31 Ιανουαρίου 2011

Γιώργος Χατζημιχελάκης - Άλλοτες όταν εκούρσευαν


Ανασυνθέσεις κοσμικής μεταβυζαντινής μουσικής 16ου και 17ου αιώνα από αγιορείτικα χειρόγραφα.

Παραγωγή:
Δημοτικό Ωδείο Πετρούπολης (2006)

Ορχήστρα:
Αγγελίνα Τκάτσεβα: σαντούρι,
Χάρης Λαμπράκης: νέι
Στρατής Ψαραδέλλης: λύρα πολίτικη,
Γιώργος Χατζημιχελάκης: ούτι, πολίτικο λαούτο, ταμπουρά
Νέστωρ Δρούγκας: κρουστά (μπεντίρ, ρεκ, ζαρπ, νταϊρέ, κουτάλια, ζύγια, κάσα)

Φωνές:
Σπυριδούλα Μπάκα,
Γιάννης Αρβανίτης,
Κώστας Γράμπας,
Δημήτρης-Αριστόβουλος Μαστροσπύρος,
Γιώργος Χατζημιχελάκης

Ηχοληψία: Σωτήρης Παπαδόπουλος,

Studio: Στέντωρ, Πετρούπολη.

Περισσότερα: εδώ


29 Ιανουαρίου 2011

Προδοσία του Harold Pinter


ξεφύλλισμα
στα γρήγορα
δώσ' μου τέσσερα ευρώ
το μοναστηράκι δε μ' έχει προδώσει (μέχρι τώρα)
ήδη η δεύτερη σελίδα έγραφε: 26-01-2011, Γ Π
ούτε και ο Harold Pinter (ομοίως)

ο πρόλογος ενός βιβλίου γράφεται μετά
και ιδίως αν είναι πρόλογος του ίδιου του συγγραφέα

[...]
Μία κατηγορηματική δήλωση δεν μπορεί ποτέ να είναι οριστική
[...]
ως ένας από τους ελάχιστους συγγραφείς παραμένει συνεπής, στο έργο αυτό, με τη χρονική σειρά των «γεγονότων». Όπως ο πρόλογος προηγείται του έργου και κάθε πράξη έπεται χρονικά της επόμενης
[...]
Η Έμμα πάει προς την πόρτα. Ο Τζέρυ την αρπάει απ' το μπράτσο. Η Έμμα σταματάει. Στέκονται ασάλευτοι, κοιτώντας ο ένας τον άλλον.

ΤΕΛΟΣ

;

δυο τρεις σελίδες ακόμα
ελαφρά κιτρινισμένες

Για σένα, με πολύ ζεστασιά,
μωρό μου
12-12-95
Κ

24 Ιανουαρίου 2011

ΑΒ Rhesus αρνητικό.



Την έρημο την ξέρει
Την έχει ζωγραφίσει.
Καβάλα του το φέρανε
Το βήτα στον αναβολέα.
Κι αν πρόσκαιρα τον (ε)φιλεύουνε
Κρασί σε πολιτείες
Την έρημο την ξέρει
Τ' αστέρια να μιλά.

22 Ιανουαρίου 2011

Πέντε βινίλια. Τότε...

Τι κοινό μπορεί να έχουν:

το Giants Steps του John Coltrane,


το Eυαγγέλιο: το 4πλό βινίλιο της ΕΜΙ με έργα του Νίκου Σκαλκώτα,

το σετ των 15 (8+7) βινιλίων με το σύνολο των έργων του Johann Sebastian Bach με τον Helmut Walcha (στη φωτογραφία η επανέκδοση σε 12 cd),


το Αυτοσχεδιάζοντας στο Μπαράκου με τους Σάκη Παπαδημητρίου και Φλώρο Φλωρίδη, 

 
και η 9η Συμφωνία του Ludwig van Beethoven (στη φωτογραφία απόσπασμα από την πρωτότυπη παρτιτούρα του έργου);


Πέρα από το ότι πρόκειται για έργα μουσικής, εκ πρώτης όψεως καμία άλλη.
Στην πράξη όμως πρόκειται για εκείνα τα έργα που όταν τα συνάντησα συνειδητοποίησα γιατί αυτά που άκουγα μέχρι τότε δε με άγγιζαν. Συνάντησα αυτά τα έργα, με αυτή τη χρονολογική σειρά, στις δυο τελευταίες τάξεις του λυκείου, πίσω στα 1978-1980, σε μια εποχή που εκτός από δυο τρία περίπτερα στην πλατεία Συντάγματος (τα μόνα που έφερναν πού και πού μερικά ξένα περιοδικά για τη jazz και συνιστούσαν τη μόνη μου τότε πηγή πληροφοριών για τη μουσική αυτή) και τρία τέσσερα δισκοπωλεία, στο κέντρο της Αθήνας, δεν υπήρχε κανένας τρόπος να μάθεις για αυτά τα είδη μουσικής (αυτό το "είδη" βέβαια ποτέ δεν το κατάλαβα ως απόλυτο οριοθετικό) αφού βρίσκονταν είτε εκτός επίσημου ραδιοφώνου αλλά και των πειρατικών σταθμών (τότε απαγορευόταν η ραδιοφωνική εκπομπή προγραμμάτων εκτός από τα κρατικά) είτε παρουσιάζονταν με τρόπο - και αναφέρομαι στη λεγόμενη κλασική μουσική - που απέτρεπε ένα νέο μέσο άνθρωπο να ασχοληθεί ως ακροατής. Από μια άποψη νοιώθω τυχερός γιατί αν τα συναντούσα πολύ αργότερα και όντας ήδη διαμορφωμένος από την έξη (ή μάλλον πλύση εγκεφάλου;) στους "ήχους" που κυριαρχούσαν στις συζητήσεις στο σχολείο, στις παρέες κλπ δε θα ήμουνα σε θέση να τα αξιολογήσω και η μουσική θα παρέμενε το συνοδευτικό ηχητικό υπόβαθρο της παρέας.

20 Ιανουαρίου 2011

Κοινωνίες Μοιράσματος του Δημητρη Δαλακογλου σε μετάφραση Θανάση Κουραβέλου



H ανθρώπινη φύση υποτίθεται πως είναι τέτοια ώστε έχουμε απεριόριστες ανάγκες, άλλα περιορισμένα μέσα για να τις καλύψουμε. Κατά πόσο όμως ισχύει αυτό το αξίωμα, στο οποίο άλλωστε έχει βασιστεί ολόκληρος ο μοντέρνος πολιτισμός και η σύγχρονη πολιτική οικονομία;
Ο τόμος «Κοινωνίες Μοιράσματος» συγκεντρώνει για πρώτη φορά στα ελληνικά τα κλασικότερα ίσως κείμενα της αγγλόφωνης Κοινωνικής Ανθρωπολογίας πάνω στο θέμα των λεγόμενων «εξισωτικών κοινωνιών» (βλ. James Woodburn στον εν λόγω τόμο) ή αλλιώς των κοινοτήτων που έχουν διαμορφώσει έναν «πρωτόγονο κομμουνισμό», όπως υποστηρίζει ο Richard Lee στο κείμενό του, που μεταφράζει ο Θ. Κουραβέλος.
Ουσιαστικά, η οικονομική και κοινωνική ζωή των εξισωτικών κοινωνιών δεν βασίζονται στο αξίωμα των απεριόριστων αναγκών, αποδομώντας στην πράξη πλήρως όλες τις κυρίαρχες απόψεις για τη φύση της ανθρώπινης οικονομικής δραστηριότητας και... βγάζοντας την γλώσσα επιδεικτικά στην ίδια την επιστήμη της οικονομίας, όπως έχει διαμορφωθεί σήμερα. Ταυτόχρονα, κάνει πολλούς να αναρωτιούνται κατά πόσο ο σημερινός καπιταλισμός είναι στ' αλήθεια μια κοινωνία της αφθονίας και του ορθολογισμού, όπως συχνά αυτο-κολακεύεται, υποτιμώντας τις φυλές των απλών τροφοσυλλεκτών (βλ. το κείμενο του Marshall Sahlins στον τόμο).

Με τη λιγότερη ενέργεια

Οι εξισωτικές κοινωνίες είναι εκείνες οι κοινωνίες όπου οι αρχές της αμοιβαιότητας, και όχι του ανταγωνισμού, διέπουν την οικονομική δραστηριότητα για την κάλυψη των ανθρώπινων αναγκών. Είναι κοινωνίες των οποίων η οικονομία δεν βασίζεται στην ατομική αποταμίευση πλεονάσματος, αλλά στην «επένδυση», όσο το δυνατόν, λιγότερης ενέργειας για την ικανοποίηση των ανθρώπινων αναγκών, οι οποίες όταν είναι ορθά ιεραρχημένες υπάρχουν πάντοτε αρκετά μέσα για να καλυφθούν. Ουσιαστικά, η ύπαρξη τέτοιων κοινωνιών αποδεικνύει πως οι απεριόριστες ανάγκες δεν είναι συνώνυμο της ανθρώπινης φύσης, όπως υποστηρίζουν οι οικονομολόγοι, αλλά πρόκειται για ένα πολιτισμικό χαρακτηριστικό των ιεραρχημένων κοινωνιών. Αλλοι ανθρώπινοι πολιτισμοί, όπως οι απλοί κυνηγοί - τροφοσυλλέκτες που περιγράφονται και αναλύονται σε αυτό το βιβλίο έχουν διαφορετικές κοσμοαντιλήψεις.
Στην πραγματικότητα, η τροφοσυλλογή και το κυνήγι μπορεί να είναι δραστηριότητες περιορισμένες σήμερα, αλλά ιστορικά είναι η μακροβιότερη ανθρωπινή οικονομική δραστηριότητα, που εξασκείται εδώ και περίπου δύο εκατομμύρια χρόνια αδιάλειπτα από την ανθρωπότητα.Οι «Κοινωνίες Μοιράσματος» είναι ένα βιβλίο που έλειπε από τη βιβλιογραφία των κοινωνικών επιστημών της χώρας μας. Αποτελεί μία εξαιρετικά καλομεταφρασμένη και προσεγμένη συλλογή κλασικών κειμένων, πολλά από τα οποία αποτελούν υποχρεωτικά διαβάσματα για κάθε πρωτοετή φοιτητή ανθρωπολογίας στη Βρετανία και την Αμερική. Συγκεντρώνουν κείμενα από αναγνωρισμένους ανθρωπολόγους της οικονομικής δραστηριότητας. Μεταξύ άλλων και των Marshall Sahlins, James Woodburn, Tim Ingold, Alan Barnard, καθώς και του Richard Lee ο οποίος, μέσω Τορόντο, έγραψε και τον ενθουσιώδη πρόλογο για τον τόμο.* Ο κ. Δημήτρης Δαλάκογλου είναι λέκτορας Ανθρωπολογίας στο Πανεπιστήμιο του Sussex της Αγγλίας.

_______________

Σχόλιο (εξ αφορμής):
Για το αφύσικο του κυρίαρχου μοντέλου του υπερκαταναλωτικού ανθρώπου του «απαραίτητου» μαζί με τις μάζες των εξαθλιωμένων εργατών, άνεργων, ημιαπασχολούμενων κλπ για να στηριχθεί ο καπιταλισμός, και μάλλον και κάθε ολιστικό οικονομικοκοινωνικό μοντέλο (το οποίο πάντα θα «στηρίζεται» σε ένα ιδεολογικό κατασκεύασμα που θα το «αποδεικνύει»), δεν χρειάζομαι μεγαλύτερη απόδειξη από το πρόβλημα «σκουπίδια».
Μέχρι πριν λίγες δεκαετίες και στις πιο πυκνοκατοικημένες ακόμα από σήμερα αγροτικές κοινότητες του ελλαδικού χώρου θέμα σκουπιδιών δεν υπήρχε γιατί δεν υπήρχαν σκουπίδια. Τα ρούχα, από πλήρως ανακυκλώσιμα υλικά, αντικαθίσταντο μόνο όταν χάλαγαν και οι τροφές δεν πεταγόντουσαν και ό,τι περίσσευε δινόταν στα ζώα. Ένας πολιτισμός που παράγει σκουπίδια τα οποία το περιβάλλον αδυνατεί να ανακυκλώσει και υποβαθμίζεται από τη διαρκή συσσώρευσή τους είναι εξ ορισμού αφύσικος. Κανένας ασφαλής μακροπρόθεσμος και συμβατός με το περιβάλλον τρόπος διαχείρισης τέτοιου όγκου και σύστασης σκουπιδιών που παράγονται στον καπιταλιστικό κόσμο δεν υπάρχει πλην ενός «άλλου τρόπου ζωής». 

15 Ιανουαρίου 2011

Από το δίτομο έργο «Ιστορία του Θεάτρου» του Paolo Bosisio σε μετάφραση Ελίνας Νταρακλίτσα.

Στην οργάνωση των Μεγάλων Διονυσίων συμμετείχε όλη η αθηναϊκή κοινωνία. Τα έξοδά της αναλάμβανε ολοκληρωτικά το κράτος και οι πιο εύποροι πολίτες. Ο πρώτος άρχων της πόλης είχε στα χέρια του τη διεύθυνση της γιορτής, ονομαζόταν επώνυμος άρχων και ασκούσε τα καθήκοντά του για ένα μόνο χρόνο. [...]
Ο άρχων επέτρεπε τη συμμετοχή στο διαγωνισμό τριών μόνο ποιητών, ο κάθε ένας από τους οποίους έπρεπε να παρουσιάσει μια ανέκδοτη τριλογία συμπληρωμένη από ένα σατυρικό δράμα.[...]
Τα κριτήρια στα οποία βασιζόταν η ανέκκλητη επιλογή του επώνυμου άρχοντα έχουν μείνει άγνωστα μέχρι σήμερα, όπως επίσης και η ύπαρξη βιβλίων ή προκαταρκτικών αναγνώσεων των δραμάτων ή ακόμα και οι πιθανές πολιτικές πιέσεις. [...]
Στη συνέχεια άρχιζαν οι προετοιμασίες για το διορισμό των κριτών του αγώνα, που συνοδεύονταν από μια σύνθετη τελετή, διοργανωμένη έτσι ώστε να αποφεύγεται η παραμικρή εκδήλωση διαφθοράς. Εφόσον όλοι οι ελεύθεροι πολίτες παρουσιάζονταν στην επιτροπή κρίσεως του αγώνα, συντάσσονταν δέκα διαφορετικοί κατάλογοι υποψηφίων που αντιστοιχούσαν στις δέκα φυλές στις οποίες ήταν χωρισμένος ο λαός. Τα ονόματα των δέκα επιλεγμένων κριτών ρίχνονταν σε δέκα κάλπες. Οι κάλπες σφραγίζονταν από το συμβούλιο και τους χορηγούς και μεταφέρονταν στους δημόσιους θησαυρούς της Ακρόπολης, όπου και παρέμεναν μέχρι την πρώτη μέρα των αγώνων. [...]
Τέλος λάμβανε χώρα, παρουσία όλων, η εκλογή των κριτών. Οι δέκα κάλπες, που είχαν παραμείνει μέχρι τότε στην Ακρόπολη, ανοίγονταν και ο επώνυμος άρχων τραβούσε από την κάθε μια ένα όνομα, προσκαλώντας τους δέκα εκλεγμένους να εκφράσουν την κρίση τους ενώπιον της συναθροισμένης κοινωνίας. Λίγο αργότερα ο ήχος της σάλπιγγας ανακοίνωνε την έναρξη της πρώτης τραγωδίας. [...]
Μετά τη λήξη των παραστάσεων γινόταν η έναρξη των τελετών για την εκλογή του νικητή. Ο κάθε κριτής συνέτασσε τη γνώμη του με αξιολογική ιεραρχία επάνω σε μια πινακίδα που συλλεγόταν και τοποθετούνταν πάλι σε μια κάλπη. Ο επώνυμος άρχων τραβούσε από την κάλπη στην τύχη πέντε από τις δέκα κρίσεις και βάσει αυτών συντασσόταν ο πίνακας βαθμολόγησης.[...]

_________________

    
Σχόλιο: όταν ένας πολιτισμός από το μηδέν, και μάλιστα σε λιγότερο από δυο αιώνες, φτιάχνει Θέατρο και μάλιστα Θέατρο που μετά από 2.500 χρόνια εξακολουθεί να συγκινεί και να αποτελεί πηγή έμπνευσης, και την ίδια στιγμή φαίνεται να αφήνει την κρίση και την αξιολόγηση στην «τύχη» τότε απλά πρέπει «εμείς» να ματαδούμε τα πράγματα.                            
                         

  

14 Ιανουαρίου 2011

Jazz και Τζαζ - τεύχος 214 - Ιανουάριος 2011


1. Over the Rainbow
2. Soon
3. Cherokee
4. How High the Moon
5. Sometimes I'm Happy
6. Maybe
7. Someone to Watch Over Me
8. The Man I Love
9. How Long Has This Been Going On
10. Summertime
11. They All Laughed
12. A Foggy Day
13. Do It Again
14. Embraceable You



Κυκλοφόρησε το 214ο τεύχος του περιοδικού Jazz & Τζαζ.
Συνοδεύεται από ένα εκπληκτικό cd με τραγούδια του George Gershwin από τη Sarah Vaughan.
Μεταξύ των θεμάτων:
Η στήλη Jazz eye και τα αφιερώματα στους Fred Hersch (από την εκπομπή του Τρίτου Προγράμματος «Ο ήχος των εκπλήξεων»), Brad Mehldau, Έλληνες μουσικοί του εξωτερικού, Ιάννης Ξενάκης/ works with piano με την Aki Takahashi κλπ.

Προσωπικά θα ήθελα να ευχαριστήσω ιδιαίτερα το Σάκη Παπαδημητρίου για την παρουσίαση που μου έγινε στη σελίδα, του εν λόγω τεύχους, Τζαζ και λογοτεχνία, κάτι που αποτελεί για μένα πάρα πολύ μεγάλη τιμή.
Έγινε ιδιαίτερη αναφορά στη θεματική ενότητα «Ακούγοντας» από το βιβλίο «Αποποίηση επί σκηνής» (το οποίο μαζί με το «5+7+5, ακριβώς η περίπου χάικου» κυκλοφορούν από τις εκδόσεις ΕΝΔΥΜΙΩΝ) και παρουσιάστηκε το ποίημα: «…John Coltrane».

John Coltrane
...
Τη νύχτα φως
Χέρια ντραμς
Σε κοντραμπάσο κλίνη
Ψαύουνε πιάνο έρωτα
Κι ένα κορμί σαξόφωνο
Coltrane ανασαίνει jazz
...


Για το Σάκη Παπαδημητρίου: εδώ 

13 Ιανουαρίου 2011

Στον Βαγγέλη. [Κώστας Σφενδουράκης]

Στον Βαγγέλη.

Δίνω σ' αυτόν που πήγε αλλού, τον φίλο
ένα γαρύφαλλο, ένα γέλιο, μιαν αυγή,
ένα ξερό που ο αέρας σέρνει φύλλο,
μια λέξη μου, μια θάλασσα, μια γη.

Παίρνω απ' αυτόν το βλέμμα προς τον χρόνο
την γερασμένη μου μην δει την αλλαξιά,
παίρνω απ' της νιότης του τα μάτια, αυτόν τον πόνο
κι αυτή την θλίψη που γεννάει η μοναξιά

Έλα ξανά μαζί να πιούμε, στο όνειρό μου
οι δυο μας θά 'μαστε δεν θα 'ναι άλλος κανείς
ευχή θα κάνω στο σκοτάδι αυτού του δρόμου
με ένα χαμόγελο σαν ήλιος να φανείς...

Κώστας Σφενδουράκης 


Σχόλιο: φίλε Κώστα σου εύχομαι από καρδιάς να μη "χρειαστεί" να ματαγράψεις για τέτοιο λόγο.

08 Ιανουαρίου 2011

Έλλη Νεζερίτη - δυο ποιήματα από την ιδιωτική συλλογή: Με την ουρά κάτω από τα σκέλια.

























Σε λίγο ...

Ήρθε η ώρα να σηκωθούμε!
Πύον και αίμα τρέχει από τα γόνατά μας.
Η σάρκα μας
σάπισε σ εκείνο το μέρος
και ζυμώθηκε με το χώμα.
Οι γυμνοσάλιαγκοι,
σαρξ εκ της σαρκός μας ...
Ήρθε η ώρα να σηκωθούμε!
Ήρθε η ώρα
να σταματήσουμε τις κλάψες,
να σταματήσουμε τα παρακάλια,
να σταματήσουμε τις προδοσίες,
να σταματήσουμε τις προσευχές.
Είμαστε γεννημένοι δόλιοι,
είμαστε γεννημένοι δούλοι,
είμαστε γεννημένοι δειλοί.
Είμαστε
ένα μεγάλο τίποτα
μετέωρο στο χάος,
είμαστε
μια ωραία άρνηση
που αενάως κυοφορεί.
Όσοι έχουμε το κουράγιο
ας πάρουμε ένα λεπίδι με ακονισμένη κόψη
κι ας σκίσουμε το στήθος μας
για να χυθεί όλο το πράσινο αίμα
που έχουμε μέσα μας.
Κι ας αφήσουμε τη δύναμή μας
να κυκλοφορεί
από τον έναν στον άλλον
όπως το υγρό στα συγκοινωνούντα δοχεία
για να προκύψει
από τη συνύπαρξή τους
η φοβερή
κι ακατάβλητη ισχύς
που είναι του συνόλου.
Μόνο τότε
δε θα μας απειλούν
         όπως μας απειλούν,
μόνο τότε
δε θα μας εμπαίζουν
         όπως μας εμπαίζουν,
μόνο τότε
δε θα μας παζαρεύουν
         όπως μας παζαρεύουν.
Μόνο τότε
θα ε ξ ο υ σ ι ά σ ο υ μ ε  τους εαυτούς μας,
τότε, μόνο τότε!
Κι ας καταλάβουμε ακόμα
πως η γελοία μικροαστική νοοτροπία
που μας μαστίζει
είναι πολύ περισσότερο επιζήμια
για τη ζωή μας
από την επιδημία της πανούκλας
στην έξαρσή της.

Σε λίγο
θα περνάνε οι τυραννόσαυροι από πάνω μας
και θα μας ποδοπατάνε
και μας
και τα δαφνόδεντρα ...
Η κατακόμβη της Πρισκίλλης
δε μας χωράει
για να τρέξουμε να σωθούμε
όπως άλλοτε εκεί.
Θα χρειαστεί να αντισταθούμε
αν δε θέλουμε
από τα τέρατα να συνθλιβούμε.
Σε λίγο
θα περνάνε οι τυραννόσαυροι από πάνω μας,
σε λίγο
θα μας κάνουν λιώμα!
Σε λίγο
ένας, ένας από μας ...
Όχι!
Αυτό είναι φρικτό!
Ποτέ άλλη φορά
Όταν περνάνε πεθαμένο από μπρος μας
να μη χαζεύουμε
τα σκυλιά που κάνουν έρωτα,
παρά
να πέφτουμε στην αγκαλιά
του πρώτου συνανθρώπου μας
και να τον κρατάμε σφιχτά, σφιχτά.
Να μπορούμε και δω ν αντισταθούμε! ...
Κι αν η δύναμή μας
σ αυτή την πάλη
εναντίον
του άνευ προηγουμένου εξευτελισμού μας
λύγιζε,
τότε,
πιασμένοι χέρι, χέρι
και στολισμένοι με γιρλάντες από ανθούς
που δε θα χει μολύνει το χώμα της γης
θα περνάμε το δρόμο της αιώνιας νύχτας.
Όμως
όλοι μαζί!
Σε λίγο
θα περνάνε οι τυραννόσαυροι από πάνω μας.
Σε λίγο
ένας, ένας από μας ...

άνοιξε το παράθυρο, Αργυρώ.

Πέρα στη λίμνη
το αεράκι ανασηκώνει ανάλαφρα
τα πούπουλα ενός ερωδιού.
Ένας ερωδιός
κάτω απ την απεραντοσύνη του ουρανού
και πέρα στο βάθος
μια απλωσιά ξάστερη και καταγάλανη ...

Πάρε αυτό το τριαντάφυλλο,
αναγνώστη ...



Οι τρεις Τσαρλς.

Ο Τσάρλς Χιούττο είναι καλό παιδί
ενώ ο Τσάρλς Κόλλινς είναι κακό παιδί.
Ο Τσάρλς Χιούττο είναι άσπρος
ενώ ο Τσάρλς Κόλλινς είναι μαύρος.
Ο Τσάρλς Χιούττο είναι ψηλός
ενώ ο Τσάρλς Κόλλινς είναι κοντός.
Ο Τσάρλς Χιούττο είναι έτσι
ενώ ο Τσάρλς Κόλλινς είναι αλλιώς.
Ο Τσάρλς Χιούττο είναι ο άσσος
της Εθνικής μας του ράγκμπι
ενώ ο Τσάρλς Κόλλινς είναι ο άσσος
της Εθνικής μας των Γδαρμένων Κρανίων.
Ο Τσάρλς Χιούττο είναι γενναίος πολεμιστής
ενώ ο Τσάρλς Κόλλινς
φαύλος αντιμιλιταριστής.
Ο Τσάρλς Χιούττο είναι ήρωας!
ενώ ο Τσάρλς Κόλλινς
Σας παρακαλώ, κύριοι,
δεν χρειάζεται να θορυβείτε.
Δεν ήρθαμε εδώ
να ερμηνεύσουμε
αποσπάσματα του Ευαγγελίου.
Ήρθαμε
να εφαρμόσουμε το γράμμα του νόμου.
Επαναλαμβάνω :
Ο Τσάρλς Χιούττο είναι ήρωας!
Silence, please!
Η «εξολόθρευση
του άμαχου πληθυσμού» του Χι – Του
αποτελεί απτόν υπόδειγμα
αφοσιώσεως προς το καθήκον
και σεβασμού
προς τις διαταγές των ανωτέρων!
Ο Τσάρλς Χιούττο, επαναλαμβάνω,
είναι ήρωας!
Silence, please!
«Η εξόντωση των αμάχων» του Χι – Του
δεν μπορεί να θεωρηθεί
παραβίαση του ανθρωπίνου δικαίου
ως κακώς ισχυρίζεστε.
Αυτό πρέπει να γίνει σαφώς αντιληπτό!
Το αντίθετο όμως αν συνέβαινε
θα ήταν παραβίαση
του διεθνώς
παραδεδεγμένου στρατιωτικού κώδικα!
Ο Τσάρλς Χιούττο είναι αθώος!
ενώ ο Τσάρλς Κόλλινς είναι ένοχος
πράξεως βδελυράς. Αντί να επισκεφθεί
οίκον ανοχής δια λόγους υγιεινής,
προτίμησε τον βιασμό νεαράς λευκής.
Silence, please!
Πως είναι δυνατόν, κύριοι,
να στέλνουμε τους στρατιώτας μας
να επιβάλουν
τη θέληση δια των όπλων,
υπερασπιζόμενοι
τα μεγάλα μας συμφέροντα
και το γόητρόν μας ως έθνους
εις το άλλο ημισφαίριο της Γης,
- διότι λόγω ισχύος
έχουμε δυνατότητα
να αλωνίζουμε ανεξέλεγκτοι την υδρόγειον -,
και έπειτα
να τους καθίζουμε
στο εδώλιον του κατηγορουμένου
για τα παράσημα
που εμείς οι ίδιοι τους φορέσαμε;
Ο Τσάρλς Χιούττο είναι ο υπερασπιστής
των ανθρωπίνων δικαιωμάτων
και των βασικών ελευθεριών
ενώ ο Τσάρλς Κόλλινς
είναι ο υποστηρικτής της βίας και της
ανομίας και ως εκ τούτου η τιμωρία του
θα είναι παραδειγματική.
Στο πρόσωπό του η δικαιοσύνη καταδικάζει
το πλημμελές έργο του Δημιουργού,
που με απλοχεριά μας εξασφαλίζει
τα ανθρώπινα υποπροϊόντα του!
Είναι λυπηρόν, κύριοι,
να σας ακούω να μιλάτε
περί σκληρότητας του Χιούττο.
Ας μην ξεχνάμε ότι,
μετά την χαριστική βολή,
αντιληφθείς
πως κάτω από τα στιβαγμένα πτώματα
δυο μικρά κορίτσια
εξακολουθούσαν να ζουν,
αντί να τα αποτελειώσει
αδειάζοντας το όπλο του απάνω τους,
τους γέμισε το στόμα και τις τσέπες
με chewing gum!
Silence, please!
Επαναλαμβάνω:
Ο Τσάρλς Χιούττο είναι ήρωας!
Δι ο και η πατρίς τιμώντας τον
θα στήσει τον ανδριάντα του
στις εκβολές του Χούδσωνα
βγαλμένον
από τα χέρια του μεγάλου animalier
ως σύμβολο της ισχύος μας
και παράδειγμα
σεβασμού προς τους γενναίους μας
ενώ ο Τσάρλς Κόλλινς
θα σπάσει το φράγμα της ζωής
εκτίοντας την ποινήν των 1500 ετών!
Όμως, κύριοι,
δεν καταλαβαίνω
γιατί τόσα δάκρυα για τον Κόλλινς
όταν τούτη τη στιγμή
ο περί ου ο λόγος θανατοποινίτης
συγκαταλέγεται
μεταξύ των επιφανεστέρων μας VIPs.
Το έργο του
με τίτλο Β ι α σ μ ό ς
όχι μόνον
τον κατέστησε βαθύπλουτο
αλλά
τον επέβαλε ως συγγραφέα
και ως κοινωνικόν παράγοντα.
Μην ανησυχείτε, κύριοι,
η ποινή του Τσάρλς Κόλλινς
έχει εξαγοραστεί.
Από δολάρια έχουμε ανάγκη,
Κι όχι από παρθένες!
Ο Τσάρλς Χιούττο είναι ήρωας
ενώ ο Τσάρλς Κόλλινς είναι ευεργέτης!

Φωνή :     περίμενε να σταματήσουν τα χειροκροτήματα, Τσάρλς Μένσον, και λέγε μου με σένα τι γίνεται
Μένσον : ότι γίνεται μ΄ όλους τους ερασιτέχνες δολοφόνους. Εις θάνατον.
Φωνή :     εννοείς, δια του πορθμείου της ηλεκτρικής καρέκλας εις την αθανασίαν;
Μένσον : δεν νομίζω να μου κάνουν τη χάρη να περάσω στο πάνθεον των ηρώων τους!

Ε φ ύ μ ν ι ο ν

Χαίρε χώρα
των Γιγάντων του πλούτου
της βίας
και του εγκλήματος.
Χαίρε χώρα
της πανανθρώπινης πανσπερμίας.
Χαίρε
εκμαυλίστρια των ηθών.
Χαίρε
καταλύτρια των πολιτισμών.
Χαίρε
η απαλλοτριούσα την ανεξαρτησία των λαών.

Τα άσματα του Μαλντορόρ του Isidore Ducasse, Comte De Lautreamont - Ο πρόλογος (Ανάλυση του έργου) από την Έλλη Νεζερίτη.

Τα άσματα του Μαλντορόρ του Isidore Ducasse, Comte De Lautreamont

Ο πρόλογος (Ανάλυση του έργου) από την Έλλη Νεζερίτη.

Μετά τον πρόλογο του Έντμον Ζαλού (έκδοση Κορτί, 1938) – μια από τις καλύτερες μελέτες πάνω στο θρυλικό έργο του Ιζιντόρ Ντυκάς – θα προσπαθήσω να δώσω όσο πιο σύντομα μπορέσω, την περιπλάνησή μου σ αυτόν τον ναρκοθετημένο για το ανθρώπινο πνεύμα, μαλντορορικό χώρο.
Τη λέξη Λωτρεαμόν, την ακούω για πρώτη φορά από τον εξάδελφό μου Δημήτρη Μεντζέλο, σε ηλικία που τίποτα δεν μπορούσα να συνειδητοποιήσω, εκτός από τη γοητεία που εξασκούσε ο ήχος της στο άκουσμά της. Θα χρειαστεί να περάσουν χρόνια, ως εκείνο το βράδυ που ο ζωγράφος Τέλης Βασιλικιώτης, μου έδινε να διαβάσω τα Άσματα του Μαλντορόρ, ξαφνιάζοντας έτσι τη μνήμη μου με τη λέξη που συνδεόταν με το Μεντζέλο. Και τότε είναι που ανασκαλεύοντας θα δω, πως ο Μεντζέλος ήταν ο πρώτος που μίλησε στην Ελλάδα για σουρεαλισμό και την επίδραση του Λωτρεαμόν σ αυτόν, (περιοδικό Λόγος 1933), όταν πια για την Ευρώπη ο σουρεαλισμός είχε γίνει κ ο ι ν ή  κ α τ ά σ τα σ  η  π ν ε ύ μ α τ ο ς.  Ο Μέντζελος όμως δε θα αξιωθεί να πει περισσότερα για κείνα που πίστευε και ήταν τόσο ενημερωμένος. Ένα χάραμα θα φύγει απ τη ζωή, στην ίδια ηλικία κι από την ίδια αρρώστια με τον Λωτρεαμόν. Και τώρα, χωρίς να θέλω να νομιστεί πως επαναλαμβάνω τα λόγια του Ζενέ σε μια συνέντευξή του, πως κοιμάται έχοντας κάτω από το μαξιλάρι του τη Βίβλο και τον Λωτρεαμόν, από κείνη τη στιγμή τα Άσματα του Μαλντορόρ, δεν έφυγαν από τα χέρια μου. Όσο διάβαζα και ξαναδιάβαζα αυτό το περίεργο βιβλίο, τόσο η έλξη του με κυρίευε, κάνοντας με να πάρω την απόφαση να το δώσω ελληνικά, ξέροντας πως μπλεκόμουν σε περιπέτεια όλο σκοπέλους και παγίδες, και που θα κρατούσε καιρό. Όμως, η μεγάλη γοητεία αυτού του έργου, δεν είναι η έξαλλη και θελκτική λωτρεαμονική μεγαλοφυΐα, αλλά η σοφία αυτού του παιδιού, που μπόρεσε να μελετήσει και να διακρίνει τις μοναδικές αρετές που διέπουν τη δόμηση του Ομηρικού Έπους, αυτό που για τον Τ. Ε. Λόουρενς εγκολπώνεται και στήνει το έργο του. Κάτι που δεν έχει δει κανένας συγγραφέας πριν απ αυτόν, και που εξακολουθούν να μη βλέπουν. Συνεπώς, δεν είναι οι βιαιότητες και οι παραδοξότητες, που καθιερώνουν τα Άσματα του Μαλντορόρ στην παγκόσμια λογοτεχνία, αλλά η ρ ε υ σ τ ό τ η τ α  του κειμένου, που σπάζοντας τη στατικότητα στο χώρο και στο χρόνο, φέρνει μια καταπληκτική γοργότητα, σε άμεση σχέση συγγραφέα αναγνώστη. Ο ρυθμός, η καλλιέπεια του λόγου, η αυτόματη επέμβαση στοιχείων που διακόπτουν του θέμα, χαρακτηριστικά των αρχαίων ελληνικών κειμένων, είναι αυτά που συνεπαίρνουν τον Λωτρεαμόν, και μένει σκυμμένος και απορροφημένος πάνω απ το θάμβος τους. Κι αυτό που θα γράψει με το κέφι των νιάτων του, και την αγανάκτηση της πίκρας και της απελπισίας που τον δέρνει, θα ταρακουνήσει τα νερά της αριστοτεχνικής σε πλαδαρότητα λογοτεχνίας.
Γεγονός είναι, όσο περίεργο κι αν φανεί, πως μπαίνοντας κανείς στον μαλντορορικό χώρο, και χωρίς τα πράγματα σε τίποτα ν αλλάζουν, ο συγγραφέας κάνει ότι μπορεί για να βοηθήσει τον αναγνώστη στην κατανόηση του έργου του. Γι αυτό, από την πρώτη κιόλας σελίδα του βιβλίου του λέει: «μόνο αν ο αναγνώστης διαβάζοντας το, διαθέτει μια κρίση ατράνταχτη και μιαν υπερένταση της σκέψης, τουλάχιστον ίση με κείνη που του προκαλεί η δυσπιστία του, τότε μόνο τα θανάσιμα νοήματα τούτου  του βιβλίου θα διαποτίσουν την ψυχή του όπως το ζεστό το νερό η ζάχαρη». Κι όπως είναι προνοητικός συμπληρώνει : «... κι ούτε είναι φρόνιμο, τις σελίδες που θ ακολουθήσουν να τις διαβάσει όλος ο κόσμος. Μόνο λίγοι θα γευτούνε τούτο το φαρμακερό καρπό χωρίς να κινδυνέψουν». Άσχετα όμως για το ποιος πρέπει και ποιος δεν πρέπει να διαβάσει το βιβλίο, αφήνει έντονα να φανεί, ή μάλλον μας πληροφορεί, πως μέσα στο έργο του υπάρχει α τ ρ α π ό ς, που όσο δύσκολο είναι να βρεθεί, άλλο τόσο είναι και να ακολουθηθεί. Γι αυτό, όσο προχωρεί κανείς στο κείμενο, οι υποδείξεις διαδέχονται η μια την άλλη: «... ειδοποιώ αυτόν που με διαβάζει, να προσέξει να μη σχηματίσει μια αόριστη και κυρίως σφαλερή γνώμη, γι αυτό το ενδιαφέρον είδος της λογοτεχνίας που επιχειρώ». Βέβαιος όμως και συνάμα αποκαρδιωμένος από τη μη συμμετοχή του αναγνώστη στο έργο του, το λέει καθαρά: «... αυτό που ξέρεις, είναι να συνδυάζεις τον ενθουσιασμό με την αδιαφορία... και να μη θέλεις να με καταλάβεις. Ποτέ δεν θα ήθελα, ο άνθρωπος να νοιώθει ντροπιασμένος για τούτες τις πικρές μου αλήθειες, παρ όλο που δεν του μαθαίνω τίποτα καινούργιο. Κι ούτε πιστεύω πως ο αναγνώστης θα μετανοήσει, αν αντί για το βλακώδες εμπόδιο της ευπιστίας, προσφέρει την πολύτιμη υπηρεσία, να μου δείξει εμπιστοσύνη και να συζητήσει και να συζητήσει με κατανόηση και διάθεση συμπάθειας, τα μυστήρια της ποίησης που βρίθουν εδώ μέσα και που αναλαμβάνω να του αποκαλύψω». Πόσο πιο σαφής να είναι, όταν το ξεκαθαρίζει πως για να καταλάβει κανείς το κείμενο, δεν πρέπει να παρασυρθεί από την εξαλλοσύνη του περιεχομένου του, αφού δεν είναι αυτός ο στόχος του συγγραφέα. Συνεπώς αυτό που έχει να κάνει ο αναγνώστης, είναι να προσπαθήσει να διεισδύσει στα συμβολικά νοήματα που διαφαίνονται και να τα εξετάσει με τρόπο επιστημονικό μετά από καλοπροαίρετη διάθεση για τον συγγραφέα.
Το χαρακτηριστικό του έργου του Λωτρεαμόν, ή μάλλον η θεμελιακή αρχή του, είναι το δ ι δ ύ ν α μ ο  σ κ ε π τ ι κ ό  του. δηλαδή, η ταυτόχρονη θέση και αντίθεση της σκέψης του, που οργανωμένη σε μια σχηματική μορφή συγκλίνουσας και αποκλίνουσας κίνησης, παίρνει μια τέτοια εξαιρετική ρευστότητα, ώστε με την αποκλίνουσα κίνηση να φέρνει στο φως τους θησαυρούς του ασυνείδητου, χωρίς όμως ποτέ η συνείδηση να χάνει ολοκληρωτικά τον έλεγχο. Κι αυτός ο παλμός της συγκλίνουσας και αποκλίνουσας κίνησης, είναι τόσο ταχύς, ώστε συνειδητό και ασυνείδητο να μοιάζουν πως ενεργούν όχι μόνο ταυτόχρονα, αλλά και με τρόπο καταπληκτικά συστηματικό. Και σ αυτή τη διελκυστίνδα του συνειδητού και ασυνείδητου, ο Λωτρεαμόν χρησιμοποιεί σαν όπλο της προτίμησής του το χ ι ο ύ μ ο ρ, σ όλη του την πολύμορφη και πολυδύναμη λειτουργικότητα.
Δεν χωράει αμφιβολία πως διαβάζοντας κανείς τα «Άσματα του Μαλντορόρ», έχει την εντύπωση, πως ο νους είναι αδύνατον να σταθεί συνεχώς σ ένα σημείο, κι η προσοχή του να μην ξεστρατίσει. Κι είναι έτσι, γιατί κάθε προσπάθεια συγκέντρωσης εκμηδενίζεται εξ αιτίας του χιούμορ, χωρίς όμως αυτό να εκληφθεί για αστειολόγημα και να πεταχτεί το βιβλίο. Είναι ακριβώς αυτό που λέει κι ο ίδιος: «... να αποβλακώνεις δραστικά και κατά ανανεούμενες δόσεις τη διανοητική ικανότητα του αναγνώστη». Άλλο χαρακτηριστικό της λειτουργικότητας του χιούμορ στα χέρια του Λωτρεαμόν, είναι η οικονομία των μέσων. Η ένταση της σκέψης στη χιουμοριστική φράση είναι ανάλαφρη, για να μη πει κανείς πως πρόκειται για γλωσσολογικό τέχνασμα όπου κάτω από το ξάφνιασμα της φαινομενικά αδύνατης εντύπωσης, καταρρέει το οικοδόμημα του συνειδητού. Επομένως το χιούμορ στον Λωτρεαμόν, με την επιμονή του στο διδύναμο σκεπτικό του, παρουσιάζεται σαν συνεχής καταδυνάστευση, όχι μόνο του εαυτού του αλλά και του αναγνώστη, ώσπου στο τέλος βλέπουμε το χιούμορ όλο και να σπρώχνει βαθύτερα τις ρίζες του στο πλούσιο βίωμα του ασυνείδητου, δίνοντας έτσι την εντύπωση μιας διαρκούς εκδίκησης, συνεχώς ανανεούμενης απ αυτήν την εναλλασσόμενη συγκλίνουσα και αποκλίνουσα κίνηση. Αυτό που επιδιώκει ο Λωτρεαμόν μ αυτή την συγκλίνουσα και αποκλίνουσα κίνηση, είναι να μας δώσει τη θέα της ζωής στο απόγειό της, που για τον ήρωά του πρόκειται για κωμωδία δραματική. Και τους θεμελιακούς νόμους αυτής της παράξενης λογικής α ν τ ι θ ε τ ι κ ό τ η τ α ς  τους βρίσκει κανείς στην πρώτη στροφή του τέταρτου άσματος, όπου θα μπορούσε να χαρακτηριστεί σαν το κεφάλαιο της συγκέντρωσης όλων των τεχνασμάτων της δομής του έργου του Λωτρεαμόν. Σαν πρώτο νόημα, έχουμε την απόλυτη α δ ι α φ ο ρ ί α: «πέτρα, δέντρο ή άνθρωπος, να είναι αυτό που θ αρχίσει το τέταρτο άσμα». Κατόπιν, ακολουθεί ο νόμος της τέλειας α ν τ ί θ ε σ η ς, όπου ο Λωτρεαμόν ξαναρχίζοντας τον πόλεμο κατά της ανθρωπότητας, μας ξαφνιάζει καταρρίπτοντας με τα ίδια του τα λόγια, ότι έχει πει λίγες γραμμές πιο πάνω: «... μπορεί να πέφτω έξω με το να ισχυρίζομαι κάτι τέτοιο...», και μετά από καινούργιες σκέψεις που κάνει πάνω στο περίεργο του χαρακτήρα του ανθρώπου, καταλήγει να σκέπτεται τον εαυτόν του, και να αμφισβητεί την ταυτότητά του: «... δεν πάει πολύς καιρός που δεν αναγνωρίζω πια τον εαυτόν μου!». Κι ενώ ο λίβελος εναντίον της ανθρωπότητας συνεχίζεται, ξαφνικά ξεπετιέται τούτη η αυτόματη φράση: «Δυο στύλοι, που δεν ήταν δύσκολο, κι ακόμα λιγότερο δυνατόν να εκληφθούν για μπαομπάμπς, διακρίνονταν στην κοιλάδα μεγαλύτεροι από δυο καρφίτσες. Στην πραγματικότητα ήταν δυο πελώριοι πύργοι...». Τώρα το κείμενο που ακολουθεί από κει και πέρα, κυλάει σε μια αβεβαιότητα, η οποία όμως αβεβαιότητα αφορά μόνο τη συνείδηση, αφού το ασυνείδητο ξέρει πως πρόκειται για τη σεξουαλικότητα: «Δυο πελώριοι πύργοι διακρίνονταν στην κοιλάδα. Έτσι λέω στην αρχή, που πολλαπλασιάζοντας τους επί δυο, το γινόμενο ήταν τέσσερα. . . δεν έβλεπα όμως την ανάγκη αυτής της αριθμητικής πράξης...». Άλλο επίσης στοιχείο της αντιθετικότητας που έρχεται να προστεθεί, φυσικά πάντα στην ίδια στροφή, είναι η α π ο σ ύ ν θ ε σ η  της πεποίθησης: «... και παρ όλο που οι μπαομπάμπς, με την πρώτη ματιά δεν μοιάζουν με δυο καρφίτσες, ούτε ακόμη και με δυο πύργους, εν τούτοις, χρησιμοποιώντας κανείς επιδέξια τα νήματα της οξυδέρκειας, μπορεί άφοβα να βεβαιώσει πως έχει άδικο, κι αυτό, χωρίς το ελάχιστο ίχνος φόβου, γιατί θα ήταν πια επιβεβαίωση...». Εδώ φυσικά πρόκειται για ψυχικά φαινόμενα που οι σχέσεις τους, κάθε άλλο παρά αντικειμενικές είναι που τις προκαλούν. Ύστερα, έρχονται οι περίφημες σ ύ ν θ ε τα ε ς  α λ λ η λ ο υ χ ί ε ς, που αντικαθιστούν την έννοια των λέξεων με τη μεταφορική τους σημασία, για να ακολουθήσουν μετά οι ατέλειωτες φράσεις του, που ξαφνικά διακόπτει απευθυνόμενος στον αναγνώστη, όπου είναι και το σημείο που τα πράγματα μπερδεύονται ακόμη πιο πολύ. Κι αυτό, γιατί όταν η μακριά φράση διακόπτεται ξαφνικά με την ανάμιξη προσώπων έξω απ το θέμα, ή ακόμη προσωπικών συναισθημάτων, όπως είναι : «...αν ο αναγνώστης βρίσκει τούτη τη φράση πολύ μεγάλη, ας με συγχωρήσει...», δίνει τη δυνατότητα στον αναγνώστη να παρασυρθεί σε δίνη, που ο συγγραφέας όχι μόνο απολαμβάνει, αλλά καθιστά και τη σύγχυση αδιέξοδη. Άλλο πάλι σπουδαίο χαρακτηριστικό του Λωτρεαμόν, είναι η επιμονή του στην παραδοξότητα των δικαιολογιών του ισχυριζόμενος πως η αλήθεια είναι ένα σ υ ν ο θ ή λ ε υ μ α   α ν τ ι ν ο μ ι ώ ν, για να καταλήξει αφού έχει υπνωτίσει αρκετά τον αναγνώστη του, λέγοντας: «... αναρωτιέμαι και γω ο ίδιος, αν ο τρόπος που μίλησα δεν είναι αυτός που σκοτώνουν μύγες». Και τελειώνει τη στροφή, αφού ακυρώσει όλα όσα μας είπε βασισμένα στο θέμα των δυο πύργων: «Πολλαπλασιάζοντας τους πύργους επί δυο, το γινόμενο ήταν τέσσερα... όχι... όχι... καθόλου δεν έβλεπα την ανάγκη αυτού του πολλαπλασιασμού! Τριγμοί και αλυσίδες και στεναγμοί λυπητεροί, φτάνανε ως τ αυτιά μου!».
Αυτό που είναι έκδηλο σ όλο το έργο του Λωτρεαμόν είναι πως πάσχιζε για το α π ό λ υ τ ο  και την α λ ή θ ε ι α, κι ακόμη, πως έχει πλήρη συνείδηση του ασυνείδητου. Δεν υπάρχει σημείο στα Άσματα του Μαλντορόρ, που να μην κυριαρχείται από μια συστηματοποιημένη συνείδηση, που ο ίδιος ο συγγραφέας αποκαλεί α δ υ σ ώ π η τ η. στο σύνολό τους τα Άσματα του Μαλντορόρ, είναι μια σειρά από φαινομενικά απομονωμένες εικόνες, που συνδέονται μεταξύ τους με τη σκέψη, ή μάλλον με την επίμονη θέληση να δεσπόσει η  η θ ι κ ή δύναμη στη δράση. Γι αυτό και τον ακούμε να μας λέει για το βιβλίο του: «...ακόμα και η ηθική περαστική, από το μέρος εκείνο, δεν προαισθάνθηκε βλέποντας το να κατευθύνεται με βήμα σταθερό και ντρίτο, στις πιο σκοτεινές γωνιές και τα απόκρυφα μύχια κάθε συνείδησης, πως μέσα στις λαμπαδιασμένες του σελίδες, είχε μαχητικό υποστηριχτή».όπως επίσης στη φοβερή στροφή του «Έφηβου», παίρνοντας τη θέση του ήρωα του τον ακούμε να ψελλίζει: «ω! εσύ, που τ' όνομά σου δε θέλω να αναφέρω σε τούτη τη σελίδα που καθιερώνει το έγκλημα για πράξη ιερή, ξέρω πως η μακροθυμία σου υπήρξε απέραντη όσο το σύμπαν. Όμως εγώ υπάρχω ακόμη!». Εδώ βλέπουμε να τον πιάνει δέος μπρος στον άνθρωπο με τη θεϊκή υπόσταση, και τη λέξη Ιησούς δεν την βεβηλώνει στο στόμα του Μαλντορόρ, άσχετα αν η οξύμωρη τακτική που ακολουθεί, έχει τις ρίζες της στη φιλοσοφία της μορφής που αποφεύγει να αναφέρει. Το γεγονός πως διάλεξε τη βιαιότητα και την παραδοξότητα για να κάνει τη διδασκαλία του, δεν σημαίνει τίποτα άλλο, παρά, πως αυτός ο οργισμένος ευαγγελιστής, ξέροντας πως η ανθρωπότητα όχι μόνο δεν συνετίστηκε με τη θυσία του Άλλου... αλλά έγινε χειρότερη, αλλάζει τρόπο κηρύγματος και παίρνοντας τα πάθη της και τις αδικίες της, τις πετάει κατάμουτρα, πιστεύοντας πως τα αποτελέσματα θα ήταν αμεσότερα. Και το περίεργο είναι, πως εκείνο που του έδωσε παγκοσμιότητα, είναι η ανορθοδοξία του σκεπτικού του κι όχι η ορθοδοξία του πιστεύω του.
Σ ‘ένα άλλο επίσης σημείο που τα πράγματα περιπλέκονται, είναι η παράξενη ονοματολογία ως προς το πατρικό σύμβολο. Τον αποκαλεί Θεό, Δημιουργό, Παντοδύναμο, Αφέντη, Υπέρτατο Όν, Επουράνιο Ληστή... κάνοντας πάντως χρήση ως επί το πλείστον της λέξης «Δημιουργός». Υπάρχουν όμως φορές, που στον όρο «Θεός» είναι έντονη η διάθεση ευλάβειας, όπως: «... κι ο φιλεύσπλαχνος Θεός ας μου δεκαπλασιάσει τη δύναμη...» ή ακόμη: «... αφού κι αυτόν τον φιλεύσπλαχνο Θεό, έκαναν να λυπηθεί». Φυσικά όλο το ενδιαφέρον του μύθου για τον συγγραφέα του Μαλντορόρ, βρίσκεται στην πάλη εναντίον του αντιπάλου του Θεού, που θέλει να εκθρονίσει, ενώ στην ουσία του πράγματος, είναι η πάλη για την αποδέσμευση, κι ο αγώνας για το αυτεξούσιο: «Την αυτοτέλειά μου... ή να με κάνουν καλύτερα ιπποπόταμο!». Στο τέλος πιστεύει πως θριαμβεύει επί του Θεού (Φευ! που είναι αθάνατος), ενώ αυτός μένει δισυπόστατος: «Ρίχνω ένα βλέμμα ικανοποίησης στη διπλή ύπαρξη που με συνθέτει, και βρίσκω τον εαυτόν μου ωραίον!».
Εκεί πέρα όμως που πρέπει να σταθεί κανείς, παίρνοντας τα γεγονότα με τη σειρά, είναι ποιος πραγματικά υπήρξε ο Ιζιντόρ Ντυκάς, χωρίς να ληφθούν υπόψη τα στοιχεία των εκάστοτε σχολιαστών του. Και στην περίπτωση Λωτρεαμόν, δυο γεγονότα δεν μπορούν να αμφισβητηθούν, η ληξιαρχική πράξη γέννησής του, κι η άλλη του θανάτου του, θέτοντας εν αμφιβόλω παν ότι έχει λεχθεί γι αυτόν, και λαμβάνοντας υπόψη μόνο, αυτά που μας λέει ο ίδιος για τον εαυτόν του. Όσο για το έργο του, οι ερμηνείες που του έχουν δοθεί συναγωνίζονται τις παρερμηνείες, κι οι σαρκασμοί την έκπληξη.
Από παλαιότερες μελέτες των βιογράφων του πατέρα του, τα στοιχεία αλληλοσυγκρούονται. Άλλοι τον αναφέρουν σαν ρομαντικό γυναικοκατακτητή, κι άλλοι σαν τυχοδιώκτη, που εκείνο που τον ενδιέφερε ήταν το χρήμα, για αυτό και τα μακρόχρονα ταξίδια του στην Κεντρική Αμερική. Όλα πάντως παραμένουν μακρινοί αντίλαλοι αοριστίας. Το πρόσωπο πάντως που θα έπρεπε να απασχολήσει τους σύγχρονους σχολιαστές, είναι η αινιγματική Σελεστίν Ντυκάς, η οποία όταν ο Λωτρεαμόν δεν ήταν ακόμη δυο ετών πεθαίνει ή όπως λέγεται κατά μια μαλντορορική λεζάντα αυτοκτονεί, σε ηλικία 27 ετών στις 10 Δεκεμβρίου του 1847. αυτή είναι μια πρόσφατη αλλά σημαντική πληροφορία από τη μελέτη του Αλβάρο Γκιγιό Μυνόζ: «Ο Λωτρεαμόν στο Μοντεβίδεο», που ανατρέπει πολλές από τις εικασίες για το οικογενειακό περιβάλλον του συγγραφέα. Ακόμη κι ο Εντμόν Ζαλού, μη έχοντας υπόψη το περιστατικό της Σελεστίν Ντυκάς, παρασύρεται σε συμπεράσματα για τη ζωή του νεαρού Ντυκάς, και για τις διαθέσεις των γονέων του, χωρίς αυτό να σημαίνει πως η διορατικότητα του, δεν πιάνει τα ξεσπάσματα της απελπισίας του Λωτρεαμόν λέγοντας: «... η οργή της άρνησής του, πρέπει να προέρχεται από δοκιμασίες που έχει υποστεί πριν γράψει τα Άσματα του Μαλντορόρ».
Βέβαιο είναι, πως αρχίζοντας να διαβάζει κανείς αυτό το βιβλίο, εκείνο που του κάνει εντύπωση, είναι το μίσος που τρέφει αυτό το παιδί για τους γονείς του και γενικά για τον άνθρωπο. Κι η αντίθεσή του για τον άνθρωπο, στέκεται μια από τις βασικές αρχές του έργου του. Για να φτάσει όμως κανείς σ ότι αφορά τον ίδιο τον Ιζιντόρ Ντυκάς, χρειάζεται να πάει ψηλαφίζοντας μέσα απ τις γενικότητες και να απομονώσει τα στοιχεία που τον αφορούν, πάντοτε φυσικά μέσα από το διδύναμο σκεπτικό του. Στις αρχές του έργου του λέει: «Με λίγες γραμμές θα αποδείξω πως ο Μαλντορόρ υπήρξε καλός, κείνα τα πρώτα χρόνια όσο ήταν ευτυχής. Κατόπιν κατάλαβε πως είχε γεννηθεί κακός». Εδώ αφήνει να εννοηθεί, πως όσο δεν ήταν σε θέση να συνειδητοποιήσει τι γινόταν γύρω του, ήταν ευτυχής. Προχωρώντας όμως στην ηλικία, φαίνεται πως ζει συγκλονιστικές καταστάσεις τις οποίες μας δίνει στη φοβερή στροφή του «εφήβου»: «Ω! τι ηδονή ν αρπάζεις απ το κρεβάτι του ένα παιδί που δεν έχει ιδρώσει ακόμα το χνούδι στο πάνω χείλι... και τη στιγμή που μόνο αυτό δεν περιμένει, να μπήγεις τα νύχια σου στο τρυφερό του στήθος... και στη συνέχεια να σκύβεις να του ρουφάς το αίμα και να γλύφεις τις πληγές». Και το σημείο αυτό πρέπει να είναι από τα βασικότερα τεκμήρια της αυτοβιογραφίας του, συνδέοντας το κανείς με τη στροφή του «Σκαραβαίου». Κατόπιν, στη στροφή της «Πυγολαμπίδας», έφηβος πια μας λέει πως είναι φθισικός: «Ενθάδε κείται ένας νέος που πέθανε φθισικός...». Το γεγονός πως είναι άρρωστος, το επαναλαμβάνει σε πολλά σημεία, κι ένα απ αυτά είναι στο τέλος της στροφής του «Ωκεανού»: «...γιατί όμως να ξαναγυρίζω στα φιλικά σου χέρια, για να χαϊδέψουν το μέτωπό μου που το ψήνει ο πυρετός, και στο άγγιγμα τους πέφτει!». Όμως πάλι: «... Σ ευχαριστώ ρινόλοφε, που μ εξύπνησες με το τίναγμα των φτερών σου... λένε πως ήρθες να μου ρουφήξεις το λίγο αίμα που μου μένει. Γιατί να το υποθέτουνε, δεν είναι τάχα αλήθεια;» στη στροφή όμως των «Σκύλων», μας παρασύρει σε μια ανακρίβεια, κάνοντας μνεία της μητέρας του: «Μια μέρα η μητέρα μου, μου είπε: ...όταν ακούς τα σκυλιά να αλυχτάνε να κουκουλώνεσαι στα σκεπάσματά σου και να μην κοροϊδεύεις ... Κι από τότε σέβομαι της πεθαμένης μου την επιθυμία». Εδώ ο Λωτρεαμόν, μας λέει λόγια που δεν άκουσε ποτέ, και είναι ένα απ τα σημεία που ασφαλώς θα πρέπει να έχει επιφέρει σύγχυση. Αν δεν βρισκόταν η ληξιαρχική πράξη του θανάτου της μητέρας του, όπως έχω ήδη αναφέρει, θα συνεχίζαμε να παρασυρόμαστε όπως έχουν κάνει μέχρι τώρα οι σχολιαστές του, τονίζοντας τις καλές προθέσεις των γονέων να στείλουν το παιδί τους να σπουδάσει στη Γαλλία. Τώρα  όμως έχοντας υπόψη, πως ο Λωτρεαμόν δεν γνώρισε μητέρα, τα πράγματα αλλάζουν και τίθεται το ερώτημα: Ποιος ανέλαβε την ανατροφή του βρέφους των 19 μηνών ως τα 15 του χρόνια που γίνεται αγόρι και φεύγει για τη Γαλλία, και σε ποιους κοντά έζησε όλα αυτά τα χρόνια. Αν ο Φρανσουά Ντυκάς ξαναπαντρεύτηκε μετά το θάνατο της γυναίκας του, αυτό δεν το ξέρει κανείς, και μέχρι τώρα δεν έχει αναφερθεί τίποτα. Και λέω μέχρι τώρα γιατί η έρευνα γύρω απ τον Λωτρεαμόν δεν πρόκειται να σταματήσει κι έχουμε πολλά ακόμα να πληροφορηθούμε. Πάντως, το μόνο θετικό που έχουμε αυτή τη στιγμή στα χέρια μας, είναι οι ομολογίες του ίδιου του συγγραφέα και οι οποίες πάντοτε πρέπει να αναχαιτίζουν τις συμπερασματολογίες των σχολιαστών του. Κι αυτές του οι ομολογίες είναι τα ξεσπάσματα της απόγνωσης του, όπως η στροφή της «Άμαξας», που χάνεται μέσα στο σύννεφο της σκόνης μ όλους εκείνους τους αδιάφορους επιβάτες, ενώ ακούγονται μέσα στη νύχτα οι σπαρακτικές κραυγές του: «Σταματήστε, σας ικετεύω. Οι γονείς μου με εγκατέλειψαν. Κι είμαι οχτώ χρονών παιδί...». Εδώ έμμεσα ο Λωτρεαμόν μας πληροφορεί πως διώχνεται, και το πιθανότερο αυτό να συμβαίνει στην Ουρουγουάη. Κάπου αλλού πάλι λέει: «Τα χρόνια της δικής μου άνοιξης πέρασαν ψυχρά και λυπημένα». Και πιο κάτω στην ίδια στροφή συνεχίζει: «Τι άγρια νύχτα τούτη η αποψινή... κάνει τον άνθρωπο να σιάζεται και τον νέο να συλλογιέται το κακό που έκαναν σε κάποιον από τους φίλους του, αν αυτός ο κάποιος δεν υπήρξα εγώ, τότε που ήμουνα παιδί». Τα σημεία που θα μπορούσαν να θεωρηθούν βιογραφικά είναι λίγα, και φαίνεται πως οι σχέσεις του με τους γονείς του αποσαφηνίζονται στη στροφή του «Σκαραβαίου», όπου απομονώνοντας κανείς ορισμένες περικοπές, καταλήγει σε τούτη τη συγκλονιστική αποκάλυψη: «Αν από μέρους σας ανυπομονείτε να μάθετε ως που θέλει να φτάσει η φαντασία μου, (που μακάρι να ήταν πράγματι μόνο φαντασία!), από μέρους μου έχω πάρει την απόφαση να ξεμπερδεύω, λέγοντας αυτά που έχω να σας πω, μόνο μια φορά (ποτέ δυο!) παρ όλο που κανείς δεν έχει το δικαίωμα να με κατηγορήσει πως μου λείπει το θάρρος.» όπου και αρχίζει την αφήγηση του καπετάνιου που γυρίζοντας σπίτι του μετά από ταξίδι, δεκατριών μηνών: «... βρίσκει την γυναίκα του λεχώνα ακόμη, να του έχει δώσει ένα κληρονόμο, για την αναγνώριση του  οποίου δεν παραδεχόταν καμία υποχρέωση». Και ακολουθεί ο θάνατος της γυναίκας κείνη την ίδια νύχτα, μετά από ένα περίπατο που την οδηγεί ο άντρας της στα τείχη του Σαν  Μαλό, με φοβερή κακοκαιρία. Εδώ ο Λωτρεαμόν, χωρίς να του λείπει το σθένος, ομολογεί, μπερδεύοντας μας στο ξέφρενο παιχνίδι της φαντασίας του, που είναι η στροφή του «Σκαραβαίου», στο τέταρτο άσμα, πως είναι ο α ν ε π ι θ ύ μ η τ ο ς  κ λ η ρ ο ν ό μ ο ς  του Φρανσουά Ντυκάς. Οπότε, ακολουθώντας κανείς συμπερασματικά το δρόμο των δεδομένων, φαίνεται πως ο Φρανσουά Ντυκάς για λόγους τιμής, καλύπτει το  γεγονός, και δέχεται το παιδί χωρίς να αποκλείεται απ ότι μας λέει ο ίδιος ο συγγραφέας, να επισπεύδει με τον τρόπο του το χαμό της μοιχαλίδας. Κι έτσι να δικαιολογείται και η αδικαιολόγητη και καταφανής ψυχρότητα μεταξύ πατέρα και γιου. Ποιοι είναι όμως αυτοί, που τόσο μισεί και αηδιάζει ο Λωτρεαμόν; Επόμενο είναι μια τέτοια ερώτηση να μείνει χωρίς απάντηση, όπως επόμενο είναι, μια τέτοια εκρηκτική ύπαρξη που μας ξάφνιασε με το πέρασμά της απ τη ζωή, να είναι το αποκορύφωμα στιγμής μεγάλου έρωτα, παρά ο καρπός πεζής συμβατικότητας.
Και τώρα, φτάνοντας στο τέλος του οδοιπορικού μου, μέσα στις σελίδες του μαλντορορικού λαβύρινθου, που από τα δάχτυλά μου το χαρτί έχει χνουδιάσει, έχω να πω τούτο: με το ένα σκέλος στη σκέψη και το άλλο στη μαγεία, σ αυτήν τη γοητευτική μαγεία που αισθάνεται κανείς όταν μεταφέρεται στον εσωτερικό κόσμο κάποιου άλλου, προσπάθησα να δώσω το πορτραίτο μιας φωνής, συνταυτίζοντας ακόμα και την ανάσα μου μαζί της.

06 Ιανουαρίου 2011

Παραγωγική σαπίλα. [Κώστας Σφενδουράκης]


Παραγωγική σαπίλα.

Παντού εχθρούς-φαντάσματα θα βλέπετε
μέχρι να σας νικήσουν τα φαντάσματα
οι σκέψεις και τα λόγια σας μιάσματα
σαθρό το κάθε τι από σας που έπεται.

Σαθρά κι αυτά που εσείς κινείτε νήματα
και κρέμονται στις άκρες σάπια πτώματα
θαμμένα στα δικά σας περιττώματα
χωρίς τιμές θαμμένα, δίχως μνήματα.

Φαντάσματα οι εχθροί και η μάχη ίσαμε
να μοιάζουνε στα χέρια σας σαν λάφυρα
κονσέρβες ανοιχτές, αλόγων άχυρα
να πείτε, έστω χαμένοι, το "Νικήσαμε!".

Μα η μέλλουσα γενιά παίρνει την οίηση
μεταλλαγμένη σε έμπνευση, για ποίηση.


Κώστας Σφενδουράκης

05 Ιανουαρίου 2011

Τα πέρα

Μια στο διαβήτη
Μακραίνει από 'να κότερο
Όχι σαν τα κοσάρια
Που μακραίνουν στη Φυλής
Το δάσος κάηκε
Θα χτίσουν οίηση
Βήματα
Μικραίνουν την Καστέλα
Έχει να ακούσει
Τη χροιά των παφλασμών
Τις ρωγμές στην προβλήτα
Τα τριξίματα των σκοινιών
Την υγρασία του φάρου
Έχει να 'νειρευτεί
Τα πέρα


(05-01-2011 και ώρα 25:00)