31 Μαΐου 2020

Δυο παραλλαγές για το πρωινό ενός δεσμοφύλακα [Μπάμπης Χαραλαμπόπουλος]


ΔΥΟ  ΠΑΡΑΛΛΑΓΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΠΡΩΙΝΟ ΕΝΟΣ  ΔΕΣΜΟΦΥΛΑΚΑ

I
 
Κανείς  Θεός, νόμος κανένας
παντοδύναμη  ύπαρξη  το πρωινό
 
Ξημερώνει  Ιούνιος
κι εγώ μνημονεύω
Αρθούρο Ρεμπώ
ζώντας 
ελεύθερα  την  ελευθερία μου.  
 
 
 II

Παντού  κάγκελα  ο  κόσμος
τοίχοι
ανθρώπινη  υγρασία 
μυρωδιά  λιβανιού
νόμοι  ψευδώνυμοι
 
Αύριο  ξημερώνει  Ιούνης
τα  κλειδιά  θα  παραδώσω  στον  προμηθέα
τα μάτια  μου  στον  εντολοδόχο  αετό
και  τον  αδένα  της  συνείδησης
ας  τον  βουτήξει  ο  κύριος  νομοθέτης
στο  μελάνι  του
να  υπογράφει  έτσι  νόμους
για  ανάπηρα πρωινά.

30 Μαΐου 2020

Τώρα που μοιάζει ο χρόνος ολόδικός μου [Patrizia Cavalli, μετ. Ευαγγελία Πολύμου]


ΤΩΡΑ ΠΟΥ ΜΟΙΑΖΕΙ Ο ΧΡΟΝΟΣ ΟΛΟΔΙΚΟΣ ΜΟΥ

Τώρα που μοιάζει ο χρόνος ολόδικός μου
και κανείς δε με καλεί για γεύμα ή για δείπνο 
τώρα που μπορώ και μένω να κοιτάζω 
πώς σκορπάει ένα σύννεφο και πώς ξεθωριάζει,
πώς βηματίζει στη στέγη ένας γάτος
μες στην απέραντη πολυτέλεια μιας εξερεύνησης, τώρα 
που κάθε μέρα με παραμονεύει
το ατέλειωτο τρενάρισμα μιας νύχτας
όπου δεν υπάρχει πια δέλεαρ ούτε και λόγος 
να γδυθώ βιαστικά για ν' αναπαυτώ μες
στην αποβλακωτική γλύκα ενός κορμιού που με προσμένει,
τώρα που η πρωία αρχή ποτέ δεν έχει 
και σιωπηλή μ' αφήνει στα σχέδιά μου
στις μεταπτώσεις όλες της φωνής, τώρα
επιζητώ ξαφνικά τη φυλακή.


Από τη συλλογή


29 Μαΐου 2020

Ανεπανάληπτες σειρές [verbascum acaule]


ΑΝΕΠΑΝΑΛΗΠΤΕΣ ΣΕΙΡΕΣ

Έκλεισα την εξώπορτα
Να μην πλευριτώσει
Η ησυχία ξύπνησε
Απ' άκρη σ' άκρη
Διατρέχει το σπίτι
Η λάμπα αρκεί
Δίπλα στο γέρικο κορμό
Η λάμπα δεν αρκεί:
Οι μέλισσες ξεκουράζονται
Και τα άνθη
Τα αεικίνητα μυρμήγκια όχι
Βρίσκομαι
Σε γνώριμο μέρος
Με γνώριμες σκέψεις
Γράφω γνώριμα σημεία
Σε άλλη σειρά
Ο μεθυσμένος πέρασε μπρος
Στη γνώριμη καγκελόπορτα
Με γνώριμα βήματα
Σε άλλη σειρά

28 Μαΐου 2020

Σφαγή το μήνα Μάιο [Μπάμπης Χαραλαμπόπουλος]


ΣΦΑΓΗ ΤΟ ΜΗΝΑ ΜΑΪΟ

Μαγιάτικη νύχτα
ορμά με όλα της τα όπλα
στο ποίημα

Νυχτοπούλια
του βγάζουν τα μάτια 

Τριζόνια
του ξεριζώνουν τ' αυτιά
του κόβουν τα χέρια

Τ' αγιόκλημα, το γιασεμί
τη μύτη του πυροβολούν

Την ψυχή του ξεριζώνει
το φεγγάρι

Και στο ποίημα
στο τέλος της νύχτας
το μήνα Μάη

απέμεινε μετά τη σφαγή
ένας καημός και μια λέξη
ο ποιητής!

27 Μαΐου 2020

Τον καιρό τής Τζακαράντας.



[Οδός Σαλαμίνος, Μοσχάτο, 22.05.2020 13.51/ 23.05.2020]

Αν είναι να φύγεις, ας είναι τον καιρό που είν’ όμορφη η Τζακαράντα. Τότε που οι γραμματικοί χρόνοι, οι συντακτικές απαιτήσεις και οι σχολαστικές ακρίβειες των ανθρώπινων συμβάσεων, αγχωτικά και μόλις καταφέρνουνε να σκουπίσουνε τα μωβ άνθιά της, που πέφτοντας χορεύουνε το ανεπανάληπτο. Για να τη ζήσουνε ψηλά ή να αφουγκραστούνε τις ροές τού αέρα, των νερών, του εδάφους και του χρόνου ούτε λόγος!

26 Μαΐου 2020

Το σπίτι του τρελού [Cristina Annino, μετ. Ευαγγελία Πολύμου]


ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΤΡΕΛΟΥ

Μπαίνω σιγά στο σπίτι του τρελού͘
δεν ανοίγω τις περσίδες, δεν αφαιρώ τη σκόνη.
Φτάνω στην κάμαρά του που κοιμάται ακόμα
πολύς ο πρωινός αγέρας για μάτια
με ωχρό, θλιμμένοι καστανό. Κοιτάζω
τον άκαμπτο αυχένα του και το σώμα που δε νιώθει
ούτε καν την πιτζάμα του.
Κάθομαι πλάι του και του φέρνω την άσφαλτο
απαλλαγμένη από το θόρυβο, τη μυρωδιά του μήνα,
το βάρος του κόσμου.
Προσπαθώ να μην ενοχλήσω διόλου
το άδειο του σώμα είναι ένα δωμάτιο: όνειρα
φυσούνε μέσα του φυσαλίδες παλαιάς οδύνης.
Ποιος ο λόγος; Έρχομαι εδώ κι απλώνομαι
στα πόδια του κρεβατιού του, κώμα σε ένα φυτό
και μπαίνει μέσα μου, απ' τον τρελό, σαν
καλώδιο ηλεκτρικό, μια άσπρη, κουρασμένη,
άγρια ζωτικότητα.


Από τη συλλογή



25 Μαΐου 2020

Εξοστρακισμός [verbascum acaule]


ΕΞΟΣΤΡΑΚΙΣΜΟΣ

Γυμνές λέξεις
Απ’ τα τρίσβαθα 
Διαστέλλουν το χώρο
Και προχωράς
Πίσω μια οριζόντια φωνή
Μονοδιάστατη 
Σαν προβολέας φορτηγού 
Διαυγάζει τη φυγή
Και η ξαφνική βροχή
Ξεπλένει τα ίχνη
Μιας ανοίκειας πια μυρωδιάς
Η νύχτα συστέλλει τα όρια
Να γίνουνε πέτσα σου
Να περιλάβεις τ’ αστέρια
Σε μιαν ησυχία απλανή

Ματ [verbascum acaule]


ΜΑΤ

Πορτοκαλοκίτρινος
Πέρα ο Ουρανός
Χρυσοκίτρινος
Δίσκος Φωτεινός
Μέρας καυτής στο γέρμα

Ανάλικος πέφτει
Στην αθέατη πλαγιά
Λόφου βιαστικού
Ματ να ντυθεί μολυβί

Νύχτα πέφτει
Θολή βραχύβια
Ξυπνά η μνήμη
Κι ο υγρός αγέρας
Ανάσα πνιγερή
Την που αποζητούσε κάποτε
Πρόσωπο υγρό
Σε άχρονο ρυθμό

24 Μαΐου 2020

(χωρίς)


Μια δεκοχτούρα.
Ψίχουλα στο περβάζι.
Στάγματα ορού.
21.05.2020

23 Μαΐου 2020

(ρουμπαγιάτ)


Λευκά στο υγρό σκοτάδι σήματα
Θαλασσοδαρμένων βοηθήματα
Τον βράχο σου μόνον, άφωτον άσε
Φως του τ’όνειρο, σιμά στα κύματα.



Απ’ το παραθύρι μέσα μια συκιά
Και γι’ αυλόπορτα μια φραγκοσυκιά
Χωρίς πόρτες με πεσμένη τη σκεπή
Μα να ψηλά! μια χελιδονιών φωλιά.
20.05.2020

(Πάνω σε δυο παλαιότερα ποιήματα)

Mdina [verbascum acaule]


MDINA

Μετά τα θηρία
Είδε πως ο Κόσμος
Σε βία υστερούσε
Προβληματίστηκε ...
Την αγάπη – άγνωστη τότε –
Ένας Επαναστάτης Του
Θα την εφεύρισκε μετά 
– Να συνδράμει κι αυτή! –
Πήρε χώμα
Νερό πήρε ή μήπως όχι;
Φύσηξε πολύ πάντως
Αφυδατώνοντάς το πλήρως!
Να βρίσκει χαρά
Το στεγνό ετούτο πλάσμα
Ως μικρός δημιουργός
Πόνων αβάσταχτων   

(Δεν είναι μουσείο
Είναι reportage)

22 Μαΐου 2020

Τρία τραγούδια τού Nick Drake σε μετ. Ντέμη Κωνσταντινίδη



Φρουτόδεντρο

Η φήμη δεν είναι παρά ένα φρουτόδεντρο
Τόσο πολύ επισφαλές --
Δεν μπορεί ποτέ να λουλουδίσει
Ώσπου ο καρπός του βρεθεί στο έδαφος.
Έτσι, οι άνθρωποι της φήμης
Δεν μπορούν ποτέ να βρουν έναν δρόμο
Ώσπου ο χρόνος να έχει πετάξει
Μακριά από τη μέρα του θανάτου τους.

Απολησμονημένος όσο βρίσκεσαι εδώ
Σε θυμούνται για λίγο
Ένα πολύ μοδάτο ερείπιο
Από ένα στυλ πολύ παλιοκαιρίσιο.

Η ζωή δεν είναι παρά μια μνήμη
Κάτι που συνέβη καιρό πριν
Ένα σκηνικό θλίψης
Για μια προ πολλού ξεχασμένη παράσταση.
Φαίνεται τόσο εύκολο
Απλά να το αφήσεις να συνεχιστεί
Ώσπου σταματάς κι αναρωτιέσαι
Γιατί ποτέ δεν αναρωτήθηκες γιατί.

Ασφαλής μέσα στη μήτρα
Κάποιας αιώνιας νύχτας
Βρίσκεις ότι το σκοτάδι μπορεί
Να δώσει το λαμπρότερο φως.
Ασφαλής στη θέση σου βαθιά στη γη --
Μόνο τότε θα ξέρουν τι άξιζες πραγματικά.

Απολησμονημένος όσο βρίσκεσαι εδώ
Σε θυμούνται για λίγο
Ένα πολύ μοδάτο ερείπιο
Από ένα στυλ πολύ παλιοκαιρίσιο.

Η φήμη δεν είναι παρά ένα φρουτόδεντρο
Τόσο πολύ επισφαλές --
Δεν μπορεί ποτέ να λουλουδίσει
Ώσπου ο καρπός του βρεθεί στο έδαφος.
Έτσι, οι άνθρωποι της φήμης
Δεν μπορούν ποτέ να βρουν έναν δρόμο
Ώσπου ο χρόνος να έχει πετάξει
Μακριά από τη μέρα του θανάτου τους.

Φρουτόδεντρο φρουτόδεντρο
Κανείς δε σε γνωρίζει παρά η βροχή κι ο αέρας.
Μη νοιαζεσαι
Θα μείνουν και θα κοιτούν όταν θα έχεις χαθεί.

Φρουτόδεντρο φρουτόδεντρο
Άνοιξε τα μάτια σου σ' έναν ακόμη χρόνο.
Όλοι θα ξέρουν
Ότι ήσουν εδώ όταν θα έχεις χαθεί.



Η μέρα έχει περάσει

Όταν η μέρα έχει περάσει
Ο ήλιος πάει και κρύβεται απ’ την πλάση
Μαζί με όλα όσα έχεις κερδίσει κι έχεις χάσει
Όταν η μέρα έχει περάσει.

Όταν η μέρα έχει περάσει
Ελπίζεις ότι ο αγώνας σου ολόκληρος έχει δοθεί
Μα ήταν άκυρη η εκκίνηση κι εσύ
Πρέπει να πας πάλι απ’ την αρχή.

Όταν το πουλί έχει πετάξει
Δεν έχεις κανέναν να πεις δικό σου
Δεν έχεις πουθενά να αισθανθείς σπιτικό σου
Τώρα το πουλί έχει πετάξει.

Όταν το πάρτι έχει τελειώσει
Σου φαίνεται τόσο πολύ λυπηρό
Όλα όσα ήθελες να κάνεις σ’ αυτό
Για άλλο τώρα δεν έχεις πια καιρό
Τώρα το πάρτι έχει τελειώσει.

Όταν η μέρα έχει περάσει
Ο ήλιος πάει και κρύβεται απ’ την πλάση
Μαζί με όλα όσα έχεις κερδίσει κι έχεις χάσει
Όταν η μέρα έχει περάσει.


Ροζ φεγγάρι

Το ‘δα γραμμένο και το 'δα να ριμάρει:
Το ροζ φεγγάρι είναι στο δρόμο
Και κανείς από σας δε το φτάνει στον ώμο
Το ροζ φεγγάρι όλους θα σας πάρει --
Κι είν’ ένα ροζ φεγγάρι
Έι, είν’ ένα ροζ φεγγάρι
Ροζ, ροζ, ροζ, ροζ, ροζ φεγγάρι..
Ροζ, ροζ, ροζ, ροζ, ροζ φεγγάρι..

Ακούστε το εδώ.

21 Μαΐου 2020

Ένα μικρό νυχτερινό [ΦΚ]



ΕΝΑ ΜΙΚΡΟ ΝΥΧΤΕΡΙΝΟ

Είπε το νυχτοπούλι,
Ότι δεν κλαίει και
Μάλιστα το υποσχέθηκε.
Διαβήκαν τα μεσάνυχτα,
Παντού ησυχία.

Μπράβο του, είπαν όλοι,
Αξίζουν τα νυχτέρια του.

Κι όμως αυτό πήγε κάπου
Παράμερα και παραδόθηκε
Βουβά σε αναφιλητά.

20 Μαΐου 2020

Ανατομία [verbascum acaule]



ΑΝΑΤΟΜΙΑ

Η γλώσσα
Γλύφει τον έρωτα
Γλείφει το πάθος
Γεύεται αλάτι
Ξεδιψά το βλέμμα

Το χέρι
Γλύφει το σώμα
Γλείφει τη σάρκα
Αναπνέει αλάτι
Γητεύει το βλέμμα

[Ημερολόγιο ενός αθέατου Απριλίου] Οδυσσέας Ελύτης



ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΕΝΟΣ ΑΘΕΑΤΟΥ ΑΠΡΙΛΙΟΥ (απόσπασμα)
(1984)

Έλα τώρα χέρι μου δεξί
κείνο που σε πονεί δαιμονικά ζωγράφισέ το
αλλ' από πάνω βάλ' του

Το ασήμωμα της Παναγίας
πόχουν τη νύχτα οι ερημιές μες στα νερά
του βάλτου


ΤΕΤΑΡΤΗ, 1

Ολοένα τ' άλογα μασούν λευκά σεντόνια κι ολοένα εισχωρούν θριαμβευτικά μέσα στην Απειλή. Δρυς, οξιές, βαλανιδιές, ακούω να σέρνονται στη σκεπή της παλιάς καρότσας όπου ρίχθηκα όπως όπως να φύγω. Ξαναπαίζοντας ένα έργο που γυρίστηκε κάποτε στα κρυφά και πάλιωσε χωρίς να το έχει δει κανένας. Γρήγορα. Προτού ξεθωριάσουν οι εικόνες. Ή σταματήσουνε άξαφνα - κι η ταινία η φθαρμένη κοπεί.

ΤΕΤΑΡΤΗ, 1 β

Κει κατά τα μεσάνυχτα είδα τις πρώτες φωτιές πάνω απ' τ' αεροδρόμιο. Πιο δω το μαύρο κενό. Ύστερα φάνηκε να 'ρχεται η flora mirabilis ορθή πάνω στο άρμα της και αδειάζοντας από 'να πελώριο χωνί λουλούδια. Τα θύματα έσκυβαν κι έπαιρναν τη στάση που είχαν πριν χωρίσουν από τη Μητέρα. Στο κοτσάνι της νύχτας η σελήνη σπάραζε.

ΠΕΜΠΤΗ, 2

«Αρτίνη»... «Κλεώπα»... «Βαρνάβα»... μα τι γένους είναι λοιπόν ο τόπος αυτός που κηδεύεται; Πρέπει να βγάλω τ' άμφια, να φορέσω πάλι τον χρυσό μου θώρακα και να βγω με τη ρομφαία στο χέρι. Κάντε πέρα τα παιδιά. Κρεμάστε τα μαύρα στα μπαλκόνια. Κιόλας ακούγεται η στρατιωτική μουσική να πλησιάζει. Προσοχή! Παρουσιάστε αρμ!

ΠΕΜΠΤΗ. 2 β

Κάπου κλαίνε και θολώνει μεριές μεριές ο αέρας. Η Σιθωνία χάθηκε, την καλύψανε τα νερά. Είναι κάτι φοβερά γεγονότα που όλο μου τ' αφαιρεί ο Θεός, και ο νους όλο πάλι μου τα προσθέτει. Κάτι πράσινο μέσα μου αλλά μαυριδερό που οι σκύλοι το αλυχτάνε. Και μια θάλασσα φερμένη από πολύ μακριά, μυρίζοντας ακόμη αυγό του Κύκνου.

ΠΕΜΠΤΗ, 2 γ

Έβαλα τα βιβλία μου στα ράφια, και στη γωνιά μια λυπημένη Αγγελική. Το ποσοστό της ομορφιάς που μου αναλογούσε πάει, το ξόδεψα όλο. Έτσι θέλω να μ' έβρει ο ερχόμενος χειμώνας, χωρίς φωτιά, μ' ένα κουρελιασμένο παντελόνι, ν' ανακατεύω άγραφα χαρτιά σαν να οδηγάω την ορχήστρα την εκκωφαντική ενός ανεκλάλητου Παραδείσου.

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ, 3

Λοξά, επιμήκη μάτια, χείλη, αρώματα σαν από πρώιμο ουρανό μεγάλης θηλυκής γλυκύτητας και θανάσιμου πότου. Έγειρα με το πλάι - σχεδόν μπατάρισα - μες στους ψαλμούς των Χαιρετισμών και την ψύχρα των ανοιχτών κήπων. Έτοιμος για τα χείριστα.

ΣΑΒΒΑΤΟ, 4

Κει που ανέβαινα το στενό, βρεμένο καλντερίμι - πάνε κάπου τρακόσια τόσα χρόνια - ένιωσα ν' αναρπάζομαι «δια χειρός» Ισχυρού Φίλου, και πραγματικά, όσο να συνέλθω, έβλεπα να μ' ανεβάζει με τις δύο γιγάντιες φτερούγες του ο Δομήνικος, ψηλά στους ουρανούς του τη φορά τούτη γιομάτους πορτοκαλιές και νερά μιλητικά της πατρίδας.

ΚΥΡΙΑΚΗ, 5

Ξάφνου, με το που άνοιξα τα ξεχαρβαλωμένα παραθυρόφυλλα, μεγάλωσε η αυλή. Το αλεξίπτωτο που κατέβαινε δεν το 'βλεπε άλλος κανείς. Μόνον κάτι πρόγονοί μου αγριωποί και ταλαιπωρημένοι παρακολουθούσανε τη σκηνή από την άλλη όχθη και κάθε τόσο ρίχνανε μπαλωθιές στον αέρα. Γέμισε ο τόπος λέξεις ελληνικές ανορθόγραφες, από παλιά προικοσύμφωνα και όρκους Φιλικών. Όπου πήρα να δακρύζω έτσι καθώς είχα δει κάποτε τον πατέρα μου, τον Αύγουστο του '22. Ύστερα φάνηκαν από μακριά να 'ρχονται ο ενωμοτάρχης με τον τοπογράφο της περιοχής κι ευθύς η αυλή ξαναπήρε τις αληθινές της διαστάσεις.

19 Μαΐου 2020

Δυο ποιήματα τής Alda Merini (1931-2009) σε μετ. Ευαγγελίας Πολύμου


ΚΑΙ ΑΚΟΜΑ ΠΙΟ ΕΥΚΟΛΟ

Και ακόμα πιο εύκολο, θα μου ‘ταν
να κατέβω σε σένα από τις πιο σκοτεινές σκάλες,
εκείνες του πόθου που μου χιμάει
σαν στερημένος λύκος μες στη νύχτα.

Ξέρω καλά πως θα έδρεπες τους καρπούς μου
με της συγγνώμης τα σοφά χέρια ...

Και ξέρω επίσης πως μ’ αγαπάς με αγάπη
αγνή, απέραντη, βασίλειο της θλίψης ...

Το δάκρυ μου όμως για σένα εγώ το δούλεψα
μέρα τη μέρα σε άπλετο φως
κι αμίλητη το ξαναστήνω στα μάτια μου που,
όταν σε κοιτάζω, ταΐζονται μ’ αστέρια.


ΔΕΝ ΕΧΩ ΑΝΑΓΚΗ ΑΠΟ ΧΡΗΜΑΤΑ

Δεν έχω ανάγκη από χρήματα.
Έχω ανάγκη από αισθήματα,
από λέξεις, από λέξεις σοφά διαλεγμένες,
από λουλούδια που τα λένε σκέψεις,
από ρόδα που τα λένε παρουσίες,
από όνειρα που κατοικούν τα δέντρα,
από τραγούδια που κάνουν τ’ αγάλματα να χορεύουν,
από άστρα που ψιθυρίζουν στ’ αυτί των εραστών.
Έχω ανάγκη από ποίηση,
εκείνη τη μαγεία που πυρακτώνει το βάρος των λέξεων,
που ξυπνά τις συγκινήσεις και βγάζει καινούργια χρώματα.


Από τη συλλογή


18 Μαΐου 2020

[μικρά άνθη και ένα αγγλικό πολυβολείο εποχής εμφυλίου πολέμου 1944-1949, 16.05.2020]

Στο παρόν ακολουθούμε μια μικρή διαδρομή μες στο άλσος τής Μονής Δαφνίου και δυτικότερα, το πρόωρα θερμό πρωινό τής 16ης Μάη 2020, όπως σημειώνεται στο χάρτη από τη wikimapia που ακολουθεί



















Στις εικόνες που ακολουθούν, αποτυπώνονται μερικά από τα όμορφα μικρά άνθη, μέρος τής χλωρίδας τού Αιγάλεω όρους καθώς και ένα αγγλικό πολυβολείο, στη θέση 38°00'43"N 23°37'47"E, εποχής εμφυλίου πολέμου τού 1944-1949 (σημειώνουμε ότι στις βόρειες πλαγιές τού Αιγάλεω όρους και στις νότιες τού Ποικίλου όρους, εκατέρωθεν της Ιεράς Οδού, υπάρχουν πολλές διάσπαρτες αγγλικές οχυρωματικές θέσεις που ανάγονται στην εποχή τού εμφυλίου πολέμου), το οποίο δεσπόζει ρέματος δυτικά του, στο οποίο, παράλληλα και δίπλα στην κοίτη του, υπάρχει μονοπάτι.





















        

17 Μαΐου 2020

(ρουμπαγιάτ)


Απ’ τον ήχο, το φθόγγο, τη συλλαβή,
Τη λέξη, το στίχο, ως και τη στροφή,
Σαν γύρη που τη μέλισσα προσμένει
Στη μουσική των φράσεων το κλειδί!
13.05.2020

Ουλαλούμ... [Γιάννης Σκαρίμπας]


ΟΥΛΑΛΟΥΜ

Ήταν σα να σε πρόσμενα Κερά
απόψε που δεν έπνεε έξω ανάσα,
κι έλεγα: Θά ‘ρθει απόψε απ’ τα νερά
κι από τα δάσα.
Θά ‘ρθει, αφού φλετράει μου η ψυχή,
αφού σπαρά το μάτι μου σαν ψάρι
και θα μυρίζει ήλιο και βροχή
και νειό φεγγάρι . . .
Και να, το κάθισμά σου σιγυρνώ,
στολνώ την κάμαρά μας αγριομέντα,
και να, μαζί σου κιόλας αρχινώ
χρυσή κουβέντα:
. . . Πως – να, θα μείνει ο κόσμος με το «μπά»
που μ’ έλεγε τρελόν πως είχες γίνει
καπνός και – τάχας – σύγνεφα θαμπά
προς τη Σελήνη . . .
. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
Νύχτωσε και δεν φάνηκες εσύ·
κίνησα να σε βρω στο δρόμο – ωιμένα –
μα σκούνταφτες (όπου εσκούνταφτα) χρυσή
κι εσύ με μένα.
Τόσο πολύ σ’ αγάπησα Κερά,
που άκουγα διπλά τα βήματα μου!
Πάταγα γω – στραβός – μεσ’ τα νερά;
κι εσύ κοντά μου . . .





16 Μαΐου 2020

Κατάντη [verbascum acaule]


KATANTH

Στην τραχιά κοίτη
Που φως και νερό συγκλίνουν
Που φωνές και σιωπές αποκλίνουν
Που βράχοι θνησιγενείς δεσπόζουν
Ανυπόδητες μοναξιές
Συναισθημάτων παραγωγοί
Προς κατανάλωση εσωτερική
Στο όριο μετά κραυγάζουν
Τον πόνο, τη χαρά, το θάνατο
Παλεύοντας στη ροή
Αγαπώντας τη ροή 
Που οδηγεί στο αλάτι
Που ροζιάζει θέλω
Πρόσωπα και χέρια
Που καίει
Πλάσματα πλανερά

Άλεφ [verbascum acaule]


ΑΛΕΦ

Ο μαέστρος ιδρωμένος
Νευρικός
Σχολαστικός με το μέτρο
Αυτοσχεδιαστής ενίοτε 
Με τα allegro molto 
Μπρος στο συνθέτη  
Μπρος στην ορχήστρα
Μπρος σε δέκα ακροατές
Και τις είκοσι απόψεις
Μπρος σε νόημα μη
Από νόημα μη

Δεν ξέρω τι ήθελα
Στην πόλη, μαζί σου, εκεί

Σκάβω με το άλεφ
Την Ποτισμένη Γης
Σκάβω βαθιά να με βρω
Τι να σου πω
Για ένα dating κενό;
Πώς να σου πω
Για τη λάβα και τη θάλασσα
Που στην καρδιά μου
Συναντιούνται;

Ο εισηγητής ιδρωμένος
Νευρικός
Σχολαστικός με τις φράσεις
Αυτοσχεδιαστής ενίοτε 
Με της φωνής τον τόνο 
Μπρος στο συγγραφέα 
Μπρος στους «ποιήματα θα διαβάσουν»
Μπρος σε δέκα ακροατές
Και τις είκοσι απόψεις
Μπρος σε νόημα μη
Από νόημα μη

Δεν ξέρω τι ήθελα
Στην πόλη, μαζί σου, εκεί

Σκάβω με το άλεφ
Τη Γόνιμη Γης
Σκάβω να με βρω 


Πηγή: verbascum acaule.

15 Μαΐου 2020

Ένα χαϊκού τής Αριάνδης Πορφυρίου


Δειλές οι λέξεις
Αμφίρροπες οι σκέψεις
Λουλούδια λωτών.

Το σοβαρό φάουλ τού προέδρου τού ΔΣΑ.

«Η Ελένη θα είναι κομμάτι τής ζωής μου» ανέφερε χθες σε ένα συγκλονιστικό λόγο της, από τα έδρανα τού Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Αθηνών, η εισαγγελέας Αριστοτελία Δόγκα, υποχρεώνοντας μας να θεωρούμε πλέον και την εισαγγελέα κα Δόγκα ως κομμάτι τής δικής μας ζωής.
Η αγόρευσή της ήταν συγκινησιακά φορτισμένη γιατί, μπρος στο φρικτότερο, ρατσιστικό και μισογυνίστικο, προσχεδιασμένο έγκλημα των τελευταίων δεκαετιών στη χώρα, του οποίου η δίκη εξελισσότανε, επί μακρό χρονικό διάστημα, μπρος στα έκπληκτα μάτια της (όπως και όλων από τους παριστάμενους όσων αξίζουνε τον τίτλο Άνθρωπος), της ήταν αδύνατο να μιλήσει τυπολατρικά ως εισαγγελέας.
Η ομιλία της, ιστορικής αξίας ήδη από την ίδια ημέρα τής εκφώνησή της, θα έπρεπε να προκαλέσει μόνον χειροκροτήματα και να υποχρεώσει κάποιους να σκύψουνε το κεφάλι. Αντίθετα, ο πρόεδρος τού πρώτου επιστημονικού συλλόγου της χώρας θίχτηκε! Όχι δεν θίχτηκε όταν οι συνήγοροι προσπαθούσανε να απαλλάξουν από τις κατηγορίες τους τούς, όντας έχοντες πλήρη συνείδηση των πράξεών τους, ΚΤΗΝΑΝΘΡΩΠΟΥΣ, ούτε από τις απόπειρες, συγγενών των εγκληματιών, των ίδιων των εγκληματιών κ.α., να στηλιτευτεί η μνήμη τής αδικοχαμένης Ελένης από τη λάσπη που επιχειρήθηκε να της ριχτεί, λάσπη που σκόπευε να εξορθολογήσει το έγκλημα στη λογική μιας ακραία ρατσιστικής και μισογυνίστικης νοοτροπίας επιπέδου ταλιμπάν, η οποία εμπνέεται μόνον από ξεπερασμένα, πατριαρχικής βάσης, στερεότυπα, αλλά γιατί, λέει, η κα εισαγγελέας είπε ότι "από τη στιγμή που οι συνήγοροι μπαίνουν στην υπόθεση, αρχίζουν τα ψέματα, τα σενάρια για τη συσκότιση της αλήθειας ...”. Γιατί ψέματα είναι; Οι συνήγοροι, γενικότερα μιλώντας, δεν εκπροσωπούνε τους κατηγορουμένους και δεν μεταφέρουνε στο δικαστήριο τα επιχειρήματά τους, τα οποία όμως εν προκειμένω είναι και ψεύτικα και αβάσιμα, όπως προέκυψε από την διαδικασία στο δικαστήριο;
Η αντίδρασή του, όσο και αν έχει τυπική νομιμότητα, εμπεριέχει ένα μέγιστο κίνδυνο: την ασύμμετρα δυσανάλογη προς τα κάτω, πάντα στα πλαίσια μιας δημοκρατίας, με το έγκλημα τους τιμωρία. Έναν κίνδυνο, που ελπίζουμε να μην συμβεί, τον οποίο όφειλε να είχε υπολογίσει, προτού την παρέμβασή του, και μπρος του η υπεράσπιση της όποιας τυπικότητας ωχριά. 

14 Μάη 2020   

14 Μαΐου 2020

1.30 [verbascum acaule]


1.30

Νύχτα Μαγιού πανσέληνος
Μολυβί βαθύ στρωμένο
Θολό σεντόνι στ’ άστρα

Υγρασία αιωρείται
Δυο ποιμενικοί
Αφουγκράζονται ήχους
Στακ, στακ, στακ
Με τα γεράνια η γλάστρα

Στο παλιό τραπέζι
Ξοδεμένο κερί
Μολύβι σε χαρτί
Μ’ άκρη πλατυσμένη
Των σκέψεων ξοδιάστρα

Σκόνη [Κική Δημουλά]


ΣΚΟΝΗ

Λυπᾶμαι τίς νοικοκυρές
ἔτσι πού ἀγωνίζονται
κάθε πρωί νά διώχνουν ἀπ' τό σπίτι τους τή σκόνη,
σκόνη, ὕστατη σάρκα τοῦ ἄσαρκου.
Σκοῦπες σκουπάκια
ρουφηχτήρια φτερά τιναχτήρια
ξεσκονόπανα κουρελόπανα κλόουν
θόρυβοι καί τρόποι ἀκροβάτες, (1) 
μαστίγιο πέφτουν οἱ κινήσεις
πάνω στήν κατοικίδια σκόνη.
Κάθε πρωί μπαλκόνια καί παράθυρα
ἀκρωτηριάζουνε μιά δράση καί μιάν ἔξαψη:
ἀσώματα κεφάλια χοροπηδᾶνε σάν γιογιό,
χέρια ἐξέχουν καί σφαδάζουν
σάν κάτι νά τά σφάζει ἀπό μέσα,
σπασμένα σώματα μισά
πού τά πριόνισε τό σκύψιμο.
Ἄλλο ἕνα σπάσιμο τοῦ Ὁλόκληρου. (2)
Ὅλο σπάζει αὐτό,
πρίν κάν ὑπάρξει σπάζει
καί σάν νά εἶναι γι' αὐτόν ἀκριβῶς τό σκοπό,
γιά νά μήν εἶναι.
Ὁλόκληρη ζωή σοῦ λέει ὁ ἄλλος.

Ἀπό ποῦ ὥς ποῦ ὁλόκληρη
μ' ἕνα σπασμένο πάντα μέτρο πού κρατᾶτε
καί μετρᾶμε;
Ἀξιολύπητη λέξη τό Ὁλόκληρο.
Σωματώδης ἀλλοπαρμένη περιφέρεται.
Γι' αὐτό τή φωνάζουν τρελή τά μπατίρια μεγέθη.

Τινάγματα τινάγματα
νά φύγει ἡ σκόνη ἀπ' τίς ρηχές
νά φύγει κι ἀπό τίς βαθιές φωλιές τοῦ ὕπνου,
σεντόνια καί σκεπάσματα.
Κι ἐκεῖνες οἱ φορές
ὅπου πετάγεται τό σῶμα τρομαγμένο
νύχτα κι οὐρλιάζει Θέ μου μικραίνω,
θά τιναχθοῦν κι αὐτές σάν σκόνη,
σκόνη ἡ ἐλάττωση κι ὁ τρόμος
καί πῶς δέν τά ἀντέχω τά τινάγματα
τοῦ μέσα βίου ἔξω.
Πρησμένα μαξιλάρια τοῦ ὕπνου
φριχτά γρονθοκοπιοῦνται καί φοβᾶμαι
τρέμω μή γίνουνε ζημιές:
εἶν' οἱ κρυστάλλινες διαθῆκες τῶν ὀνείρων ἐκεῖ μέσα.
Ὅλα τά ὄνειρα ὄνειρο τά κληρονομεῖ
καί ἄνθρωπος κανένα. (3)
Τρέμω, τέτοια παγκόσμια ἀποκλήρωση
δέν τό ἀντέχω νά τινάζεται σάν σκόνη.
Χτυπήματα χαλιῶν
νά βγεῖ ἡ σκόνη ἀπ' τῶν σχεδίων τίς φωλιές,
νά γκρεμιστεῖ ἀπ' τά γεφύρια τῶν χρωμάτων.
Κι ὁ γρήγορος βηματισμός
ὁ τρελαμένος πέρα δῶθε μές στό σπίτι
μές στή ρηχή ἐμπιστοσύνη τῶν χαλιῶν
νά μήν ἀκοῦν οἱ ἀποκάτω τί βαδίζει (4)
νά μήν ἀκοῦνε τί δέν συμβαδίζει,
θά τιναχθεῖ κι αὐτός σάν σκόνη
καί πῶς δέν τά ἀντέχω τά τινάγματα
τοῦ μέσα βίου ἔξω.

Λυπᾶμαι τίς νοικοκυρές
τόν ἄγονό τους κόπο.
Δέν φεύγει ἡ σκόνη, δέν στερεύει.
Κάθε πού πάει ὁ καιρός καιρό νά συναντήσει
καινούργια συμφωνία σκόνης κλείνεται.
Οἱ προφυλάξεις ἀπ' αὐτήν —τό Καθαρό
καί ἡ Σταθερότης —μέσα ἐπιστροφῆς της.
Τή φέρνουν πρῶτες καί καλύτερες.
Δέν ἔχω δεῖ πιό σκονισμένες ἐπιφάνειες ἀπό δαῦτες.
Ὥς καί τό Φῶς τό πεντακάθαρο
χαρούμενη μεταφορά τῆς σκόνης:
εἶν' ἕνα θαῦμα νά τή βλέπεις
πῶς προχωρεῖ ἀκίνητη πάνω σ' ἀκτίνα ἥλιου,
σά νά πατάει σέ σκάλα κυλιόμενη
ἀπ' αὐτές τίς μοντέρνες, τίς ὑπνωτισμένες,
μέ τά εὐνουχισμένα σκαλοπάτια.
Μεταφέρεται
ὁρατή σάν ἀέρας χοντρά ἀλεσμένος
νά ξαναμπεῖ ἀπ' τ' ἀνοιχτά παράθυρα
τούς ἀνοιχτούς της νόμους.
Ἡ ὕπαρξή μας σπίτι της καί μέλλον της.

Ἀνοικοκύρευτη ἐγώ, τήν ἀφήνω νά κάθεται.
Μελετηρή στή ράχη ἑνός βιβλίου
πού μιλάει γιά τό Γῆρας.
Στή φρόνιμη φωτογραφία τῶν παιδιῶν μου
ὅταν αὐτά μέ φόραγαν
λευκή κολλαριστή ὁλοστρόγγυλη Μητέρα
χαλαρά ἀπό μέσα ραμμένη
μέ κρυφές ἀραιές βελονιές
στή σχολική ποδιά τους.
Τώρα ντυθήκανε Μεγάλα τά παιδιά μου,
φοράει ἡ σκόνη τώρα τήν ποδιά τους
τόν στρογγυλό γιακά,
μέ φοράει Μητέρα ἡ σκόνη
—ἔτσι πρέπει νά ράβονται
οἱ σχέσεις κι οἱ ἐξαρτήσεις,
μέ ἀραιές χαλαρές βελονιές,
γιά νά μποροῦν νά ξηλώνονται εὔκολα.
Ποτέ δέν ξεσκονίζω
τόν ὀρειχάλκινο ἀθλητή
πού διακοσμεῖ μεγάλο ὀρειχάλκινο ρολόγι.
Τόσο μυώδη τά μέλη του
πού μοιάζουν θυμωμένα.
Ἴσως γιατί τόν ἀναγκάζουν νά γυμνάζει
κάτι πολύ ἀόρατο,
μπορεῖ τό χρόνο νά γυμνάζει,
μπορεῖ νά θέλει ὁ χρόνος νά μπορεῖ
πιό γρήγορα νά τρέχει ἀπ' ὅσο τρέχει. (5)
Ἐπίδοση πού χαροποιεῖ τή σκόνη.

Κάθεται στόν καθρέφτη μου,
δικός της, τῆς τόν χάρισα.
Χέρσο πράμα, τί νά τό 'κανα; (6)
Ἔπαψα νά καλλιεργῶ τά πρόσωπά μου ἐκεῖ μέσα,
δέν ἔχω ὄρεξη νά ὀργώνω ἀλλαγές
καί νά διπλασιάζομαι ἀλλιώτικη.
Τήν ἀφήνω νά κάθεται
τήν ἀφήνω νά ἔρχεται
μέ τό τσουβάλι νά ἔρχεται
τήν ἀφήνω νά χύνεται ἀπάνω μου
σάν ἀλεσμένη διήγηση μεγάλης ἱστορίας,
τήν ἀφήνω νά ἔρχεται γρήγορα γρήγορη
σάν χρόνος πού γυμνάστηκε
πιό γρήγορα νά τρέχει ἀπ' ὅσο τρέχει
καί κάθεται βαριά μπατάλα7 σκόνη,
τήν ἀφήνω νά κάθεται, χρονίζει,
μπατάλα μέ σκεπάζει, τήν ἀφήνω
νά μέ σκεπάζει τήν ἀφήνω
          μέ σκεπάζει
νά μέ ξεχνᾶς (8) τήν ἀφήνω
νά μέ ξεχνᾶς ἀφήνω
          μέ ξεχνᾶς
          νά μέ ξεχνᾶς
          σέ ἀφήνω
γιατί δέν τά ἀντέχω τά τινάγματα
τοῦ μέσα βίου ἔξω.
 
(Τό τελευταῖο σῶμα μου, 1981)


(1) τρόποι ακροβάτες· χρήση ουσιαστικού στη θέση του επιθέτου· πρόκειται για ένα από τα χαρακτηριστικά της ποιητικής τεχνικής της Δημουλά.
(2) Σχόλιο για την πολυδιάσπαση του σύγχρονου ανθρώπου και τον κατακερματισμό του σε ποικίλες δραστηριότητες.
(3) Σχόλιο για το τραύμα της συνάντησης του ονείρου με την αντιποιητικότητα του καθημερινού βίου.
(4) Σχόλιο για την αναγκαστική τήρηση κοινωνικών συμβάσεων.
(5)Και εδώ το οικείο στην ποίηση της Δημουλά θέμα του άγχους που προκαλεί το πέρασμα του χρόνου.
(6) βλ. Κ. Καβάφης, Μελαγχολία Ιάσωνος Κλεάνδρου...: Το γήρασμα του σώματος και της μορφής μου είναι πληγή από φριχτό μαχαίρι.
(7) μπατάλα· δυσκίνητη.
(8) Να προσεχθεί η μετάβαση από το τρίτο στο δεύτερο ρηματικό πρόσωπο.

Πηγή: ebooks.edu.gr.

13 Μαΐου 2020

Τσιβλού [verbascum acaule]


ΤΣΙΒΛΟΥ

Ως ο πρώτος Μάστορας
Απ’ τις πλαγιές πήρε
– Όσο χρειαζόταν
Μην τις χαλάσει όσο –
Κι απ’ τα σαρίδια
Έκαμνε φράγμα
Λίμνη έκανε

Για τα χέλια
Να κατοικήσουν
Τα νερόφιδα
Και τα βατράχια
Για τα λόγια που δεν πίστευες – όχι

Να ‘μαι πάλι!
Για του νερού την αγάπη

Ένα συν έξι (για τη σχιζοφρένεια) χαϊκού του Θανάση Αθανάσιου


Μη μικρονοείς
Να 'σαι ιεροφάντης
Να ιερουργείς


Ο σχιζοφρενής
Κερασιά στα σύννεφα
Λάμπα στον Άδη

Ο σχιζοφρενής
Κι ο ήλιος καμπυλώνει
Ψυχεδέλεια

Ο σχιζοφρενής
Οράματα στα μάτια
Γεύσεις στο στόμα

Ο σχιζοφρενής
Μάγος, Γόης της φύσης
Χωρίς κοινό νου

Ο σχιζοφρενής
Γυαλίζει το μάτι του
Δροσερή φωτιά

Ο σχιζοφρενής
Κοιτά το υπερπέραν
Έτσι απαθής


12 Μαΐου 2020

[στο Μαυροβούνι, στο Νότιο Υμηττό, 10.05.2020]

Την Τρύπια Σπηλιά, στις βόρειες πλαγιές του Μαυροβουνίου, στο Νότιο Υμηττό, την είχαμε συναντήσει κι εδώ:  pribas.blogspot.com..

Στο παρόν, με στόχο την κορυφή τού Μαυροβουνίου, ακολουθούμε αρχικά την ίδια διαδρομή (βλέπε το χάρτη από τη wikimapia που ακολουθεί) μέχρι τα ερείπια τής αρχαίας οχύρωσης περνώντας και από την Τρύπια Σπηλιά.



Αυτό το κομμάτι τής διαδρομής, στις βορειοδυτικές πλαγιές τού Μαυροβουνίου, με τους μοναδικούς σχηματισμούς των λευκών ασβεστολιθικών βράχων με τις έντονες χαράξεις από τη δράση τού νερού κυρίως, με την εξαιρετική φυτική βιοποικιλότητα, όπως αυτό το πανέμορφο μωβ λουλουδάκι με τα τσαλακωμένα άνθη, και την πυκνή χαμηλή πευκώδη βλάστηση είναι υπέροχο.   


































Από εκεί ακολουθήσαμε τη σημειωμένη με κόκκινα σημεία διαδρομή προς τα νότια και την κορυφογραμμή τού Μαυροβουνίου. Η διαδρομή αυτή δεν είναι μεγάλου μήκους, έχει έντονη κλίση αλλά δεν πρόκειται για μονοπάτι. Ουσιαστικά, και ιδίως στο πιο επικλινές, προχωράς από βράχο σε βράχο, ανάμεσα σε πουρνάρια και συστάδες πεύκων και απαιτεί αρκετή ώρα και στάσεις (ανάλογα βέβαια και με την φυσική κατάσταση του καθενός) για ανάσες. 
[Η διαδρομή αυτή, την οποία ακολουθήσαμε ανεβαίνοντας, είναι μια από τις τρεις δυνατές προσεγγίσεις τής κορυφογραμμής τού Μαυροβουνίου. Η δεύτερη είναι αυτή που ακολουθήσαμε κατεβαίνοντας, και η τρίτη από το Στρώμα μέσω τού διάσελου που ενώνει το Στρώμα και το Μαυροβούνι στο ανάντη τού ρέματος Βαρελά (βλέπε την τελευταία φωτογραφία).]




















Φτάνοντας στην κορυφογραμμή αρχικά κατευθυνθήκαμε ανατολικά προς την πεπλατυσμένη κορυφή (στα 770 μ. υψόμετρο), με την εξαιρετική θέα προς τις ανατολικές πλαγιές τού Βόρειου Υμηττού, την Πεντέλη, τα μεσόγεια, την Εύβοια, τη νοτιοανατολική Αττική και τη Λαυρεωτική. 
























Κατόπιν ακολουθήσαμε όλη την κορυφογραμμή δυτικά μέχρι τους απόκρημνους βράχους (τα Τρία Δάκτυλα, όπως λέγεται) που δεσπόζουν του Ελληνικού, της Γλυφάδας και της Βούλας με τη θέα να απλώνεται μέχρι την ανατολική Πελοπόννησο και τα νησιά του Σαρωνικού.
























Από εκεί κινηθήκαμε εκτός μονοπατιού βόρεια για να συναντήσουμε το αρχικό μονοπάτι μέσω του οποίου και γυρίσαμε.