνται από περίπου 180 γράμματα (οικογενειακή και επαγγελματική αλληλογραφία) και ορισμένες περιηγήσεις - γεωγραφικές περιγραφές.

Ποιήματα όπως "Το μεθυσμένο καράβι - Le Bateau ivre", "Ο υπναράς της λαγκαδιάς - Le Dormeur du val" ή "Τα φωνήεντα - Voyelles" είναι από τα πιο φημισμένα της γαλλικής ποίησης. Η πρώιμη ιδιοφυΐα του, η εκθαμβωτική λογοτεχνική του καριέρα, η σύντομη και περιπετειώδης ζωή του, συμβάλλουν στη σφυρηλάτηση του θρύλου του και τον καθιστούν έναν από τους γίγαντες της παγκόσμιας λογοτεχνίας.

Arthur Rimbaud - Poésies


Tête de Faune

Dans la feuillée, écrin vert taché d'or,
Dans la feuillée incertaine et fleurie
De splendides fleurs où le baiser dort,
Vif et crevant l'exquise broderie,

Un faune égaré montre ses deux yeux
Et mord les fleurs rouges de ses dents blanches.
Brunie et sanglante ainsi qu'un vin vieux,
Sa lèvre éclate en rires sous les branches.

Et quand il a fui - tel qu'un écureuil, - 
Son rire tremble encore à chaque feuille,
Et l'on voit épeuré par un bouvreuil
Le Baiser d'or du Bois, qui se recueille. 

Η κεφαλή ενός Φαύνου

Στην πράσινη τη φυλλωσιά, χρυσάφι στολισμένη,
Στη λόχμη την τρεμάμενη και την μυριανθισμένη
Από εξαίσια ανθύλλια, κοιμάται το φιλί,
Ζωηρό κι απ’ την δαντέλλα του την έξοχη όλο σκάει,

Ένας φαύνος πλανώμενος, δείχνει τα δυο του μάτια,
Τα κόκκινα άνθη δάγκωσε με τα λευκά του δόντια.
Τ’ αχείλι του το αιμάτινο, κρασί παλιό σαν νάταν,
Σε γέλια κάτω απ’ τα κλαριά, το μελαμψό ξεσπάει.

Και σαν το σκάσει - σκίουρος  θαρρείς - σε κάθε φύλλο,
Το γέλιο του τρεμίζοντας, τον έβλεπες εσύ,
Που από βοδιού μουσούνισμα αυτός όλο φοβάται,
Τον χρυσαφένιο Ασπασμό του Δάσους, συλλογάται.


Le dormeur du val

C'est un trou de verdure où chante une rivière,
Accrochant follement aux herbes des haillons
D'argent ; où le soleil, de la montagne fière,
Luit : c'est un petit val qui mousse de rayons.

Un soldat jeune, bouche ouverte, tête nue,
Et la nuque baignant dans le frais cresson bleu,
Dort ; il est étendu dans l'herbe, sous la nue,
Pâle dans son lit vert où la lumière pleut.

Les pieds dans les glaïeuls, il dort. Souriant comme
Sourirait un enfant malade, il fait un somme :
Nature, berce-le chaudement : il a froid.

Les parfums ne font pas frissonner sa narine ;
Il dort dans le soleil, la main sur sa poitrine,
Tranquille. Il a deux trous rouges au côté droit.

Ο υπναράς  της λαγκαδιάς

Είναι μια τρύπα στις πρασιές, που ένα ποτάμι ψάλλει,
Τρελά κρεμάει στα βότανα κουρέλια ασημιά.
Εκεί ο ήλιος στα βουνά τα αγέρωχα όλο θάλλει,
Κι όλο ηλιαχτίδες η μικρή αστράφτει η λαγκαδιά. 

Ένας φαντάρος νεαρός, με ξέσκεπο κεφάλι,
Με ορθάνοιχτο το στόμα του στο κάρδαμο το μπλε
Το δροσερό των χορταριών, λούζεται ως το λαιμό του.
Γυμνός, κοιμάται στην πρασιά, χλωμό το πρόσωπό του
Στο πράσινο το στρώμα του, όπου κλαίει το φως.

Τα πόδια του χωθήκανε μες τις ωραίες γλαδιόλες.
Κοιμάται χαμογελαστός σαν άρρωστο παιδί.
Παίρνει έναν ύπνο, όμως, τί; Κρυώνει ως τις σόλες.
Ω φύση, το νανούρισμα γι’ αυτόν δεν είν’ ντροπή.

Τα αρώματα δεν προκαλούν στη μύτη του ένα ρίγος.
Κοιμάται αυτός στον ήλιο του, το χέρι στα πλευρά,
Ήρεμος, με δυο κόκκινες τρύπες στα δεξιά.

25 Σεπτεμβρίου 2020

Τα ποιήματα είναι άνθρωποι [Μπάμπης Χαραλαμπόπουλος]


ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΕΙΝΑΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ

                                       Του Χρίστου

Τα ποιήματα είναι άνθρωποι
τα μάτια τους τα μάτια του ήλιου
τον πόνο ζεσταίνουν
τις ασέληνες νύχτες πυρπολούν
με τις αγκαλιές χέρια τους
γροθιάζουν τις λέξεις μία-μία

Πότε καρφώνουν ένα άγνωστο έψιλον
στα κουφάρια που σαπίζουν τα όνειρα

Πότε κτυπούν στο δόξα πατρί
τα δύσκολα απογεύματα
με ένα κατάπληκτο φι

Πότε μ' ένα μπαρουτοκαπνισμένο ζήτα
πνίγουν τα καθάρματα εξάπαντος.

Τα ποιήματα είναι άνθρωποι
το χρόνο κλοτσούν στο κεφάλι
τις μαύρες πλερέζες του θανάτου
ξεκοιλιάζουν
και σαν άνθρωποι
τα ποιήματα δεν ντρέπονται ποτέ
όταν δεν πρέπει να σιωπήσουν.

24 Σεπτεμβρίου 2020

[στην περιοχή Ζαστάνι, στο Ποικίλο όρος, 20-21.09.2020]

Η περιοχή Ζαστάνι [από το αρβανίτικο zastan-I ή zestan-i: κακοτοπιά, δύσβατος και κρημνώδης τόπος (Νίκος Νέζης - Τοπωνύμια της Αττικής )] βρίσκεται στις δυτικές πλαγιές τού Ποικίλου όρους και είναι από τις πλέον ενδιαφέρουσες και όμορφες περιοχές του ενώ επεκτείνεται μέχρι και τον απέναντι λόφο, στο Θριάσιο πεδίο, αφού το ερειπωμένο αρχαίο κάστρο στην κορυφή του λέγεται Κάστρο Ζαστάνι (βλέπε την πρώτη από τις εικόνες που ακολουθούν).

Η διαδρομή που επιλέξαμε δεν είναι η συντομότερη (θα μπορούσαμε να ξεκινήσουμε από το (διπλανό) ανατολικό μέρος της περιοχής Νεόκτιστα Ασπροπύργου) αλλά ξεκινήσαμε πεζή από τα γήπεδα στα παλιά Νταμάρια Γρηγορίου διασχίζοντας, σχεδόν κάθετα, τον ορεινό όγκο τού Ποικίλου όρους με το νεαρό, προϊόν δενδροφύτευσης, πευκοδάσος.

Αρχικά ακολουθήσαμε (βλέπε το χάρτη από τη wikimapia) δασικούς δρόμους, 













αλλά, φτάνοντας κοντά στην αρχαία Φρυκτωρία, που δεσπόζει του φαραγγιού ονόματι Ζαστάνι, κινηθήκαμε στο καλώς σημαδεμένο, με κατά τόπους έντονη κλίση, μονοπάτι (στο οποίο λήφθηκε η φωτογραφία προς το Θριάσιο πεδίο προς το λόφο με το Κάστρο Ζαστάνι               



), το οποίο καταλήγει στην έξοδο τού ομώνυμου φαραγγιού, όπου υπάρχει η μεγάλη τρενογέφυρα, 370 περίπου μ., της σιδηροδρομικής γραμμής Ικόνιο – Σταθμός Εμπορευματοκιβωτίων Ασπροπύργου (εφεξής όπου αναφέρουμε τρενογέφυρα θα εννοούμε αυτή).  

Εκεί, αρχικά κινηθήκαμε, όσο μας επέτρεψε η πυκνή θαμνώδης βλάστηση στην κοίτη του και οι κατολισθήσεις από τις απόκρημνες πλαγιές του, στη κοίτη τού ομώνυμου φαραγγιού [το πρώτο σε πλάνο, με το (*), στην πρώτη φωτογραφία].













Κατόπιν πήγαμε στην μοναδική εν ενεργεία, από τα αρχαία χρόνια, φυσική πηγή, στον ορεινό όγκο Ποικίλου όρους – Αιγάλεω όρους, και τη δεύτερη μόλις στο Θριάσιο πεδίο. Βρίσκεται στη θέση: 38°1'54"N 23°38'5"E, μες στο σπήλαιο: Τρύπα Ζαστάνι ή Στεφάνι ή σπηλιά Δεμερτζή, λίγες δεκάδες μέτρα νότια της τρενογέφυρας. Η είσοδος τού σπηλαίου είναι γεμάτη σκουπίδια και επιπλέον μπάζα από την κατασκευή τού δρόμου.

















Τέλος ακολουθήσαμε το μονοπάτι (δεν είναι σημαδεμένο) νότια τής κοίτης τού άλλου ρέματος, στην περιοχή Ζαστάνι, το οποίο επίσης καταλήγει δυτικά στην τρενογέφυρα [το δεύτερο σε πλάνο, χωρίς το (*), στην δεύτερη φωτογραφία από το πρώτη σειρά εικόνων] και συναντήσαμε, καμιά 250αριά μ. ανατολικά τής τρενογέφυρας, τα ερείπια των Μαντριών Κόλλια.